Δημόσιο χρέος, οικονομικά προβλήματα, θεσμοί
Αναδημοσιεύουμε τις θέσεις του ΑΚΕΠ όπως παρουσιάστηκαν στις Ευρωεκλογές του 1994. Πριν δηλαδή την ένταξη της χώρας στην Ευρωζώνη και όταν το μεγαλύτερο τμήμα του τότε δημόσιου χρέους, των κρατικών χρεογράφων, ήταν οφειλές σε Έλληνες μεγαλοεπενδυτές τοκοφόρου χρηματικού κεφάλαιου.
Οι παρακάτω προγραμματικές προτάσεις δεν αποτελούσαν το πλήρες οικονομικό και θεσμικό πρόγραμμα του ΑΚΕΠ για μια ευημερούσα δημοκρατική κοινωνία. Οι παρακάτω προτάσεις αποτελούσαν δέσμη μέτρων και κατευθύνσεων για την έγκαιρη αντιμετώπιση των προβλημάτων που έχουν σήμερα οξυνθεί κι έχουν πάρει εφιαλτικές διαστάσεις. Είχαμε από πολύ νωρίς εντοπίσει τις δομικές ανισορροπίες και τις αντιφάσεις στην αναπαραγωγή των όρων παραγωγής της καπιταλιστικής ελληνικής κοινωνίας, και ιδίως στη νομοτελειακή σχέση συσσώρευση-συγκέντρωση-ολοκλήρωση. Δυστυχώς δεν εισακουστήκαμε τότε από κανέναν, ούτε από αριστερούς, ούτε από δεξιούς, ούτε από κεντρώους…
Οι θέσεις του ΑΚΕΠ αναδημοσιεύονται μαζί με βίντεο από το τότε 10λεπτο του ΑΚΕΠ στην ΕΤ1. Το κείμενο ακολουθεί.
Μανώλης Γρηγοριάδης
Οι παρακάτω προγραμματικές προτάσεις δεν αποτελούσαν το πλήρες οικονομικό και θεσμικό πρόγραμμα του ΑΚΕΠ για μια ευημερούσα δημοκρατική κοινωνία. Οι παρακάτω προτάσεις αποτελούσαν δέσμη μέτρων και κατευθύνσεων για την έγκαιρη αντιμετώπιση των προβλημάτων που έχουν σήμερα οξυνθεί κι έχουν πάρει εφιαλτικές διαστάσεις. Είχαμε από πολύ νωρίς εντοπίσει τις δομικές ανισορροπίες και τις αντιφάσεις στην αναπαραγωγή των όρων παραγωγής της καπιταλιστικής ελληνικής κοινωνίας, και ιδίως στη νομοτελειακή σχέση συσσώρευση-συγκέντρωση-ολοκλήρωση. Δυστυχώς δεν εισακουστήκαμε τότε από κανέναν, ούτε από αριστερούς, ούτε από δεξιούς, ούτε από κεντρώους…
Οι θέσεις του ΑΚΕΠ αναδημοσιεύονται μαζί με βίντεο από το τότε 10λεπτο του ΑΚΕΠ στην ΕΤ1. Το κείμενο ακολουθεί.
Μανώλης Γρηγοριάδης
Μέσα στο πλέγμα των διεθνών συγκρούσεων, των προβλημάτων και των ανταγωνισμών, η Ελλάδα και ο λαός της απειλούνται θανάσιμα.
Η αμφισβήτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων του ελληνικού λαού από τις κυβερνήσεις των Μεγάλων δυνάμεων και των γειτονικών χωρών, η γενικευμένη οικονομική, κοινωνική και θεσμική κρίση της χώρας, η εξωτερική και εσωτερική πολιτική των κομμάτων της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, η ραστώνη και ο εφησυχασμός της ελληνικής διανόησης, η παθητικοποίηση των μισθοσυντήρητων και του λαού στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που τους αφορούν, συνθέτουν τους κινδύνους που απειλούν θανάσιμα τη βιωσιμότητα της ελληνικής κοινωνίας, τη βιωσιμότητα της Ελλάδας και του λαού της.
Στους δύσκολους αυτούς καιρούς εμείς, το ΑΚΕΠ, με τις λίγες αλλά σημαντικές ηθικά και πολιτικά δυνάμεις μας και με τις πατριωτικές πολιτικές θέσεις μας για την οικονομία, τους θεσμούς και τα εθνικά θέματα, αγωνιζόμαστε: για την επίτευξη μιας πατριωτικής συσπείρωσης όλων των πατριωτικών, δημοκρατικών και προοδευτικών δυνάμεων του Ελληνισμού με στόχο:
α) την αντιμετώπιση του εξωτερικού και εσωτερικού εχθρού της χώρας
β) την άμεση ρεαλιστική επίλυση των προβλημάτων της ελληνικής κοινωνίας
γ) τη δημιουργία των πολιτικών προϋποθέσεων για μια ευημερούσα δημοκρατική κοινωνία.
Εξωτερικός εχθρός είναι: οι κυβερνήσεις και τα οικονομικά συμφέροντα του κατεστημένου των Μεγάλων δυνάμεων, οι κυβερνήσεις και ο εθνικισμός του κατεστημένου των γειτονικών χωρών.
Εσωτερικός εχθρός είναι: η εξωτερική και εσωτερική πολιτική των κομμάτων της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, η γενικευμένη οικονομική και θεσμική κρίση της χώρας και ο οικονομικοκοινωνικός και πολιτισμικός μαρασμός του ελληνικού λαού.
ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
Τα αίτια της οικονομικής κρίσης και των οικονομικών προβλημάτων της χώρας είναι οι δυσχέρειες της οικονομικής ανάπτυξης και της παραγωγικής αξιοποίησης του κεφάλαιου, είναι οι δυσχέρειες της παραγωγικής επανεπένδυσης των μυθικών κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα και των κατόχων χρήματος, είναι, δηλαδή, οι δυσχέρειες της πραγματοποίησης της παραγόμενης υπεραξίας και της μετατροπής της υπερσυσσώρευσης σε συγκέντρωση και συγκεντροποίηση.
Η σημερινή μορφή της οικονομικής κρίσης εκδηλώνει, με την κλασσική έννοια της θεωρίας, την αντίθεση των υλικών κοινωνικών παραγωγικών δυνάμεων της χώρας στις υπάρχουσες κοινωνικές παραγωγικές σχέσεις. Οι υπάρχουσες κοινωνικές παραγωγικές σχέσεις και η νομική έκφρασή τους στο Δημόσιο τομέα, από μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, έχουν μεταβληθεί σε εμπόδιο και δεσμά της ανάπτυξής τους.
Όλες οι ανισορροπίες στα μακροοικονομικά μεγέθη και ιδιαίτερα αυτή που ονομάζεται δημόσιο χρέος, εκδηλώνουν τα δεσμά των υφιστάμενων παραγωγικών σχέσεων και της νομικής τους έκφρασης στο Δημόσιο τομέα, που στραγγαλίζουν κάθε προσπάθεια για οικονομική ανάπτυξη και μεγέθυνση.
Συγκεκριμένα: η δημοσιονομική ανισορροπία που ονομάζεται δημόσιο χρέος είναι οι οφειλές του ελληνικού κράτους σε Έλληνες μεγαλοεπενδυτές χρηματικού κεφάλαιου. Μικρό μόνο μέρος του δημοσίου χρέους προέρχεται από εξωτερικό δανεισμό.
Το δημόσιο χρέος προήλθε από χαριστική μεταφορά πόρων από το δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα με φοροαπαλλαγές, κρατικές προμήθειες, αναθέσεις έργων, φθηνή παροχή υπηρεσιών και πρώτων υλών, δάνεια, επιδοτήσεις, σκανδαλώδεις εξαγορές από το δημόσιο υπερχρεωμένων μη βιώσιμων επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα, σκανδαλώδεις μεταπωλήσεις κερδοφόρων κρατικών επιχειρήσεων σε ιδιώτες κλπ., και από τους χαριστικά αφορολόγητους τόκους των ομολόγων και των εντόκων γραμματίων του δημοσίου. Το δημόσιο χρέος βρίσκεται σε άμεση αντιστοιχία με τη σημερινή μορφή της οικονομικής κρίσης, επειδή δεν δημιουργήθηκε από κάποιους ανέντιμους διαχειριστές της δημόσιας περιουσίας και του δημόσιου χρήματος, αν και υπήρχαν πολλοί από δαύτους, αλλά από την νομοτελειακή ανάγκη της ελληνικής οικονομίας και των οικονομικοπολιτικών της εκφραστών να υποτιμούν ορισμένα τμήματα του κεφάλαιου για να αντισταθμίζεται η πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους σε άλλα τμήματα και να αυξάνεται η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και των ελληνικών προϊόντων στην παγκόσμια αγορά. Από το 1974 μέχρι το 1989, η μεταφορά πόρων από το δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα εξυπηρετούσε τις οικονομικές σκοπιμότητες στις οποίες αναφερθήκαμε παραπάνω και πάντα συνδυαζόταν με μια πολιτική προστατευτισμού των ελληνικών προϊόντων, αλλά και κοινωνικές πολιτικές “στάχτη στα μάτια” που στόχευαν σε πολιτικές συμμαχίες με δημιουργούμενα προνομιούχα μεσαία στρώματα και δημιουργούμενες εργατικές αριστοκρατίες. Οι αντιλαϊκές, αντιαναπτυξιακές συνέπειες της οικονομικής πολιτικής αυτής της περιόδου αναφύονται σήμερα κρυστάλλινα.
Από το 1990 μέχρι σήμερα, τα πολιτικά κόμματα, πολιτικοί εκφραστές του οικονομικοκοινωνικού κατεστημένου, ασκούν οικονομικές πολιτικές που συνδυάζουν την υποτίμηση του κόστους εργασίας, τη μείωση των μισθών και των κοινωνικών παροχών, με αυξημένα και σταθερά πάνω από τον πληθωρισμό επιτόκια, καθώς και πολιτικές στήριξης της δραχμής για να υπερτιμούν -και απόλυτα και σχετικά- το μεγάλο τοκοφόρο κεφάλαιο και να καλύπτουν έτσι την αδυναμία της οικονομικής ολιγαρχίας να προσποριστεί με παραγωγικές επενδύσεις το μέσο κοινωνικό ποσοστό κέρδους. Μάλιστα, διαγκωνίζονται και παρουσιάζουν προγράμματα και φορολογικά νομοσχέδια που εγγυώνται την απρόσκοπτη και ασφαλή συνέχιση της ροής των τόκων. Φτάνουν δε μέχρι του σημείου να μη διστάζουν να προσφεύγουν στον εξωτερικό δανεισμό και στην αύξηση του εξωτερικού χρέους, όταν βρίσκονται στην κυβέρνηση, προκειμένου να αποδίδουν έγκαιρα τα τοκοφόρα υπερκέρδη στους δικαιούχους.
Έτσι, η γενικευμένη οικονομική κρίση της χώρας και η πολιτική των σημερινών κομμάτων τείνει να μεταβάλλει εξ’ ολοκλήρου το κράτος σε ένα μηχανισμό απόσπασης φόρων από τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους, τους αγρότες αλλά και από τις παραγωγικές επιχειρήσεις, για να τους αποδίδει, αφορολόγητα ή με πολύ μικρούς φόρους, στο πιο αντιπαραγωγικό, αλλά και ταυτόχρονα το πιο κερδοφόρο σήμερα τμήμα του κεφάλαιου, στο τοκοφόρο κεφάλαιο και τους ιδιοκτήτες του.
Η δημαγωγική προσπάθεια των οδηγητών γνώμης, της τηλεόρασης και των μέσων μαζικής ενημέρωσης, που ελέγχονται εξ’ ολοκλήρου από την οικονομική ολιγαρχία, να πείσουν τον ελληνικό λαό να υποστεί με καρτερικότητα τις θυσίες για την απάλειψη ενός χρέους, για τη δημιουργία του οποίου ο ίδιος δεν ευθύνεται και από την απάλειψη του οποίου τίποτα δεν πρόκειται να ωφεληθεί, έχει υποκαταστήσει την επίσημη πολιτική των κομμάτων της Δεξιάς, του Κέντρου και της Αριστεράς και αποτελεί την μεγαλύτερη πολιτική απάτη και το μεγαλύτερο πολιτικό σκάνδαλο όλων των εποχών.
Τα σημερινά πολιτικά κόμματα διαφοροποιούν τον πολιτικό τους λόγο μόνο ως προς τη διαφορετικότητα των τμημάτων του οικονομικοκοινωνικού κατεστημένου που το καθένα από αυτά υπηρετεί. Οι κοινωνικές τους πολιτικές “στάχτη στα μάτια”, σοσιαλιστικές, ριζοσπαστικά φιλελεύθερες κλπ., εξυπηρετούν βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες οικονομικές προσδοκίες και συνδυάζουν το αίτημα για βελτίωση των δημόσιων οικονομικών και της απάλειψης του επενδυτικού ελλείμματος, με το αίτημα για επίτευξη ενός κοινωνικά αποδεκτού σημείου ισορροπίας μεταξύ του πληθωρισμού και της ανεργίας, που να καταργεί το πληθωριστικό έλλειμμα ειδικευμένης εργασίας και να αναδιαρθρώνει τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό και την απασχόληση. Οι εποχές που οι διαφορετικές κοινωνικές πολιτικές των κατεστημένων κομμάτων είχαν κάποια πρακτική αξία για τα προνομιούχα μεσαία στρώματα του πληθυσμού και την εργατική αριστοκρατία έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Η σημερινή, λοιπόν, οικονομική και πολιτική κατάσταση υποβαθμίζει και αποδιαρθρώνει την οικονομική βάση της χώρας: απομυζά όλους τους πόρους που προορίζονται για παραγωγικές επενδύσεις και εκσυγχρονισμό, υποτιμά τα κεφάλαια των αναπτυξιακών επιχειρήσεων, επιτείνει την πτωτική τάση του μέσου ποσοστού κέρδους σε παραγωγικούς, αναπτυξιακούς τομείς, μειώνει την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, ενισχύει εις βάρος της χώρας τις άνισες ανταλλαγές στην παγκόσμια αγορά, αυξάνει την ανεργία, μειώνει το βιοτικό επίπεδο των συνταξιούχων και των μισθωτών, φτωχαίνει και εξαθλιώνει τα ασθενέστερα οικονομικά τμήματα του πληθυσμού.
Το ΑΚΕΠ, την αντιπατριωτική και άκρως επικίνδυνη για τη χώρα οικονομική πολιτική των σημερινών κομμάτων, αντιπαλεύει με το σύνθημά του “Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΑΠΕΙΛΕΙΤΑΙ, Ο ΛΑΟΣ ΠΕΙΝΑΕΙ, ΤΟ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟ ΠΛΟΥΤΙΖΕΙ”, με την πρότασή του για την άμεση ρεαλιστική επίλυση των οικονομικών προβλημάτων της χώρας.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ του ΑΚΕΠ ΓΙΑ ΑΜΕΣΗ, ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΛΥΣΗ
ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
α) Άμεση φορολόγηση των ρέπος, των αμοιβαίων κεφαλαίων, των ομολόγων και των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου με συντελεστή φορολογίας ανάλογο με αυτό των ιδιωτικών επιχειρήσεων, με ταυτόχρονη νομοθετική απαγόρευση της ρευστοποίησής τους πριν από την επίσημη ημερομηνία λήξης τους.
Η υλοποίηση αυτής της πρότασης λύνει άμεσα το δημοσιονομικό πρόβλημα του δημοσίου χρέους και των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού. Διαμορφώνει κλίμα κοινωνικής δικαιοσύνης, αφού το τμήμα αυτό του κεφαλαίου, το πλέον κερδοφόρο και αντιπαραγωγικό, φορολογείται ισοδύναμα με όλες τις άλλες παραγωγικές δραστηριότητες και, τέλος, παροτρύνει την παραγωγική αξιοποίηση του κεφάλαιου και τις επενδύσεις.
β) Μείωση των συντελεστών φορολόγησης της οικονομικής δραστηριότητας στη βιομηχανία, τις νέες τεχνολογίες και στο εξαγωγικό εμπόριο, καθώς και μείωση των συντελεστών φορολογίας των συνταξιούχων και των μισθωτών. Η υλοποίηση αυτών των μέτρων πρέπει να συνδυαστεί με πολιτικές σταθερών ισοτιμιών της δραχμής και με αντιπληθωριστικές αναπτυξιακές πολιτικές, μείωση του κόστους του χρήματος σε παραγωγικές επενδύσεις, μείωση των επιτοκίων, διαμόρφωση επιστημονικών οικονομοτεχνικών και φοροτεχνικών συντελεστών φορολόγησης των οικονομικών δραστηριοτήτων κατά κλάδο κλπ.
Η υλοποίηση αυτών των μέτρων θα διευκολύνει την ανάπτυξη σε τομείς αιχμής, θα βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων, θα μειώσει την ψαλίδα του εμπορικού ισοζυγίου, θα ανακουφίσει τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα του πληθυσμού και θα συμβάλλει στη δυνατότητα μείωσης των άμεσων φόρων και φορολόγησης του εισοδήματος στην πηγή.
γ) ΟΤΕ – ΔΕΗ και όλες οι δημόσιες επιχειρήσεις (εργοστάσια, υπηρεσίες, οργανισμοί) στους εργαζόμενους σε αυτές: διοικητικούς, τεχνικούς, επιστήμονες, εργάτες. Η αμοιβή στις επιχειρήσεις αυτές να γίνεται όχι με μισθό, αλλά με συντελεστή συμμετοχής στα κέρδη. Τους συντελεστές να τους καθορίζει η συνέλευση των εργαζομένων της επιχείρησης, με γνώμονα τις γενικές οικονομικές και νομικές κατευθύνσεις της κοινωνίας, ανάλογα με την κάθε ειδικότητα και την κάθε προσφορά. Οι εργαζόμενοι σε αυτές τις επιχειρήσεις έχουν όλο το ρίσκο και την ευθύνη από την οικονομική δραστηριότητα των επιχειρήσεών τους και προσπορίζονται τη νομή του αποτελέσματος της εργασίας τους χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Η ιδιοκτησία των κοινωνικοποιημένων επιχειρήσεων είναι εξ’ αδιαιρέτου ιδιοκτησία όλου του ελληνικού λαού. Η ιδιοκτησία των κοινωνικοποιημένων επιχειρήσεων δεν είναι ούτε κρατική, ούτε ιδιωτική. Οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις αυτές είναι ιδιοκτήτες των επιχειρήσεών τους μόνο μέσα από το πρίσμα της εξ’ αδιαιρέτου συμμετοχής τους στην κοινωνική ιδιοκτησία. Δεν έχουν το δικαίωμα να τις πουλήσουν και νέμονται τα κέρδη μόνο κατά το διάστημα που είναι εργαζόμενοι σε αυτές. Οι κοινωνικοποιημένες αυτές επιχειρήσεις πρέπει, με νομοθετική ρύθμιση να επενδύουν υποχρεωτικά το 30% των καθαρών κερδών τους και να συμβάλλουν έτσι στον εκσυγχρονισμό, την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Η πρόταση του ΑΚΕΠ για τις δημόσιες επιχειρήσεις είναι άκρως αντίθετη, ανταγωνιστική και εχθρική με όλες τις ιστορικές και σύγχρονες προτάσεις της Αριστεράς και των κομμάτων της για τον δημόσιο τομέα. Είναι η πρακτική και θεωρητική εχθρότητα προς κάθε μορφή κρατισμού, είτε αυτός παίρνει τις μορφές του δυτικού τύπου (μικτές οικονομίες), είτε παίρνει τις μορφές του ανατολικού τύπου κρατισμού που πρόσφατα κατέρρευσε. Είναι επίσης η θεωρητική και πρακτική εχθρότητα προς όλες τις οικονομικές εκδοχές του φιλελευθερισμού για την οικονομία, το δημόσιο τομέα και την ανάπτυξη.
Η υλοποίηση της πρότασης του ΑΚΕΠ για τις δημόσιες επιχειρήσεις θα γίνει η ατμομηχανή που θα σύρει το τρένο της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, θα αναβαθμίσει ποσοτικά και ποιοτικά την οικονομική υποδομή, θα εξαλείψει το επενδυτικό έλλειμμα, θα βελτιώσει τα δημόσια οικονομικά, θα κατασφαλίσει και θα αξιοποιήσει στο έπακρο τη δημόσια περιουσία και θα συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός μοντέλου ανάπτυξης, στο οποίο δεν θα υπάρχει αντίθεση μεταξύ του ατομικού και του συλλογικού συμφέροντος.
δ) Νομοθετική ρύθμιση για υποχρεωτική επανεπένδυση του 30% των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα, με τρόπο που να εξυπηρετεί με αντίστροφα μέτρα, ανάλογες αντικρισιακές οικονομικές σκοπιμότητες με αυτές των αντιμονοπωλιακών ρυθμίσεων στις Η.Π.Α. και την Ευρώπη μετά την κρίση του 1929.
Η υλοποίηση της πρότασης αυτής θα αναπτύξει εντατικά-εκτατικά την παραγωγική βάση της χώρας, θα ανακόψει την αντιαναπτυξιακή και αντικοινωνική δραστηριότητα του κεφάλαιου, θα ελαχιστοποιήσει προοπτικά τις εις βάρος της χώρας άνισες ανταλλαγές στην παγκόσμια αγορά, θα αυξήσει τα κέρδη των επιχειρήσεων αυτών και των ιδιοκτητών τους, θα συμβάλλει στην αύξηση των δημοσίων εσόδων λόγω διεύρυνσης της φορολογητέας ύλης και θα δώσει την δυνατότητα για ανθρώπινους μισθούς και καλύτερες συνθήκες εργασίας στους εργαζόμενους σε αυτές, αφού ο ανταγωνισμός δεν θα επιτελείται μέσω της μείωσης του κόστους εργασίας και της αύξησης της εντατικότητάς της, αλλά μέσω της εισαγωγής νέων τεχνολογιών στην παραγωγή και τη βελτίωση της οργανικής σύνθεσης του κεφάλαιου.
ε) Καρτελοποίηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και ουσιαστική υποστήριξη του εκσυγχρονισμού τους με θεσμικά και οικονομικά μέτρα, μείωση φορολογικών συντελεστών λόγω εκσυγχρονισμού, αναπτυξιακά κίνητρα κλπ.
Η υιοθέτηση αυτής της πρότασης θα εξασφαλίσει φθηνές πρώτες ύλες, χρήση νέων τεχνολογιών, υπεργολαβίες, ποιοτικά, φθηνά και ανταγωνιστικά προϊόντα και θα καταστήσει τους σημερινούς φθίνοντες μικρομεσαίους επιχειρηματίες, ιδιοκτήτες σύγχρονων τμημάτων μεγάλων, αναπτυξιακών και κερδοφόρων επιχειρήσεων. Θα δώσει επίσης τη δυνατότητα στους επιχειρηματίες αυτούς να παρέχουν αξιοπρεπείς μισθούς στους εργάτες και τους υπαλλήλους τους.
Οι εκσυγχρονιζόμενες μικρομεσαίες επιχειρήσεις μπορεί επίσης να αποτελέσουν την υποδοχή υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων του ιδιωτικού τομέα και να δώσουν αναπτυξιακή διέξοδο στη σημερινή κρίση μετατροπής της συσσώρευσης σε συγκέντρωση, συγχώνευση και ολοκλήρωση, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη, τη μείωση της δομικής και διαρθρωτικής ανεργίας, την ελάττωση των μεταβιβαστικών πληρωμών του δημόσιου τομέα και τη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών.
στ) Ενίσχυση και ανάπτυξη του συνεταιριστικού κινήματος στην αγροτική οικονομία και της συλλογικής συνεταιριστικής καλλιέργειας και εμπορίας των αγροτικών προϊόντων. Δημιουργία σύγχρονων κέντρων βιοτεχνολογίας σε κάθε νομό της χώρας, που θα επιβοηθήσει την έρευνα και την επιστημονική και παραγωγική αναδιάρθρωση των καλλιεργειών. Τη δημιουργία αποκεντρωμένων βιομηχανικών και βιοτεχνικών μονάδων μεταποίησης και συσκευασίας αγροτικών προϊόντων, καθώς και τη δημιουργία σύγχρονων κτηνοτροφικών, σηροτροφικών, ιχθυοτροφικών, αλιευτικών, υλοτομικών κλπ. επιχειρήσεων, με τη συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης, των συνεταιρισμένων αγροτών και της κοινωνικοποιημένης Αγροτικής Τράπεζας. Οι περιφερειακές αυτές επιχειρήσεις θα λειτουργούν με την οικονομική φιλοσοφία των επιχειρήσεων του κοινωνικού τομέα στην οποία αναφερθήκαμε παραπάνω. Παροχή της καλλιεργήσιμης δημόσιας και εκκλησιαστικής γης σε ακτήμονες και σε αγρότες με μικρό κλήρο. Συντάξεις στους αγρότες και τις αγρότισσες ισοδύναμες με αυτές του Ι.Κ.Α.
Η υλοποίηση αυτής της πρότασης θα αναβαθμίσει την περιφέρεια, θα αναζωογονήσει την ύπαιθρο, θα μειώσει και θα αναστρέψει την αστυφιλία, θα βελτιώσει την ποιότητα και ανταγωνιστικότητα των ελληνικών αγροτικών προϊόντων, θα μεγεθύνει, και απόλυτα και σχετικά, τα μακροοικονομικά αξιακά μεγέθη της αγροτικής οικονομίας, καθώς και τα εισοδήματα των αγροτών.
ζ) Η πρόταση για την ανεργία έχει δύο σκέλη : 1) Άμεση εγγραφή όλων των ανέργων στο ταμείο ανεργίας με αμοιβή ίση με αυτή της ειδικότητάς τους στην παραγωγή, μέχρι η πολιτεία ή οι ίδιοι να εξασφαλίσουν εργασία 2) Ελαχιστοποίηση και βαθμιαία εξάλειψη του προβλήματος της ανεργίας, με την υλοποίηση του πακέτου των οικονομικών μέτρων που προτείνουμε. Η υλοποίηση αυτών των μέτρων δεν εξαλείφει μόνο την ανεργία, αλλά μειώνει σταδιακά τις ώρες εργασίας, αυξάνοντας σταθερά τον ελεύθερο χρόνο.
Επιδότηση των γεννήσεων για κάθε παιδί, για την αποκατάσταση του ρόλου της μητρότητας στην κοινωνία, την αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας και την άμβλυνση του κρίσιμου για την Ελλάδα δημογραφικού προβλήματος. Η πρόταση για το δημογραφικό πρέπει να τύχει άμεσης προτεραιότητας, λόγω του ότι η Ελλάδα διανύει σήμερα το στάδιο της λεγόμενης δημογραφικής μετάβασης.
Αξιοπρεπή σύνταξη σε κάθε Έλληνα και κάθε Ελληνίδα που υπερβαίνει το εξηκοστό έτος της ηλικίας του, ανεξάρτητα από το αν έχουν εξασφαλίσει τα αναγκαία συντάξιμα χρόνια εργασίας.
Δωρεάν και χωρίς όρους ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε κάθε Έλληνα και Ελληνίδα, που θα παρέχεται μόνο με την επίδειξη της αστυνομικής του ταυτότητας.
Οι προτάσεις αυτές δεν βρίσκονται μόνο στην κατεύθυνση της αποκατάστασης της κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά πρώτα και κύρια στην κατεύθυνση ευνοϊκών κοινωνικών όρων για την πραγματοποίηση του επιδιωκόμενου στόχου, της οικονομικής μεγέθυνσης. Οι αναλύσεις των μεγαλύτερων οικονομολόγων του κόσμου, καθώς και των σύγχρονων οικονομικών σχολών έχουν αποδείξει πως οι άνισες ανταλλαγές στην παγκόσμια αγορά λειτουργούν εις βάρος των χωρών που έχουν χαμηλό κόστος εργασίας και χαμηλή κοινωνική προστασία και υπέρ των χωρών με ανεβασμένο κόστος εργασίας και υψηλές κοινωνικές παροχές. Οι δαπάνες για την υλοποίηση των παραπάνω μπορούν εύκολα να προέλθουν από την εκμετάλλευση των πόρων των ασφαλιστικών ταμείων των εργαζομένων, που σήμερα εξανεμίζονται και κατασπαταλώνται σε αντιπαραγωγικές, αντικοινωνικές δραστηριότητες.
η) Αύξηση των δαπανών για την Παιδεία στο 15% του προϋπολογισμού για δωρεάν ποιοτική εκπαίδευση και βαθμιαία κάλυψη των υλικών κοινωνικών όρων σπουδών, που είναι : 1) εντατική και εκτατική ανάπτυξη της υλικοτεχνικής υποδομής και των προγραμμάτων παρεχόμενης γνώσης, άμεση σύνδεση του εκπαιδευτικού συστήματος με την παραγωγική διαδικασία 2) άμβλυνση της ανισότητας στους όρους σπουδών, με την παροχή οικογενειακών επιδομάτων στις οικογένειες των μαθητών που προέρχονται από χαμηλές εισοδηματικά τάξεις και με την κάλυψη των εξόδων του τμήματος των σπουδαστών, φοιτητών που έχουν οικονομική αδυναμία να καλύψουν τις ανάγκες τους σε στέγη, τροφή, ένδυση κλπ., για χρονικό διάστημα ίσο με τα χρόνια σπουδών.
Οι επενδύσεις στο χώρο της εκπαίδευσης είναι, από οικονομική άποψη, οι πλέον παραγωγικές και αποδοτικές, συμβάλλουν αποφασιστικά στην πρόοδο ενός λαού, στην οικονομική, πολιτισμική και πολιτιστική ανάπτυξη μιας χώρας. Οι έννοιες παραγωγικότητα, ανταγωνιστικότητα, οικονομική ανάπτυξη και μεγέθυνση παραμένουν χίμαιρες ή το πολύ ευσεβείς πόθοι χωρίς ένα εκπαιδευτικό σύστημα που να ανταποκρίνεται ποιοτικά στις ανάγκες της εποχής.
ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
Τα αίτια της θεσμικής κρίσης της χώρας είναι: η αρνητική συμβολή των θεσμών στην έκφραση του αναλλοτρίωτου και αδιαίρετου της λαϊκής κυριαρχίας, είναι η αρνητική συμβολή στην οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική ανάπτυξη της ελληνικής κοινωνίας, είναι η αρνητική συμβολή, δηλαδή, στην ελεύθερη πολιτική και κοινωνική έκφραση του ελληνικού λαού.
Η πολιτειακή λειτουργία των θεσμών και όλα όσα ονομάζονται δημόσιος βίος της χώρας, έχουν καταστήσει τον ελληνικό λαό και τους Έλληνες από κυρίαρχο και πολίτες, φορείς δηλαδή δικαιωμάτων, σε υποτελή και υπηκόους, φορείς δηλαδή μόνο υποχρεώσεων. Ο δημόσιος βίος της χώρας κατ’ όνομα μόνο είναι δημοκρατία, στην ουσία δε μιας ισχυρής οικονομικοκοινωνικής και πολιτικής μειοψηφίας αρχή. Η πολιτεία και οι νόμοι αντιμετωπίζουν τους άνισους ίσα, τους διαφορετικούς άνισα και το δικαίωμα των πολλών ως πρόφαση για επαναβεβαίωση, με δημοκρατική επίφαση, της κυριαρχίας των ολίγων. Η πλειοψηφία του πληθυσμού έχει αποστερηθεί τη δυνατότητα συμμετοχής στα κοινά και την πολιτική. Το δικαίωμα του “εκλέγεσθαι” έχει υποκατασταθεί από την προσχηματική πρακτική του “εκλέγειν”. Ο λαός καλείται κάθε τέσσερα χρόνια από την πολιτεία να εκλέξει τους αντιπροσώπους του, υποστηρίζοντας κάποιο από τα κατεστημένα κόμματα ή να απέχει. Κάθε νέα άποψη που δεν εγκρίνεται από την ολιγαρχία, κάθε φωνή διαμαρτυρίας, δεν χρειάζεται καν σήμερα να καταπνιχθεί, αφού ο έλεγχος από την ολιγαρχία στα μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι τέτοιος που δεν μπορεί ούτε να ακουστεί, ούτε να διαδοθεί, άρα ούτε να υποστηριχθεί και να γίνει επικίνδυνη. Η μόνη δυνατότητα που έχει απομείνει στον Έλληνα να έρθει σε επαφή με την πολιτική είναι να χρησιμοποιηθεί από αυτή ή σαν ψηφοφόρος, ή σαν οπαδός, ή σαν μέλος κάποιου από τα κατεστημένα κόμματα, με αντάλλαγμα την εργασία, ή την φιλοδοξία του για κοινωνική άνοδο.
Η δικαιοσύνη είναι επίσης προνόμιο των λίγων μόνο, αφού τα έξοδα που απαιτούνται για την προσφυγή σε αυτή την καθιστούν απαγορευτική στην πλειοψηφία του πληθυσμού, που υπομένει έτσι αναγκαστικά την αδικία από τους ισχυρούς. Οι θεσμοί στη δικαιοσύνη, στην τοπική αυτοδιοίκηση, στην παιδεία, στο συνδικαλιστικό κίνημα, στη δημόσια διοίκηση, είναι τόσο αναχρονιστικοί που έχουν καταστήσει τις σημαντικές αυτές περιοχές της κοινωνίας φέουδο συντεχνιακών και πολιτικών συμφερόντων, που καταπνίγουν κάθε δημοκρατική λειτουργία, κάθε καινοτόμο πνεύμα, κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού.
Τα κατεστημένα πολιτικά κόμματα, με τη συνηγορία του αναχρονιστικού θεσμικού πλαισίου και του εκάστοτε εκλογικού νόμου ευημερούν. Όταν βρίσκονται στην κυβέρνηση πράττουν τα ακριβώς αντίθετα από αυτά που υπόσχονται προεκλογικά. Όταν βρίσκονται στην αντιπολίτευση μοιράζουν υποσχέσεις και βυσσοδομούν.
Μέσα στις άθλιες αυτές συνθήκες του δημόσιου βίου, ο ελληνικός λαός, ως νέος Σίσυφος, παραμένει στο περιθώριο της πολιτικής, αδύναμος να παρέμβει.
akep.blogspot.com