Από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε την διακυβέρνηση του δήμου, ο Βασίλης Μιχαλολιάκος είχε να αντιμετωπίσει μία Λερναία Ύδρα που ήδη λυμαίνετο κάθε ικμάδα δημοσίου πλούτου, κάθε ίχνος κοινωνικής ζωτικότητας, μετατρέποντας τις πόλεις σε γκρίζα γκέτο βουβής οργής. Όπου δικαιώματα είχε ο οποιοσδήποτε, εκτός από τον πολίτη.
Οι πόλεις βούλιαζαν στην βρωμιά, για να ανοίξουν κερκόπορτες στους αδηφάγους εργολάβους.
Το παρεμπόριο ανθούσε για να θησαυρίζουν οι δουλέμποροι, οι λαθρέμποροι και οι “καθως πρέπει” προστάτες τους, υπεράνω υποψίας. Συνακόλουθα το εμπόριο της πρέζας και της σάρκας που άφηνε τις γειτονιές έρμαια εγκληματικότητας.
Ο ιδρώτας των πολιτών μετατρεπόταν σε υπέρογκα ενοίκια για τους “τσιφλικάδες” της διαπλοκής, αλλά και αλισβερίσι με εταιρείες δημοσίων σχέσεων ώστε να εξασφαλιστεί η ομερτά μπροστα σε αυτή την σιωπηλή εξάρθρωση κάθε έννοιας ελευθερίας και αξιοπρέπειας. Ευεργετήματα ευπατρίδων στα νύχια επίορκων όπου η “αρμονική συνύπαρξη” καθαρμάτων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα στερούσε κάθε πόρο προσφοράς στην κοινωνία.
Κυριολεκτικά αργός θάνατος, ένας τόπος εξορίας για τον τίμιο, για τον οικογενειάρχη, που έβλεπε τον τόπο που γεννήθηκε να παραδίδεται στην ιδιότυπη υποδούλωση χωρίς ελπίδα για το μέλλον.
Όλο αυτό το θηριώδες μέτωπο, σε συνδυασμό με την εξόφθαλμη εχθρότητα της κεντρικής εξουσίας, γκρεμίστηκε μπροστά στο πολιτικό σθένος του Βασίλη Μιχαλολιάκου. Του “αστάθμητου παράγοντα” που τάραξε τα λιμνάζοντα ύδατα της αυτοδιοίκησης, αντιτάσσοντας την συμμαχία της δημοτικής αρχής και των πολιτών απέναντι στην συμμορία της ανομίας και της απρέπειας. Δεν χρειάστηκε “υπεράνθρωπες προσπάθειες” όπως είθισται να λέγεται. Δεν υπάρχει άλλωστε μεγαλύτερη δύναμη από την πίστη στο καθήκον, την αγάπη για την πατρίδα, την συνειδητοποίηση ότι ο πολιτικός δεν δουλεύει για τις επόμενες εκλογές αλλά για τις επόμενες γενιές. Αυτό ήταν το σημείο που έκανε την διαφορά.
Αυτό οδηγεί έναν πολιτικό να συγκρούεται με την γραφειοκρατική μιζέρια αλλά και την φυσική απειλή των εγκληματιών με τους οποίους συγκρούεται. Γιατί ο δρόμος δεν ήταν καθόλου ρόδινος όπως φάνηκε με τους πιστολέρο του παζαριού, με τους δολοφόνους του λαθρεμπορίου, τα κοστουμαρισμένα τρωκτικα των δημοσίων έργων.
Έναν άνθρωπο όμως που έχει πάρει μία δεύτερη ευκαιρία ζωής, είσαι το λιγότερο αδαής εάν νομίζεις ότι θα τον “τρομάξεις”. Κάπως έτσι ένιωσαν σήμερα οι τραμπούκοι που προσπάθησαν να διακόψουν ως άλλοι μελανοχιτωνες μία ενέργεια σταθμό για την Ελληνική αυτοδιοίκηση, που όμως είναι απλά προπομπός για την μεγάλη σύγκρουση που θα ακολουθήσει: Αυτή της επανάκτησης του λιμανιού που δόθηκε με τον επαίσχυντο τρόπο από τα “διαμάντια του εκσυγχρονισμού”, κάποιοι ήδη θαμώνες του Κορυδαλλού, οι πληγές όμως που άφησαν είναι ακόμα νωπές.
Σήμερα λοιπόν, οι παραλίες του Πειραιά ανήκουν πάλι στους δημότες του. Με μία υποδειγματική μελέτη (δεν φτάνει μόνο η πρόθεση), που βάζει φρένο ακόμα και στην επενδυτική ασυδοσία. Όλα αυτά παρά τις λυσσαλέες αντιδράσεις των μπράβων της νύχτας, των πάσης φύσεως ασπονδύλων που ενεργούν μόνο στο σκοτάδι, του ανθελληνικού κεμαλοναζιστικού κατεστημένου κατά το οποίο “δικαιώματα” έχει μόνον ο ροπαλοφόρος φασίστας, όχι όμως μία μάνα με το παιδί της. Ο βαθύτερος τρόμος όμως για τις ενέργειες του Μιχαλολιάκου δεν είναι οι μικροεγκληματίες ή οι φασιστικές μειοψηφίες. Είναι η ίδια η διαπλοκή που και σήμερα πείστηκε ότι ο Μιχαλολιάκος δεν θα επιτρέψει την μεγάλη ληστεία (ΟΛΠ) που θεωρούσαν σίγουρη πριν την εκλογή του…