Ο Σπάρτακος και η εξέγερση των δούλων στην αρχαία Ρώμη

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Μία από τις μεγαλύτερες επαναστάσεις στην παγκόσμια ιστορία, ήταν αναμφίβολα η εξέγερση των δούλων στην αρχαία Ρώμη, από το 73 π.Χ. ως το 71 π.Χ. Επικεφαλής των εξεγερμένων, ήταν ο Σπάρτακος. Ένα πρόσωπο που αν και στην αρχαιότητα αμφισβητήθηκε πολύ, στα νεότερα χρόνια, μετά τον 18ο αιώνα, χαρακτηρίστηκε ευγενής ήρωας και ενέπνευσε πολλά κινήματα και οργανώσεις.

Ποιος ήταν ο Σπάρτακος;

Για την καταγωγή και τη δράση του Σπάρτακου, έχουμε πληροφορίες από αρχαίες πηγές, οι οποίες είναι όμως συχνά αντιφατικές (Σαλλούστιος, στα περισωθέντα αποσπάσματα του έργου του «Historia», Γάιος Λεύκιος Ανναίος Ιούλιος Φλώρος στο έργο του «Perum Romanorum libri IV» ή όπως αλλιώς είναι γνωστό «Epitome de Gestis Rumanorum», Πλούταρχος στους «Βίους Παράλληλους», στη βιογραφία «Μάρκος Κράσσος», 8-11 και Αππιανός στο «Εμφυλίων Α’-Ε’» και συγκεκριμένα στο Σ’ 116-120).

Γεννήθηκε γύρω στο 111 π.Χ. Ήταν θρακικής καταγωγής («ανήρ Θραξ και εκ του γένους του νομαδικού», γράφει χαρακτηριστικά ο Πλούταρχος, εννοώντας ότι ήταν ένας από τους Θράκες που ζούσαν νομαδικά και όχι από τους Λίβυους Νομάδες ή Νουμιδούς) και ανήκε στο γένος των Μαιδών (ή Μαίδων ή Μαιδοβιθυνών), οι οποίοι ζούσαν στην περιοχή του μέσου Στρυμόνα και από το 86 π.Χ. και έπειτα, πολεμούσαν τους Ρωμαίους.

Ίσως ήταν απόγονος βασιλικής δυναστείας, καθώς με το όνομα Σπάρτοκος (κυρίως) αλλά και Σπάρτακος, αναφέρονται τέσσερις Θράκες βασιλιάδες του Παντικάπαιου, στον Κιμμέριο Βόσπορο, που διατηρούσαν φιλικές σχέσεις με τους Αθηναίους και τιμήθηκαν από αυτούς. Όπως γράφει ο K. Ziegler στο περιοδικό «Hermes», τόμος 83, σελ. 248 κ.ε., Wiesbaden 1955, ο Σπάρτακος αιχμαλωτίστηκε στις μάχες των Μαιδών με τους Ρωμαίους.

Στη Ρώμη μεταφέρθηκε στην αγορά των δούλων, όπως γράφει ο Πλούταρχος ή αναγκάστηκε να προσφέρει πολεμικές υπηρεσίες στους Ρωμαίους, όμως σύντομα λιποτάκτησε και άρχισε μαζί με άλλους θαρραλέους Θράκες «ανταρτοπόλεμο» στη Ρώμη, μέχρι που αιχμαλωτίστηκε από τους Ρωμαίους, όπως γράφει ο Φλώρος.
Στην αγορά δούλων της Ρώμης, τον αγόρασε ο Γναίος Λέντουλος Βατίατος, ο οποίος εκπαίδευσε στην Καπύη μονομάχους για δημόσιους αγώνες. Στη σχολή αυτή, εκπαιδεύτηκε ως «Θραξ» («Thra(e)x»), δηλαδή ως μαχητής με κλειστή περικεφαλαία, μικρή στρογγυλή ασπίδα και κυρτό μικρό ξίφος. Εκτός από τους Θράκες δούλους, η σχολή των μονομάχων της Καπύης, είχε κυρίως Γαλάτες δούλους που μάχονταν στην αρένα ως «Μουρμιλόνες», δηλαδή οπλισμένοι με κράνος, μικρή ορθογώνια ασπίδα, μακρύ σπαθί ή λόγχη. Συχνά έριχναν στην αρένα της Θράκες με τους Γαλάτες, για να μονομαχήσουν μεταξύ τους.

Ο Αππιανός, μας πληροφορεί ότι ο Σπάρτακος μισούσε αυτούς τους αγώνες. Έτσι έπεισε άλλους 200 περίπου μονομάχους να δραπετεύσουν απ’ τη σχολή, όπου τους περίμενε ο θάνατος.

Η φυγή στον Βεζούβιο
Όταν το σχέδιο αυτό καταδόθηκε, 78 μονομάχοι κατά τον Πλούταρχο, λιγότεροι σύμφωνα με άλλους ιστορικούς, κατόρθωσαν να δραπετεύσουν, ενώ οι υπόλοιποι σκοτώθηκαν από τους φρουρούς, όταν προσπάθησαν να δραπετεύσουν (73 π.Χ.) Οι φυγάδες, κατάφεραν να οπλιστούν μόνο με μαχαίρια και σούβλες, γιατί τα όπλα των μονομάχων φυλάγονταν αυστηρά και δίνονταν σ’ αυτούς λίγο πριν τους αγώνες. Στον δρόμο, άρπαξαν από μερικούς ταξιδιώτες ραβδιά και ξίφη και συμπλήρωσαν τον πρωτόγονο οπλισμό τους. Στη συνέχεια, κατάφεραν να νικήσουν ένα μικρό στρατιωτικό τμήμα που τους καταδίωξε από την Καπύη και πήραν τα όπλα τους. Έπειτα κατέφυγαν στον Βεζούβιο, όπου οι ελεύθεροι πλέον, πρώην μονομάχοι εξέλεξαν ως αρχηγό τους τον Σπάρτακο και αντικαταστάτες του, δύο Κέλτες: τον Κρίξο και τον Οινόμαο.

Για τον Σπάρτακο, γράφει ο Πλούταρχος: «…ων πρώτος ην Σπάρτακος… ου μόνον φρόνημα μέγα και ρώμην έχων, αλλά και συνέσει και πραότητι της τύχης αμείνων και του γένους Ελληνικότερος» («… πρώτος ήταν ο Σπάρτακος… που δεν διακρινόταν μόνο για το υψηλό και ανδρείο φρόνημά του, αλλά και για τη σύνεση και την πραότητά του ήταν ανώτερος από την τύχη του και πιο Ελληνικός από το γένος του»).

Και συνεχίζει με μια παράδοση προφητική της μοίρας του:
(Παραθέτουμε μόνο τη μετάφραση του αρχαίου κειμένου).
«Όταν… μεταφέρθηκε δούλος στη Ρώμη, ενώ κοιμόταν παρουσιάστηκε ένας δράκοντας που τυλίχτηκε γύρω στο πρόσωπό του. Η γυναίκα του, που ήταν από την ίδια φυλή και γνώριζε τη μαντική και τα όργια του Διονύσου, του είπε ότι αυτό το όνειρο, του φανέρωσε μία μεγάλη και φοβερή δύναμη που δεν θα κατέληγε σε ευτυχισμένο τέλος. Αυτή τότε ζούσε μαζί του και έφυγε με αυτόν».

Στο μεταξύ η απόδραση των μονομάχων από την Καπύη διαδόθηκε αστραπιαία ανάμεσα στους δούλους των γύρω γαιοκτημόνων. Τις πρώτες κιόλας μέρες, ο «στρατός» των δραπετών ενισχύθηκε από δούλους των αγροκτημάτων της Καμπανίας. Στους εξεγερμένους, προσχώρησαν σύντομα ελεύθεροι ημερομίσθιοι εργάτες, μεροκαματιάρηδες θα λέγαμε ,καθώς και αγρότες που είχαν καταστραφεί οικονομικά.
Ο Σπάρτακος, ήθελε να βρει ένα μέρος για να μπορέσει να εκπαιδεύσει στρατιωτικά όλο αυτό το ετερόκλητο πλήθος και το οποίο θα ήταν ασφαλές από πιθανές αιφνιδιαστικές επιθέσεις του ρωμαϊκού στρατού.

Ο Βεζούβιος που εκείνη την εποχή ήταν ανενεργός, ήταν ιδανικός και εκεί πήγαν όπως αναφέραμε οι εξεγερμένοι.

Η ρωμαϊκή αντίδραση

Το 73 π.Χ., η Ρώμη βρισκόταν σε δύσκολη θέση από άποψη στρατιωτικής-εξωτερικής πολιτικής.
Μια σημαντική ρωμαϊκή στρατιά, υπό τις διαταγές του Γναίου Πομπήιου και του Κόιντου Καικίλιου Μέτελου, βρισκόταν στην Ισπανία για να καταστείλει την εξέγερση του Σερτόριου. Στη Μικρά Ασία, είχε ξεκινήσει από το 74 π.Χ. ο Γ’ Μιθριδατικός Πόλεμος (ο οποίος έληξε το 67 π.Χ.). Και εκεί η Ρώμη είχε στείλει μια πολυάριθμη στρατιά, με επικεφαλής τον Λεύκιο Λούκουλλο και τον Μάρκο Αυρήλιο Κόττα.

Υπήρχε μάλιστα σύμφωνο συμμαχίας μεταξύ του Σερτόριου στην Ισπανία και του Μιθριδάτη του ΣΤ’ του Πόντου για κοινό πόλεμο εναντίον της Ρώμης, η οποία γι’ αυτόν τον λόγο δεν διέθεσε από την αρχή εμπειροπόλεμες στρατιωτικές λεγεώνες για να καταπνίξει την εξέγερση του Σπάρτακου.
Παράλληλα, οι Ρωμαίοι πίστευαν ότι θα ήταν πολύ εύκολο να αντιμετωπίσουν τον Σπάρτακο και τους άντρες του. Σύντομα όμως διαπίστωσαν ότι έκαναν πολύ μεγάλο λάθος…

Ο Σπάρτακος κατατροπώνει τους Ρωμαίους

Πρώτος στάλθηκε εναντίον των εξεγερμένων, ο αντιπραίτορας Γάιος Κλαύδιος Γλαύρος ή Πούλχρος με 3.000 άνδρες, ο οποίος περικύκλωσε τον Βεζούβιο και απέκλεισε το μοναδικό πέρασμα που οδηγούσε από την πεδιάδα στον κρατήρα, πιστεύοντας ότι έτσι θα εξοντώσει τους άνδρες του Σπάρτακου. Εκεί όμως φάνηκε η στρατιωτική ιδιοφυΐα του Θρακιώτη. Όπως γράφει ο Πλούταρχος, οι δούλοι έπλεξαν από άγρια κλήματα «τόσο ανθεκτικές και τόσο μακριές σκάλες, ώστε κρεμασμένες από πάνω σύρριζα στον γκρεμό έφταναν μέχρι κάτω, στο ίσιο μέρος. Από αυτές κατέβηκαν όλοι σίγουρα, εκτός από έναν. Αυτός έμεινε πάνω για να προωθήσει τον οπλισμό. Όταν έφτασαν οι άλλοι κάτω, εκείνος έριξε τα όπλα και ύστερα κατέβηκε και αυτός» (Βίος Μάρκου Κράσσου, κεφ. 9). Με μια ξαφνική επίθεση, ο Σπάρτακος έκανε τους Ρωμαίους που δεν είχαν αντιληφθεί τίποτα, να τραπούν σε φυγή. Οι εξεγερμένοι κυρίευσαν το στρατόπεδο και πήραν ως λάφυρα τα όπλα των Ρωμαίων. «Και προσεγίνοντο πολλοί των αυτόθοι βοτήρων και ποιμένων αυτοίς, πλήκται και ποδώκεις άνδρες, ων τους μεν ώπλιζον, τοις δε προδρόμοις και ψιλοίς εχρώντο», γράφει ο Πλούταρχος. Δηλαδή:

«Και τότε ήλθαν με το μέρος τους πολλοί από τους γύρω βουκόλους (αγελαδοτρόφους) και βοσκούς που ήταν άνδρες ρωμαλέοι και έτρεχαν πολύ γρήγορα.
Από αυτούς, άλλους τους εξόπλισαν με καλά όπλα και άλλους τους χρησιμοποίησαν ως εμπροσθοφυλακή και ως ελαφρά οπλισμένους».
Ο Σπάρτακος φρόντισε να μοιραστούν τα λάφυρα δίκαια και σωστά και αυτό αύξησε το κύρος του ανάμεσα στους άνδρες του που είχαν ήδη φτάσει τους 10.000. Στη συνέχεια στάλθηκε εναντίον του Σπάρτακου ο πραίτορας Πόπλιος Ουαλέριος Ουαρίνος με ισχυρότερες δυνάμεις. Οι στρατηγοί του Φούριος και Κοσίνιος νικήθηκαν από τους επαναστάτες και μάλιστα ο Κοσίνιος σκοτώθηκε. Αλλά και ο Ουαρίνος λίγο έλειψε να πιαστεί αιχμάλωτος στις αλυκές κοντά στο Ηράκλειο και την Πομπηία (και οι δύο πόλεις καταστράφηκαν από την έκρηξη του Βεζούβιο το 79 μ.Χ.).

Στον ρωμαϊκό στρατό υπήρχε εικόνα διάλυσης. Ο Ουαρίνος έστειλε τον ταμία του Γάιο Θοράνιο στη Ρώμη για να αντιμετωπίσει τους επαναστάτες. Τελικά, ο Ρωμαίος πραίτορας νικήθηκε για μια ακόμα φορά.

Οι εξεγερμένοι πέρασαν τον χειμώνα του 73-72 π.Χ. στη Λευκανία. Κι ενώ στη Ρώμη συνειδητοποίησαν ότι η κατάσταση ήταν πολύ σοβαρή, στον στρατό του Σπάρτακου εντάσσονταν συνεχώς δούλοι και βοσκοί από τα λατιφούντια (μεγάλα αγροτικά κτήματα που καλλιεργούνταν από δούλους). Ο Σπάρτακος όπως γράφει ο Πλούταρχος: «Παρέμεινε όμως μετριόφρονας και επειδή δεν πίστευε ότι μπορούσε να νικήσει τη ρωμαϊκή δύναμη, οδήγησε τον στρατό του στις Άλπεις με σκοπό να τις περάσει. Έπειτα οι οπαδοί του θα πήγαιναν στις πατρίδες τους, άλλοι στη Θράκη κι άλλοι στη Γαλατία». Στις αρχές του 72 π.Χ. ο στρατός του Σπάρτακου αριθμούσε τουλάχιστον 40.000 άνδρες. 30.000 βρίσκονταν κάτω από τις διαταγές του και οι υπόλοιποι 10.000 κάτω από τις διαταγές του Κρίξου. Ο Οινόμαος είχε σκοτωθεί σε προηγούμενη μάχη. Πάντως σύμφωνα με άλλες πηγές, ο Σπάρτακος την άνοιξη του 72 π.Χ. είχε στη διάθεσή του 70.000 άνδρες.

Η κατάσταση κρίθηκε από τη Σύγκλητο εξαιρετικά σοβαρή. Εναντίον τους στάλθηκαν δυο νέοι ύπατοι: ο Γναίος Κορνήλιος Λέντουλος Κλωδιανός και ο Λεύκιος Γέλλιος Ποπλικόλας. Συνολικά είχαν στη διάθεσή τους τέσσερις λεγεώνες (περισσότερους από 30.000 άνδρες) ενώ τους ακολουθούσε και ισχυρό επικουρικό σώμα υπό τον πραίτορα Κόιντο Άρριο.

Οι δυνάμεις των επαναστατών χωρίστηκαν. Ο Κρίξος κατευθύνθηκε προς την Απουλία την οποία και λεηλάτησε ενώ ο Σπάρτακος πέρασε τα Απέννινα έχοντας προετοιμαστεί άριστα γι’ αυτή την εκστρατεία. Ο Λεύκιος Γέλλιος και ο Κόιντος Άρριος αιφνιδίασαν τον Κρίξο που ήταν επικεφαλής γαλατικών και γερμανικών ομάδων στο όρος Γάργανο ,στο βόρειο τμήμα της Απουλίας και τον νίκησαν. Ο Κρίξος έπεσε νεκρός στο πεδίο της μάχης. Ελάχιστοι άνδρες του σώθηκαν και κατάφεραν να ενωθούν με τις δυνάμεις του Σπάρτακου ο οποίος τίμησε τον Κρίξο μ’ ένα ξεχωριστό τρόπο.

Έβαλε 300 Ρωμαίους αιχμαλώτους να παλέψουν μεταξύ τους σαν μονομάχοι ,σε μια μάχη ζωής και θανάτου αντιστρέφοντας ουσιαστικά τους ρόλους των Ρωμαίων και των ανδρών του.

Στο μεταξύ, ενώ ο Σπάρτακος βρισκόταν στα Απέννινα, ο ύπατος Γναίος Κορνήλιος Λέντουλος με τον στρατό του έφραξε τον δρόμο προς τον βορρά ενώ ο Γέλλιος και ο Άρριος βρίσκονταν στα νώτα του. Η περικύκλωση του στρατού του Σπάρτακου ήταν αναπόφευκτη. Και όμως, ο Σπάρτακος με τους άνδρες του πέτυχαν κάτι απίστευτο.
Νίκησαν τον έναν μετά τον άλλον σε ανοιχτές μάχες τους τρεις στρατούς που τους απειλούσαν και μάλιστα τους καταδίωξαν! Αυτό έγινε κάπου στη Σαμνίτιδα ή την Πικενίτιδα. Ο δρόμος πλέον για τον στρατό του Σπάρτακου ήταν ανοιχτός για την εντεύθεν των Άλπεων Γαλατία δηλαδή για τις περιοχές προς τη βόρεια πλευρά των Απεννίνων μέχρις τους πρόποδες των Άλπεων. Οι ρωμαϊκές λεγεώνες στο μεταξύ σε πλήρη διάλυση επέστρεψαν στη Ρώμη.

Οι μαχητές του Σπάρτακου στο μεταξύ ήταν περίπου 120.000 (Αππιανός). Καθώς κατευθύνονταν προς την πεδιάδα του Πάδου συνάντησαν τον πρώην διοικητή της περιοχής ανθύπατο Γάιο Κάσσιο Λογίνο με 10.000 στρατιώτες. Στη μάχη που έγινε στη Μουτίνη, ο Σπάρτακος επικράτησε για μια ακόμη φορά.

Η τελική σύγκρουση
Πλέον ο δρόμος για τον Σπάρτακο ήταν ανοιχτός. Μπορούσε είτε να κατευθυνθεί βορειοανατολικά προς τα Βαλκάνια, είτε βορειοδυτικά προς τη Γαλατία. Ωστόσο, άγνωστο γιατί, δεν συνέχισε την πορεία που είχε χαράξει αρχικά αλλά γύρισε προς τα πίσω. Έχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις για ποιο λόγο έγινε αυτό. Συμπυκνώνονται στις παρακάτω εκδοχές.

α) Οι αντιθέσεις της πολυεθνικής σύνθεσης του στρατού των εξεγερμένων εξουδετέρωσαν το σχέδιο του Σπάρτακου.
β) Οι αντιθέσεις ανάμεσα στους δούλους και τους ελεύθερους αγρότες μέσα στον στρατό των εξεγερμένων ματαίωσαν την εκπλήρωση της επιδίωξής του.
γ) Ο Σπάρτακος δεν είχε ποτέ την πρόθεση να εγκαταλείψει την Ιταλία.

Έτσι οι εξεγερμένοι επέστρεψαν στην Ιταλία τον Οκτώβριο του 72 π.χ. Οι δύο ύπατοι Γέλλιος και Λέντουλος που είχαν νικηθεί από τον Σπάρτακο αντιπαρατάχθηκαν ξανά μαζί του στην Πικενίτιδα και έπαθαν νέα πανωλεθρία τρεπόμενοι μάλιστα σε φυγή. Αλλά και ο πραίτορας Γναίος Μάνλιος με πολυάριθμο στρατό νικήθηκε από τον Σπάρτακο. Πλέον η Ρώμη ζούσε έναν εφιάλτη καθώς ορισμένες ενέργειες του στρατού του Σπάρτακου ερμηνεύτηκαν ως κινήσεις να επιτεθεί εναντίον της. Αφού δόθηκε εντολή στους δύο ύπατους να μην κάνουν καμία κίνηση εναντίον του Σπάρτακου, ανέθεσαν την ηγεσία του πολέμου εναντίον του Θρακιώτη ηγέτη των εξεγερμένων, στον Μάρκο Λικίνιο Κράσσο (115-53 π.Χ.) ,γνωστό και ως “dives” δηλαδή «ο πλούσιος». Αυτός κατόρθωσε να αναδιοργανώσει τον ρωμαϊκό στρατό και να επιβάλει πειθαρχία. Ο ίδιος παρέμεινε στην περιοχή της Πικηνίδας (στην Καμπανία κάτω από τη Νεάπολη) πιστεύοντας ότι ο Σπάρτακος θα κινηθεί προς τα εκεί. Παράλληλα έδωσε εντολή στον Μόμμιο να ακολουθήσει τον Σπάρτακο με δύο λεγεώνες του, χωρίς να συγκρουστεί μαζί του. Αυτός όμως παράκουσε την εντολή του Κράσσου και κάποια στιγμή θεωρώντας ευνοϊκή τη συγκυρία επιτέθηκε εναντίον του Σπάρτακου. Το αποτέλεσμα ήταν να συντριβεί και οι δύο λεγεώνες να διαλυθούν. Ο Κράσσος τον επέπληξε όμως τον επανεξόπλισε και τον διέταξε απλά να επιτηρεί τον Σπάρτακο ο οποίος είχε φτάσει στο πορθμό της Σικελίας και διαπραγματευόταν με πειρατές από την Κιλικία να περάσει με τους άντρες του στο νησί. Οι πειρατές όμως αφού πήραν πολλά χρήματα από τον Σπάρτακο τον εξαπάτησαν και έφυγαν. Ίσως δωροδοκήθηκαν με περισσότερα από τους Ρωμαίους…

Η σύγκλητος στο μεταξύ ανακάλεσε από την Ισπανία τον Πομπήιο και από την Μικρά Ασία τον Λούκουλλο. Ο Κράσσος κατάφερε να εξοντώσει ένα τμήμα του στρατού του Σπάρτακου από 10.000 άνδρες το οποίο έχει αποκοπεί από τους υπόλοιπους. Ο Σπάρτακος κατευθύνθηκε προς τη Χερσόνησο του Ρηγίου την οποία ο Κράσσος περιέβαλε με τάφρο πλάτους 4,5 μέτρων και τείχη 53 χιλιομέτρων (Πλούταρχος). Ο Σπάρτακος κατάφερε με μία επική έφοδο να περάσει τα τείχη και την τάφρο και να φτάσει με το 1/3 του στρατού του, καθώς οι υπόλοιποι είχαν σκοτωθεί, στη Λευκανία. Από εκεί σκόπευε να πάει στο Βρινδήσιο (Μπρίντιζι) και να έρθει στην πατρίδα του, την Ελλάδα. Όμως από τον βορρά έφτανε η στρατιά του Πομπήιου ενώ και ο Λούκουλλος πλησίαζε προς το Μπρίντιζι. Έτσι, και αφού ορισμένοι από τους διοικητές των εξεγερμένων όπως ο Γάιος Γανίκιος και ο Κάστος αρνούνταν να αποχωρήσουν από την Ιταλία, ο Σπάρτακος έβλεπε πλέον ότι είχε μόνο μία λύση: την κατά μέτωπο σύγκρουση με τον Κράσσο. Στην περιοχή της Ποσειδωνίας ο Κράσσος πέτυχε να εξολοθρεύσει μεγάλο μέρος του στρατού του Σπάρτακου: 12.300-35.000 άνδρες, ανάλογα με την πηγή.

Το ηρωικό τέλος του Σπάρτακου

Αυτό αποτέλεσε μεγάλο πλήγμα για τον Σπάρτακο. Πριν καταφθάσουν ο Πομπήιος με τον Λούκουλλο, οι εξεγερμένοι έφτασαν στα σύνορα Λευκανίας και Απουλίας. Η τελική μάχη δόθηκε κοντά στον ποταμό Σίλαρο. Πριν τη μάχη ο Σπάρτακος σκότωσε το άλογό του γιατί, κατά τον Πλούταρχο, αν νικούσε θα έπαιρνε πολλά ωραία άλογα, ενώ αν έχανε τη μάχη δεν θα χρειαζόταν άλογο.

Οι εξεγερμένοι μάχονταν με απίστευτη γενναιότητα ενώ ο Σπάρτακος όρμησε στο κέντρο του ρωμαϊκού στρατού αναζητώντας τον Κράσσο. Ήθελε να τον προσκαλέσει σε μονομαχία και να τον σκοτώσει προσδοκώντας έτσι ένα ευνοϊκό αποτέλεσμα για τη μάχη. Σκότωσε δύο εκατόνταρχους που βρέθηκαν μπροστά του, τραυματίστηκε όμως και ο ίδιος από ακόντιο στον μηρό. Συνέχισε όμως να πολεμά, στηριζόμενος στο γόνατο του, κρατούσε μπροστά την ασπίδα και αμυνόταν πολύ ώρα εναντίον των εχθρών του ώσπου να σκοτωθεί και ο ίδιος. Το πτώμα του δεν βρέθηκε ποτέ. «…και τον Σπάρτακον νέκυν ουχ ευρέθηναι», γράφει ο Αππιανός. Όλοι οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρονται στον ηρωικό αγώνα και την ηρωική ήττα των δούλων (71 π.Χ.). Υπολείμματα του στρατού του Σπάρτακου που γλίτωσαν, κατέφυγαν στα βουνά και για δέκα ακόμα περίπου χρόνια συνέχιζαν να μάχονται εναντίον των Ρωμαίων. Ο Κράσσος στο μεταξύ,μετά τη νίκη του, σταύρωσε 6.000 αιχμαλώτους κατά μήκος της Αππίας Οδού! Η εξέγερση του Σπάρτακου είχε μείνει βαθιά χαραγμένη στη μνήμη των Ρωμαίων, ακόμα και τον 5ο μ.Χ. αιώνα!

Τι ήταν τελικά ο Σπάρτακος;

Οι αρχαίοι συγγραφείς παρουσιάζουν τον Σπάρτακο σαν ληστή και εγκληματία και τον παρομοιάζουν με τον Αννίβα. Εξαίρεση αποτελούν ο Βάρρος και ο Πλούταρχος. Κατά την άποψή μας ο Σπάρτακος ήταν ένας μεγάλος στρατηλάτης(duasi imperator), όπως γράφει και ο Φλώρος. Με το κίνημά του συνέβαλε σημαντικά στη βελτίωση των συνθηκών των δούλων της Ρώμης. Ίσως δεν είχε την απαραίτητη πυγμή που χαρακτηρίζει άλλους μεγάλους στρατιωτικούς ηγέτες της Παγκόσμιας ιστορίας, ενώ και ο «στρατός» του απαρτιζόταν από ένα ετερόκλητο πλήθος. Βέβαια, ο Σπάρτακος κατόρθωσε να εξοπλίσει και να εκπαιδεύσει αυτό το πλήθος, ξεκινώντας από το μηδέν. Το 1860 ο Γάλλος Bernard Joseph Saurin στην ομώνυμη τραγωδία του, παρουσιάζει τον Σπάρτακο ως έναν ευγενή ήρωα. Από τότε υπάρχει μία στροφή στην αντιμετώπιση του Σπάρτακου ,ο οποίος σταδιακά χαρακτηρίστηκε κοινωνικός επαναστάτης. Ο Καρλ Μαρξ σε γράμμα του στον Ένγκελς στις 27/ 2/1861 αναφέρει: «Ο Σπάρτακος εμφανίζεται σαν η πιο φημισμένη μορφή που ανέδειξε όλη η αρχαία ιστορία. Ένας μεγάλος στρατηγός,( όχι ένας Γαριβάλδης), ευγενής χαρακτήρας, πραγματικός εκπρόσωπος του αρχαίου προλεταριάτου».

Ο Λένιν χαρακτήρισε την εξέγερση του Σπάρτακου ως απελευθερωτικό αγώνα των καταπιεσμένων, ως ένα δίκαιο πόλεμο: «Ξέρουμε ότι οι περισσότεροι πόλεμοι γίνονταν για τα συμφέροντα δυναστειών και ονομάζονταν δυναστικοί πόλεμοι. Κάποτε όμως γίνονταν πόλεμοι και για τα συμφέροντα των καταπιεζόμενων. Ο Σπάρτακος έχει ξεσηκώσει πόλεμο για την υπεράσπιση της τάξης των σκλάβων. Παρόμοιοι πόλεμοι γίνονται και στην εποχή των αποικιακών καταπιέσεων που και σήμερα δεν έπαψαν να υπάρχουν, στην εποχή της δουλείας κλπ. Οι πόλεμοι αυτοί ήταν δίκαιοι».

Με την ονομασία «Σύνδεσμος Σπάρτακος» (Spartakus bund), έγινε γνωστή μία επαναστατική σοσιαλιστική ομάδα που έδρασε στη Γερμανία από το φθινόπωρο του 1914 ως το 1918. Επίσημα ο σύνδεσμος ιδρύθηκε το 1917 από τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, τον Καρλ Λίπκνεχτ, την Κλάρα Τσέτκιν και τον Φραντς Μέρινγκ. Ο Σύνδεσμος μετονομάστηκε σε Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας στα τέλη του 1918. Μετά την αποτυχημένη εξέγερση του Ιανουαρίου 1919, η Λούξεμπουργκ και ο Λίπκνεχτ συνελήφθησαν και δολοφονήθηκαν στο Βερολίνο (15/1/1919) από μέλη του συντηρητικού «Ελεύθερου Σώματος» (freikorps).

Πηγή: ΡΙΓΚΟΜΠΕΡΤ ΓΚΙΝΤΕΡ, «Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ ΣΠΑΡΤΑΚΟΥ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ,2017.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ