Δεν έπρεπε να αφήσουν μόνο του τον άπειρο σταθμάρχη

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Με σπασμένη φωνή και βουρκωμένα μάτια μίλησε για την εθνική τραγωδία που μετρά περισσότερους από 40 νεκρούς στην Λάρισα με την σύγκρουση των δύο τρένων ο Νίκος Τσουρίδης συνταξιούχος μηχανικός – εκπαιδευτής μηχανοδηγών, αναφερόμενος κυρίως στα τραγικά λάθη που έγιναν, στην τηλεδιοίκηση που θα έπρεπε να είχε μπει και στον σταθμάρχη που αντιμετωπίζει βαριές κατηγορίες.

Μιλώντας στην ΕΡΤ είπε σχετικά με το απίστευτο δυστύχημα:

«Πάντα όταν γίνεται ένα σιδηροδρομικό ατύχημα αυτοί που την πληρώνουν είναι οι «μπροστινοί». Χάσαμε τέσσερεις συναδέλφους μηχανοδηγούς γιατί δεν υπάρχουν μέτρα ασφαλείας. Ο σταθμάρχης έκανε ένα λάθος. Το αναγνώρισε ο ίδιος. Φαινόταν από την αρχή ότι είναι ανθρώπινο λάθος, αλλά δεν πρέπει να υπάρχει μια δικλείδα ασφαλείας να το καλύψει;», διερωτήθηκε ο εκπαιδευτής μηχανοδηγών που είχε εμπειρία 37 ετών στους ελληνικούς σιδηροδρόμους.

Όπως επεσήμανε επειδή η γραμμή δεν είναι σε πολύ καλή κατάσταση και προβλέπεται και από τους κανονισμούς, μία αμαξοστοιχία μπορεί να μπει σε ένα αντίθετο τμήμα όταν σταθμάρχης έχει εξασφαλίσει ομαλή κυκλοφορία.

Μιλώντας για την επίμαχη αμαξοστοιχία δήλωσε ότι μπορούσε να φύγει από τη Λάρισα από τη γραμμή καθόδου και να φτάσει μέχρι τους Νέους Πόρους. Σχολιάζοντας τη συνομιλία του μηχανοδηγού της επιβατικής αμαξοστοιχίας και του σταθμάρχη στη Λάρισα που έκανε κατά δήλωσή του το μοιραίο λάθος, εκτίμησε ότι ο φιλικός τόνος στη συνομιλία μπορεί να υποκρύπτει και ένα «ένοχο μυστικό», ότι δηλαδή η κυκλοφορία στην αντίθετη γραμμή γίνεται μετά από συνεννόηση και χάρη στην εμπιστοσύνη που δείχνουν οι μηχανοδηγοί στον σταθμάρχη.

Ο κ. Τσουρίδης δήλωσε πως η «δικλείδα ασφαλείας» είναι είναι το σύστημα των φωτοσημάτων.

«Ο κάθε σταθμάρχης και ο κάθε μηχανοδηγός έκανε ένα σφάλμα. Αυτό το σφάλμα πρέπει από πίσω του να σέρνει νεκρούς;. Από το ’95 και μετά αγωνίζεται ο ΟΣΕ και όλοι οι συνάδελφοι να μπορέσουμε να βάλουμε αυτό το σύστημα που λέγεται τηλεδιοίκηση. Ποτέ δεν τα καταφέραμε. Υπάρχει σε ένα τμήμα μικρό από το Τιθορέα μέχρι το Δομοκό» επισήμανε ο κ. Τσουρίδης.

Και πρόσθεσε:«Αν αυτό το σύστημα υπήρχε μεταξύ της Λάρισας και της Κατερίνης, Νέων Πόρων μέχρι τη Θεσσαλονίκη, από τη στιγμή που έφυγε η αμαξοστοιχία και μπήκε στη γραμμή καθόδου όπου ερχόταν το άλλο τρένο από τη Θεσσαλονίκη, οι μηχανοδηγοί στον πρώτο σηματοδότη θα έβλεπαν τα κόκκινα, οπότε ήταν αναγκασμένοι και οι δύο να σταματήσουν. Δεν θα γινόταν τίποτα».

Ο πρώην υπάλληλος του ΟΣΕ μίλησε και για τον σταθμάρχη επισημαίνοντας πως είχε λάβει εκπαίδευση αλλά δεν είχε μεγάλη πείρα και δεν θα έπρεπε να μπει σε ένα σταθμό όπως αυτός της Λάρισας που είναι μεγάλος.

«Ήταν εκπαιδευμένος πράγματι, αλλά ήταν άπειρος. Δεν έπρεπε να τον είχαν βάλει σε έναν κεντρικό σταθμό όπως η Λάρισα μόνο του να κάνει κυκλοφορία», είπε χαρακτηριστικά.

«Όταν κάνουμε κυκλοφορία δεν βάζουμε έναν άπειρο άνθρωπο, γιατί όλη η κυκλοφορία και η ευστροφία που έχει κάποιος άνθρωπος όταν κάνει την κυκλοφορία βασίζονται στην πείρα. Δεν μπορείς να βάλεις έναν άνθρωπο τριάντα ημερών, που (μόλις) έχει τελειώσει την εκπαίδευσή του και έχει αναλάβει. Δεν το διακινδυνεύεις αυτό», τόνισε.

«Το ήξερε και έκανε έκανε λάθος. Από την πίεση, από την απειρία, από οτιδήποτε έκανε αυτό το βασικό λάθος», πρόσθεσε ο εκπαιδευτής μηχανοδηγών επισημαίνοντας τη σημασία του να υπάρχει δεύτερο έμπειρο άτομο στη βάρδια.

Τέλος, ο ίδιος κατήγγειλε την στάση των εργολάβων στην διασπάθιση του έργου και την κωλυσιεργεία μέσω της δικαστικής οδού που οδήγησαν στο να μην είναι εξοπλισμένα τα τρένα στην Ελλάδα με φωτοσήματα και τηλεδιοίκηση και να μην λειτουργούν το 2023 τα συστήματα μεταξύ τους.

«Ο σιδηρόδρομος λειτουργεί σήμερα πρώτον, επειδή το θέλουν οι μηχανοδηγοί, δεύτερον, επειδή είναι καλά εκπαιδευμένοι οι σταθμάρχες -ανεξάρτητα αν έγινε ένα μοιραίο λάθος- και μετά το προσωπικό κινήσεως. Αν αυτοί πούν ότι δεν λειτουργεί ο σιδηρόδρομος, παύει να λειτουργεί», κατέληξε ο κ. Τσουρίδης.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ