Βρισκόμαστε στην καρδιά της Ευρώπης, κάποιο σωτήριο έτος της Ιστορίας.
Μέσα στο παλάτι της Καίσαρος της εποχής-της στιβαρής και αυστηρής Μερκέλιους , επικρατεί ανησυχία. Η Μερκέλιους έχει καλέσει τους συνεργάτες της για σύσκεψη. Όλοι κάθονται γύρω από ένα μεγάλο δρύινο τραπέζι, με απλωμένους παπύρους πάνω του, και χάρτες, και τους μελετούν με προσοχή.
Δίπλα στην Καίσαρα κάθεται ο έμπιστος και σκληρός συνεργάτης της, ο Σόιμπλους, και δίπλα του ο ατακτούλης Μπαρόζιους. Παραβρίσκεται και το παλικάρι από τον βορά, με την κοφτή προφορά του, ο Ολιρένιους, που κρατά το χέρι της σικάτης Λαγκαρδίας. Την παρέα
συμπληρώνουν ο ασχημούλης Έρμαν βάνιος Ρόμπιος και οι δύο Κλώδιοι, ο Ιωάννης Κλώδιος Τρισέους και ο Ιωαν. Κλ. Γιουνκέριους.
Σ΄όλη την επικράτεια της κυριαρχίας των Αρείων, μέχρι πρότινος επικρατούσε ησυχία και τάξη, η γνωστή PAX ARIANA.
Οι Φράγκοι, οι Λατίνοι, οι Ίβηρες, οι Κέλτες, οι Βρετανοί, οι Σλάβοι, οι Γότθοι, όλοι αυτοί, τελούσαν κάτω από την κυριαρχία των Αρείων, εν πλήρη πειθαρχία. Όλοι; Όχι όλοι.
Υπάρχει στην εσχατιά της Αυτοκρατορίας ένα μικρό Γαλατικό χωριό, που δημιουργεί συνεχώς προβλήματα. Όλοι το ξέρουν ότι είναι τρελοί αυτοί οι Γαλάτες, και γι αυτό προσπαθούν συνεχώς να τους φέρουν στα ίσια τους.
Οι Γαλάτες είναι χωρισμένοι σε φατρίες και η κάθε φατρία έχει έναν αρχηγό, που είναι πιο τρελός από τους απλούς υπηκόους. Για να ξεχωρίζει η κάθε φατρία, έχει ένα διαφορετικό έμβλημα και χρώμα στο λάβαρό της. Για την συγκεκριμένη εποχή που μιλάμε, η φατρία με το πράσινο λάβαρο με σήμα έναν χολερικό ήλιο, έχει αρχηγό τον Βαγγελοβελίξ. Αυτός από μικρός κυνηγούσε στα δάση αγριογούρουνα, κι έπειτα έτρωγε 5-6 στην καθισιά του,-αλλά και μιλούσε πολύ χωρίς να λέει τίποτα- γι αυτό έχει λίγα κιλάκια παραπάνω. Πριν απ΄αυτόν, αρχηγός αυτής της φατρίας ήταν ο Βλαμενογιωργίξ, αλλά τον έδιωξαν, γιατί παρέδωσε σύσσωμο το Γαλατικό χωριό στην αυτοκρατορία των Αρείων, για να ξεπληρώσει κάποια χρέη που άφησε ο πατέρας του, και τώρα γυρίζει σαν την άδικη κατάρα.
Αρχηγός της φατρίας με το μπλε λάβαρο και την σβησμένη δάδα, τώρα είναι ο Σαμαραστερίξ, που ήταν συμμαθητής του Βλαμενογιωργίξ, φίλοι από μικροί και αλληλουποστηριζόμενοι. Στην παρέα είχαν και μια σπαθάτη χαμογελαστή κοπελάρα, την Ντοράλα, πολύφερνη νύφη, η οποία είχε από χρόνια σχέση έρωτα και μίσους με τον Σαμαραστερίξ. Ο εν λόγω, κάποια φορά, τα χάλασε με τον πατέρα της κοπελιάς, τον αειθαλή Δρακουμελίξ, και για ένα μεγάλο διάστημα οι σχέσεις τους είχαν ψυχρανθεί.
Αλλά μια που ο έρωτας και το χρήμα δεν κρύβονται, ήρθε κάποια στιγμή ο καιρός και οι δύο νέοι τα βρήκαν πάλι μεταξύ τους, χαρίζοντας την ευτυχία στους υπηκόους.
Στην παρέα προσπαθεί να χωθεί και ένα δειλό παλικάρι-δεν μπορεί να το πεις-, που αρχηγεύει σε μια μικρή φατρία με ασαφή χρώματα και πιστεύω, που τον λένε Σιγανοφωτίξ.
Περιμένει πως και πώς να προσφέρει τις υπηρεσίες του, όπου τον καλέσουν, για το καλό του χωριού. Υπήρχε στην παρέα των φατριών που λέμε, και ένα σωματώδες αγόρι, ο Κωλοτουμπίξ, έξυπνο και αεικίνητο, αλλά τον έκαναν στην άκρη οι άλλοι, γιατί τους είχε ζαλίσει με την υπερκινητικότητά του και το ευμετάβλητο των σκέψεων και λεγομένων του.
Παράμερα εξάλλου κάθεται πάντα και η αρχηγός της κόκκινης φατρίας με σήμα κάποια εργαλεία, η κοντούλα και τσουπωτή Ασχημοπαπαρίξ. Αυτή από μικρή ήταν πνεύμα αντιλογίας και ποτέ δεν συμφωνούσε στο παιχνίδι, με τα άλλα παιδιά.
Εντύπωση τώρα κάνει σ΄όλους και ένας ζωηρός και τσαχπίνης, ο Σεξυαλεξίξ, ο οποίος δηλώνει ότι θ΄αλλάξει τα φώτα σε όλους, πλην των σκουρόχρωμων. Μέλος της πράσινης φατρίας ήταν και ο γεματούτσικος Παγγαλοφωνίξ, ο οποίος δεν έβγαζε τα μούτρα του από την μαρμίτα, έτρωγε συνεχώς και έπειτα κατηγορούσε τους άλλους ότι έτρωγαν μαζί του. Αυτόν επειδή προκαλούσε προβλήματα με τα λεγόμενά του, τον έστειλαν στα σπίτια της θειάς του, για να τρώει με την ησυχία του τα ψητά αγριογούρουνα και ν΄αποφύγει τα γιαούρτια που ίπταντο στο πέρασμά του.
Είχαν και έναν άλλο σύντροφο μαζί τους, τον Λαμογιοακίξ, αλλά επειδή είχε βουτήξει στη μαρμίτα με τις ψητές μίζες και τις βραστές μπάζες, και για να μην βαρυστομαχιάσει και αρχίσει το ρέψιμο και το κελάηδημα, τον περιόρισαν για λίγο καιρό, σε προφυλαγμένο χώρο.
Επικεφαλής όλων αυτών είναι ο Δρυίδης Αχρηστογεροντίξ, ένας ασπρομάλλης παπουλιάκος-ως μειράκιον ήτο αντάρτης στα βουνά κατά των Αρείων, ως έσχατος γέρων, πιστός τους υποτακτικός- , ο οποίος τους ετοιμάζει το μαγικό φίλτρο, για να πίνουν και να παίρνουν δύναμη οι αρχηγοί, ενώ οι υπήκοοι, νηστικοί και εξαθλιωμένοι, είναι υποχρεωμένοι να σηκώνουν στην πλάτη τους τα μενίρ, που τους φορτώνουν οι αρχηγοί.
Δεν φθάνει όμως αυτό, αλλά κατηγορούν τους ταλαίπωρους υπηκόους, στους άλλους λαούς της αυτοκρατορίας, ότι είναι ακαμάτηδες και καλοπερασάκηδες. Τους φοβίζουν δε, ότι αν δουν στον ουρανό να πετάνε γλάροι, ή να χρυσοροδίζει η αυγή, αυτό είναι κακός οιωνός, και σημαίνει ότι θα τους πέσει ο ουρανός στο κεφάλι. Γι αυτό οι εύπιστοι και ολιγομνήμονες Γαλάτες, κοιτάνε συνεχώς τον ουρανό με ανησυχία και δεν βλέπουν ότι πατάνε στα σκα..ά. Τους φοβερίζουν ακόμη ότι αν αρνηθούν να σηκώνουν όλο και περισσότερα μενίρ στην πλάτη, οι Άρειοι θα σταματήσουν να τους στέλνουν δηνάρια, και θα γυρίσουν στο παλιό τους νόμισμα, τον οβολό.
Δεν γνωρίζουν όμως οι αγαθιάρηδες και φιλάνθρωποι Γαλάτες ότι έχει εκπονηθεί σχέδιο από καιρό, εξόντωσής τους. Γι αυτό το σκοπό φέρνουν συνεχώς μέσα στο χωριό, φελούκες και αραμπάδες γεμάτους Νούβιους, φελάχους, Μαυριτανούς, Αγαρηνούς, και άλλους από τα βάθη της Ασίας, τις στέπες και της ερήμους. Εξοπλισμένους και εκπαιδευμένους, σ΄αυτό που ξέρουν να κάνουν με επιτυχία και ευχαρίστηση.
Να σκοτώνουν δηλαδή και να βιάζουν τους φιλήσυχους και ανυποψίαστους Γαλάτες, ολημερίς και ολονυχτίς, και όσοι γλυτώσουν από τις σφαγές, την πείνα και τις αυτοκτονίες, θα τους διασκορπίσουν στα πέρατα, και στη θέση τους και στα σπίτια τους, θα μπουν σαν κύριοι οι εποικιστές. Θα ξεκουράζονται στα πάρκα και θα λιάζονται στις παραλίες του χωριού, άνετοι και ωραίοι. Μάλιστα φρόντισαν οι αρχηγοί των φατριών να τους προμηθεύσουν σκιάδια και αντηλιακά, καθώς και γεύματα, τρις ημερησίως, για καρδάμωμα.
Αυτό το θέμα έχει η σύσκεψη της Καίσαρος Μερκέλιους και των συνεργατών της, γιατί υπάρχει η ανησυχία μήπως το σχέδιο δεν ευοδωθεί, γιατί έχει πληροφορίες ότι οι Γαλάτες, σιγά-σιγά, παύουν να πιστεύουν τους κακούς οιωνούς , ότι θα τους πέσει στο κεφάλι ο ουρανός.
Με θυμό φωνάζει στους συνεργάτες της: veni vidi frixi –που σημαίνει στα απλά γαλατικά, ήλθαμε, είδαμε και φρίξαμε, μ΄αυτούς τους Γαλάτες, τους ανεπρόκοπους, που τολμάνε να σηκώνουν κεφάλι στις τοκογλυφικές μας λεγεώνες, και ονειρεύονται γλάρους να πετάνε στην χρυσοπλόκαμη Ηώ, που αρχίζει να ξεπροβάλλει μέσα από την καταχνιά.
Στέλνει αγγελιοφόρους να τρέξουν και να καλέσουν τους αρχηγούς των φατριών για να τους δώσει νέες οδηγίες ποδηγέτησης των άτακτων υπηκόων, και βάζοντάς τους διάφορα διλήμματα, όπως ‘’δηνάριο ή οβολός’’,’’ ‘’μέσα ή έξω από την αυτοκρατορία’’, ‘’χειμώνας ή καλοκαίρι’’, ‘’βουνό ή θάλασσα’’, ‘’ξανθιά ή μελαχρινή’’,’’ στήθος ή μπούτι από αγριογούρουνο’’, και άλλα τέτοια, ελπίζουν να φοβηθούν οι Γαλάτες και να παραδοθούν ησύχως στις λεγεώνες, στους χιλίαρχους και στους πραίτορες.
Alea jacta est –ο κύβος ερρίφθη για τους φτωχούς Γαλάτες, και αν δε βάλει ο θεός Τουτάτις το χέρι του, και δεν ξυπνήσουν και οι ίδιοι, θα διαβούν τον Ρουβίκωνα που τους οδηγεί στην εξαφάνισή τους, και την Καίσαρα να γράφει άλλο ένα βιβλίο για την νίκη της στον Γαλατικό πόλεμο.
Με εκτίμηση,
Αγγελική Π.