Ο Χριστόδουλος Παμπλέκης, γνωστός και ως Χριστόδουλος ο Ακαρνάν (1733 – 15 Αυγούστου 1793) ήταν Έλληνας λόγιος του 18ου αιώνα, ο οποίος αφορίστηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία μετά θάνατον.
Φωτογραφία από: epoxi.gr
Ο Χριστόδουλος Παμπλέκης γεννήθηκε το 1733 στον οικισμό Επάνω Χώρα του χωριού Μπαμπίνη Ξηρομέρου Αιτωλοακαρνανίας. Από μικρός έμεινε ορφανός από μητέρα και προσβλήθηκε από ευλογιά που του στοίχισε το αριστερό του μάτι. Ο πατέρας του, Στάθης, ήταν παλιότερα κλέφτης στην περιοχή του Ολύμπου και για άγνωστο λόγο βρέθηκε στο Ξηρόμερο όπου παντρεύτηκε.
Το 1740 ενεπλάκη σε αιματηρό επεισόδιο με Τούρκους και αναγκάστηκε να φύγει ξανά για τον Όλυμπο παίρνοντας μαζί του και τον μικρό Χριστόδουλο. Σύντομα όμως συνελήφθη από τους Τούρκους και γδάρθηκε ζωντανός.
Κάποιος Λιτοχωρίτης ονόματι Καλλίας πήρε υπό την προστασία του τον μικρό Χριστόδουλο ο οποίος παρακολούθησε το σχολείο στο Λιτόχωρο και κατόπιν στη Ραψάνη. Ήταν ανήσυχο πνεύμα και σε μικρή ηλικία έφυγε για το Άγιο Όρος όπου γράφτηκε στην Αθωνιάδα Ακαδημία. Εκεί είχε δάσκαλο τον Ευγένιο Βούλγαρη και διακρίθηκε στα μαθηματικά. Κατά τη φοίτησή του έλαβε και το μοναχικό σχήμα χωρίς να αλλάξει το βαφτιστικό του όνομα.
Σε ηλικία 25 ετών, απογοητευμένος από την κατάσταση στην Αθωνιάδα έφυγε για την Ευρώπη. Αρχικά διέμεινε στο Παρίσι, άγνωστο όμως για πόσο διάστημα. Εκεί συνέγραψε το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Η αληθής πολιτική».
Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Βιέννη όπου και εργάσθηκε ως οικοδιδάσκαλος στην εκεί ελληνική παροικία. Παράλληλα συνέχισε τις σπουδές του μελετώντας φιλοσοφία, θεολογία και μαθήματα θετικών επιστημών.
Το 1786 εξέδωσε στη Βιέννη το φιλοσοφικό σύγγραμμά του με τον τίτλο «Περί φιλοσόφου, φιλοσοφίας, φυσικών, μεταφυσικών, πνευματικών και Θείων». Στο έργο του αυτό παρουσιάζει τις φιλοσοφικές θέσεις δυτικών διανοητών, όπως του Gassendi και του Καρτέσιου.
Στη συνέχεια βρέθηκε στη Λειψία της Σαξονίας όπου συνέχισε να ασχολείται με φιλοσοφικές μελέτες και με τη διδασκαλία.
Πέθανε σε νοσοκομείο της Λειψίας στις 15 Αυγούστου του 1793. Η κηδεία του έγινε στις 4 Αυγούστου από τον ορθόδοξο ναό της πόλης.
Ωστόσο, το γεγονός ότι το έργο του περιείχε επιχειρήματα της νεότερης μεταφυσικής για την ύπαρξη του Θεού και επιχειρούσε να κριτικάρει τη θρησκεία, είχε ήδη προκαλέσει την έντονη αντίδραση εκπροσώπων της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μέσα στο κλίμα αυτό ο Ευγένιος Βούλγαρης καταδίκασε το έργο του άλλοτε μαθητή του ως «συμπίλημα αποτρόπαιων και δύστηνων βιβλιαρίων».
Λίγο πριν το θάνατό του, στις αρχές του 1793, κυκλοφόρησε μια υβριστική σάτιρα εναντίον του με τον τίτλο «Ακολουθία ετεροφθάλμου και αντιχρίστου Χριστοδούλου του εξ Ακαρνανίας».
Ως απάντηση, οι μαθητές του δημοσίευσαν μετά το θάνατό του το έργο του «Περί Θεοκρατίας» το οποίο ήταν ένα βιαιότατο αντικληρικό κείμενο που απέρριπτε στη βάση της τη χριστιανική θρησκεία (άρνηση της θεοπνευστίας της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, της θεότητας του Ιησού και της τέλεσης θαυμάτων) και καταδίκαζε ως ιδιοτελή τη συμπεριφορά των λειτουργών της. Το δημοσίευμα αυτό προκάλεσε την οργή της Ορθοδόξου Εκκλησίας με αποτέλεσμα τον μετά θάνατον αφορισμό του από τον Πατριάρχη Νεόφυτο τον Ζ’ στις 12 Νοεμβρίου του 1793.
Μάλιστα το κείμενο του αφορισμού αναθεμάτιζε, εκτός από τον συγγραφέα, τους πιθανούς αναγνώστες του αλλά και τον ιερέα που έψαλλε στη νεκρώσιμη ακολουθία του Παμπλέκη.