Τα φραγκόσυκα είναι σχεδόν έτοιμα! Οι φραγκοσυκιές είναι κακτοειδές φυτό και κατάγεται από την Κεντρική Αμερική. Αντέχει στο ξερό κλίμα και αποθηκεύει νερό στους ιστούς του για τις δύσκολες ημέρες της ανομβρίας.
Ακόμα και την υγρασία αξιοποιεί, αφού την απορροφά και τη μετατρέπει σε νερό!
Η δυσκολία στο να απολαύσουμε τα φραγκόσυκα είναι να τα συλλέξουμε και να τα καθαρίσουμε, αφού και τα δύο θέλουν ειδική …τεχνική.
Θα πρέπει πάντα κατά την συλλογή τους από το φυτό να φοράμε χοντρά γάντια και να μην υπάρχει δυνατός αέρας. Στη φλούδα τους υπάρχουν πολλά και μικρά αγκάθια, τα οποία δε φαίνονται, και, αν μπουν στα χέρια μας, βγαίνουν πολύ δύσκολα.
Γι αυτό και δεν πιάνομαι ποτέ τα φραγκόσυκα με το χέρι! Η φλούδα απομακρύνεται με πιρούνι και μαχαίρι. Φροντίζουμε πάντοτε, αφού καθαρίσουμε το φρούτο, να το ξεπλένουμε προσεκτικά, ώστε να απομακρυνθούν όλα τα τυχόν αγκάθια.
Για εκατομμύρια ανθρώπων πλην Ελλήνων(!) τα φύλλα χρησιμοποιούνται στη μαγειρική, σε δεκάδες φαγητά με κρέας και λαχανικά. Τα φραγκόσυκα είναι εξαιρετικά θρεπτικά, αφού περιέχουν πολλές βιταμίνες.
Θεωρείται ένα φυσικό ηρεμιστικό, που φέρνει ηρεμία και γαλήνη σε έναν στρεσαρισμένο οργανισμό. Από τα φραγκόσυκα φτιάχνουμε μαρμελάδες, κομπόστες και ποτό.
Λόγω των ραγδαίων κλιματικών αλλαγών είναι το φυτό που θα επιβιώσει, όταν πολλά άλλα θα έχουν εξαφανιστεί από το φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Έφη-Ανατολή
i-diadromi
Από τη wikipedia:
Το φραγκόσυκο ή κακτόσυκο είναι φρούτο, καρπός της φραγκοσυκιάς ή κακτοσυκιάς, κακτοειδούς φυτού Κεντρο-Αμερικανικής προέλευσης, που φυτρώνει στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Ο καρπός αυτός αναπτύσσεται περιμετρικά πάνω στις άκρες των φύλλων της φραγκοσυκιάς.
Το φραγκόσυκο ή κακτόσυκο ονομαζέται και ως παυλόσυκο ή αραπόσυκο και το φυτό παυλοσυκιά ή αραποσυκιά. Το κόκκινο φραγκόσυκο ονομάζεται και ως δρακόσυκο. Στην Κύπρο ονομάζεται και ως παπουτσόσυκο και το φυτό παπουτσοσυκιά.
Η φραγκοσυκιά εισήχθη στην Ευρώπη και ευδοκιμεί σε περιοχές με κατάλληλο κλίμα, όπως το νότιο τμήμα της Γαλλίας, της νότιας Ιταλίας, της Σικελίας (όπου αναφέρεται ως fichi d’India ή ficurinnia) στη Σαρδηνία (όπου καλούνται figumorisca – μαυριτανικό σύκα), κατά μήκος του ποταμού Στρυμόνα στη Βουλγαρία και Ελλάδα, στη νότια Πορτογαλία και τη Μαδέρα (όπου καλούνται tabaibo, figo tuno ή «Ινδικά σύκα»), στην Ανδαλουσία, Ισπανία (όπου είναι γνωστοί ως higos chumbos – (ίγος τσούμπος)).
Στην Ελλάδα, αναπτύσσεται σε περιοχές όπως της Πελοποννήσου, Χαλκιδικής, Ιονίων Νήσων, Αιγαίου Πελάγους ή Κρήτης και τα σύκα της, είναι γνωστά ως «φραγκόσυκα» (Φράγκικο, δηλαδή σύκα της Δυτικής Ευρώπης) ή παυλόσυκα (σύκα του Παύλου), ανάλογα με την περιοχή.
Στην Αλβανία, καλούνται fiq deti, που μεταφράζονται ως «θαλάσσια σύκα» και απαντώνται στην νοτιο-δυτική όχθη της. Τα σύκα καλλιεργούνται επίσης στην Κύπρο, όπου είναι γνωστά ως παπουτσόσυκα ή μπαμπούτσα (σύκα κάκτου).
Το φραγκόσυκο φύεται επίσης ευρέως στη Μάλτα, όπου οι Μαλτέζοι, το απολαμβάνουν ως ένα τυπικό καλοκαιρινό φρούτο (γνωστό ως bajtar tax-xewk, κυριολεκτικά «ακανθώδη σύκα») καθώς και για την παρασκευή του δημοφιλούς λικέρ, γνωστού ως bajtra. Οι φραγκοσυκιές βρίσκονται τόσο συχνά στα νησιά της Μάλτας, που πολλές φορές χρησιμοποιούνται ως διαχωριστικοί τείχη μεταξύ των πολλών χαρακτηριστικών ενωμένων χωραφιών της Μάλτας, σε αντικατάσταση των συνήθων τοίχων από χαλίκια.
Στην Αίγυπτο, είναι γνωστό ως teen shouky. Η φραγκοσυκιά εισήχθη στην Ερυθραία, κατά την περίοδο της Ιταλικής αποικιοκρατίας, μεταξύ του 1890 και του 1940. Είναι τοπικά γνωστό ως beles και είναι σε αφθονία, κατά τη διάρκεια του τέλους του καλοκαιριού και των αρχών του φθινοπώρου (από τα τέλη Ιουλίου έως και τον Σεπτέμβριο). Τα beles από την Ιερά Μονή του Debre Bizen λέγεται ότι είναι ιδιαίτερα γλυκά και ζουμερά. Στη Λιβύη, είναι ένα δημοφιλές φρούτο του καλοκαιριού και από τους ντόπιους ονομάζεται Χίντι, που στην κυριολεξία σημαίνει Ινδικό.
Στο Μαρόκο, την Τυνησία, τη Λιβύη, τη Σαουδική Αραβία, την Ιορδανία και σε άλλα μέρη της Μέσης Ανατολής, οι φραγκοσυκιές με τις κίτρινες και πορτοκαλί ποικιλίες, καλλιεργούνται στην άκρη των χωραφιών, δίπλα από τις σιδηροδρομικές γραμμές και άλλα διαφορετικά μη-καλλιεργήσιμα εδάφη. Το καλοκαίρι, πωλείται από πλανόδιους πωλητές και θεωρείται ένα δροσιστικό φρούτο για εκείνη την εποχή.
Tungi είναι η τοπική ονομασία των φραγκόσυκων στη Νήσο της Αγίας Ελένης. Τα φυτά (της Οπουντίας της ινδικής συκής) αρχικά είχαν φέρει στο νησί οι αποικιακοί έμποροι ελεφαντόδοντου από την Ανατολική Αφρική στη δεκαετία του 1850. Ο κάκτος tungi, φύεται πλέον άγριος στις ξηρές παράκτιες περιοχές του νησιού. Τρεις κύριες ποικιλίες tungi φυτρώνουν στο νησί: η «Αγγλική» με τους κίτρινους καρπούς· η «Madeira» με τους μεγάλους κόκκινους καρπούς· και η μικρή, σταθερή «ακανθώδης κόκκινη».
Τα νέα βλαστικά στελέχη, που συνήθως ονομάζονται nopales (νοπάλες), επίσης είναι εδώδιμα στα περισσότερα είδη Οπουντίας. Χρησιμοποιούνται συνήθως στη Μεξικάνικη κουζίνα, σε πιάτα όπως το huevos con nopales – (ουέβος κον νοπάλες) (αυγά με nopal) ή το tacos de nopales (τάκος δε νοπάλες). Τα nopales είναι επίσης ένα σημαντικό συστατικό στη Νέα Μεξικανική κουζίνα.