Πώς το ελληνικό σχολείο συνευθύνεται για την καλλιέργεια του μίσους.
του π. Γεωργίου Οικονόμου
Χθες το απόγευμα, ήμασταν προσκεκλημένοι ως οι γονείς των παιδιών στη γιορτή του 4ου Δημοτικού Σχολείου Σταυρούπολης για τη λήξη της σχολικής χρονιάς. Τα παιδιά ήταν από καιρό ενθουσιασμένα και αγχωμένα για τη μεγάλη αυτή ημέρα και εμείς με χαρά ετοιμαστήκαμε, βάλαμε τα καλά μας, ετοιμάσαμε τη φωτογραφική μηχανή, πήραμε όλα τα παιδιά και πήγαμε να παρακολουθήσουμε τη γιορτή. Θα καταγράψουμε στη συνέχεια μερικές σκέψεις με αφορμή τη γιορτή αυτή, που θα δικαιολογήσουν και τον τίτλο του κειμένου μας. Είναι, όμως, απαραίτητο, πριν τις σκέψεις μας, να διευκρινίσουμε ότι καμία προσωπική εμπάθεια δε κρύβεται πίσω από αυτό παρά μόνο βαθειά αγωνία για τα παιδιά μας, την παιδεία και το έθνος μας. Άλλωστε, οι δάσκαλοι του σχολείου, όσοι γνωρίζουμε προσωπικά τουλάχιστον, είναι εξαίρετοι και έχουν κάνει, γενικότερα, θαυμαστή και αξιέπαινη δουλειά. Όταν, όμως, οργανώνεις μια γιορτή με καλεσμένους αναπόφευκτα δέχεσαι και κριτική, η οποία όταν είναι καλοπροαίρετη μπορεί να είναι ιδιαίτερα γόνιμη και δημιουργική.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν. Η πρόσκληση έλεγε ότι τα παιδιά θα μας αποχαιρετήσουν Rockάροντας. Όντως, έτσι ξεκίνησε η γιορτή. Με ξένα ροκ τραγούδια, που ακούγονταν playback και ακολουθούσαν τα παιδιά, ενώ ταυτόχρονα χτυπιόταν στους ρυθμούς της μουσικής. Όπως μας είπαν τα παιδιά που παρουσίαζαν, τα τραγούδια αυτά είχαν μηνύματα επαναστατικά ενάντια στον αυταρχισμό της εκπαίδευσης και την ενδοοικογενειακή βία. Έτσι, ένα μπουλούκι παιδιών, στημένα με προχειρότητα, τραγούδησε με πάθος και ένταση τα τραγούδια αυτά.
Μία παρένθεση. Επιεικώς απαράδεκτοι ήμασταν και όλοι εμείς οι θεατές, γονείς, παππούδες, γιαγιάδες, θείοι, γείτονες, νονοί και λοιποί για τη φασαρία και την έλλειψη σεβασμού σε αυτό που ετοιμάστηκε με τόσο κόπο, άσχετα αν εμείς εκφράζουμε εδώ κάποιες διαφωνίες. Και μία δεύτερη παρένθεση. Τί να σχολιάσει κανείς για αυτούς που κάπνιζαν, ανάμεσά τους και δάσκαλοι, φυσώντας τον καπνό στα μούτρα των παιδιών; Κλείνουν οι παρενθέσεις.
Αφού τέλειωσε το πρώτο μέρος, και πολύς κόσμος γύρω μου εξέφρασε ανακούφιση για αυτό, άρχισε το δεύτερο. Ασφαλώς πιο χαριτωμένο. Το κομμάτι των παιχνιδιών και των γυμναστικών επιδείξεων ήταν υπέροχο και διασκεδαστικό. Εμείς θα σταθούμε στο χορευτικό. Εκεί, λοιπόν, παρουσίασαν τα παιδιά ντυμένα και στολισμένα ανάλογα χορούς από τη Χαβάη, την Αφρική, την Ιταλία, την Ισπανία, την Αμερική. Ωραία ήταν. Ένας χορός ελληνικός δε χωρούσε, αγαπητοί μας δάσκαλοι; Ένα τραγούδι ελληνικό δε χωρούσε στο πρώτο μέρος; Ξεχάσαμε μήπως ποιά είναι η πατρίδα μας; Ειδικά, στα δύσκολα χρόνια που ζούμε, γιατί εμμένουμε σε εθνομηδενιστικές αντιλήψεις και ιδεοληψίες και πασχίζουμε να δείξουμε το πιο όμορφο και γλυκό πολυπολιτισμικό μας πρόσωπο; Και μη βιαστεί κανείς να μας κατηγορήσει για ρατσισμό. Θεωρούμε ρατσιστικό γουρούνι οποιονδήποτε αντί να δει στο πρόσωπο των προσφύγων ή μεταναστών ισότιμο άνθρωπο και εικόνα του Θεού. Αυτό, όμως, δε σημαίνει και ότι πρέπει να ξεπουλήσουμε τις παραδόσεις μας. Υπάρχουν πανέμορφοι, αγνοί και σεμνοί ελληνικοί παραδοσιακοί χοροί, κυκλωτικοί, όπου ο ένας βλέπει το πρόσωπο και όχι τα οπίσθια του άλλου. Υπάρχουν πανέμορφα ελληνικά τραγούδια, με στίχο ποιητικό, με μουσικές συνθέσεις ανεπανάληπτες και, αν θέλετε, και με πολιτικό περιεχόμενο, που ηρεμούν και δεν αγριεύουν την παιδική ψυχή. Θέλουμε, μήπως, να κάνουμε τα παιδιά μας επαναστάτες εναντίον του “συστήματος”; Και να θέσω το ερώτημα διαφορετικά. Προβλέπεται κάτι τέτοιο από το (βεβαίως ήδη καταλυθέν λόγω τρόικας) Σύνταγμα της πατρίδας μας; Όχι, σύμφωνα με το άρθρο 16 τονίζεται ότι σκοπός της παιδείας είναι ηηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, η ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και η διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες. Επομένως, όχι η προβολή των ιδιωτικών μας πεποιθήσεων και ιδεών αλλά συγκεκριμένα πράγματα. Πάντως στην εν λόγω γιορτή δεν είδαμε δυστυχώς να υπηρετείται κάποιος από τους στόχους αυτούς.
Αυτό δεν είναι καινούριο φαινόμενο. Θυμάμαι τον εαυτό μου μαθητή, στα ίδια θρανία, στις ίδιες αίθουσες, στο ίδιο σχολείο, όπου οι εθνικές γιορτές 25ης Μαρτίου και 28ης Οκτωβρίου υποεορτάζονταν (σήμερα φτάσαμε στο σημείο – σε άλλα σχολεία – στις γιορτές αυτές να ακούγονται τραγούδια της Πέγκυς Ζήνα και του Μιχάλη Χατζηγιάννη), ενώ η επέτειος της 17ης Νοέμβρη ήταν σαν θρησκευτική τελετή. Πάθος, ένταση, φανατισμός, οργή. Και να, που σήμερα, βιώνουμε τα αποτελέσματα της γενιάς του Πολυτεχνείου, που πήρε τα πράγματα στα χέρια της. Παιδεία, υγεία, πολιτεία. Όλα κατέρρευσαν. Και μη βιαστείτε να με κατηγορήσετε για χουντικό. Ούτε έζησα ούτε θέλω να ζήσω τέτοιες καταστάσεις. Αλλά ούτε και καυχιέμαι ότι ζω σήμερα σε μία δημοκρατική και ελεύθερη χώρα, που εκχώρησε άνευ όρων την εθνική της κυριαρχία στους ξένους σωτήρες. Και αυτός είναι ακόμα ένας λόγος, που στενοχωρήθηκα με τη γιορτή. Όχι μόνο δεν υπήρχε κάτι, που να θυμίζει ότι είναι γιορτή ελληνικού σχολείου αλλά και ήταν κάτι σαν μια απέλπιδα προσπάθεια να γαντζωθούμε στο νεοταξίτικο πολυπολιτισμικό καράβι, όταν οι φίλοι και “σωτήρες” μας ξένοι μας κόβουν τα χέρια, για να πέσουμε και να πνιγούμε μια ώρα νωρίτερα στον ωκεανό της ελεύθερης αγοράς. Πού πήγε λοιπόν η αξιοπρέπεια μας; Πού πήγε το φιλότιμο; Αν κάτι μπορεί να μας σώσει είναι τα κεκτημένα με αίμα και ξεπουλημένα με αθλιότητα, όπως τα περιγράφει το σύνταγμα.
Ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και διάπλασή των παιδιών σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες. Και, αν χρειαστεί, σύμφωνα με το τελευταίο άρθρο να αγωνιστούν για την τήρησή του, καθώς αυτή επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία. Θα προτιμούσαμε λοιπόν, στις κρίσιμες ώρες, που περνά η δύστυχη αυτή πατρίδα έναν τέτοιο προσανατολισμό της γιορτής, που οι ειλικρινά συμπαθέστατοι και πολύ αγαπητοί δάσκαλοι ετοίμασαν. Διαφορετικά, η αναίτια, απρόσωπη και μαζική οργή θα βγάλει αμέτρητους ακόμα Κασιδιάρηδες και Ιφικράτηδες και, Θεός φυλάξοι, η προεμφυλιακή πόλωση άκρας δεξιάς – άκρας αριστεράς θα μας οδηγήσει σε πολύ επικίνδυνους δρόμους.
Οι Έλληνες, σήμερα, χρειαζόμαστε όραμα και ενότητα. Και την ενότητα αυτή μπορεί να μας τη χαρίσει η παράδοσή μας, η ηρωϊκή ιστορία μας (όχι η γλυκερή και ανιστόρητη εκδοχή της Ρεπούση), η φιλοσοφία μας, η πίστη μας στο Χριστό και την Ορθοδοξία. Αλλά ξέχασα. Όποιος μιλάει σήμερα για έθνος και πατρίδα είναι ρατσιστής και φασίστας. Όποιος μιλάει για Ορθοδοξία και Χριστό είναι γραφικός και ζηλωτής. Ας λουστούμε λοιπόν τα καλά του μονδερνισμού και της μετανεωτερικότητας, τους μισθούς Βουλγαρίας, το ξεπούλημα του εθνικού μας πλούτου, την κατάσχεση της πρώτης μας κατοικίας, το ξυλοφόρτωμα on camera και το αντάρτικο πόλεων του Ιφικράτη.
…Θα σου ζητήσω συγγνώμη που σε μεγάλωσα εδώ…
Κλείνουμε το παρόν κείμενο με μία πρόταση. Αφού η παιδεία μας, στα χέρια πολιτικών, όπως η προηγούμενη υπουργός Άννα Διαμαντοπούλου, έφτασε στο σημείο του εξεφτελισμού, χωρίς βιβλία, χωρίς δασκάλους, χωρίς πετρέλαιο, χωρίς χαρτί για τα φωτοτυπικά και πολλά άλλα που τα γνωρίζουμε καλά όσοι αγωνιζόμαστε από αυτό το μετερίζι, ήρθε η ώρα η Εκκλησία να αναλάβει τις ιστορικές ευθύνες της. Σε κάθε ενορία, σε κάθε χωριό, σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας να αναβιώσει το “κρυφό σχολειό”. Να καλλιεργήσει την εθνική και θρησκευτική συνείδηση των παιδιών. Να μάθουν γράμματα ελληνικά και την πίστη τους. Να μάθουν την ελληνική γλώσσα. Να διδαχτούν κείμενα, που θα χαρίζουν ηθική και πνευματική αγωγή και όχι να αποδομούν αυτές τις αξίες, όπως γίνεται σήμερα πολλές φορές και τα επισημαίνει πολύ όμορφα σε δημοσιευμένα κείμενά του ένας ηρωϊκός δάσκαλος από το Κιλκίς, ο Δημήτρης Νατσιός. Φτάνει πια το πιπίλισμα της πολυπολιτισμικής καραμέλας. Αγαπάμε, τιμούμε και σεβόμαστε τους ξένους πολιτισμούς, περισσότερο όμως από όλους τον δικό μας ελληνορθόδοξο. Και θα δώσουμε και την τελευταία ρανίδα του αίματός μας, για να τον διαφυλάξουμε εκ παντοίων πειρασμών. Ας ξυπνήσουμε Έλληνες, πριν να είναι πολύ αργά.