Η Προέλευση της Φράσης
Ο φόβος απέναντι στον αντίπαλο είναι κατά λέξη απόδοση της γνωστής φράσης «αντίπαλο δέος», που όμως σήμερα έχει φτάσει να σημαίνει απλά τον εχθρό.
Ο Θουκυδίδης και το Αντίπαλο Δέος
Η φράση μάς έρχεται από τον Θουκυδίδη και συγκεκριμένα από μία από τις δημηγορίες του (3.11). Στο επίμαχο απόσπασμα, ο Θουκυδίδης λέει πως ο φόβος από τον ισόπαλο ανταγωνιστή έχει τη δύναμη να συγκρατήσει από την αυθαιρεσία και το πιο αυταρχικό κράτος, και να διατηρήσει ισότιμη σχέση ανάμεσα σε συμμάχους.
Η Ομιλία των Μυτιληναίων
Τη φράση διαβάζουμε στο 3ο του βιβλίο, στην ομιλία των Μυτιληναίων προς τους Λακεδαιμόνιους, στην Ολυμπία. Οι Μυτιληναίοι ήθελαν να σπάσουν τη συμμαχία τους με τους Αθηναίους, αλλά παρά τη συμμαχία των Σπαρτιατών, οι Αθηναίοι τελικά εισέβαλαν στη Μυτιλήνη και την κατέλαβαν.
Το Αρχαίο Κείμενο
Στο απόσπασμα σημειώνεται:
«καί ει μέν αυτόνομοι έτι ημεν άπαντες, βεβαιότεροι άν ημιν ησαν μηδέν νεωτεριειν. υποχειρίους δέ έχοντες τούς πλείους, ημιν δέ από του ίσου ομιλουντες, χαλεπώτερον εικότως έμελλον οίσειν καί πρός τό πλέον ήδη εικον του ημετέρου έτι μόνου αντιθουμένου, άλλως τε καί όσω δυνατώτεροι αυτοί αυτων εγίγνοντο καί ημεις ερημότεροι. τό δέ αντίπαλον δέος μόνον πιστόν ες ξυμμαχίαν. ο γάρ παραβαίνειν τι βουλόμενος τω μή προύχων άν επελθειν αποτρέπεται».
Μετάφραση στα Νεοελληνικά
Η απόδοση στα Νεοελληνικά:
«Και εάν μεν ήμαστε αυτόνομοι όλοι οι σύμμαχοι θα είχαμε μεγαλύτερη βεβαιότητα ότι δεν πρόκειται σε μας ν’ αλλάξουν τακτική. Όχι όμως και τώρα που, ενώ έχουν υποδουλώσει τους περισσότερους συμμάχους, θα τους έρχεται φυσικά άσχημα να μας συμπεριφέρονται σαν ίσοι προς ίσους· κι ακόμα περισσότερο γιατί βλέπουν ότι οι δυνάμεις μας ισοδυναμούν με τις δυνάμεις όλων των άλλων συμμάχων τους, κι ακόμα γιατί, ενώ αυτοί γίνονται καθημερινώς πιο ισχυροί, εμείς εξασθενίζουμε. Το μόνο δε μέσο για να μείνουν πιστοί οι σύμμαχοι στις υποχρεώσεις τους είναι ο φόβος του ενός για τη δύναμη του άλλου. Γιατί κι αν ήθελε ο ένας από τους δυο να παραβή μια συμφωνία, δεν το κάνει γιατί υπολογίζει ότι δεν έχει μεγαλύτερη δύναμη, με την οποία, αν χρειαστή, να του επιτεθή».
