Ήρωας της Βοιωτίας Πατέρας του ήταν ο Αρισταίος, γιος του Απόλλωνα και μητέρα του η Αυτονόη, κόρη του Κάδμου
Ο Ακταίων ήταν μαθητής του Κένταυρου Χείρωνα και κοντά του είχε μάθει την τέχνη του κυνηγού. Κάποια μέρα τον Ακταίωνα τον καταβρόχθισαν στον Κιθαιρώνα τα ίδια του τα σκυλιά. Για το θάνατό του υπάρχουν διάφορες εκδοχές.
Με πληροφορίες από το theogonia.gr
Οι περισσότεροι συγγραφείς αναφέρουν πως τον τιμώρησε η θεά Άρτεμη επειδή κάποτε την είδε γυμνή, την ώρα που λουζόταν σε κάποια πηγή. Η θεά τον μεταμόρφωσε σε ελάφι και έστειλε λύσσα στα πενήντα σκυλιά του που τον κατασπάραξαν. Τα σκυλιά του έπειτα τον αναζήτησαν κι έφτασαν ως την σπηλιά του Κένταυρου Χείρωνα ουρλιάζοντας. Εκείνος για να τα παρηγορήσει, κατασκεύασε ένα άγαλμα με τη μορφή του Ακταίωνα και μόνο τότε εκέινα ηρέμησαν.
Άλλες παραδόσεις αναφέρουν πως η αιτία του θανάτου του Ακταίωνα ήταν επειδή καυχήθηκε πως ήταν καλύτερος στην τοξοβολία από τη θεά Άρτεμη, η απόπειρά του να τη βιάσει, η αντιζηλία του Δία στη σχέση του με τη Σεμέλη.
Το φάντασμα του άταφου ήρωα έκανε κακό στον Ορχομενό και οι κάτοικοί του ζήτησαν τη βοήθεια του Μαντείου των Δελφών. Το Μαντείο τους συμβούλεψε να βρουν τα λείψανα του ήρωα και να του αποδοθούν οι τιμές της ταφής. Από τότε οι κάτοικοι τιμούσαν τη μνήμη του, τελώντας νεκρικές θυσίες προς τιμή του.
Βιβλιογραφία – πηγές
Ευρυπίδης, Βάκχαι, 337
οραις τόν Ακταίωνος άθλιον μόρον,
όν ωμόσιτοι σκύλακες άς εθρέψατο
διεσπάσαντο, κρείσσον’ εν κυναγίαις
Αρτέμιδος ειναι κομπάσαντ’ εν οργάσιν.
Ακουσίλαος, Αποσπάσματα, 33, 2
Αυτονόης δέ καί Αρισταίου παις
Ακταίων εγένετο, ός τραφείς παρά Χείρωνι κυνηγός εδιδάχθη, καί έπειτα
ύστερον εν τωι Κιθαιρωνι κατεβρώθη υπό των ιδίων κυνων, καί τουτον ετελεύ-
τησε τόν τρόπον, ως μέν ουν Ακουσίλαος λέγει, μηνίσαντος του Διός ότι εμνη-
στεύσατο Σεμέλην· ως δέ οι πλείονες, ότι τήν Άρτεμιν λουομένην ειδε.
Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, 9, 2, 3, 5
αύτη μέν απ’ Ελευθερων ες Πλάταιαν άγει, τοις
δέ εκ Μεγάρων ιουσι πηγή τέ εστιν εν δεξια καί προ-
ελθουσιν ολίγον πέτρα· καλουσι δέ τήν μέν Ακταίωνος
κοίτην, επί ταύτη καθεύδειν φάμενοι τη πέτρα τόν
Ακταίωνα οπότε κάμοι θηρεύων, ες δέ τήν πηγήν ενι-
δειν λέγουσιν αυτόν λουμένης Αρτέμιδος εν τη πηγη.
Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, 9, 38, 5, 1
περί δέ Ακταίωνος λεγόμενα ην Ορχομενίοις λυμαί-
νεσθαι τήν γην πέτρας έχον είδωλον· ως δέ εχρωντο
εν Δελφοις, κελεύει σφίσιν ο θεός ανευρόντας εί τι
ην Ακταίωνος λοιπόν κρύψαι γη, κελεύει δέ καί του
ειδώλου χαλκην ποιησαμένους εικόνα πρός πέτρα σι-
δήρω δησαι.
Ψευδο – Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 3, 31, 4
απολομένου δέ Ακταίωνος οι κύνες
επιζητουντες τόν δεσπότην κατωρύοντο, καί ζήτησιν
ποιούμενοι παρεγένοντο επί τό του Χείρωνος άντρον,
ός είδωλον κατεσκεύασεν Ακταίωνος, ό καί τήν λύπην
αυτων έπαυσε.
