(Σημ.:Το παρακάτω κείμενο είναι από το βιβλίο του Χρήστου Ζαλοκώστα “Γυρίζοντας την Ελλάδα”,έκδοση 1935.Εκτός από τις ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την Άρτεμιδα που μας δίνει,έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και οι πληροφορίες για τις πεποιθήσεις της κοινωνίας της δεκαετίας του 1930, όσο αφορά τις γυναίκες της εποχής.Τα όποια ορθογραφικά λάθη έχουν μεταφερθεί αυτούσια από το πρωτότυπο κείμενο.)
Όχι μακρυά απ’ την αρχαία Ιστιαία υπάρχει μια βαθιά λίμνη με παγωμένο νερό,σβυστός κρατήρας ηφαιστείου,στην οποία διασκέδαζε να κατεβαίνει και να λούζεται η Άρτεμις με τις Ωρεάδες.Δύο φορές μάτι ανθρώπου,ιστορούν οι αρχαίοι,την αντίκρυσε γυμνή την ώρα του μπάνιου της εκεί μέσα,τη μια φορά μάτι τσομπάνουντην άλλη κυνηγού,μα τους μαρμάρωσε και τους δυό.
Ήταν κακιά παρθένα.Αγάπησε τον Ακταίωνα,άλλα δεν δέχθηκε ποτέ να του παρουσιαστή.Ο δυστυχής άκουγε την φωνή της χωρίς να την βλέπει.Πως να την ερωτευθή;Κι όταν βαρέθηκε να περιμένει και τόλμησε να φιλήσει άλλο κορίτσι,η στρυφνή Άρτεμις έβαλε αμέσως τα άγρια σκυλιά της να τον κατασπαράξουν.Σκότωσε τη Νιόβη μ΄όλα τα παιδιά της,διότι την προσέβαλε,σκότωσε τον Τίτυο διότι δοκίμασε να βιάση την πενηντάρα μητέρα της,που δεν εφαίνετο ν’ ανθίσταται αρκετά και ετοιμαζόταν να υποκύψη.
Ήταν θεά του κυνηγιού,”πότνια θηρών” κατά τον Όμηρο,θεά των αγριμιών και της Σελήνης.Απ’ αρχής θεωρήθηκε άκαρδη.Ακόμη ως τους χριστιανικούς χρόνους στην Ακαρνανία,μέσα στο ναό της Λαφρίας Αρτέμιδος,άναβαν μια μεγάλη φωτιά και έριχναν από την σκεπή κυνήγι που καιόταν ζωντανό,αγριόχοιρους,πουλιά,λύκους,αλεπούδες,λαγούς.Την ίδια ώρα περιέφεραν το άγαλμα της επάνω σε ένα άρμα που το σέρνανε ζαρκάδια και ακολουθούσαν χορεύοντας κορίτσια ντυμένα με δέρματα αρκούδας.Στην Σπάρτη μαστίγωναν τους νέους όσο το αίμα τους να βάψει το βωμό της.Οι ιερείς την ώρα εκείνη φορούσαν προσωπίδες και πράγματι γύρω από την θέσι που ήταν ο ναός βρέθηκαν αυτές οι προσωπίδες.Το αόρατο πέρασμα,η μυρουδιά της,αρκούσε για να κάνη τα άγρια ζώα και τα δαρμένα παιδιά και τους κυνηγούς να τρέμουν.Ενώ οι αρχαίοι έδωσαν σε όλους τους θεούς ένα επάγγελμα,δεν τόλμησαν να αναθέσουν κανένα σε αυτή τη θεληματική γεροντοκόρη.Την άφησαν να κάνη το κέφι της,να απολαμβάνη θυσίες και τιμές χωρίς κόπο.
Η μανία των Ελλήνων,να εξευγενίζουν τους θεούς τους,την μετέβαλε εν τούτοις με τον καιρό σε προστάτιδα της νεότητος.Σε αυτή αφιέρωναν οι νέοι τα μαλλιά και οι παρθένες τη ζώνη τους,την παραμονή του γάμου.Ήταν “φιλομείραξ”.Δεν ανεχόταν τους ώριμους άντρες που ξέρουν τι θέλουν,προτιμούσε τους ωραίους εφήβους,που κατορθώναν να μένουν σύντροφοί της,χωρίς να ποθούν το σώμα της.Η Άρτεμις απομένει το σύμβολο της μοδέρνας κοππέλας που δυσκολεύεται να παντρευτή όχι από ασχήμια,άλλα γιατί αρνείτε να σκλαβωθεί στον αρρένα.Χαίρεται τα ηλιοκαμένα νιάτα της,παίζοντας με συνομίληκους της,στο ύπαιθρο.Τα γερά νεύρα της δεν πολυσκοτίζονται για τον έρωτα.Ήδη από τον αρχαίο καιρό υπήρχε καυγάς,ποιάν προτιμούσαν οι άνθρωποι,την Αφροδίτη με τους στρογγυλούς γοφούς διψασμένους για ηδονή,ή την Άρτεμι,την κομψή αθλήτρια με το αδύνατο κορμί.Ο αιώνας μας έγυρε την πλάστιγγα φανερά πια προς το μέρος της θεάς του κυνηγιού.Το αγοροκόριτσο κυριαρχεί.Οι νέοι των ερχομένων γενεών δε μου φαίνεται πως θα καλοπεράσουν.
(Χρήστος Ζαλοκώστας, Γυρίζοντας την Ελλάδα- 1935)