H πιο δύσκολη σκηνή του σύγχρονου ελληνικού πολιτικού δράματος, που εκτυλίσσεται εδώ και δυόμισι χρόνια, θα παιχτεί κατά τους επόμενους λίγους μήνες και θα καθορίσει το μέλλον της χώρας για πολλά χρόνια, καθώς, έπειτα από δύο εκλογικές αναμετρήσεις, η προοπτική δεν είναι ούτε η οικονομική, πολιτική και θεσμική ανασυγκρότηση της Ελλάδας ούτε η ευπρεπής παρουσία της εντός της Ευρωζώνης, αλλά αυτή του ευρωπαϊκού περιθωρίου.
Το Βατερλό της 28ης Ιουνίου για την Ελλάδα οδήγησε πολλούς στην ΕΕ να επισπεύσουν το σχεδιασμό τους, καθώς αντελήφθησαν ότι η χώρα μας δεν πρόκειται ποτέ να απαιτήσει οτιδήποτε. Έτσι, σύμφωνα με πληροφορίες, επισπεύδεται και η ειλημμένη απόφαση από τον άξονα Βρυξέλλες – Βερολίνο – Παρίσι ότι μέχρι το τέλος του χρόνου θα πρέπει να υπάρξει
τελική λύση για την Ελλάδα. Μια «τελική λύση» που περιλαμβάνει ευρύ πακέτο επιλογών, όπως η άτακτη χρεοκοπία, η εξώθηση σε έξοδο από το ευρώ και από το νέο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, μέχρι και η αφαίρεση ψήφων από τα Συμβούλια – ένα θέμα που ίσως επανέλθει σε βάθος χρόνου, ανάλογα με τις εξελίξεις. Η απομόνωση της Ελλάδας από τις αποφάσεις για την Ισπανία και την Ιταλία για τον απευθείας δανεισμό από το μηχανισμό και κυρίως η απουσία αντίδρασης από την ελληνική αντιπροσωπεία στη Σύνοδο Κορυφής της 28ης Ιουνίου εξέπληξε δεκάδες ξένους διπλωμάτες και εμπειρογνώμονες, που σε συνομιλίες τους με Έλληνες συναδέλφους τους έκαναν λόγο για αυτοκτονική πολιτική της χώρας μας.
Σε πρώτη φάση, σύμφωνα με έγκυρες πηγές, η πίεση προς την Ελλάδα θα γενικευτεί και θα αφορά όχι μόνο στο Μνημόνιο, αλλά στη γενικότερη λειτουργία του ελληνικού κράτους, κυρίως, όμως, στόχος είναι να ελεγχθεί η διαδικασία λήψεως των αποφάσεων ώστε να εναρμονίζεται με τις επιταγές της Γερμανίας. Αιχμή του δόρατος αυτής της πολιτικής θα είναι ο νέος υπερ-επίτροπος, που αναμένεται να οριστεί σύντομα και να αναλάβει το συντονισμό και τον έλεγχο όχι μόνο των εκατοντάδων κοινοτικών υπαλλήλων που τριγυρίζουν στα υπουργεία και στις κρατικές υπηρεσίες χωρίς κανείς να ζητά την αξιολόγηση του έργου τους, αλλά και τη λειτουργία της κυβέρνησης. Ο λόγος για τον οποίο ο υπερ-επίτροπος θα αναλάβει αυτό το ρόλο εξηγείται από τη σπουδή των Κεντροευρωπαίων να επισπεύσουν μια τελική πολιτική ρύθμιση για την Ελλάδα, που κατά τις εκτιμήσεις θα υιοθετηθεί στη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου. Μέχρι τότε, όμως, διαδοχικές συνεδριάσεις του Eurogroup και της Έκτακτης Συνόδου Κορυφής τον Οκτώβριο θα έχουν θέσει τα θεμέλια για τον εξοβελισμό της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό περιθώριο.
Οι μεγάλες αλλαγές
Ταυτόχρονα, κι ενώ όλ’ αυτά τα στοιχεία είναι γνωστά έστω και σε λίγους στην κυβέρνηση, προκαλεί μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι από τη δημόσια συζήτηση απουσιάζει εντελώς η παρουσίαση ενός στοιχειώδους σχεδίου απ’ όλα τα κόμματα για τον εθνικό προσανατολισμό της Ελλάδας, τη θέση της, δηλαδή, σε μια διαρκώς μεταλλασσόμενη ΕΕ.
Άμεσης προτεραιότητας θέμα είναι η ραγδαία μετάλλαξη της ΕΕ σε ομοσπονδία με ισχυρό κέντρο και πιθανόν εκλεγμένη ηγεσία, με νέες δομές, τραπεζικές, οικονομικές, ίσως και μια νέα ΟΝΕ, σύμφωνα με ορισμένους, που θα ανανεώσει, όπως τουλάχιστον ελπίζει το Βερολίνο, τις οικονομικές δυνατότητες αλλά και θα δώσει στη Γερμανία τη νόμιμη ισχύ που της λείπει τώρα για να εδραιώσει την κυριαρχία της στην Ευρώπη.
Επειδή δεν υπάρχει αξιωματούχος στην Ευρωπαϊκή Ένωση που να τοποθετεί την Ελλάδα εντός του νέου οικοδομήματος, είναι συγκλονιστική η κενότητα με την οποία το πολιτικό σύστημα συζητά –υποτίθεται–, προβληματίζεται και μελετά τη νέα κατάσταση που διαμορφώνεται με αποφάσεις που ήδη έχουν ληφθεί στη Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου και θα επιβεβαιωθούν σύντομα.
Όπως αναφέρει Έλληνας αξιωματούχος που έχει περάσει μεγάλο μέρος της ζωής του στις Βρυξέλλες, ποτέ άλλοτε η χώρα μας δεν είχε τόση ανεπάρκεια πολιτικού προσωπικού και τόση συσσωρευμένη παθητικότητα στην πολιτική της δράση. Χαρακτηριστικά, επικαλέστηκε το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει ψηφίσει παθητικά όλες τις αλλαγές στην ΕΕ, με τελευταία το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, χωρίς καν να εκφράσει μια άποψη ή να διαπραγματευτεί τη θετική της ψήφο, αποσπώντας έστω κάποιες ελαφρύνσεις στο Μνημόνιο, ενώ η ίδια αφωνία επικρατεί και ενόψει των νέων αλλαγών στην ΕΕ. Αν συνεχιστεί αυτή η παθητική στάση, η Ελλάδα είναι βέβαιο ότι θα βρεθεί σε ιδιάζουσα κατάσταση, δηλαδή δεν θα είναι ούτε στον πρώτο ούτε στο δεύτερο κύκλο της ΕΕ, αλλά σε μια θέση που θα μπορούσε να ονομαστεί απλά «κατάσταση αποσάθρωσης»…
Η εικόνα χειροτερεύει
Οι πρώτες ενδείξεις είναι απολύτως απογοητευτικές για τη νέα κυβέρνηση, καθώς οι προγραμματικές δηλώσεις και το γενικότερο κλίμα, όπως προκύπτει από συνεχείς τοποθετήσεις, αποδεικνύουν ότι τα συνεργαζόμενα κόμματα δεν διδάχθηκαν τίποτα από την αποσύνθεση του δικομματισμού, την απαξίωση και την περιφρόνηση του κόσμου προς το πολιτικό σύστημα και οδηγούνται πλέον σε συνολική αποσάθρωση, αν επιμείνουν σε αυτή την πολιτική. Το ίδιο ισχύει και για το διεθνή παράγοντα –τις Βρυξέλλες, το ΔΝΤ, το Βερολίνο και το Παρίσι–, που δείχνει να μην αντιλαμβάνεται ή να μην τον ενδιαφέρει ότι είναι θέμα χρόνου να εκδηλωθούν φυγόκεντρες δυνάμεις στην κυβερνητική συμμαχία.
Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, οι προγραμματικές δηλώσεις της τρικομματικής κυβέρνησης ήταν μια βασανιστική θεσμική διαδικασία, γιατί σχεδόν τα πάντα είχαν κριθεί από την επομένη των εκλογών και τις σκληρές θέσεις κατά της επαναδιαπραγμάτευσης του Μνημονίου, από τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής, από την ταπεινωτική περιπολία του Χορστ Ράιχενμπαχ σε όλα τα υπουργεία, όπου αντιμετωπιζόταν ως φυσικός ηγέτης των υπουργών μας, από τη στάση της τρόικας και ήδη από τις πρώτες απειλές ότι η επόμενη δόση, αυτή του Αυγούστου, δεν θα δοθεί αν δεν γίνουν πρώτα μεταρρυθμίσεις. Η Ελλάδα είναι μια χώρα-παρίας στην ΕΕ, μια χώρα που δεν έχει εκχωρήσει απλά, αλλά έχει απωλέσει εθνική κυριαρχία, και είναι μείζον το ερώτημα αν με τις αλλαγές που προωθούνται για την ενοποίηση της Ευρώπης η χώρα μας θα έχει θέση στη νέα αρχιτεκτονική, καθώς οι πλέον ειδήμονες περί τα κοινοτικά εκφράζουν τη βεβαιότητα ότι η Ελλάδα θα είναι εκτός του νέου οικοδομήματος.
Όπως με έμφαση έχουμε σημειώσει από τις στήλες των «Επικαίρων» σε σειρά δημοσιευμάτων μας, το πρόβλημα πλέον της Ελλάδας είναι πρωτίστως πρόβλημα πολιτικής διαπραγμάτευσης και όχι τεχνικής. Από τη στιγμή που η νέα κυβέρνηση δεν θέλησε να επικαλεστεί τη λαϊκή εντολή για να διαπραγματευτεί απαιτώντας αλλαγή του μείγματος πολιτικής, ήταν προδιαγεγραμμένο ότι η στάση των μεγάλων κέντρων θα σκλήραινε με στόχο η χώρα μας να αποτελέσει μια χώρα «κατ’ εξαίρεση» σε όλα τα επίπεδα, όπως, άλλωστε, και συνέβη.
Σημειώνεται ότι κύκλοι των Βρυξελλών, πριν καν αρχίσει η ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων του πρωθυπουργού στη Βουλή, προεξοφλούσαν ότι η ελληνική κυβέρνηση θα λάβει σκληρά μέτρα τον Αύγουστο και ότι ήδη ο επικεφαλής του Eurogroup, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, είχαν τη σύμφωνη γνώμη του κ. Γιάννη Στουρνάρα, πριν καν ο τελευταίος ορκιστεί υπουργός. Άλλωστε, εκ των προτέρων γνωρίζαμε ότι η τρόικα θα ήταν σκληρή κατά την παραμονή της στην Αθήνα, γιατί αυτές τις πολιτικές εντολές είχε – κάτι που επιβεβαιώθηκε απόλυτα…
Ο «νεκροθάφτης» της διαπραγμάτευσης
Οι ίδιοι κύκλοι τονίζουν ότι στη νέα κυβέρνηση, παρά το γεγονός ότι είναι τρικομματική, έχουν βρει πρωτόγνωρη κατανόηση όσον αφορά στην πολιτική ιδιωτικοποιήσεων, νέων «προσαρμογών» σε μισθούς, ενώ πολλά θα κριθούν και από το νέο φορολογικό νομοσχέδιο. Από έγκυρους εμπειρογνώμονες ο κ. Γιάννης Στουρνάρας χαρακτηρίζεται και ως ο επίσημος «νεκροθάφτης της επαναδιαπραγμάτευσης», επιβεβαιώνοντας ότι έμεινε πιστός στην αρχική αποστολή του, τη συνεισφορά του, δηλαδή, στη σύνταξη του Μνημονίου, στο οποίο και πιστεύει ακράδαντα συνεργαζόμενος άριστα με τον ΣΕΒ και –κατά πληροφορίες– με τους Γερμανούς βιομηχάνους, που επίσης περιμένουν από το νέο υπουργό Οικονομικών να συμβάλει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα στη λειτουργία των Ειδικών Οικονομικών Ζωνών στην Ελλάδα, στις οποίες επίσης πιστεύει ο κ. Στουρνάρας. Αν δεν έγινε κατανοητό από την κοινή γνώμη, τη νέα πολιτική της Ελλάδας έναντι των Βρυξελλών και του Βερολίνου την καθόρισε ο κ. Στουρνάρας, με την περίφημη δήλωσή του ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να ζητήσει τίποτα αν δεν εφαρμόσει πρώτα το Μνημόνιο, μιλώντας ουσιαστικά με τη φωνή των δανειστών και περιφρονώντας τη λαϊκή βούληση, που ζήτησε επαναδιαπραγμάτευση κάποιων δυσμενών όρων ώστε να επιτευχθεί επανεκκίνηση της οικονομίας και να μπει φρένο στο οξύ κοινωνικό πρόβλημα.
Οι ίδιες πηγές τονίζουν ότι οι Βρυξέλλες έχουν λάβει παρασκηνιακές διαβεβαιώσεις πως με τα φορολογικά μέτρα που θα ληφθούν σε συνδυασμό με τις ιδιωτικοποιήσεις θα αντληθούν μέχρι το τέλος του χρόνου πόροι ύψους 15 δις ευρώ, ενώ λέγεται ότι αυτή τη φορά θα υποστηριχθούν πολύ πιο αποφασιστικά και οι συγχωνεύσεις τραπεζών. Όλ’ αυτά θα γίνουν με αντάλλαγμα η Ελλάδα να πάρει παράταση στην εφαρμογή του Μνημονίου κατά δύο χρόνια το πολύ, ένα θέμα που δεν αξίζει ιδιαίτερης ανάλυσης για να καταδειχθεί το μέγεθος του λάθους που θα φορτώσει με μεγαλύτερο χρέος την Ελλάδα και δεν θα της δίνει καμία προοπτική.
Όσον αφορά στις ιδιωτικοποιήσεις, παράγων που γνωρίζει εκ των έσω τις συζητήσεις που έχουν γίνει τα τελευταία δύο χρόνια επισημαίνει ότι καλό θα ήταν να περιοριστούν κάπως οι συζητήσεις, επειδή και κατά το πρόσφατο παρελθόν υπήρξαν έντονες αντιπαραθέσεις κι έγιναν προβλέψεις για εισπράξεις που δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ. Η ίδια πηγή σημειώνει ότι υπάρχουν νομικά προβλήματα και αναγκαίες ρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν για να προχωρήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις, τονίζοντας ταυτόχρονα ότι, πέραν αυτών, τη στιγμή της υπογραφής κανένας υπουργός δεν θα ρισκάρει να δώσει τη συγκατάθεσή του στην πώληση επιχειρήσεων έναντι ευτελούς τιμήματος, κάτι που πιθανόν θα αφήνει δικαστικές εκκρεμότητες…
Επίκαιρα, 12/7