Ανάθεση σεισμικών ερευνών σε Ιόνιο και Νότια Κρήτη: Αλλαγή φάσης ή πολιτικά πυροτεχνήματα;
Του Βασίλειου Καμηλαράκη
Δικηγόρου Αθηνών
Πολιτευτή “Ανεξάρτητων Ελλήνων” Περιφ. Αττικής
Όπως έγινε γνωστό, στην αρμόδια επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, αλλά και ευρύτερα δια μέσω της συνέντευξης τύπου στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, η νορβηγική εταιρεία Petroleum Geo-Services (PGS) ανέλαβε να πραγματοποιήσει τις σεισμικές έρευνες στην περιοχή του Ιονίου και Νότια της Κρήτης. Η εταιρεία αυτή είναι πράγματι μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες στο είδος της και εκ πρώτης όψεως η είδηση δημιουργεί θετική εντύπωση.
Παρά ταύτα, όμως, η απόφαση έναρξης των σεισμικών ερευνών και η επιλογή της εταιρείας, χωρίς να παρέχονται τα περαιτέρω στοιχεία της επικείμενης συμφωνίας, τα οποία είναι απαραίτητα για την επιτυχή ολοκλήρωση του εγχειρήματος, δημιουργεί αμφιβολίες. Όπως είναι γνωστό, σημασία δεν έχει μόνο το τι γίνεται, αλλά κυρίως το πως γίνεται.
Σημαντικό στοιχείο αποτελεί η διαμόρφωση των όρων της σύμβασης που θα υπογραφεί μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, δηλαδή του ΥΠΕΚΑ και της PGS, και οι οποίοι θα προκύψουν μετά από σχετική διαπραγμάτευση. Σύμφωνα με ανακοινώσεις, η σύμβαση θα έχει διάρκεια 24 μηνών. Είναι κρίσιμο, όμως, να γνωρίζουμε αν κατά το χρονικό διάστημα των δύο ετών, δηλαδή μέχρι το 2014, απαγορεύεται η χορήγηση άδειας έρευνας υδρογονανθράκων (γεώτρησης) σε άλλη εταιρεία για τις περιοχές αυτές. Δηλαδή, για παράδειγμα, στην περιοχή Νότια της Κρήτης έχει υπάρξει πρόταση από την ισραηλινή εταιρεία Delek, ενώ έντονο ενδιαφέρον έχουν δείξει οι ρωσικές εταιρείες Gazprom και Rosneft, οι οποίες δια Ρώσου αξιωματούχου στο περιθώριο της συνεδρίασης της Mεικτής Eνεργειακής Eλληνο-Ρωσικής Ομάδας Εργασίας που συνεδρίασε στο ΥΠΕΚΑ στις 12 Δεκεμβρίου 2011, εξέφρασε την έκπληξή του που δεν τους παρέχουμε το δικαίωμα να προβούν με δικές τους δαπάνες σε άμεση έναρξη γεωτρήσεων. (πηγή: http://www.defencenet.gr/defence/index.php?option=com_content&task=view&id=30597&Itemid=139). Για να καταστεί σαφές, δεν αναφέρονται σε διενέργεια χρονοβόρων σεισμικών ερευνών προκειμένου να διαπιστώσουν εάν υπάρχουν στοιχεία ύπαρξης υδρογονανθράκων, αλλά σε απευθείας έναρξη γεωτρήσεων, καθώς υπάρχει η δυνατότητα παροχής πληροφοριών μέσω δορυφορικών συστημάτων. Σημειωτέον ότι, η κάθε γεώτρηση κοστίζει στην εταιρεία περίπου 100 εκ.$, γεγονός που αποδεικνύει, αφενός το μέγεθος του «ρίσκου» που δέχονται οι ίδιοι να αναλάβουν και αφετέρου τη βεβαιότητα για το ύψος της αξίας των κοιτασμάτων.
Επιπλέον, πρέπει να ενημερωθούμε αν στη σύμβαση θα υπάρχει σχετική πρόβλεψη για έναρξη των σεισμικών ερευνών και επίσπευση γνωστοποίησης των αποτελεσμάτων τους προς το ΥΠΕΚΑ, πρώτα για την περιοχή Νότια της Κρήτης και στη συνέχεια για τις λοιπές περιοχές, δεδομένου, αφενός ότι υπάρχει ήδη ενδιαφέρον, αφετέρου ότι το μέγεθος των εν λόγω κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου υπολογίζεται σε 20 δις αντίστοιχα βαρέλια πετρελαίου, αξίας δηλαδή περίπου 2 τρις $. (βλ. άρθρο Ηλ. Κονοφάγου, Ν. Λυγερού και Αντ. Φώσκολου- ΕΠΙΚΑΙΡΑ 30.08.2012, όπου γίνεται αναφορά και στη δυνατότητα άμεσης προεξόφλησης της αξίας των κοιτασμάτων στη διεθνή αγορά πετρελαίου). Το μέγεθος των κοιτασμάτων έχει προσδιοριστεί τόσο από το Γεωλογικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ, όσο και από το Γαλλικό Ινστιτούτο Πετρελαίου.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, και αφού το ΥΠΕΚΑ κρίνει ότι η έναρξη των σεισμικών ερευνών είναι απαραίτητη, θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη από τους εκπροσώπους του υπουργείου τα ζητήματα που τίθενται.
Η ουσιαστική και άνευ περιττών καθυστερήσεων αξιοποίηση του ελληνικού ορυκτού πλούτου μπορεί να ωφελήσει αφάνταστα σημαντικά τη ζωή του δοκιμαζόμενου ελληνικού λαού και να αποτελέσει το μοναδικό μέσο για μια πρωτόγνωρη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, ικανή όχι μόνο να τη βγάλει άμεσα από το λαβύρινθο στον όποιο έχει εγκλωβιστεί, αλλά να σηματοδοτήσει την έναρξη μιας νέας εποχής.
Ας ελπίσουμε ότι οι πρωτοβουλίες του ΥΠΕΚΑ δεν εντάσσονται στα γνωστά πολιτικά πυροτεχνήματα, όπως οι προθέσεις αξιοποίησης του δήθεν «σημαντικού» κοιτάσματος του Κατάκολου. Απαιτείται στρατηγικός σχεδιασμός και υψηλό αίσθημα εθνικής ευθύνης.