Το θέμα που αποτελεί τον τίτλο του σημερινού άρθρου μου, το έχω επαναφέρει, ως πρόταση, τουλάχιστον 4 φορές τους τελευταίους 24 μήνες, από άλλα μέσα επικοινωνίας μου με το κοινό.
Όμως, κάτι για να εμπεδωθεί καλά, ως φαίνεται χρειάζεται να το επαναλάβεις περισσότερες φορές.
Λοιπόν ας το επαναλάβω και από τούτο το φιλόξενο μέσο :
Κατάργηση των αναπληρωτών υπουργών, των υφυπουργών και γενικών γραμματέων (όλες πολιτικές θέσεις με τα νυν ισχύοντα) και φυσικά όλων των θέσεων συμβούλων τους.
Για να το πω ευθέως : οργανωτικά, τους θεωρώ παντελώς χωρίς νόημα.
Η πρότασή μου δεν έχει να κάνει με πρόσωπα, έχει να κάνει με ζητήματα οργανωτικής φιλοσοφίας, όπως εγώ τουλάχιστον τα αντιλαμβάνομαι, ενώ, πρέπει να το πω εξ αρχής, θεωρώ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ να ισχύσει μια θεσμική διαδικασία υπηρεσιακής εξέλιξης τέτοια, που να αφαιρεί ουσιαστικά από τον κάθε υπουργό, το δικαίωμα να παροπλίζει στελέχη και να τοποθετεί άλλα στη θέση τους, κάτι ΠΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΑ συμβαίνει σε κάθε δημόσια υπηρεσία, με κάθε αλλαγή κυβέρνησης.
Ο λειτουργικός ΚΑΙ διοικητικός χώρος του κάθε υπουργείου, όπως είναι γνωστό, ήδη τμηματοποιείται σε Γενικές Διευθύνσεις (που καταλαμβάνονται από μόνιμους υπαλλήλους του υπουργείου), που αποτελούν και την ανώτατη δυνατή διοικητική βαθμίδα. Περαιτέρω, αυτές οι Γενικές Διευθύνσεις, εξειδικεύονται σε Διευθύνσεις, Τμήματα, κ.λπ.
Για την οικονομία του χρόνου και του χώρου, θα μείνω στο επίπεδο των Γενικών Διευθύνσεων.
Ο υπουργός μπορεί να διοικήσει με συμπαραστάτες ακριβώς αυτές τις Γενικές Διευθύνσεις, όπως ο διευθύνων σύμβουλος μιας μεγάλης εταιρίας, διοικεί έχοντας κάτω απ’ αυτόν ένα ολιγομελή αριθμό ανώτατων στελεχών, αφού προηγούμενα γίνει ένας γενναίος επανασχεδιασμός τους, ώστε να παραμείνουν όσες δικαιολογούνται από τις ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΕΣ υπηρεσιακές ανάγκες, και να καταργηθούν οι υπόλοιπες.
Εδώ θα μπορούσα να προτείνω τη σύσταση ΣΕ ΚΑΘΕ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ μιας Επιτροπής Διοίκησης που θα απαρτίζεται από τον υπουργό και τους Γενικούς Διευθυντές του υπουργείου, που θα συνεδριάζει κάθε 15νθήμερο, και η οποία θα ασκεί την εποπτεία για την καλή λειτουργία του υπουργείου και επίσης, με τη συνεπικουρία μιας Επιτροπής Στρατηγικού Σχεδιασμού, θα χαράσσει, θα επιβάλλει και θα παρακολουθεί την εφαρμογή του μακροπρόθεσμου στρατηγικού προγράμματος του υπουργείου και του συνημμένου σ’ αυτό ετήσιου προϋπολογισμού που κάθε χρόνο θα επικαιροποιείται πάντα όμως εντός των πλαισίων του στρατηγικού προγράμματος.
Στην ουσία, με τη πρόταση αυτή, εξασφαλίζεται όχι μόνο το γεγονός ότι η λειτουργία ενός υπουργείου βρίσκεται ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ στα χέρια ανθρώπων που «γεννήθηκαν», «μεγάλωσαν» και «γέρασαν» σ’ αυτό, κι επομένως ξέρουν πάρα πολύ καλά το αντικείμενο, τις ιδιαιτερότητες, τα προβλήματά του και τις απαιτούμενες λύσεις, μα επίσης, δεν διαταράσσεται η ιεραρχία με τις ΣΥΧΝΕΣ ανατροπές και τις αλλαγές σ’ αυτή, ενώ, επίσης, εξασφαλίζεται η συνέχεια της διοίκησης ΣΤΑ ΚΡΙΣΙΜΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ.
Ο υπουργός, σύμφωνα με την παρούσα οργανωτική προσέγγιση, θα είναι αυτό ΠΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΕΙΝΑΙ : ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ προϊστάμενος του υπουργείου, και όχι ένας ακόμα υπηρεσιακός του παράγοντας. Ο υπουργός, θα δίνει ΤΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ κατευθύνσεις, και από εκεί και πέρα, θα αξιώνει από την υπαλληλική ιεραρχία, με τρόπο αποτελεσματικό να τις «μεταφράζει» σε καθημερινή υπηρεσιακή δράση και έργο, ή, πράγμα πολύ σημαντικό, να υποδεικνύει στον άρτι αφιχθέντα υπουργό, που λογικά, δεν θα παραμείνει παρά κάποιους μήνες εκεί (12; 24; 36;), το βαθμό δυνατότητας «μετασχηματισμού» των πολιτικών του κατευθύνσεων σε καθημερινή υπηρεσιακή δραστηριότητα, ώστε να αποφεύγεται η κατασπατάληση χρόνου ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ, κάτι που το βιώνουμε συχνά, όταν αποτιμούμε το τι έχει στοιχίσει η φαεινή του κάθε ενός που όταν κάθεται σε μια υπουργική καρέκλα, ή καρέκλα αναπληρωτή υπουργού, ή υφυπουργού, ή γενικού γραμματέα, θεωρεί πως αίφνης του ήρθε και η Θεία Επιφοίτηση, σ’ ένα θέμα με το οποίο ενδεχομένως και να μην έχει ξανασχοληθεί στη ζωή του, κι ούτε είναι απαραίτητο να έχει ξανασχοληθεί, αρκεί να παραμείνει σ’ αυτό που ήδη τόνισα : στο ρόλο του ως πολιτικού προϊσταμένου.