Γράφει ο Χρήστος Παπαδόπουλος
Αρκετοί είναι αυτοί που ομιλούν περί μαλθακότητας του ελληνικού λαού, απέναντι στη λαίλαπα των εξουθενωτικών μέτρων, που κατρακυλούν τη ζωή μας στη φτώχεια, στην ταπείνωση και στην εξόντωση. Άλλοι πάλι ισχυρίζονται (όπως ο υπουργός οικονομικών της Γερμανίας Σόιμπλε, και οι ελληνόφωνοι κυβερνήτες της χώρας μας), ότι η στάση αυτή είναι στάση επιδοκιμασίας και αποδοχής των μέτρων, εκ μέρους του ελληνικού λαού.
Και οι δυο αυτές προσεγγίσεις, δεν είναι τίποτα άλλο, παρά οι δυο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Από τη μια μεριά είναι αυτοί, που ενώ είναι πεπεισμένοι για την κατοχή της απόλυτης αλήθειας, αδυνατούν όμως να την κάνουν κατανοητή στους υπόλοιπους. Να την κάνουν κυρίαρχη. Είναι αυτοί που επιδιώκουν ανατροπές, χωρίς να θέλουν να γίνονται από οργανωμένα κινήματα. Και από την άλλη είναι αυτοί που επιβάλλουν την δική τους αλήθεια ως τη μοναδική, μάλιστα με τον ισχυρισμό ότι είναι και αποδεκτή, από την πλειοψηφία των πολιτών. Αγνοούν και οι δυο αυτοί πόλοι, ότι οι κοινωνικές διεργασίες δεν είναι το αποτέλεσμα κάποιων πολιτικών (αν και επηρεάζονται άμεσα), αλλά αντίθετα είναι αυτές που καθορίζουν τις πολιτικές. Σε μια παγκοσμιοποιήμενη κοινωνία, όπου οι επιμέρους κοινωνίες μπορούν και χειραγωγούνται με μηχανιστικούς τρόπους (καταστολή, νόμους, έλεγχο θεσμών κ.α., όπως συμβαίνει ήδη στον Ευρωπαϊκό νότο), οι πολιτικές δε μπορεί να είναι προϊόν κοινωνικών διεργασιών, αλλά αντίθετα συγκεκριμένων κέντρων εξουσίας, άσχετα αν στη συνέχεια τις εμφανίζουν και ως τέτοιες.
Η «ανάγκη» για αναδιάρθρωση, εκσυγχρονισμό, ανασύσταση κλπ του ελληνικού κράτους, δεν είναι τίποτα άλλο παρά το άλλοθι για μια νέα βίαιη αναδιανομή του πλούτου μεταξύ των κοινωνικών τάξεων. Το φτωχό κράτος, με τους πλούσιους μεγαλοκαταθέτες στο εξωτερικό, χρειάζεται μια νέα θεώρηση, που να εξηγεί την σημερινή του κατάσταση και να απενοχοποιεί το σύστημα που τη δημιούργησε. Η δοξασία Πάγκαλου «μαζί τα φάγαμε», δίνει το ιδεολογικό και πολικό υπόβαθρο για μια τέτοια προσέγγιση. Αυτή γίνεται αποδεκτή, από μερίδα ανθρώπων, που έχουν ήδη απολέσει την αυτοεκτίμηση τους. Που πιστεύουν ότι η αμοιβή τους είναι υπερτιμημένη, σε σχέση με την αντίστοιχη προσφοράς τους. Είναι όσοι φοβούνται ότι αν δεν αποδεχτούν τη νέα κατάσταση, θα οδηγηθούν σ’ ακόμη μεγαλύτερες εκπτώσεις, θα χάσουν ακόμη περισσότερα. Που γνωρίζουν ότι οι ικανότητες τους για αυτοσυντήρηση είναι πολύ περιορισμένες. Είναι όσοι συμμετέχουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στο μεγάλο φαγοπότι. Είναι ακόμη και αυτοί, που τους έχει διατεθεί το «προνόμιο» να τριγυρνούν κάτω από τα τραπέζια των μεγάλων συνευρέσεων, για να αμειφτούν οι υπηρεσίες τους με τα ψίχουλα που πέφτουν. Είναι όλοι αυτοί που στη ζωή τους έχουν μάθει να πορεύονται με δάνειες δυνάμεις και όχι στηριζόμενοι στις δικές τους. Είναι αυτοί που αδυνατούν να σταθούν μόνοι στα πόδια τους, φοβούμενοι μη σωριαστούν καταγής, ως ασπόνδυλα πλάσματα. Είναι ακόμη και αυτοί, που «όσα δεν μπορούν να φτάσουν τα κάνουν κρεμαστάρια», απαιτώντας ή αποδεχόμενοι την εξίσωση στο ύψος των δυνατοτήτων τους, δηλαδή προς τα κατώτερα επίπεδα. Είναι δηλαδή όσοι θέλουν να επιβάλλουν την αντίληψη, ότι όλος ο κόσμος είναι σαν τα μούτρα τους. Αλήθεια μπορεί να πιστέψει κανείς ότι οι σύγχρονοι έλληνες έχουν καταλειφθεί στο σύνολο τους απ’ όσα περιγράφονται παραπάνω; Ότι μπορεί να χειραγωγούνται εσαεί με διάφορα τεχνάσματα; Τα πανηγύρια που στήνονται πάνω σε ψέματα και η εξαπατήσεις, στηρίζονται πάνω σε κοντές γιορτές…
Πως λοιπόν μέσα σ’ ένα τέτοιο περίπλοκο περιβάλλον, με τόσες αντιφατικές προσεγγίσεις, με τόσους κατασταλτικούς μηχανισμούς εξουσίας, με ηγεσίες (πολιτικές, συνδικαλιστικές κλπ) που οι περισσότερες είναι κάτω του μετρίου και αμφιλεγόμενης καθαρότητας, είναι δυνατόν τα κοινωνικά κινήματα να αυτοπροσδιορισθούν και αποκτήσουν ένα δικό τους αυτόνομο ρόλο και στόχους; Η σημερινή κατάσταση που βιώνει η χώρα, δεν οφείλεται σε ένα μόνο αίτιο. Δεν είναι δηλαδή αποτέλεσμα μόνο μιας πολιτικής ηγεσίας κατώτερης των περιστάσεων ή διαβρωμένης. Είναι η συσχέτιση πολλών επιμέρους στρεβλώσεων που εδραιώθηκαν τα τελευταία χρόνια στην ελληνική κοινωνία και όχι μόνο. Η εξατομίκευση της ευδαιμονίας, ως το βασικό στοιχείο των δυτικών κοινωνιών, αλλοίωσε την κοινωνική φυσιογνωμία του σύγχρονου ανθρώπου. Είναι αυτή που έστρωσε το χαλί για να έρθει η σημερινή λαίλαπα, για να ισοπεδώσει (αφού πρώτα ενοχοποίησε) ότι μέχρι κατακτήθηκε με κοινωνικούς αγώνες.
Ευτυχώς όμως οι κοινωνικές διεργασίες υπακούουν σε άλλους νόμους, και δεν υποτάσσονται κάτω από δοξασίες του είδους «μαζί τα φάγαμε» και ευρωλάγνες ιδεοληψίες. Τα όρια της πίεσης και των ανοχών μιας κοινωνίας είναι δύσκολο, εκ των προτέρων να ανιχνευθούν. Όσοι νομίζουν ότι μπορούν να το πετύχουν, για να προσπορίσουν ακόμη μεγαλύτερα κέρδη, είναι σαν επιχειρούν να ελέγξουν τη φωτιά που άναψαν ρίχνοντας σ’ αυτή βενζίνη. Αργά η γρήγορα η έκρηξη θα είναι αναπόφευκτη και με τραγικές συνέπειες. Θύματα της, πέραν των συνήθως γνωστών, θα είναι και όλοι αυτοί που μπροστά στην πλεονεξία τους να τα έχουν όλα, θα κινδυνέψουν να χάσουν τα πάντα…