Εκατομμύρια επενδύσεων χάνονται κάθε χρόνο στη χώρα μας, από την έλλειψη της κατάλληλης νομοθεσίας που θα επιτρέψει την ανάπτυξη κλινικών μελετών για νέα φάρμακα.
Η αντιαναπτυξιακή πολιτική που ακολουθείται μέχρι σήμερα δεν επιτρέπει την ανάδειξη του επιστημονικού δυναμικού της χώρας, ενώ στερεί ταυτόχρονα τη δυνατότητα στους ασθενείς να έχουν πρόσβαση σε προηγμένες τεχνολογικά θεραπείες και μάλιστα, δωρεάν.
Η υστέρηση που παρουσιάζει η χώρα μας στο θέμα των κλινικών μελετών την ώρα που διεθνώς ο τομέας προβλέπει τη δαπάνη 60 δις. ευρώ, συνολικά, είναι απογοητευτική. Στην Ευρώπη, σήμερα, είναι υπό εξέλιξη 20.000 τέτοιες μελέτες, όταν στην Ελλάδα, το 2005 πραγματοποιήθηκαν 300 τέτοιες μελέτες και το 2012 διενεργούνται μόλις 283 κλινικές μελέτες. Για τον ίδιο σκοπό, στη χώρα δαπανήθηκαν μόλις 83 εκ. ευρώ τα έτη 2010-2011, όταν οι αντίστοιχες επενδύσεις στη Σλοβενία έφτασαν τα 100 εκ. ευρώ, στην Ιρλανδία τα 200 εκ. ευρώ και στην Αυστρία τα 433 εκ. ευρώ!
Στα παραπάνω στοιχεία αναφέρθηκε σήμερα ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας κ. Δημήτρης Δέμος, κατά την ομιλία του στο συνέδριο με θέμα «Η Κλινική Έρευνα Φαρμάκων στην Ελλάδα» που πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (Σ.Φ.Ε.Ε.), της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (Π.Ε.Φ.), της HACRO Hellenic Association of CROs, του ΕΒΕΑ Pharmaceutical Forum Team και της Ελληνικής Εταιρίας Φαρμακευτικής Ιατρικής (ΕΛ.Ε.ΦΙ.).
Ο κ. Δέμος έκανε λόγο για 300-500 εκ. ευρώ έσοδα ετησίως στη χώρα μας, αν αναπτυχθεί η νομοθεσία που θα επιταχύνει τις κλινικές μελέτες από τα πρώτα τους στάδια, την ελαχιστοποίηση της γραφειοκρατίας στην Εθνική Επιτροπή Δεοντολογίας, στην καθιέρωση ενιαίων προδιαγραφών εγκρίσεων με τις αντίστοιχες στην Ευρώπη, αλλά και την ανάδειξη των αποτελεσμάτων των μελετών αυτών, με δημοσιεύσεις σε διεθνή έγκριτα επιστημονικά περιοδικά. Σημείωσε βέβαια, ότι χρειάζεται και στελέχωση για το σκοπό αυτώ των τμημάτων στην Εθνική Επιτροπή Δεοντολογίας και στον ΕΟΦ.
«Είναι προφανές ότι υπάρχει μία σημαντική αναπτυξιακή ευκαιρία που δεν έχουμε πλέον τη πολυτέλεια να αφήσουμε να πάει χαμένη…», σημείωσε ο κ. Δέμος, τονίζοντας ότι τα οφέλη δεν είναι μόνο οικονομικά, αλλά μπορεί με τον τρόπο αυτό να προωθηθεί η ερευνητική και αναπτυξιακή κουλτούρα της χώρας, συντελώντας συνολικά στην αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας.
«Έχει σημάνει η ώρα της ανάπτυξης και σε αυτό το ραντεβού δεν πρέπει να πάμε καθυστερημένοι», υπογράμμισε ο κ. Δέμος, επισημαίνοντας πως η κλινική έρευνα θα πρέπει να θεωρείται ως επένδυση που αποδίδει σε πολλά επίπεδα: εισροή ερευνητικής τεχνογνωσία, προσέλκυση ξένων επενδύσεων, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού σε τεχνολογίες αιχμής, ταχύτερη πρόσβαση των ασθενών σε νέε θεραπείες και τελικά ανάπτυξη και ενίσχυση της εθνικής οικονομίας.
Ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ κ. Κ. Φρουζής, εκτίμησε ότι «η Ελλάδα μπορεί να γίνει κέντρο διεξαγωγής κλινικών μελετών με διεθνή απήχηση» και υπογράμμισε πως «ο κύκλος εργασιών του τομέα, μπορεί να αυξηθεί από τα 80 εκατ. ευρώ στα 400 εκατ. ευρώ ετησίως, αν αρθούν τα αντικίνητρα, που αποτελούν τροχοπέδη στις επενδύσεις, και το αντικείμενο, μπορεί να αποτελέσει μοχλό ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης».
Σημείωσε όμως ότι η μη έκδοση του δελτίου τιμών με νέα φάρμακα για δύο έτη δεν δηλώνει αναπτυξιακό ενδιαφέρον.
Από την πλευρά του ΕΒΕΑ Pharmaceutical Forum Team ο Γενικός Γραμματέας κ. Χαρ. Λαμπρόπουλος, σημείωσε πως οι κλινικές έρευνες είναι από τις πιο παραγωγικές επενδύσεις. Ο στόχος των επενδύσεων 400 εκατ. ευρώ, είναι ρεαλιστικός και άμεσα υλοποιήσιμος υπογράμμισε τονίζοντας πως η πολιτεία πρέπει να άρει τα αντικίνητρα με ένταξη των δαπανών των κλινικών μελετών στις δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας και η δημιουργία φιλικού πλαισίου. Τα οφέλη από τις κλινικές έρευνες είναι πολλαπλά, καθώς υπάρχει εισροή σημαντικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, πρόσβαση των ασθενών σε νέες θεραπείες και διαρκή εκπαίδευση και αξιοποίηση στελεχών.
Στην κατεύθυνση αυτή, ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας Μάριος Σαλμάς, υποσχέθηκε την έκδοση υπουργικής απόφασης που θα προβλέπει:
Η υστέρηση που παρουσιάζει η χώρα μας στο θέμα των κλινικών μελετών την ώρα που διεθνώς ο τομέας προβλέπει τη δαπάνη 60 δις. ευρώ, συνολικά, είναι απογοητευτική. Στην Ευρώπη, σήμερα, είναι υπό εξέλιξη 20.000 τέτοιες μελέτες, όταν στην Ελλάδα, το 2005 πραγματοποιήθηκαν 300 τέτοιες μελέτες και το 2012 διενεργούνται μόλις 283 κλινικές μελέτες. Για τον ίδιο σκοπό, στη χώρα δαπανήθηκαν μόλις 83 εκ. ευρώ τα έτη 2010-2011, όταν οι αντίστοιχες επενδύσεις στη Σλοβενία έφτασαν τα 100 εκ. ευρώ, στην Ιρλανδία τα 200 εκ. ευρώ και στην Αυστρία τα 433 εκ. ευρώ!
Στα παραπάνω στοιχεία αναφέρθηκε σήμερα ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας κ. Δημήτρης Δέμος, κατά την ομιλία του στο συνέδριο με θέμα «Η Κλινική Έρευνα Φαρμάκων στην Ελλάδα» που πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (Σ.Φ.Ε.Ε.), της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (Π.Ε.Φ.), της HACRO Hellenic Association of CROs, του ΕΒΕΑ Pharmaceutical Forum Team και της Ελληνικής Εταιρίας Φαρμακευτικής Ιατρικής (ΕΛ.Ε.ΦΙ.).
Ο κ. Δέμος έκανε λόγο για 300-500 εκ. ευρώ έσοδα ετησίως στη χώρα μας, αν αναπτυχθεί η νομοθεσία που θα επιταχύνει τις κλινικές μελέτες από τα πρώτα τους στάδια, την ελαχιστοποίηση της γραφειοκρατίας στην Εθνική Επιτροπή Δεοντολογίας, στην καθιέρωση ενιαίων προδιαγραφών εγκρίσεων με τις αντίστοιχες στην Ευρώπη, αλλά και την ανάδειξη των αποτελεσμάτων των μελετών αυτών, με δημοσιεύσεις σε διεθνή έγκριτα επιστημονικά περιοδικά. Σημείωσε βέβαια, ότι χρειάζεται και στελέχωση για το σκοπό αυτώ των τμημάτων στην Εθνική Επιτροπή Δεοντολογίας και στον ΕΟΦ.
«Είναι προφανές ότι υπάρχει μία σημαντική αναπτυξιακή ευκαιρία που δεν έχουμε πλέον τη πολυτέλεια να αφήσουμε να πάει χαμένη…», σημείωσε ο κ. Δέμος, τονίζοντας ότι τα οφέλη δεν είναι μόνο οικονομικά, αλλά μπορεί με τον τρόπο αυτό να προωθηθεί η ερευνητική και αναπτυξιακή κουλτούρα της χώρας, συντελώντας συνολικά στην αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας.
«Έχει σημάνει η ώρα της ανάπτυξης και σε αυτό το ραντεβού δεν πρέπει να πάμε καθυστερημένοι», υπογράμμισε ο κ. Δέμος, επισημαίνοντας πως η κλινική έρευνα θα πρέπει να θεωρείται ως επένδυση που αποδίδει σε πολλά επίπεδα: εισροή ερευνητικής τεχνογνωσία, προσέλκυση ξένων επενδύσεων, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού σε τεχνολογίες αιχμής, ταχύτερη πρόσβαση των ασθενών σε νέε θεραπείες και τελικά ανάπτυξη και ενίσχυση της εθνικής οικονομίας.
Ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ κ. Κ. Φρουζής, εκτίμησε ότι «η Ελλάδα μπορεί να γίνει κέντρο διεξαγωγής κλινικών μελετών με διεθνή απήχηση» και υπογράμμισε πως «ο κύκλος εργασιών του τομέα, μπορεί να αυξηθεί από τα 80 εκατ. ευρώ στα 400 εκατ. ευρώ ετησίως, αν αρθούν τα αντικίνητρα, που αποτελούν τροχοπέδη στις επενδύσεις, και το αντικείμενο, μπορεί να αποτελέσει μοχλό ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης».
Σημείωσε όμως ότι η μη έκδοση του δελτίου τιμών με νέα φάρμακα για δύο έτη δεν δηλώνει αναπτυξιακό ενδιαφέρον.
Από την πλευρά του ΕΒΕΑ Pharmaceutical Forum Team ο Γενικός Γραμματέας κ. Χαρ. Λαμπρόπουλος, σημείωσε πως οι κλινικές έρευνες είναι από τις πιο παραγωγικές επενδύσεις. Ο στόχος των επενδύσεων 400 εκατ. ευρώ, είναι ρεαλιστικός και άμεσα υλοποιήσιμος υπογράμμισε τονίζοντας πως η πολιτεία πρέπει να άρει τα αντικίνητρα με ένταξη των δαπανών των κλινικών μελετών στις δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας και η δημιουργία φιλικού πλαισίου. Τα οφέλη από τις κλινικές έρευνες είναι πολλαπλά, καθώς υπάρχει εισροή σημαντικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, πρόσβαση των ασθενών σε νέες θεραπείες και διαρκή εκπαίδευση και αξιοποίηση στελεχών.
Στην κατεύθυνση αυτή, ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας Μάριος Σαλμάς, υποσχέθηκε την έκδοση υπουργικής απόφασης που θα προβλέπει:
- Καθορισμό ενιαίας αμοιβής των νοσοκομείων, για όλα τα ιδρύματα που συμμετέχουν σε ερευνητικές μελέτες,
- Υποχρέωση του νοσοκομείου να απαντά στις αιτήσεις για κλινική έρευνα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ώστε να μην παρατηρούνται καθυστερήσεις,
- Ενιαίο πρότυπο συμβάσεων, ώστε να μη διαμορφώνονται κατά περίπτωση και
- Διασφάλιση της ποιότητας και της ηθικής των μελετών και προστασία της υγείας των πολιτών.