Κύριος στόχος του Μνημονίου είναι η δημιουργία πλεονάσματος δια των εγχώριων πόρων, μέσω της περικοπής εγχώριας δαπάνης για την αποπληρωμή των δανειακών υποχρεώσεων της Ελλάδας μετά την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους. Μέσο για την πληρωμή του χρέους, είναι η λεγόμενη «εσωτερική υποτίμηση», η οποία στοχεύει στη μείωση της εγχώριας κατανάλωσης και την αύξηση της εθνικής αποταμίευσης και της διαθέσιμης ρευστότητας προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι δανειακές υποχρεώσεις της χώρας.
Η Τεχνοκρατική Μνημονιακή πολιτική προβλέπει δραστική περικοπή των δημόσιων δαπανών ως κύριο μέσο δημιουργίας πρωτογενών πλεονασμάτων, σε συνδυασμό με ιδιωτικοποιήσεις και πώληση δημόσιας περιουσίας.Οι Μνημονιακές πολιτικές και τεχνοκρατικές δυνάμεις έχουν δεσμευτεί να δημιουργήσουν μετά το 2015 πρωτογενή πλεονάσματα που να ξεπερνούν το 4% του ΑΕΠ. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, το Μνημόνιο προβλέπει τη λήψη μέτρων. Το μεγαλύτερο μέρος της δημοσιονομικής προσαρμογής έχει σχεδιαστεί να προκύψει από την…
κατάργηση δημόσιων οργανισμών,απόλυση των δημόσιων υπαλλήλων , σημαντική μείωση των κοινωνικών μεταβιβάσεων,μείωση των ειδικών μισθολογίων των δημόσιων υπαλλήλων και ειδικά των ένστολων,την συνεχής περικοπή επικουρικών και κύριων συντάξεων, τη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος. Μέτρα δηλαδή από τους ήδη υφιστάμενους εγχώριους πόρους και όχι από νέους.
Η πραγματικότητα είναι, ότι ακόμη και εάν εφαρμοστούν όλα τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής και εσωτερικής υποτίμησης και επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι του Μνημονίου II, η χρηματοπιστωτική κατάσταση της Ελλάδας θα εξακολουθεί να είναι ponzi. Δηλαδή, η χώρα θα συνεχίσει μέχρι το 2015 να μην έχει επαρκή ρευστότητα για να ικανοποιήσει την πληρωμή των τόκων που δημιουργεί το αναδιαρθρωμένο χρέος της. Άρα, θα κεφαλαιοποιεί τόκους, με συνέπεια, όπως έχει ήδη επισημανθεί από πολλούς(Αγείρτης, CERP κλπ) το χρέος να συνεχίζει να αυξάνεται. Θα έχει επίσης ιδιωτικοποιήσει πάνω από το 1/3 της δημόσιας περιουσίας της, που σχεδιάζεται να ξεπουληθεί βάσει του Μνημονίου II. Έχει επίσης επισημανθεί από τις ίδιες μελέτες, ότι μετά το 2015 το χρηματοδοτικό κενό της Ελλάδας θα συνεχιστεί, δηλαδή η αποπληρωμή των δανειακών υποχρεώσεών της θα εξακολουθήσει να εξαρτάται από νέο δανεισμό μέχρι το 2020. Η ανάγκη νέου δανεισμού θα είναι συνάρτηση του μεγέθους του πρωτογενούς πλεονάσματος.Όσο μικρότερο θα είναι το δημοσιονομικό πλεόνασμα τόσο μεγαλύτερη θα είναι η εξάρτηση της χώρας από εξωτερική ρευστότητα.