Προληπτικό μέτρο ενόψει επικείμενων συναλλαγματικών πολέμων; Ψήφος δυσπιστίας προς την Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ; Προανάκρουσμα μιας ορισμένης επιστροφής στον “κανόνα του χρυσού”; Ή υποταγή της Bundesbank στους παρανοϊκούς φόβους της γερμανικής κοινής γνώμης;
Του Κώστα Ράπτη
Η απόφαση της γερμανικής κεντρικής τράπεζας (η οποία γνωστοποιήθηκε επισήμως την Τετάρτη) να επαναπατρίσει σταδιακά μέχρι το 2020 στα θησαυροφυλάκια της Φραγκφούρτης το σύνολο του γερμανικού χρυσού που φυλάσσεται στην Τράπεζα της Γαλλίας στο Παρίσι και μεγάλο μέρος του χρυσού που φυλάσσεται από τη Fed στη Νέα Υόρκη (εκτιμώμενης συνολικής αξίας 27 δισ. ευρώ) εκ πρώτης όψεως φαντάζει ως μία λογική κίνηση διόρθωσης μιας ψυχροπολεμικής ιστορικής ανωμαλίας. Από το 1951 που η (Δυτική) Γερμανία άρχισε να δημιουργεί αποθέματα χρυσού, η φύλαξή του υπάκουε στην αρχή “όσο δυτικότερα τόσο καλύτερα” – για τον φόβο μιας σοβιετικής εισβολής.
Πριν από την επανένωση των Γερμανιών το 98% αυτού του χρυσού βρισκόταν σε θησαυροφυλάκια του εξωτερικού, ενώ η τελευταία μεγάλη κίνηση “επαναπατρισμού” συνέβη το 2000-2001 (εποχή των “πρώτων βημάτων” του ευρώ), οπότε αποσύρθηκαν 940 μετρικοί τόνοι από την Τράπεζα της Αγγλίας, με την επίκληση του κόστους φύλαξης (500.000 ευρώ ετησίως) που χρέωνε η βρετανική πλευρά.
Σύμφωνα με όσα είναι γνωστό ότι ίσχυαν την 31η Δεκεμβρίου 2011, από τους συνολικά 3.396 τόνους του γερμανικού χρυσού (αξίας 132,8 δισ. ευρώ), το 31% φυλασσόταν στη Φραγκφούρτη (82.857 ράβδοι των 400 ουγγιών), το 45% στην Fed (122.597 ράβδοι), το 13% στην Τράπεζα της Αγγλίας (36.036 ράβδοι) και το 11% (29.775 ράβδοι) στην Τράπεζα της Γαλλίας. Τα γερμανικά αποθέματα χρυσού είναι τα δεύτερα μεγαλύτερα παγκοσμίως, μετά από αυτά των ΗΠΑ.
Ο εξαγγελθείς “επαναπατρισμός”, που θα αποτελέσει την μεγαλύτερη μετακίνηση χρυσού στην ιστορία, αφορά τους 374 μετρικούς τόνους τους Παρισιού, που προφανώς θα μεταφερθούν οδικώς, και 300 τόνους από τη Νέα Υόρκη (που αντιστοιχούν σε 60 με 100 πτήσεις των 3-5 τόνων, το μέγιστο που καλύπτουν οι ασφαλιστικές εταιρείες). Με την ολοκλήρωση της κίνησης αυτής, ο χρυσός που θα φυλάσσεται στη Φραγκφούρτη θα ξεπεράσει το ψυχολογικό όριο του 50%, ενώ στη Νέα Υόρκη θα απομείνει περί το 37% του συνόλου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε επαναπατρισμό χρυσού έχουν προχωρήσει τα τελευταία χρόνια μόνο η Λιβύη, το Ιράν και η Βενεζουέλα, για τον φόβο της κατάσχεσής του από τις Δυτικές δυνάμεις. Στην περίπτωση της Βενεζουέλας, το 2011, η μεταφορά 160 τόνων από τη Νέα Υόρκη στο Καράκας κόστισε 9 εκατ. δολάρια.
Αντίστοιχο προηγούμενο στην Ευρώπη συνιστά μόνο η κίνηση του Charles de Gaulle το 1965 να μεταφέρει γαλλικό χρυσό αξίας 150 εκατ. δολαρίων από τη Νέα Υόρκη στο Παρίσι. Ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας λέγεται ότι “έχανε τον ύπνο του”, κατά δήλωσή του, από το γεγονός ότι ο γαλλικός χρυσός βρισκόταν σε αμερικανικά χέρια. Η κίνηση του πυροδότησε διεθνές κύμα αμφισβήτησης του δολαρίου και επιτάχυνε τις εξελίξεις που οδήγησαν στην αποδέσμευση των ΗΠΑ από τον κανόνα του χρυσού και την κατάρρευση του συστήματος του Bretton Woods τον Αύγουστο του 1971.
Αποτελεί η σημερινή γερμανική κίνηση κάτι το αντίστοιχο; Κατά τον Karl Ludwig Thiele της διοίκησης της Bundesbank ο ρόλος των αποθεμάτων χρυσού είναι αφενός η οικοδόμηση εμπιστοσύνης και αφετέρου η διευκόλυνση των συναλλαγματικών μεταβιβάσεων – ο δεύτερος αυτός ρόλος δεν ισχύει πλέον στην περίπτωση της Γαλλίας, με την οποία η Γερμανία μοιράζεται το ίδιο νόμισμα. Άλλα, μη κατονομαζόμενα στελέχη της γερμανικής κεντρικής τράπεζας, μιλώντας στο Forbes δήλωσαν ότι η μεταφορά του γερμανικού χρυσού δεν αποβλέπει στην πώλησή του, αλλά αποτελεί “προληπτικό μέτρο” για την περίπτωση μιας “συναλλαγματικής κρίσης” στην ευρωζώνη.
Πράγματι, όπως σημειώνουν οι Financial Times, η Γερμανία, σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δεν έχει προχωρήσει σε πωλήσεις χρυσού από το 1973, με την εξαίρεση 5-6 τόνων ετησίως που διατίθενται στο υπουργείο Οικονομιών για την κοπή νομισμάτων. (Μία άλλη χώρα η οποία αποφεύγει τις πωλήσεις είναι η Ιταλία, στην οποία, ως γνωστόν καλλιεργούνται “δεύτερες σκέψεις” για τη στάση της σε περίπτωση “συναλλαγματικής κρίσης”).
Το ότι το Πεκίνο ενισχύει τα κινεζικά αποθέματα χρυσού, σε μία κίνηση διαφοροποίησης από το δολάριο, και η νέα κυβέρνηση της Ιαπωνίας ακολουθεί επιθετική πολιτική αποδυνάμωσης του γιεν, καταδεικνύει σαφώς τους “κινδύνους συναλλαγματικού πολέμου” για τους οποίους μίλησε ήδη ανοιχτά ο κεντρικός τραπεζίτης της Ρωσίας Alexei Ulyukayev.
Ωστόσο, η γερμανική ιδιαιτερότητα έγκειται στη συνομωσιολογία η οποία περιβάλλει τον χρυσό της Γερμανίας τουλάχιστον από πέρσι, οπότε το Ελεγκτικό Συνέδριο (Bundesrechnungshof) σε έκθεσή του επιτίμησε την κεντρική τράπεζα για το ότι δεν έχει προχωρήσει ποτέ σε “φυσική πιστοποίηση” της κατάστασης των αποθεμάτων που φυλάσσονται στο εξωτερικό. Ζήτησε μάλιστα την πραγματοποίηση ελέγχων (ασυνήθιστων κατά την καθιερωμένη διεθνή πρακτική), με αποτέλεσμα να τροφοδοτηθεί μια ολόκληρη φιλολογία αμφισβήτησης από βουλευτές της κεντροδεξιάς, οι οποίοι ζήτησαν να… εξετάσουν αυτοπροσώπως την κατάσταση των αποθεμάτων της Νέας Υόρκης. Μάλιστα ο βιομήχανος Hans-Olaf Henkel και ο (γνωστός για τις ευρωσκεπτικιστικές του τοποθετήσεις) βουλευτής των Ελευθέρων Δημοκρατών Frank Schaeffler συγκρότησαν πρωτοβουλία υπό το σύνθημα “Επαναπατρίστε τον χρυσό μας!” προβάλλοντας τον κίνδυνο οικειοποίησης του γερμανικού χρυσού από τρίτους, σε συνθήκες οξείας κρίσης, αλλά και το ενδεχόμενο η γερμανική κυβέρνηση να χρειασθεί συντόμως να στηριχθεί στον χρυσό για την κάλυψη των αναγκών της.
capital.gr