Αδόλφος Χίτλερ
“Η Φθορίωση είναι η μεγαλύτερη υπόθεση επιστημονικής απάτης του αιώνα”.
– Robert Carlton, Ph.D, πρώην επιστήμονας EPA, 1992
Η συνωμοσία του Φθορίου
(μετάφραση-προσθήκη φωτο Βίκυ Χρυσού)
Η ιστορία της αναγκαστικής χορήγησης φθορίου στον άνθρωπο μέσω της φθορίωσης του πόσιμου νερού είναι στολισμένη με εκατοντάδες ψέματα, απληστία και εξαπάτηση. Οι κυβερνήσεις που προσθέτουν φθόριο στο πόσιμο νερό επιμένουν ότι είναι ασφαλής, ωφέλιμη και αναγκαία διαδικασία, όμως, τα επιστημονικά στοιχεία δείχνουν ότι δεν είναι ασφαλής η κατανάλωση φθορίου και πως στις περιοχές όπου φθοριώνονται τα αποθέματα πόσιμου ύδατος σημειώνονται υψηλότερα ποσοστά καρκίνου, φθορίωσης δοντιών, οστεοπόρωσης και άλλων προβλημάτων υγείας.
Λόγω της
πίεσης που ασκεί η βιομηχανία αλουμινίου, οι φαρμακευτικές εταιρείες και οι κατασκευαστές όπλων, εξακολουθεί να προστίθεται φθόριο στο πόσιμο νερού ολόκληρης της Βόρειας Αμερικής. Οι πρόσφατες νομικές ενέργειες κατά των εταιρειών ύδρευσης που φθοριώνουν το πόσιμο νερό, έχει δημιουργήσει ένα τέτοιο προηγούμενο, που θα καθιστούσε αδύνατη την υποβολή νέων μηνύσεων ενάντια σε προμηθευτές φθοριομένου νερού.
Υπάρχει μια αυξανόμενη αντίσταση ενάντια στην προσθήκη τοξικού φθορίου στην παροχή νερού, αλλά δυστυχώς, επειδή το φθόριο έχει γίνει “η ψυχή της σύγχρονης βιομηχανικής οικονομίας” (Bryson 2004), “παίζονται” τεράστια χρηματικά ποσά αυτών που εγκρίνουν τη φθορίωση του νερού. Έτσι τα ψέματα για τα οφέλη της φθορίωσης του νερού θα συνεχίσουν να τροφοδοτούν τη δημόσια ενημέρωση, όχι για να προωθήσουν τα οφέλη για την υγεία σε ένα μεγάλο αριθμό ατόμων, αλλά το κέρδος του στρατιωτικό-βιομηχανικού συμπλέγματος.
Η ιστορία αρχίζει το 1924, όταν η
Interessen Gemeinschaft Farben (IG Farben), μια γερμανική εταιρεία κατασκευής χημικών, άρχισε τη λήψη δανείων από αμερικανικές τράπεζες, προχωρώντας σταδιακά στη δημιουργία του τεράστιου IG Farben καρτέλ
(θα τη θυμάστε φαντάζομαι την εταιρία σε σχέση με την πρόσφατη έρευνα περί “περιβαλλοντικών οργανώσεων” και WWF…). Το 1928 ο
Henry Ford και η
American Standard Oil Company (
οι Rockefellers) συγχωνεύθηκαν με την IG Farben.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 υπήρχαν πάνω από εκατό αμερικανικές εταιρείες, είχαν θυγατρικές και συνεργάζονταν με τη Γερμανία. Η I.G. Farben Αμερικής ελέγχονταν από μια εταιρεία χαρτοφυλακίου, την American IG Farben, στο διοικητικό συμβούλιο
της οποίας αναφέρονται οι:
- Edsel Ford, πρόεδρος της Ford Motor Company,
- Chas. E. Mitchell, πρόεδρος της National City Bank of New York των Rockefeller,
foto: The Brothers Rockefeller κάτω ο P. Warburg
- Walter Teagle, Πρόεδρος του Standard Oil Νέας Υόρκης,
- Paul Warburg, πρόεδρος της Federal Reserve και αδελφός του Max Warburg, χρηματοδότη του γερμανικού πολέμου,
- Herman Metz, διευθυντής της Τράπεζας Manhattan, που ελέγχεται από τους Warburgs, και
- μια σειρά από άλλα μέλη, τρία από τα οποία καταδικάστηκαν ως εγκληματίες πολέμου για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας κατά τη διάρκεια του Γερμανικού πολέμου.
Εκόνα: ο Carl Krauch στη δίκη της Νυρεμβέργης για την IG Farben, από το βιβλίο του Borkin, Joseph: Die unheilige Allianz der I.G. Farben; eine Interessengemeinschaft im Dritten Reich (H ανίερη IG Farben: μία κοινονοία συμφερόντων του Γ΄Ραιχ) – Campus Verlag: Frankfurt/Main, New York 1979, 1990 (Bd. 1030).
Το 1939 στα πλαίσια της συμφωνίας Alted, ανάμεσα στην αμερικανική εταιρεία Αλουμινίου ALCOA (American Aluminum Company), που τότε ήταν ο μεγαλύτερος παραγωγός φθοριούχου νατρίου στον κόσμο, και την Dow Chemical Company μετέφεραν η τεχνολογία τους στη Γερμανία. Η Colgate, η Kellogg, η Dupont (τις πρώτες τις ξέρετε μέχρι σήμερα πολύ καλά, την τελευταία την συναντάμε επίσης συχνότατα εξ αιτίας της εμπλοκής της στα μεταλλαγμένα και γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα -κολοσσός στα χημικά και παραγωγός ινών ναύλον) και πολλές άλλες εταιρείες τελικά υπέγραψαν συμφωνίες σύμπραξης με την IG Farben, δημιουργώντας ένα ισχυρό λόμπι που έχει βαπτιστεί “η μαφία του φθορίου” (Stephen 1995).
Στο τέλος του
Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η αμερικανική κυβέρνηση έστειλε τον
Charles Eliot Perkins, ερευνητή στο χώρο της χημείας, της βιοχημεία, της φυσιολογίας και της παθολογίας, για να αναλάβει τα μεγάλα χημικά εργοστάσια Farben στη Γερμανία. Οι γερμανικοί χημικοί μίλησαν τότε στον Perkins για ένα καθεστώτος που είχαν διαμορφώσει κατά τη διάρκεια του πολέμου, το οποίο είχε υιοθετήσει και προσαρμόσει το γερμανικό Γενικό Επιτελείο.
Του περιέγραψαν στην ουσία την προσπάθειά τους να έχουν τον έλεγχο του πληθυσμού σε οποιαδήποτε περιοχή, εφαρμόζοντας μαζική “θεραπευτική” αγωγή μέσω του πόσιμου νερού, το οποίο προηγουμένως μόλυναν με φθοριούχο νάτριο. Πρόκειται για μια τακτική που χρησιμοποιήθηκε στα γερμανικά και ρωσικά στρατόπεδα αιχμαλώτων πολέμου, ώστε να κάνουν τους φυλακισμένους “ηλίθιους και πειθήνιους” (Stephen 1995).
Η Farben κατά τη διάρκεια του πολέμου είχε αναπτύξει σχέδια φθορίωσης των κατεχόμενων χωρών, διότι είχε διαπιστωθεί ότι με τη φθορίωση προκαλούνται ελαφρές ζημιές σε ένα συγκεκριμένο τμήμα του εγκεφάλου, καθιστώντας πιο δύσκολο στο άτομο που υφίσταται τη φθορίωση να υπερασπιστεί την ελευθερία του και καθιστά το άτομο πιο πειθήνιος απέναντι στην εξουσία. Το φθόριο είναι μία από τις ισχυρότερες αντι-ψυχωτικές ουσίες που είναι γνωστές και περιέχεται στο 25% των ισχυρών ηρεμιστικών.
Δεν προκαλεί βέβαια έκπληξη ότι το καθεστώς του Χίτλερ εφάρμοζε τον ελέγχου του νου μέσω χημικών ουσιών, αλλά ο Αμερικανικός Στρατός συνέχισε την ναζιστική έρευνα, διερευνώντας για τεχνικές που θα ήταν χρήσιμες στην εξουδετέρωση του εχθρού ή τον εμποτισμό με φάρμακα ενός ολόκληρου έθνους. Όπως αναφέρεται στην έκθεση Rockefeller, μια σύντομη ενημέρωση για τις ενέργειες της CIA, «το πρόγραμμα των ναρκωτικών** ήταν μέρος ενός πολύ μεγαλύτερου προγράμματος της CIA που αφορούσε τη μελέτη για τον έλεγχο της συμπεριφοράς του ανθρώπου” (Stephen 1995).
Ο
«μύθος πρόληψης της τερηδόνας» που συνδέεται με το φθόριο, προέρχεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες του 1939, όταν ένας επιστήμονας, ο
Gerald J. Cox, –
που εργαζόταν για την ALCOA, τη μεγαλύτερη παραγωγό τοξικών αποβλήτων φθορίου που τότε απειλούνταν με αγωγές για να καταβάλει αποζημιώσεις εξαιτίας βλαβών που προκάλεσε με τα απόβλητα φθορίου-, χρησιμοποίησε φθόριο σε αρουραίους στο εργαστήριο του, καταλήγοντας στο “συμπέρασμα” ότι το φθόριο μειώνει το “σάπισμα” των δοντιών και υποστήριξε ότι πρέπει να προστεθεί στο νερού του έθνους.
Το 1947, ο Oscar R. Ewing, δικηγόρος της ALCOA για πολύ καιρό, διορίστηκε επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας (Federal Security Agency), μια θέση που τον έθεσε ταυτόχρονα επικεφαλή της Υπηρεσίας Δημόσιας Υγείας (Public Health Service – PHS). Κατά τη διάρκεια των επόμενων 3ων ετών, 87 νέες αμερικανικές πόλεις άρχισαν να φθοριώνουν το πόσιμο νερό τους, συμπεριλαμβανομένου της πόλης Michigan όπου έτρεχε πιλοτικά η μελέτη φθορίωσης του νερού, καταργώντας έτσι τα αντικειμενικά κριτίρια της επιστημονικής μελέτης για την ασφάλειας και την ωφέλεια της παροχής φθορίου, πριν καν ολοκληρωθεί ποτέ η μελέτη.
Η αμερικανική “εκπαίδευση και έρευνα”, χρηματοδοτήθηκε από την Βιομηχανία Αλουμινίου, Λιπασμάτων και Βιομηχανίας Όπλων που αναζητούσε μια διέξοδο για να ξεφορτωθεί μεν όλη την ποσότητα των βιομηχανικών αποβλήτων φθορίου, έχοντας ταυτόχρονα όμως και κέρδος. Η «ανακάλυψη» πως (τάχα) επωφελήθηκαν τα δόντια από το φθόριο, πληρώθηκε από τον βιομηχανικό κλάδο που έπρεπε να υπερασπιστεί τον εαυτό του απέναντι σε “αγωγές από εργαζομένους και κοινότητες που είχαν δηλητηριαστεί από τις βιομηχανικές εκπομπές φθορίου” (Bryson 1995) και έτσι μετέτρεψαν μία υποχρέωση σε πλεονέκτημα.
Η σωστή απομάκρυνση του φθορίου, που ήταν ένα συστατικό αποβλήτων από διαδικασίες κατασκευής εκρηκτικών υλών, λιπασμάτων και άλλων «ειδών ανάγκης», ήταν μία πολύ δαπανηρή διαδικασία και μέχρι τη στιγμή που ανακαλύφθηκε μια «χρήση» στην Αμερική, η πρόσθεση του δηλαδή στην υδροδότηση, η ουσία θεωρούνταν μόνο
τοξικό, επικίνδυνο απόβλητο. (Θυμηθείτε εδώ και άλλες τέτοιες πρακτικές… ακόμη και στη χώρα μας όπου βιομηχανίες για να αποφύγουν τη σωστή διαχείριση των αποβλήτων τους χρηματοδοτούν έρευνες ώστε να βρεθεί κάποια χρησιμότητα για τα -πιθανών- επικίνδυνα απόβλητα τους…)Μέσω μίας ύπουλης εκ νέου δημόσιας εκπαίδευσης που εφαρμόστηκε, το φθόριο, το απόβλητο, έγινε η δραστική ουσία φθοριούχων παρασιτοκτόνων, μυκητοκτόνων, ποντικοφάρμακων, αναισθητικών, ηρεμιστικών φθοριούχων φαρμακευτικών προϊόντων, καθώς και μιας σειράς βιομηχανικών και οικιακών προϊόντων, φθοριούχων οδοντιατρικών διαλυμάτων για πλύσεις και οδοντόκρεμες.
Το φθόριο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του εισοδήματος βιομηχανικών και φαρμακευτικών εταιριών -της τάξης πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, ώστε για όποιους προσπαθήσουν οποιαδήποτε ανάκληση του, από τη στιγμή που υποστηρίζονται οικονομικά οι μελέτες αυτών που είναι υπέρ της φθορίωσης,
- καθίστατε οικονομικά αδύνατη,
- νομικά αδιανόητη και
- δυνητικά καταστροφική για την καριέρα και τη φήμη τους.
(Ποιός να τα βάλει με τα “μεγαθήρια”?)
Ο
Edward Bernays,
γνωστός επίσης και ως ο πατέρας του PR*(Public relations) ή ο original spin doctor, χρηματοδοτούμενος από βιομηχάνους των ΗΠΑ σε μια προσπάθεια να ενθαρρυνθεί η δημόσια αποδοχή του φθορίου,
ξεκίνησε μια εκστρατεία εξαπάτησης για να πείσει την κοινή γνώμη. Ο Barnays έλεγε χαρακτηριστικά:
“μπορείτε να καταστήστε αποδεκτή σχεδόν οποιαδήποτε ιδέα εάν οι γιατροί είναι υπέρ της. Οι πολίτες είναι διατεθειμένοι να αποδεχθούν ένα γιατρό, διότι αποτελεί μια “αρχή” για τους περισσότερους ανθρώπους, ανεξάρτητα από το πόσο αυτός γνωρίζει ή δεν γνωρίζει”(Bryson 2004).
Οι γιατροί που ενέκριναν τη φθορίωση δεν γνώριζαν ότι οι έρευνες ασφάλειας που ενοχοποιούσαν το φθόριο ή αποσιωπούνταν ή δεν διεξαγόταν καν. Το Φθόριο εξομοιώθηκε με την επιστημονική πρόοδο και εφόσον είχε παρουσιαστεί στο κοινό ως ενισχυτική για την υγεία ουσία, προστέθηκε και στο περιβάλλον για το “καλό”των παιδιών. Εκείνοι που αντιτίθενται στη φθορίωση είχαν απορριφθεί ως μανιακοί, κομπογιαννίτες και τρελοί.
Το Φθόριο έγινε αδιαπέραστο στην κριτική διότι έδρασε μια αδυσώπητη επιθετική επικοινωνιακή πολιτική (PR), αλλά και λόγω της συνολικής του τοξικότητας. Σε αντίθεση με τις χημικές ουσίες που έχουν χαρακτηριστικά αποτελέσματα (αφήνουν την “υπογραφή” τους), το φθόριο, είναι ένα συστημικό δηλητήριο, που παράγει μια ολόκληρη σειρά από προβλήματα υγείας, γι ‘αυτό τα αποτελέσματα του είναι πιο δύσκολο να διαγνωστούν (ως αποτελέσματα της δράσης του).
Πρόσφατα αποχαρακτηρισμένα αμερικανικά στρατιωτικά έγγραφα όπως του Manhattan Project, φανερώνουν πως το φθόριο είναι το κλειδί στη χημική παραγωγή ατομικής βόμβας και εκατομμύρια τόνοι φθορίου ήταν απαραίτητοι για την κατασκευή βόμβων ουρανίου και πλουτωνίου. Η δηλητηρίαση από Φθόριο –και όχι η ακτινοβολία- αναδείχθηκε ως ο μεγαλύτερος χημικός κίνδυνος για την υγεία τόσο των εργαζομένων όσο και των γύρω κοινοτήτων.
Οι επιστήμονες που εργάστηκαν για την ατομική βόμβα, είχαν διαταχθεί να παράσχουν στοιχεία χρήσιμα για την άμυνα σε περίπτωση προσφυγής σε δικαστική αγωγή, οπότε άρχισαν κρυφά δοκιμές φθορίου σε ανυποψίαστους ασθενείς νοσοκομείων και σε διανοητικά καθυστερημένα παιδιά. “Ο Αύγουστος 1948, Εφημερίδα του Αμερικανικού Οδοντιατρικού Συνδέσμου (American Dental Association) δείχνει ότι τα αποδεικτικά στοιχεία των δυσμενών επιπτώσεων από το φθόριο είχαν λογοκριθεί από την Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας των ΗΠΑ για λόγους “εθνικής ασφάλειας”(Griffiths 1998). Η μόνη έκθεση που δημοσιεύτηκε δήλωνε ότι το φθόριο είναι ασφαλές για τον άνθρωπο στο μικρές δόσεις.
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ο Dr. Harold C. Hodge, που ήταν τοξικολόγος για τον αμερικανικό στρατό στο Manhattan Project, ήταν ο πρώτος επιφανής επιστήμονας που υποστήριξε την φθορίωση του νερού. Ενώ όμως ο Δρ Hodge ήταν καθησυχαστικός στα συνέδρια για την ασφάλεια της φθορίωσης νερού, συγκαλυμμένα διεξήγαγε ένα από τα πρώτα πειράματα φθορίωσης του νερού των ανυποψίαστων πολιτών της Αμερικής στο Newburgh της Νέας Υόρκης και επιπλέον μελετούσε κρυφά τα βιολογικά δείγματα πολιτών του Newburgh στο εργαστήριο του στο Πανεπιστημίου του Rochester.
Δεδομένου ότι δεν υπήρξαν νομικά εμπόδια κατά την απόκρυψη των επιστημονικών δεδομένων, όταν δημοσιεύθηκε πως (δήθεν) το μοναδικό συμπέρασμα που προέκυπτε από αυτά τα πειράματα ήταν ότι το φθόριο ήταν ασφαλές σε χαμηλές δόσεις, η ίδια αυτή δήλωση στάθηκε ιδιαίτερα χρήσιμη για την ετυμηγορία του στρατού των ΗΠΑ που φοβόταν αγωγές για πρόκληση βλαβών μέσω του φθορίου, από τους εργαζομένους σε εργοστάσια πυρηνικής ενέργειας και τα εργοστάσια πυρομαχικών.
Η ρύπανση με φθόριο, ήταν ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετώπισαν νομικά οι βασικοί βιομηχανικοί τομείς των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου. Μια μυστική ομάδα δικηγόρων μεγάλων εταιρειών, γνωστή ως Επιτροπή Δικηγόρων Φθορίου (Fluorine Lawyers Committee), στα μέλη της οποίας περιλαμβάνονται η US Steel, ALCOA, Kaiser Aluminum, και Reynolds Metals, ανέθεσε μία έρευνα στo Εργαστήριο Kettering του Πανεπιστημίου του Cincinnati που “να παρέχει πυρομαχικά” (Bryson 2004) για τις εταιρείες εκείνες που θα χρειαζόταν να “αγωνιστούν”ενάντια σε ένα κύμα πολιτών με αξιώσεις για τη ζημία που τους προκλήθηκε με το φθόριο.
Η Επιτροπή των Δικηγόρων Φθορίου και οι “πρέσβεις” τους είχαν συχνή και προσωπική επαφή με τους ανώτερους υπαλλήλους του Ομοσπονδιακού Εθνικού Ινστιτούτου Οδοντιατρικής Έρευνας και είχαν συνεννοηθεί στο «θάψιμο» της 40χρονης μελέτης Kettering, η οποία έδειχνε ότι το φθόριο δηλητηρίαζε τους πνεύμονες και τους λεμφαδένες σε πειραματόζωα. Τα ιδιωτικά συμφέροντα, επεδίωκαν συστηματικά να καταστρέψουν τη σταδιοδρομία και να λογοκρίνουν πληροφορίες, εξασφαλίζοντας έτσι ότι
- ποτέ δεν θα χρηματοδοτούνταν επιστημονικές μελέτες που δημιουργούσαν αμφιβολίες για την ασφάλεια του φθορίου και πως
- ποτέ δεν θα δημοσιευόταν ακόμη και αν συνέβαινε να βρουν χρηματοδότηση.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, η έρευνα που διεξήγαγε στο Harvard η τοξικολόγος Phillis Mullenix έδειξε
- ότι το φθόριο στο νερό μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του δείκτη νοημοσύνης και
- πως σε αρουραίους προκαλεί έντονα συμπτώματα που μοιάζουν με αυτά της διαταραχής της προσοχής και της υπερκινητικότητας (ADHD).
Μόλις λίγες ημέρες πριν γίνει δεκτή για δημοσίευση η έρευνα της Mullenix, απολύθηκε από τη θέση της διευθύντριας τοξικολογίας στο Forsyth Dental Center στη Βοστόνη. Στη συνέχεια το αμερικανικό Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας (NIH) απέρριψε την αίτηση της για άδεια, ώστε να συνεχίσει την έρευνα της σχετικά με τις επιπτώσεις του φθορίου στο κεντρικό νευρικό σύστημα, όταν μια ομάδα του NIH της είπε ότι “το φθόριο δεν έχει επιπτώσεις στο κεντρικό νευρικό σύστημα, ” (Griffiths 1998).
Παρά τα αυξανόμενα στοιχεία ότι είναι επιβλαβές για τη δημόσια υγεία, οι αμερικανικές ομοσπονδιακές και κρατικές υπηρεσίες υγείας και οι μεγάλοι οδοντιατρικοί και ιατρικοί οργανισμοί, όπως η American Dental Association (ADA),
εξακολουθούν να προωθούν και να διαφημίζουν το φθόριο.
Η φθορίωση του Νερού συνεχίζεται, παρά την σθεναρή στάση εναντίον της από την πλευρά των επιστημόνων της ίδιας της Υπηρεσίας Προστασίας του Περιβάλλοντος (EPA), μέσω της Ένωσης τους με την ονομασία Chapter 280 (“κεφάλαιο 280”) του Εθνικού Θησαυροφυλακίου Ενώσεων Εργαζομένων (National Treasury Employees Union).
Ο Δρ Γουίλιαμ Hirzy, αντιπρόεδρος του Chapter 280 , δήλωσε ότι
“το φθόριο (που προστίθεται στο νερό των κοινοτήτων) είναι ένα επικίνδυνο απόβλητο και υπάρχουν σημαντικές αποδείξεις των δυσμενών επιπτώσεων του στην υγεία, σε αντίθεση με τη δημόσια αντίληψη, ενώ δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου στοιχεία για τα σημαντικά του οφέλη”. (Mullenix 1998).
Αν και το φθόριο είναι μέχρι πενήντα φορές πιο τοξικό από το διοξείδιο του θείου, ακόμη δεν έχει καταγραφεί ως ατμοσφαιρικός ρύπος στα αμερικανικά “νομοσχέδια για καθαρό αέρα” (Clean Air Act).
Χιλιάδες τόνοι βιομηχανικών αποβλήτων φθορίου χύνονται στις παροχές πόσιμου νερού σε όλη τη Βόρεια Αμερική, δήθεν για να βοηθήσουν τα αστραφτερά χαμόγελα των παιδιών μας, ενώ η μεγάλη βιομηχανία στις ΗΠΑ έχει το πλεονέκτημα να πετά στο περιβάλλον όσα απόβλητα φθορίου της αρέσει, χωρίς καμία υποχρέωση της για μέτρηση των εκπομπών και δίχως να θεωρούνται καν υπεύθυνοι για τη δηλητηρίαση ανθρώπων, ζώων ή της βλάστησης.
Τον Αύγουστο του 2003, το ΥΠΠ ζήτησε από το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας, το σκέλος της έρευνας της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών (NAS), να αξιολογήσουν εκ νέου τα πρότυπα ασφάλειας φθορίωσης του νερού μέσω της αναθεώρησης πρόσφατης επιστημονικής βιβλιογραφίας, διότι η τελευταία αναθεώρηση του 1993 είχε σημαντικά κενά στον τομέα της έρευνας .
“Ούτε η Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) και ούτε το Εθνικό Ινστιτούτο για την Οδοντιατρική Έρευνα (NIDR), ούτε η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής Οδοντιατρικής έχει καμία απόδειξη σχετικά με την ασφάλεια ή την αποτελεσματικότητα φθορίου” (Sterling 1993).
Η Διεθνής Ακαδημία Στοματικής Ιατρικής και Τοξικολογίας (International Academy of Oral Medicine and Toxicology) έχει ταξινομήσει το φθόριο ως δίχως έγκριση οδοντιατρικό φάρμακο, λόγω είναι υψηλής τοξικότητας του ενώ στο Τοξικολογικό Πρόγραμμα του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου των ΗΠΑ (US National Cancer Institute Toxicological Program) έχει βρεθεί ότι το φθόριο είναι ένα “διφορούμενο καρκινογόνο” (Maurer 1990).
Επί του παρόντος, η κυβέρνηση των
ΗΠΑ συνεχίζει να θεσπίζει περαιτέρω συστήματα φθορίωσης σε όλη τη χώρα, συμπεριλαμβανομένου του Νόμου περί Υδάτων (
Water Act) που ψηφίστηκε το Νοέμβριο του 2003, ο οποίος νόμος κατέστησε πλέον αδύνατη κάθε αστική ή ποινική δίωξη σε βάρος των επιχειρήσεων ύδρευσης ως αποτέλεσμα προσθήκης φθορίου στο δημόσιο-πόσιμο νερό.
Σε μια κοινωνία όπου τα προϊόντα που περιέχουν αμίαντο, μόλυβδο, βηρύλλιο και πολλές άλλες καρκινογόνες ουσίες έχουν αποσυρθεί από την αγορά, προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι το φθόριο αγκαλιάζεται τόσο έντονα και τυφλά. Φαίνεται παράλογο ότι εμείς πληρώνουμε τη διάθεση των τοξικών αποβλήτων της χημικής βιομηχανίας με την πρόσθεση του στο νερό μας.
Η απόκρυψη των κινδύνων ρύπανσης του φθορίου από το κοινό είναι μια δουλειά συνωμοσίας καπιταλιστικού στυλ και επικών διαστάσεων, που επήλθε επειδή ένα ισχυρό λόμπι επιθυμεί να χειραγωγήσει την κοινή γνώμη, προκειμένου να προστατεύσει τα δικά της οικονομικά συμφέροντα.
“Αυτοί που χειρίζονται αυτόν τον αόρατο μηχανισμό της κοινωνίας αποτελούν αόρατη κυβέρνηση, η οποία είναι η πραγματική εξουσία αποφάσεων της χώρας μας… το μυαλό μας είναι μοντελαρισμένο, τα γούστα μας προσχεδιασμένα, οι ιδέες μας έχουν προ-προταθεί σε μεγάλο βαθμό από άνδρες για τους οποίους που δεν έχουμε ακούσει ποτέ” (Bernays 1991 ).
************************************************************************************
Πηγή: ekoscommunications.com
Σημειώσεις:
*Public relations (PR) είναι η πρακτική διαχείρησης τς ροής πληροφοριών ανάμεσα σε ένα οργανισμό και το κοινό.
**στο ρόλο που έπαιξε η CIA, αλλά και η DuPont για την εξάπλωση του μύθου των ναρκωτικών θα αναφερθώ σε επόμενο άρθρο
εικόνα δίπλα: από fluoridealert.org
κλικ για να δείτε όλη την παρουσίαση
*****************************************************************************************
Θαρρώ πως είναι πλέον προφανέστατο ποιοί είναι πίσω από κάθε μεγάλο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, είτε είναι ήδη γνωστό, είτε το αγνοούμε… αρκεί να παρακολουθεί κανείς πως τελικά όλα συνδέονται…
Βίκυ Χρυσού