Όταν γράφαμε για τα πεταμένα λεφτά που επενδύουν οι βαρώνοι στα διάφορα μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα δεν είχαμε την ψευδαίσθηση ότι οι νέοι φερέλπιδες επιχειρηματίες αποσκοπούσαν στο κέρδος μέσω καθαυτής της δραστηριότητας. Είναι πασιφανές ότι ο έλεγχος των μεγάλων συγκροτημάτων είναι διαχρονική πηγή εξουσίας και όχι απλά μοχλός πίεσης. Οι διεθνείς εξελίξεις στο χώρο του τύπου όπως μας ενημερώνει ο i-reporter και το Κουρδιστό Πορτοκάλι στο άρθρο που ακολουθεί δεν επιδέχονται αμφίδρομες ερμηνείες. Η ανατροπή των μονοπωλίων της ενημέρωσης έρχεται με γοργούς ρυθμούς και στην Ελλάδα με μία και μοναδική κατεύθυνση: Την κυριαρχία του ανεξάρτητου διαδικτύου.
Τι κι αν οι εκδότες εξαγοράζουν αναγνώστες, τι και αν οι freepress βαυκαλίζονται για το τιράζ τους, ο αναγνώστης πλέον επιλέγει συνειδητά τους ανεξάρτητους δικτυακούς τόπους για να ενημερωθεί. Όχι επειδή τους βρήκε στο κάθισμα του τραίνου και θέλει να σκοτώσει την ώρα του, ούτε επειδή με κάθε φύλλο που αγοράζει παίρνει δώρο 4 DVD και τρεις τυρόπιττες.
Αυτό ακριβώς είναι το ανεξέλεγκτο στοιχείο που φέρνει τη μεταστροφή. Το αμφίβολο μέρος είναι κατά πόσον τώρα που θα ρεύσουν πακτωλοί χρημάτων τα ιστολόγια θα αντισταθούν στην επερχόμενη διαπλοκή. Αυτό είναι το ζητούμενο και η ευθύνη όλων μας._
Αν και οι πιέσεις που δέχεται ο χώρος του έντυπου Τύπου στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού δεν αφορούν μόνο τους «Νew Υork Τimes», εν τούτοις η πορεία της συγκεκριμένης εφημερίδας έχει ιδιαίτερη σημασία, δεδομένου ότι αποτελεί τη ναυαρχίδα της σοβαρής δημοσιογραφίας στην Αμερική.
Το 2001 οι «Νew Υork Τimes», που ανήκουν στην οικογένεια Σουλτσμπέργκερ από το 1896, γιόρτασαν τα 150ά γενέθλιά τους. Εκτοτε έχουν σταδιακά συρρικνωθεί και σήμερα απειλούνται με εξαφάνιση.
Μια σειρά λανθασμένες επιχειρηματικές κινήσεις, οι περισσότερες από τις οποίες αποδίδονται στον εκδότη τους, και η μεγαλύτερη οικονομική κρίση στην πρόσφατη ιστορία έχουν φέρει την εταιρεία Νew Υork Τimes Co. σχεδόν στο χείλος της αβύσσου.
Ο Αρθουρ γεννήθηκε το 1951 και ξεκίνησε τη μαθητεία του στην οικογενειακή επιχείρηση το 1978, ως ρεπόρτερ στο γραφείο της εφημερίδας στην Ουάσιγκτον. Ολοι γνώριζαν ότι είχε μεγάλες πιθανότητες να διαδεχθεί τον πατέρα του, αλλά ο ίδιος κατέβαλλε φιλότιμες προσπάθειες να υποδυθεί τον ρόλο ενός απλού συντάκτη.
Υστερα από τρία χρόνια μεταφέρθηκε στα γραφεία στη Νέα Υόρκη, όπου εργάστηκε ως συντάκτης στο ελεύθερο ρεπορτάζ. Το 1982 μεταφέρθηκε στο εμπορικό τμήμα της εφημερίδας, το 1988 ανακηρύχθηκε βοηθός εκδότη και το 1992 έγινε εκδότης. Στις 16 Οκτωβρίου 1997, την ημέρα που για πρώτη φορά η εφημερίδα κυκλοφόρησε με έγχρωμη φωτογραφία στην πρώτη σελίδα, εξελέγη πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας.
Οι επικριτές του αναφέρουν ότι του λείπει το ειδικό βάρος για τη θέση του ηγέτη μιας τόσο μεγάλης επιχείρησης. Υπενθυμίζεται ότι στην εταιρεία που διευθύνει ανήκουν, εκτός από τους «ΝΥ Τimes», η «Ιnternational Ηerald Τribune» και η «Βoston Globe», την οποία ο Αρθουρ αγόρασε το 1993 αντί του αστρονομικού για την εποχή ποσού του 1 δισ. δολαρίων και η οποία σήμερα αναγκάζεται να προβεί σε δραματικές περικοπές προκειμένου να μη χρεοκοπήσει.
Το πρώτο μεγάλο επιχειρηματικό λάθος του ήταν η απόφαση στη δεκαετία του ΄90 να αρχίσει να αγοράζει μαζικά μετοχές της εταιρείας. Την εποχή εκείνη η κίνηση αυτή θεωρήθηκε επιτυχημένη και βοήθησε στο να ανεβάσει την τιμή των μετοχών στα δυσθεώρητα ύψη των 50 δολαρίων. Ωστόσο σήμερα που η τιμή τους έχει μειωθεί στα 4 δολάρια αυτή η απόφαση μοιάζει σχεδόν καταστροφική.
Ακόμη ένα λάθος που του καταλογίζουν ήταν η φρενήρης εξαγορά περιφερειακών εφημερίδων, αθλητικών ομίλων και διαδικτυακών τόπων την περίοδο 1995-2005, σε μια προσπάθεια γιγάντωσης της εταιρείας, στην οποία σήμερα ανήκουν επίσης 15 περιφερειακές εφημερίδες, μεγάλο ποσοστό της ομάδας μπέιζμπολ Βoston Red Sox, οι ηλεκτρονικές εκδόσεις όλων των εντύπων του ομίλου, τηλεοπτικοί σταθμοί και η ιστοσελίδα Αbout. com.
Οι εξαγορές αυτές έχουν φέρει την εταιρεία αντιμέτωπη με κολοσσιαίες υποχρεώσεις απέναντι στους πιστωτές της, ενώ ο περιορισμός των διαφημιστικών εσόδων επιδεινώνει ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Οπως συμβαίνει με πολλούς κολοσσούς λίγο προτού καταρρεύσουν, ο Σουλτσμπέργκερ αποφάσισε να χτίσει έναν νέο ουρανοξύστη προκειμένου να στεγάσει την αυτοκρατορία του σε πιο μοντέρνο περιβάλλον.
Το κτίριο που σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Ρέντσο Πιάνο κόστισε περίπου 500 εκατ. δολάρια και σήμερα θεωρείται από τις πιο λανθασμένες επιχειρηματικές κινήσεις του εκδότη και μία από τις βασικές αιτίες για τα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζει σήμερα η εταιρεία. Ολοι αναγνωρίζουν ότι η μεγάλη επιτυχία του αυτά τα χρόνια είναι η ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας, η οποία αποτελεί το πρότυπο για ανάλογες προσπάθειες. Εχοντας ξεπεράσει τα 20 εκατομμύρια επισκέπτες τον μήνα θεωρείται μία από τις πλέον επιτυχημένες και πρωτοποριακές ηλεκτρονικές εκδόσεις εφημερίδας.
Ο Αρθουρ συνειδητοποίησε εγκαίρως ότι το μέλλον των «Νew Υork Τimes» θα παιχτεί στις λεωφόρους του Διαδικτύου και κατάφερε να προετοιμάσει το έδαφος για τις επαναστατικές αλλαγές που θα έφερνε το Ιnternet στην ενημέρωση.
Ενα επίσης μεγάλο προσόν που του αναγνωρίζεται είναι η προσήλωσή του στο όραμα της σοβαρής δημοσιογραφίας. Είναι πεπεισμένος ότι οι «Νew Υork Τimes» δεν είναι απλώς μια εφημερίδα, αλλά ένας θεσμός τις αξίες του οποίου οφείλει να υπηρετήσει και να διαφυλάξει. Ισως για τον λόγο αυτόν να μην είναι ιδιαίτερα συμπαθής στο επιχειρηματικό κατεστημένο της εταιρείας, αλλά είναι ιδιαίτερα συμπαθής στους δημοσιογράφους που εργάζονται στον όμιλο. Για αυτούς ο Αρθουρ αποτελεί τον τελευταίο υπερασπιστή της δημοσιογραφίας ως κοινωνικού λειτουργήματος.
Διαβάστε για το …ελληνικό τοπίο του τύπου τι γράφει – με…γλαφυρότητα, όπως πάντα – το “κουρδιστό πορτοκάλι”
εδώ