Η ΚΟΙΝΗ ΑΦΕΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΚΛΑΣΣΙΚΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

20140210-193924.jpg

Τοῦ Γιώργου Νικολακακου
Ο Μαρξισμός δέν ὑπῆρξε τίποτα περισσότερο ἀπό μιά πολύ καλά ἐπεξεργασμένη ἰδεολογία μέ ἕνα ἰσχυρό φιλοσοφικό ὑπόβαθρο καί ὑπέσχετο νά καταστήση τόν ἄνθρωπον αὐτεξούσιον ρυθμιστήν τῆς ζωῆς του καί θά δημιουργοῦσε μιάν κοινωνία πού θά διέπετο ἀπό μιάν λογική διάταξι. Ὄπως καί οἰ θεωρῖες τῶν Φυσιοκρατῶν ἔτσι καί οἰ θεωρῖες τοῦ Μαρξισμοῦ ὑπῆρξαν δόγματα ἀκαταξίωτα ἀπό τήν πορεῖα τῆς ἱστορίας. Εἶχαν, ὄμως, τήν δύναμιν νά ἐξοβελίσουν τήν λογική ἀπό τήν ἀνθρωπίνη σκέψιν καί νά μεταμορφώσουν τίς μαρξιστικές ίδέες σέ θρησκευτική πίστι.
Δηλαδή, μπόρεσαν να ἐπιτελέσουν μιά ψυχολογική λειτουργία, μιά λειτουργία πού ἤταν σύμφωνη με τό πνεῦμα τοῦ Γερμανικοῦ λαοῦ.
Ο Κλασικός Φιλελευθερισμός, με τήν βοήθεια τῶν θεωριῶν τῶν Φυσιοκρατῶν ἀποσκοποῦσε κυρίως στήν αἰτιολόγησιν τῆς ὑφισταμένης καταστάσεως, δικαιολογοῦσε τίς ὑφιστάμενες κοινωνικές και οίκονομικές συνθῆκες. Εδῶ, ὄμως, θά πρέπη να τονισθῆ ὄτι, παρά τό γεγονός ὄτι τα πάντα λειτουργοῦσαν βάσει φυσικῶν νόμων καί ὄτι κᾶθε ανθρώπινη επέμβασις δεν μπορούσε να αλλάξη την κατεύθυνσι τῶν πραγμάτων, ἡ βελτίωσις τῶν κοινωνικῶν καί οἰκονομικῶν συνθηκῶν θά προέκυπτε ἀπό τήν ἐλευθέρα δράσιν τῶν ατόμων.
Οἰ θεωρίες του Κλασικοῦ Φιλελευθερισμοῦ ἤταν ἐξ ἴσου ἀνυπόστατες με τίς θεωρίες τοῦ Μαρξισμοῦ ἀλλά εῖχαν οὐσιώδη διαφορετικά ψυχικά χαρακτηριστικά . Γιαυτό καί εῖχαν διαφορετική ἐξέλιξι. Επίσης, εκείνοι ποῦ ἐγκολπώθηκαν τίς ίδέες τῶν Φυσιοκρατῶν ἤταν αὐτοί τῶν ὀποίων τἀ συμφέροντα ἐξυπηρετοῦντο ἀπό αὐτές τίς θεωρίες. Εἶδαν ὄμως ὄτι ἡ κοινωνική ἐξαθλίωσις, ἀπο τό ἄλλο μέρος, ἔθετε σέ κίνδυνο τα συμφέροντα τούς τα ὀποῖα νόμιζαν ὄτι ἐξυπηρετοῦντο ἀπό αὐτές τίς θεωρῖες. Ἑπίσης ἡ κοινωνική ἐξαθλίωσις προκάλεσε κρίσεις συνειδήσεως καί οί θεωρίες τῶν Φυσιοκρατῶν ὑπέστησαν αὐστηρά κριτική με ἀποτέλεσμα νά ἀναθεωρηθοῦν ριζικά ἥ να ἐγκαταλειφθοῦν τελείως.
Ο Φιλελευθερισμός καταρχήν δέν εῖχε κυρίως πολιτικόν χαρακτῆρα. Προσπάθησε νά ἐξηγήση τά οἰκονομικά φαινόμενα μέ φυσικούς νόμους, νόμους μηχανικῶν σχέσεων, ποῦ γιά τούς Φιλελεύθερους ἐξηγοῦσαν τήν συμπεριφορά τῶν ἀτόμων καί τούς νόμους ποῦ διέπουν τά οίκονομικα φαινόμενα. Ἑκείνοι ποῦ διετύπωσαν τίς θεωρίες ὑπῆρξαν οἰκονομολόγοι καί ἐπεδίωξαν νά ἐξηγήσουν τοὐς νόμους ποῦ διέπουν μάλλον τήν οἰκονομικήν συμπεριφορά τῆς κοινωνίας καί τίς ἀρχές ὑπό τίς ὀποῖες διέπονται οἰ οίκονομικάς λειτουργίες. Γνώμονας δέν ῆταν μόνον τό συμφέρον τῆς κεφαλαιοκρατικῆς τάξεως ἀλλά καί ἠ κατανόησις τῆς λειτουργίας τοῦ οἰκονομικοῦ μηχανισμοῦ. Οἰ θεωρητικοί ῆταν πολλῶν ἰδεολογικῶν ἀποχρώσεων καί δέν μπορεῖ κανεῖς νά ἰσχυρισθῆ ὄτι ἐξέφραζαν τά συμφέροντα τῆς κεφαλαικρατικῆς τάξεως. Ἠ θεωρία τοῦ Συγκριτικοῦ Πλεονεκτήματος καί οἰ ἄλλες θεωρίες τοῦ Keynes, οἰ ὀποῖες ἔχουν ἐφαρμοσθῆ εὐρέως σήμερα ἔχουν βοηθήσει τήν οἰκονομικήν ἀνάπτυξιν πολλῶν ὑποαναπτυκτων κρατῶν.
Τό πρόβλημα, ὄμως, ῆταν ὄτι ἐπίστεψαν ὄτι τά πᾶντα λειτουργοῦν μέ αύτόματον καί μηχανικόν τρόπο καί καμία ἀνθρώπινη ἐπέμβασις δέν μποροῦσε νά ἀποτρέψη τήν πορεῖα τῶν οἰκονομικῶν λειτουργιῶν. Δέν μπόρεσαν νά εἰδοῦν ὄτι ό άληθινός δημιουργός τῶν οἰκονομικῶν φαινομένων εἶναι ἡ ἀνθρώπινη κοινωνία ἡ ὀποῖα θά δώση τόν προσανατολισμό καί τήν κατεύθυνσι τῆς οίκονομικῆς ἐξελίξεως. Οἰ θεωρίες αὐτές ὄμως προσέφεραν τήν εὐκαιρία στήνκεφαλάιοκρατική τάξι νά αἰτιολογῆ καί νά ἐκλογικεύη τήν οίκονομική ἐξαθλίωσιν καί ἔτσι νά ἀποφεύγη τὀν δυσμενή αντίκτυπο τῶν ἀποτελεσμάτων καί τήν έκτροπή σέ ὐποκειμενικές κρίσεις περί τῆς ίδεολογικῆς ἀξίας αυτῶν τῶν νόμων. Οἰ ἰδέες αὐτές προσέφεραν τό ἠθικό ἔρεισμα γιά τήν δικαιολόγησιν τῶν ὄποιονδήποτε καταστάσεων ποῦ ἤθελαν προκύψει ἀπό τά συστήματα τους ἀλλά καί τίς ὑποδείξεις τους.
Ὁ Μαρξισμός ἔχει καταπληκτικές ὀμοιότητες μέ τόν Κλασσικό Φιλελευθερισμό. Τό κύριο χαρακτηρηστικό τοῦ Κλασσικοῦ Φιλελευθερισμοῦ ἤταν ἡ ἐξάρτησις τῆς ἀνθρωπίνης κοινωνίας ἐκ τῶν ὑλικών συμφερόντων καί τῆς οἰκονομικῆς ζωῆς ἀλλά καί ἐξομοίωσις αὐτῆς πρός τήν φύσιν τῆς ὀποῖας δέν ἀποτελεῖ παρά ἀπλοῦν τμῆμα, ἀπλήν προέκτασιν . Ἐπίστευε είς μίαν αὐτόματον φυσικήν τάξιν, ἡ ὀποῖα συνιστᾶ τήν ἀληθή οὐσίαν τῆς οἰκονομικῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς καί είς αίωνίους, καθολικούς΄ καί ἀμετάβλητους ὑπέρτερους καί ἀνεξάρτητους τῆς ἀνθρωπίνης θελήσεως φυσικούς νόμους, οἱ ὀποίοι διέπουν αυτήν μέ αὐτοματισμόν καί μέ ἀναγκαιότητα. Αποτελεῖ πεποίθησιν ἐπί τήν εὐεργετικήν ἐπίδρασιν τοῦ ἐλευθέρου καί ἀπεριορίστου ἀνταγωνισμοῦ. Δείχνει ἀδιαφορία πρός ἠθικές ἐπιδιώξεις καί πρός ἠθικούς κανόνας είς τήν οικονομική ζωή. Απάθεια πρός τήν ἀνθρωπίνην ἀθλιότητα τήν όποῖα θεωρεῖ ώς φυσική καί ἀναποφεκτον.
Ὁ Φιλελευθερισμός , ἐδέχετο τήν οίκονομική ἐπιστήμη ὡς ἀνάλογον πρός τήν επιστήμη τῶν φυσικῶν φαινομένων, ἀπρόσωπον, ἀπαθή, ἀδιάφορον πρός τήν ἀνθρωπίνην ἀθλιότητα καί δυστυχία καί θεωρεῖ αὐτήν ὡς ἀποβλέπουσαν μόνον είς τήν γνώσιν καί τήν ανακάλυψιν τῶν φυσικῶν νόμων ποῦ διέπουν τήν κοινωνικήν ζωή, καί ώς ξένην πρός πάσαν αισθηματολογία, πρός πάσαν ανθρωπιστική κατευθυνσιν πρός πάσαν ἔννοιαν ἠθικής καί δικαιοσύνης. Ο Σοσιαλισμός, κατά τόν Μάρξ, θά προκύψη αὐτομάτως ἐκ τῆς ὀμαλῆς καί ἀδιαταράκτου λειτουργίας τῶν καπιταλιστικῶν νόμων-τῶν νόμων ποῦ περιέγραψαν οί Ορθόδοξοι οἰκονομολόγοι. Γιαυτὀν τόν λόγον δέν συνέστησεν καμία τροποποίησιν ἥ μεταρρύθμισιν τοῦ ἰσχύοντος οίκονομικοῦ καθεστῶτος άφοῦ ἐξ αὐτοῦ ἀκριβῶς ἀνέμενε τήν γέννησιν τοῦ κομμουνιστικού συστήματος.
Ο Μαρξισμός ἔβλεπε καί ἐξακολουθεῖ νἀ βλέπη τούς ἀνθρώπους ἀπλῶς ὠς ἐργαλεῖα τῆς ἰστορίας τό ὀποῖον τους ἀφαιρεῖ την ελευθερία και την ἀτομικότητα τους. Ὁ Μάρξ πίστευε σε μιάν ἀνυπέρβλητη ίστορική νομοτέλεια, ποῦ ἐπιβάλλε­ται ἀδυσώπητα καί τήν ὀποῖαν δεν μπορεί νά άνατρέψη ­ καμία ἀνθρώπινη ἐνέργεια. Η φεουδαρχία ἤταν προορισμένη να γεννήση τον καπιταλισμό, καί ὀ καπιταλισμός θα ἐδινε ἀναπόφευκτα τήν θέσιν του στόν σοσιαλισμό. Υπό αὐτό τό πρίσμα, ἡ θεωρία τοῦ Μάρξ γιά τἠν ἰστορία ἀποτελεῖ ἀπλῶς μιάα κοσμικήν ἐκδοχή τῆς Θεῖας Πρόνοιας ἥ τῆς Μοῖρας.
Κατά τόν Μαρξ, ἡ κατάλυσις τοῦ ὑφισταμένου καθεστῶτος παρασκευάζεται μηχανικῶς καί αὐτομάτως ἀπό τήν ἐξέλιξιν τῶν ὑλικῶν παραγόντων τῆς καπιταλιστικῆς παραγωγῆς ἡ ὀποῖα ὄμως δέν ὑποτίθηται καί δέν διευκολύνεται ἀπό τήν επανάστασιν τῶν ἐργατικῶν μαζῶν, ἡ ὀποῖα ἐάν ἀνατρέψη ὀλοκληρωτικῶς τήν υφισταμένη κοινωνική οργάνωσιν θά περιορίση τά δεινά τῆς κυοφορίας τοῦ νέου κοινωνικοῦ συστήματος.Είς τήν ανατροπή τοῦ ὑφισταμένου κοινωνικοῦ συστήματος συμβάλλει ἀκριβῶς ἡ ἐξώθησις των είς τήν ἐσχάτην καί ἄνευ ἐλπίδος διορθώσεως ἀθλιότητα. Ἔτσι ὁ Μάρξ ἀποκρούει τήν φιλανθρωπία, τήν συμπάθεια καί τήν διά τῆς μεταρρύθμίσεως συνδρομῆς τῆς ἐργατικῆς τάξεως, αί ὀποῖαι προσκαίρως μόνον καί προσωρινῶς ἀνακουφίζουν τήν ἐργατικήν ἀθλιότητα, ἀμβλύνουν τήν επαναστατικήν ὀρμή τῶν έργατῶν καί συντελοῦν είς τήν τεχνιτήν παράτασιν τοῦ καθεστῶτος. Ἀμφότεροι οἱ Μαρξιστές καί οί Κλασσικοί Φιλελεύθεροι ἔίχαν τήν αντίληψιν περί μηχανηκότητος καί απαραβιάστου τῶν αὐτοτελῶν καί ὑπεράνω τῆς ανθρωπίνης βουλήσεως νόμων ποῦ ἀπετέλεσαν τήν κεντρική ἰδέα τῶν δῦο συστημάτων. Ο Μάρξ κατέληξε είς τήν άρνησιν τῆς δυνατότητος τής βαθμιαίας μέσω μεταρρυθμίσεων βελτιώσεως τῆς θέσεως τῶν ἐργατῶν. Στό καπιταλιστικό σύστημα δέν ὑπάρχει καμία ἐλπίδα τροποποίησεως ἥ βελτιώσεως χωρίς τήν δυνατότητα βαθμιαῖας προπαρασκευῆς νέων ἀνθρωπιστικωτέρων μορφῶν ἤ κατάστασεων ὑπό τήν ὣθησιν τῆς κοινωνικῆς συνειδήσεως. Διότι ἐν έναντία περιπτώσει, οἱ φυσικοί νόμοι ποῦ διέπουν τίς ἐκδηλώσεις τῆς κοινωνικῆς ζωῆς δέν θά ἣταν οῦτε ἀκαταγώνιστοι οῦτε ἀπαραβίαστοι, οῦτε ὑπέρανω τῆς ἀνθρωπίνης συνείδησεως-ὄπως θέλει ἡ κοινή κεντρική ἰδέα τοῦ Μαρξισμοῦ καί τοῦ Φιλελευθερισμοῦ.
Καίτοι τά δῦο συστήματα ἀνεχώρησαν ἀπό κοινή αφετηρία τοῦ ἀκαταγωνίστου τῶν οἰκονομικῶν νόμων ποῦ διέπουν τό καπιταλιστικό σύστημα καί τῆς ἀδυναμίας ἀντιδράσεως ἐναντίον αὐτῶν τῆς ανθρωπίνης βουλήσεως, κατέληξαν είς ἀντιθέτους καίτοι ἀπαραδέκτους ὑποδείξεις: ό μέν φιλελευθερισμός είς τήν μοιρολατρική ὑποταγή καί ανεκτικότητα-ὁ δἐ μαρξισμός είς τόν καταστροφικόν ἐπαναστατισμόν, ἀφοῦ μόνη διά τούτον ἡ ἀνατροπή καί ὄχι ἡ μεταρρύθμισις ἀποτελεῖ τήν μοναδικήν διέξοδον ἐκ τῆς ὑφισταμένης ἀπανθρώπου καταστάσεως.
Ὁ μαρξισμός ἐπίσης ζητᾶ τήν καθολική χειραφέτησιν τοῦ ἀτόμου-τήν πλήρη δηλαδή ἀπαλλαγή τοῦ ἀπό παντός δεσμοῦ ἣ ἐξαναγκασμοῦ, ὁ ὀποῖος εῖναι δυνατόν νά προέλθη έκ φυσικῶν ἥ ἱστορικῶν δεσμῶν, ὄπως ἡ θρησκεῖα, ἡ πατρίδα, ἣ οίκογένεια. Ὁ σοσιαλισμός εῖναι ὁ ὀλοκληρωτικός ἀτομισμός. Ὁ Μάρξ καί οί Φιλελεύθεροι προβαίνουν είς τήν διατύπωσιν τινῶν γενικῶν ἰδεῶν καί κατατευθύνσεων πρός τάς οποῖας τοῦ λοιποῦ προσπαθοῦν νά ὑποτάξουν τήν πραγματικότητα καί πρός τάς ὀποῖας ἐπιζητοῦν νά προσαρμόσουν τήν ανθρωπίνην βούλησιν καί τήν ἐνέργεια, ἐμφανίζοντες ὡς καταστρεπτική και ώς επιζήμια κάθε εξ αυτῶν παρέκκλησιν.Ὄλα τά κοινωνικά γεγονότα καθορίζονται πάντοτε μόνον έκ τών ὑλικών γεγονότων , ἄνευ οἰασδήποτε συμβολῆς τῆς ἀνθρωπίνης πρωτοβουλίας, ἀφοῦ οἱ ἠθικές, πνευματικές καί θρησκευτικές πεποιθήσεις τοῦ ἀνθρώπου καί οἱ νομικές του ἀντιλήψεις ἀποτελοῦν ἀπαύγασμα τής ὑλικῆς οἰκονομικῆς ζωῆς, ἡ ὀποῖα συνιστᾶ τήν μόνην, τήν ἀληθή πραγματικότητα καί ἔτσι προσδίδει στίς κοινωνικές σχέσεις καθαρῶς συμφεροντολογικό χαρακτῆρα, ἀποκλείοντα κάθε ἠθική ἀρχή καί ἠθικήν ἐπιδίωξιν. Ἡ ἠθική δέν μπορεῖ νά συμβιβασθῆ μέ τήν αντίληψιν τῆς «φυσικῆς τάξεως». Ὄτι συμβαίνει πρέπει νά συμβῆ αδιαφόρως τῆς ήθικῆς ἀξίας του. Τό «φυσικόν» πρέπει νά νομίζεται καί ώς «ηθικόν»-ενώ ἐκ παραλλήλου πρέπει νά θεωροῦνται ὡς κανενός ἐνδιαφέροντος οἱ καλούμενες ἠθικές ἀρχές ἣ ἀρετές ἀφοῦ δέν συντελοῦν είς τήν διαμόρφωσιν τῆς οἰκονομικῆς καί τῆς κοινωνικῆς ζωῆς. Ἡ μοιρολατρική ἐγκαρτέρησις καί ἡ καταστροφική έπάναστασις δέν φαίνεται νά άποτελοῦν τόν άποκλειστικό καί ἀναγαῖον κλῆρον τοῦ ἀνθρώπου. Ἁληθινός δημιουργός τῶν οίκονομκῶν φαινομένων μέ ἀστείρευτες πηγές ἀντιδράσεως καί προσαρμογῆς εῖναι είς θέσιν νά πειθαρχῆ καί κατετευθύνη τίς παραγωγικές καί κοινωνικές δυνάμεις μέ προσαρμοστικότητα καί μέ ὑπολογισμόν καί ἔτσι νά προχωρᾶ καί νά έξελίσσεται μέ εἰρμό καί ἐνότητα.
Καί οἱ δῦο θεωρίες βρίθουν λογικῶν σφαλμάτων. Ὁ ἄνθρωπος δέν ἐκπροσωπεῖ μονάδα παθητική καί ἀδρανή ἔναντι τῆς ἐκτός αὐτοῦ λειτουργούσης οίκονομικῆς μηχανῆς καί ξένην πρός τήν επ΄ αύτοῦ δράσιν τών οικονομικῶν καί κοινωνικῶν γεγονότων-οῦτε ἡ κοινωνία ἄκαμπτη καί ἀδρανή μάζαν ποῦ τίθεται είς κίνησιν ὑπό τήν ἐπήρειαν ἐξωτερικῶν αύτοτελῶν δυνάμεων καί πάντοτε κατά ὀμοιομόρφον τρόπον ἣ κατά μηχανική ἐκ τῶν προτέρων προσδιωρισμένην κατεύθυνσιν. Ἀντίθετως, ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖ τόν ούσιαστικόν παράγοντα τόν κύριον δημιουργόν τῶν οικονομικῶν φαινομένων. Τά ἄτομα στήν κοινωνίαν είς τά ἑκάστοτε ἐμφανιζόμενα γεγονότα ἀντιδροῦν κατά τρόπον ὄχι μηχανικόν καί ὀμοιόμορφον, ἀλλά συνειδητόν καί κατευθυνόμενον από τήν ἀνθρωπίνη συνείδησιν.
Στήν ἰστορία τῆς κοινωνίας οί παράγοντες οἴτινες δροῦν εἶναι ὄλοι ἄνθρωποι προικισμένοι μέ συνείδησιν πού δρούν με περίσκεψιν ἥ πάθος πρός ὀρισμένους σκοπούς. Τίποτα δέν γίνεται χωρίς συνειδητή πρόθεσιν, χωρίς ἠθελημένον σκοπόν.Οἰ ἄνθρωποι φτιάχνουν τήν ἰστορία τους, ὄποια καί ἀν εῖναι ἡ ἔκβασις της, ἐπιδιώκοντας ὁ καθένας τους δικούς του συνειδητά θελημένους σκοπούς, καί ἡ συνισταμένη αὐτών τῶν πολλῶν θελήσεων πού δροῦν πρός διάφορες κατευθύνσεις, καί ἡ πολλαπλή τους ἐπίδρασις στόν ἐξωτερικόν κόσμο ἀποτελεῖ ἀκριβῶς τήν ἰστορία.
Πῶς ὄμως έξελίχθησαν αὐτές οἰ θεωρίες; Ο Μαρξ ἐγνώριζε ὄτι τό ιδεολογικό του οίκοδόμημα δέν εῖχε καμία ἐπιστημονική βάσι. ¨Ο Μάρξ εῖχε πιστέψει ὄτι μποροῦσε νά οίκοδομήση τήν ἰδανικήν κοινωνία ἐπάνω σέ κάποιο ὑπερβατικό πρότυπο τό ὀποῖον ὄμως εῖναι προφανές ὄτι δέν μπορεῖ παρά νά ἀποτελῆ διανοητική απάτη. Ἀργά αὐτή ή διανοητική ἀπάτη θά ἐγένετο ἀντιληπτή καί ὀλόκληρο τό ἰδεολογικό οἰκοδόμημα του θά κατέρρεε. Ἔτσι ό Μαρξ ήναγκάσθη νά προσδώση στό σύστημα του ἓναν ἐπιστημονικόν χαρακτῆρα. Ὁ ἐπιστημονισμός τοῦ Μάρξ, ὄμως, συνίσταται στήν ἰδέα περί τοῦ ἀναλλοιώτου τῶν οἰκονομικῶν ὄρων καί τήν ἀναγκαῖαν έξέλιξιν αὐτῶν πρός ἀποκλειστική καί προκαθωρισμένη κατεύθυνσιν. Αλλά καί αὐτή ἡ ἐπιστημονική ἐρμηνεῖα δέν μπορεῖ παρά νά εῖναι οὐτοπιστική, ἤ μιά ἄλλη διανοητική ἀπάτη. Ἄν ό Μάρξ εῖχε τόση βαθειά πίστι στίς ἐπιστημονικές θεωρίες δέν θά τόνιζε τήν αναγκαιότητα τῆς ἐπανάστάσεως καί δέν θά ἔβλεπε σάν φορέα του τήν ἐργατική τάξι. Ο κόσμος εῖναι δομημένος κατά τέτοιον τρόπον πού δέν εῖναι καθόλου προσιτός στήν διανοητική ἐμβέλεια τής ἐργατικῆς τάξεως. Συνεπῶς, οί «ἐπιστημονικές» ἐρμηνεῖες δέν εῖχαν καμία αξία γιά τίς ἐργατικές τάξεις. Επί πλέον, ή ἐργατική τάξις λίγο ἐνδιαφέρεται γιά «έπιστημονικές» ἐξηγήσεις. Μολατάυτα οί ιδέες τού Μάρξ , ὄπως οί θρησκεῖες, σφυρηλάτησαν τήν πίστιν ὄτι ὁ ἄνθρωπος μέ τήν συμβολή τῶν «φυσικῶν» δυνάμεων, τῆς «φυσικῆς» τάξεως, θά οίκοδομήση τήν τέλεια κοινωνία. Οί ζοφερές τού είκόνες τοῦ «ἀλλοτριωμένου» ἀνθρώπου, τοῦ «ἀλλοτριωμένου» πνεύματος πού περιέγραψε ό Μαρξ, καί οί σκοτεινές περιγραφές τῆς ἀστικῆς κοινωνίας, ἤσκησαν βαθυτάτη ἐπίδρασιν στό πνεῦμα πολλῶν ἀνθρώπων ποῦ τούς ἐμποδίζει ἀκόμα νά ἀντιληφθοῦν τίς σφαλερές προϋποθέσεις ἀπό τίς ὀποῖες ξεκινᾶ ὁ Μάρξ σέ ὄλες τίς ιδέες του. Οί ὀπαδοί τοῦ Μάρξ θά ἔπρεπε νά ἔχουν συναιτισθῆ μετά τήν διάψευσιν τών διαφόρων μεταφυσικῶν καί οὐτοπιστικῶν θεωριῶν ποῦ διετύπωσε ὁ Μάρξισμός. Θά ἔπρεπε νά ἔχουν ἀντιληφθῆ ὄτι τά πράγματα δέν λειτουργοῦν βάσει κάποιας λογικὴς ἀναγκαιότητος καί ὄτι δέν ἀκολουθοῦν κάποια προκαθωρισμένη κατεύθυνσιν ποῦ καταλήγει στήν οίκοδόμησι μιάς ιδανικῆς κοινωνίας.Ὄμως οἱ ἰδέες τού Μάρξ εξακολουθοῦν νά ταλαιπωροῦν τό ἀνθρώπινο πνεῦμα καί νά αποτελοῦν τήν αἰτία γιά τήν διασπάθισιν τεραστίων προσπαθειῶν γιά τήν «ἐρμηνεῖα» τῶν κοινωνικῶν καί οικονομικῶν φαινομένων.
Σήμερα ὀ Φιλελευθερισμός ἀντανακᾶ τούς νόμους λειτουργίας καί ἀναπτύξεως μιᾶς πρακτικῆς δραστηριότητος. Οἱ ἰδέες τοῦ Φιλελευθερισμοῦ, στά μετέπειτα στάδια ἐξελίξεως των δέν ἐκφράζονται μέσα ἀπό ἀφηρημένες ἔννοιες καί ἐξιδανικευμένες εἰκόνες, ἀλλά ἀπό τίς μορφές ποῦ ἔχει σχηματίσει ἡ πρακτική του δραστηριότητα. Στήν ἀρχή ὀ Φιλελευθερισμός, ὄπως εἴδαμε, ἔκανε μεγάλες προσπάθειες νά ἀνακαλύψη τρόπους ἀλληλοεξαρτήσεως τῶν κοινωνικῶν καί φυσικῶν φαινομένων καί νά έντάξη τά κοινωνικά φαινόμενα σέ μιάν ἐνιαία θεωρία μέ νομοτελειακές βάσεις. Μάλλιστα, ὄπως εῖπα πιό πάνω, προμήθευσε στόν Μαρξισμό πολλές ἀπό τίς ίδέες περί αἱτιώδους σχέσεως μεταξύ τῶν κοινωνικῶν καί φυσικῶν νόμων.
Σάν ἐπιστήμη, ὁ Μαρξισμός παρήγαγε μόνον ανάπηρα αποτελέσματα, ἐξακολουθεῖ ὄπως πάντοτε να παριστάνη τόν ζωντανό καί νά ἐπιβιώνη σάν ἕνας «-ισμός». Ἔτσι, ἐνῶ ὁ Μαρξισμός μπορεῖ εὕκολα να ἀνασκευασθῆ σάν θεωρία, ἐξακολουθεῖ να ζῆ καί νά ἔχει δύναμιν τήν ὀποῖαν ἀντλεῖ , ὄχι πιά ἀπό τήν σφαῖρα τῶν ἰδεῶν, ἀλλά ἀπό τήν σφαῖρα τῶν συγκινήσεων καί τῶν συναισθημάτων. Με ἄλλα λόγια, ο Κομμουνισμός ἀπό οὐτοπία ἐπεχείρησε να μετατραπῆ σε επιστήμη, με ἀποτέλεσμα να μετατραπῆ σέ μιά ἰδιότυπη σύγχρονη θρησκεῖα, καί σάν τέτοια εῖναι πολύ δύσκολο να ἀνατραπῆ με λογικά επιχειρήματα.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ