Γράφει η Μαρία Σεφέρου
Ιδού μερικά αποσπάσματα:
«Εξάλλου, τα ντοκουμέντα στα οποία βασίζομε τη γνώση μας για τους πρώτους Χριστιανούς είναι γραμμένα στα Ελληνικά και απευθύνονται σε ακροατήρια έξω από την Παλαιστίνη. Πολύ πιθανόν μεταξύ εκείνων που πρώτοι άκουσαν τα Ευαγγέλια να συμπεριλαμβάνονταν και Ιουδαίοι που είχαν μεγαλώσει στην Ιουδαία και στη Γαλιλαία. Αλλά οι περισσότεροι Ιουδαίοι Χριστιανοί ακροατές φαίνεται να υπήρξαν Εβραίοι που είχαν μεγαλώσει σε Ελληνόφωνες, ευρέως ειδωλολατρικές πόλεις (από τις οποίες πολλές βρίσκονταν φυσικά στη ίδια τη Γαλιλαία).
Οι ‘Επιστολές’ του Παύλου και οι ‘Πράξεις των Αποστόλων’ που έγραψε ο Ευαγγελιστής Λουκάς θα εισηγούνταν ότι, ίσως μέσα στα είκοσι πρώτα χρόνια, η πλειοψηφία των Χριστιανών έξω από την Εβραϊκή χώρα ήταν προσήλυτοι από τον ‘παγανισμό’. Μερικοί ίσως να είχαν προηγούμενη επαφή με την Ιουδαϊκή παράδοση, μπορεί και να είχαν παρακολουθήσει συναγωγές. Αλλά αρκετοί φαίνεται να είχαν έλθει απ’ έξω, αφού χρειάζονταν εξήγηση για τα Ιουδαϊκά έθιμα.(…) Η Ιουδαϊκή παράδοση στη Γαλιλαία και στην Ιουδαία, καθώς και στον υπόλοιπο κόσμο της Μεσογείου, συναντιόταν φυσικά η ίδια με τον Ελληνισμό για περισσότερους από τρεις αιώνες.
Η έκταση της Ελληνιστικής επίδρασης στην Εβραϊκή χώρα συνεχίζει να είναι αντικείμενο συζητήσεων. Παρόλα αυτά, οποιοδήποτε κι αν είναι το συμπέρασμα σ’ αυτό το ακανθώδες θέμα, το αρχικό συμπέρασμα φαίνεται να μην επιδέχεται αμφισβήτηση: τα πρώτα Χριστιανικά έγγραφα απευθύνονται στα Ελληνικά σε ανθρώπους για τους οποίους ήταν φυσικό να ομιλούν και να σκέπτονται Ελληνικά, ανθρώπους που ζούσαν μέσα και ήταν εμβαπτισμένοι στο δημοφιλή ελληνιστικό πολιτισμό.
Ώστε λοιπόν, οι παραδόσεις για τον Ιησού είναι Παλαιστινιακές-Ιουδαϊκές, με υποστηρικτικό και ερμηνευτικό φιλολογικό υλικό προερχόμενο από Ιουδαϊκά κείμενα. Το ακροατήριο, όμως, είναι ‘ελληνικοποιημένο’, και ίσως μάλλον ‘ελληνιστικό’.»
Στη συνέχεια, ο F. Gerald Downing ισχυρίζεται ότι ένα σημαντικό στοιχείο των πρώτων χριστιανικών εγγράφων προερχόταν από τους ριζοσπαστικούς Κυνικούς φιλοσόφους. «Εάν οι πρώτοι Χριστιανοί ιεραπόστολοι υπάκουαν σε οδηγίες όπως αυτές που δίδονται στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, κεφάλαια 9 και 10, κατά Μάρκον κεφ. 6, κατά Λουκά κεφ. 9 και 10, τότε θα έμοιαζαν σαν ένα είδος Κυνικού που επιδείκνυε πολύ προφανή φτώχεια», γράφει ο Downing.
Τα αποσπάσματα από την Κυνική φιλοσοφία, που έχει συγκεντρώσει ο Downing στο βιβλίο του, παρέχουν, κατά τον ισχυρισμό του ίδιου, εξαιρετικά στενή παραλληλία μεταξύ των Κυνικών και της παράδοσης του Ιησού όπως καταγράφεται στα τρία πρώτα συνοπτικά Ευαγγέλια. Οι πιο στενές παραλληλίες εντοπίζονται μεταξύ των πρώτων Χριστιανών και των σχεδόν συγχρόνων Κυνικών.
Ο Downing πιστεύει ότι η συλλογή που παρουσιάζει στο βιβλίο του έχει σπουδαία και θετική σημασία στην κατανόηση των Χριστιανικών πηγών, συμπεριλαμβανομένης και της κατανόησης του ίδιου του Ιησού. Μάλιστα οι ομοιότητες δεν είναι ανακάλυψη του εικοστού αιώνα, γράφει ο Downing. Πολλοί από τους πρώτους Χριστιανούς, όπως και άλλοι, ήταν ενήμεροι – και ευχαρίστως ενήμεροι – για τις ομοιότητες μεταξύ στοιχείων της διδασκαλίας του Ιησού και της προγενέστερης Κυνικής παράδοσης.
Κατά την άποψη του Downing, οι Χριστιανοί που συμμερίζονταν δημόσια τη διδασκαλία και τις ιστορίες που απαρτίζουν τα τρία πρώτα ευαγγέλια θα πρέπει να ήταν απόλυτα ικανοποιημένοι να μοιάζουν με Κυνικούς, τόσο στα λόγια όσο και στη εμφάνιση. Επικέντρωναν την προσοχή τους πάνω στα ίδια θέματα, πολύ συχνά καταλήγοντας στα ίδια συμπεράσματα, κι αυτό συνήθως στην ίδια γλώσσα – την Ελληνική.
«Υπήρχαν διαφορές», παραδέχεται ο Downing. «Αλλά πάλι υπήρχαν σημαντικές διαφορές ανάμεσα και στους ίδιους τους Κυνικούς. Μερικοί μιλούσαν για το Θεό, την προσευχή και την άλλη ζωή· άλλοι ήταν περισσότερο σκεπτικιστές και ‘ανθρωπιστές’. Όλοι αντιτίθενταν στη δολιότητα και την υποκρισία, αντιστέκονταν στο ν’ αφήνουν την κοινή γνώμη να καθορίζει τη ζωή τους, αντιτίθενταν στο να βρίσκουν την ευτυχία στην περιουσία ή τις ακριβές απολαύσεις. Ήθελαν να είναι ελεύθεροι απ’ όλα αυτά, ελεύθεροι να ζουν τη ζωή τους – κι ελεύθεροι από τους μεγάλους αφέντες στους οποίους άρεσε να ρίχνουν το βάρος τους ολόγυρα και ήθελαν όλοι οι άλλοι να τους βλέπουν σαν ευεργέτες.»
Το σημείο στο οποίο ο Downing προσπαθεί να πείσει τον αναγνώστη του βιβλίου του είναι ότι, πέραν πάσης αμφιβολίας, τα κηρύγματα κάποιων από τους πρώτους Χριστιανούς ιεραποστόλους καθώς και εκείνα μερικών ριζοσπαστικών Κυνικών φιλοσόφων θα ακούγονταν στους ακροατές τους παρόμοια. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Κυνικός ριζοσπαστισμός που συναντάμε στη διδασκαλία και στο στυλ του Ιησού, απαντάται επίσης και σε πολλούς αρχαίους Ιουδαίους προφήτες.
Σε κάθε περίπτωση, η Κυνική χροιά στη Χριστιανική διδασκαλία πρέπει να ήταν η χροιά που ο ίδιος ο Ιησούς έδωσε στα κηρύγματά του. Αυτό δε μπορεί να ήταν συμπτωματικό, αλλά μάλλον οφείλεται στο γεγονός ότι πολλοί Κυνικοί κήρυκες, στις ατέλειωτες περιπλανήσεις τους, είχαν επισκεφτεί και τη Γαλιλαία. Είναι αξιοσημείωτο ότι από τα Γάδαρα, πόλη της Δεκάπολης κοντά στα σύνορα με τη Γαλιλαία, κατάγονταν τρεις διάσημοι Κυνικοί φιλόσοφοι στους οποίους έχουμε ήδη αναφερθεί ( Μένιππος, Μελέαγρος και Οινόμαος). Τα Γάδαρα, που δεν ήταν μακριά από τη Ναζαρέτ, είχε επίσης επισκεφτεί και ο Ιησούς, όπου ως γνωστόν εξέβαλε “λεγεώνα” δαιμονίων από κάποιο δαιμονισμένο.
Η παράδοση του Ιησού ήταν τόσο προσγειωμένη όσο κι εκείνη των Κυνικών, και ενδιαφερόταν για εσωτερική αυθεντικότητα. Κάποιος που αμφισβητούσε τα κίνητρα του καθενός και προσκαλούσε τους άλλους να εξετάσουν προσεκτικά τα σφάλματά τους είναι ‘Κυνικός’, όπως ο Ιησούς φαίνεται πως ήταν, γράφει ο Downing. Ας δούμε όμως τα κυριότερα κοινά σημεία της φιλοσοφίας των Κυνικών και της διδασκαλίας των πρώτων Χριστιανών.
** Οι Κυνικοί φιλόσοφοι ζούσαν και ταξίδευαν στις αποστολές του χωρίς πολλές αποσκευές. Όμως, την ίδια εντολή έδωσε και ο Ιησούς στους μαθητές του. Ιδού η μαρτυρία: «Μη έχετε χρυσόν μηδέ άργυρον μηδέ χαλκόν εις τας ζώνας σας· μη σακκίον δια την οδόν μηδέ δύο χιτώνας μηδέ υποδήματα μηδέ ράβδον· διότι ο εργάτης είναι άξιος της τροφής αυτού. Εις οποίαν δε πόλιν ή κώμην εισέλθητε, εξετάσατε τις είναι άξιος εν αυτή, κι εκεί μείνατε έως ου εξέλθητε.»
Αυτό θυμίζει και την τακτική του Κυνικού φιλοσόφου Κράτη, που επονομάστηκε, “Θυρεπανοίκτης”! Παρόμοια περιγραφή δίδει ο Ευαγγελιστής Μάρκος: «Και παρήγγειλεν εις αυτούς να μη βαστάζωσι μηδέν εις την οδόν ειμή ράβδον μόνον, μη σακκίον, μη άρτον, μη χαλκόν εις την ζώνην, αλλά να είναι υποδεδεμένοι με σανδάλια και να μη ενδύονται δύο χιτώνας.» Τα ίδια αναφέρει και ο Ευαγγελιστής Λουκάς. «Και είπε προς αυτούς: Μη βαστάζετε μηδέν εις την οδόν, μήτε ράβδους μήτε σακκίον μήτε άρτον μήτε αργύριον μήτε να έχητε ανά δύο χιτώνας. Και εις οποιαδήποτε οικίαν εισέλθητε, εκεί μένετε και από εκεί να αναχωρήσετε.»
**οι Κυνικοί δεν αγωνιούσαν για το πώς θα επιβιώσουν. Μάλιστα ο αυθεντικός Κυνικός δεν είχε ούτε σπίτι, ούτε πόλη, ούτε περιουσία, ούτε υπηρέτη…τίποτε άλλο παρά τη γη και τον ουρανό κι έναν παλιό χιτώνα. Ήταν ελεύθεροι από το άγχος του ανθρώπου που πασχίζει να συγκεντρώσει χρήμα και περιουσία για να νιώθει λιγότερη ανασφάλεια για το μέλλον του. Το ίδιο δίδαξε και ο Ιησούς, τόσο με το ζωντανό παράδειγμά του όσο και με τα λόγια του, τους μαθητές του: να μην αγωνιούν για το μέλλον. «Δια τούτο λέγω υμίν, μη μεριμνάτε δια την ψυχήν σας τι θα φάγητε ή τι θα πίητε, μηδέ δια το σώμα σας τι θα ενδυθείτε· δεν είναι η ψυχή ανώτερη της τροφής και το σώμα του ενδύματος; Εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού, ότι ούτε σπείρουν ουδέ θερίζουν ουδέ συνάγουν εις αποθήκας, και ο πατήρ σας ο ουράνιος τρέφει αυτά· δεν διαφέρετε εσείς περισσότερον αυτών;»
Εξάλλου και οι δυο ομάδες είχαν διεθνιστικές αντιλήψεις και απευθύνονταν στα πλήθη των κοινών ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων και των γυναικών. Όπως είδαμε στο οικείο κεφάλαιο, ο Αντισθένης πίστευε ότι η αρετή ήταν ίδια τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες. Και ο Διογένης, όταν το ρωτούσαν από πού κατάγεται, απαντούσε, “Είμαι πολίτης του κόσμου.” Όσο για τις ταυτόσημες θέσεις των πρώτων Χριστιανών, ιδού η μαρτυρία από το στόμα του Αποστόλου Παύλου: «Δεν είναι πλέον Ιουδαίος ούτε Έλλην, δεν είναι δούλος ούτε ελεύθερος, δεν είναι αρσενικό και θηλυκό· διότι όλοι εσείς είσθε ένας εν Χριστώ Ιησού.»
**Αναφορικά με τον τρόπο διάδοσης των ιδεών τους, και αυτός ήταν παρόμοιος. Ο Ιησούς έστειλε τους αποστόλους να διαδώσουν το Ευαγγέλιο σε όλα τα έθνη. «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη…» Το ίδιο έκαναν και οι Κυνικοί. Ιδού η μαρτυρία: «Επισκέφτηκα όσο περισσότερες χώρες μπορούσα… μερικές φορές μεταξύ των Ελλήνων και μερικές φορές μεταξύ των βαρβάρων… φτάνοντας στην Πελοπόννησο… Μόλις συμπλήρωσα ένα πολύ μεγάλο ταξίδι, ερχόμενος από το Δούναβη…»
**Όσον αφορά την προέλευσή τους, τόσο οι Χριστιανοί ιεραπόστολοι όσο και οι Κυνικοί φιλόσοφοι προέρχονταν κυρίως από χειρωνακτικά εργαζόμενους ανθρώπους: ο ίδιος ο Ιησούς ήταν μαραγκός, οι περισσότεροι μαθητές του ήταν ψαράδες, κάποιος ακόλουθός του ήταν τελώνης, ενώ ο Παύλος, ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα ήταν σκηνοποιοί. Οι περισσότεροι μάλιστα ήταν αγράμματοι άνθρωποι, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται και οι Πέτρος και Ιωάννης. Ακόμη και ο Ιησούς δεν είχε μάθει γράμματα. «Πού ο σοφός; Πού ο γραμματεύς; Πού ο συζητητής του αιώνος τούτου;», αναρωτιόταν ο Παύλος, για να δώσει ο ίδιος την απάντηση με επόμενη ερώτηση: «Δεν εμώρανεν ο Θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου;»
Παρομοίως ταπεινής καταγωγής και εργαζόμενοι ήταν οι περισσότεροι Κυνικοί φιλόσοφοι. Ιδού μερικά παραδείγματα: Ο Αντισθένης ήταν επιδέξιος παλαιστής. Ο Διογένης πωλήθηκε ως δούλος στον Κορίνθιο Ξενιάδη όπου και εργάστηκε ως παιδαγωγός στους δυο γιους του. Ο Μένιππος ήταν δούλος στην καταγωγή. Ο Ονησίκριτος ήταν ναυτικός. Ο Μόνιμος, προσωπικός μαθητής του Διογένη, ήταν αρχικά σκλάβος που πωλήθηκε σε Κορίνθιο τραπεζίτη και εργαζόταν στον πάγκο του ανταλλάσσοντας νομίσματα. Ο Βίων ο Βορυσθενίτης, γιος εμπόρου παστών ψαριών, πωλήθηκε ως δούλος. Ο Κλεάνθης καταγόταν από φτωχή οικογένεια και κέρδιζε το ψωμί του ως παλαιστής. Όταν άρχισε να παίρνει μαθήματα φιλοσοφίας εργαζόταν τη νύχτα ως νεροκουβαλητής. Ο Δίων, κατά τη διάρκεια της εξορίας του, εργαζόταν ως κηπουρός και νεροκουβαλητής.
**Σχετικά με το ύφος του προφορικού κηρύγματος, τόσο οι Κυνικοί όσο και ο Ιησούς και οι μαθητές του, ήταν ωμοί και ανεπιτήδευτοι. Στα οικεία κεφάλαια για τη ζωή των διαφόρων Κυνικών είδαμε την ευθύτητα και την ωμότητα με την οποία απεύθυναν τα μηνύματά τους στους ακροατές τους. Ο Διογένης, π.χ., αποκαλούσε τους ερμηνευτές ονείρων και τους μάντεις καθώς κι αυτούς που τους συμβουλεύονταν, ή εκείνους που ήταν φουσκωμένοι με την έπαρση του πλούτου, “ζώα”. Το ίδιο στυλ συναντάμε και στην Καινή διαθήκη (“γεννήματα εχιδνών”, “κυνάρια”, κλπ.)
**Το Χριστιανικό κήρυγμα παραγγέλλει στους ανθρώπους να ζουν μιαν ενάρετη ζωή. Επιδιώκει περισσότερο την πρόληψη παρά την ‘κατόπιν εορτής’ θεραπεία του κακού. Το ίδιο έκαναν και οι Κυνικοί. Ο Δίων ο Χρυσόστομος διαχωρίζει την άχρηστη ακαδημαϊκή φιλοσοφία από το Κυνικό ενδιαφέρον για πρακτική εφαρμογή. Ο ίδιος, αναφερόμενος στον θαρραλέο και ανθρωπιστή ηγέτη που σκέπτεται το καλό των υπηκόων του, γράφει ότι θα επιδιώξει να μεταβάλλει τη νοοτροπία των κακών, ενώ συγχρόνως θα βοηθά τους αδύνατους. Επιδιώκει και τα δύο, χωρίς ν’ αμελεί κατά οποιονδήποτε τρόπο το σεβασμό του για τα υψηλά ηθικά στάνταρτ και την αποφασιστικότητά του να μην έρχεται δεύτερος από κανένα καλό άνθρωπο απ’ αυτή την άποψη. Είναι σαφώς προτιμότερο ο καλός ηγέτης να προλαμβάνει την αχρειότητα των υπηκόων του από του να την αντιμετωπίζει με δραστικά μέτρα. Ο πυρετός της ψυχής πρέπει να μειώνεται με την πειθώ και τη λογική, γράφει ο Δίων.
**Το κεντρικό μήνυμα της Καινής Διαθήκης, “μετάνοια”, δηλαδή αλλαγή του νου ή της σκέψης, ήταν και κεντρικό μήνυμα των Κυνικών φιλοσόφων. Ο πρωταρχικός στόχος του Κυνικού κηρύγματος ήταν αλλαγή της νοοτροπίας των ακροατών και ταύτιση των λόγων με τα έργα και το στυλ της ζωής τους. Όπως είδαμε, στην πραγματικότητα ο Κυνισμός ήταν περισσότερο τρόπος ζωής παρά φιλοσοφία. Το ίδιο ήταν και το μήνυμα του Ιησού. Σχετικά με τον αυτοέλεγχο που προηγείται της μετάνοιας, ο Ρωμαίος στωικός φιλόσοφος (με Κυνικές ρίζες), Σενέκας, γράφει: «Εκείνο που μας κάνει χειρότερους απ’ όλους είναι η αποτυχία του καθενός από μας να κοιτάξει πίσω και να παρατηρήσει προσεκτικά την περασμένη ζωή του.» Και ο Δημώναξ έλεγε πως ήταν ανθρώπινο να κάνουμε λάθος (ν’ αμαρτήσουμε), αλλά η πράξη του θεϊκού ανθρώπου είναι να μετατρέπει το λάθος σε σωστό.
**Το κήρυγμα του Ιησού και των Αποστόλων έδινε μεγάλη έμφαση στον καρπό που έπρεπε να παράγει ο καλός Χριστιανός στη ζωή του. Ακόμη και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είχε μιλήσει για τις αρνητικές συνέπειες της παραγωγής κακού καρπού στη ζωή των ανθρώπων: «Ήδη δε και η αξίνη κείται προς την ρίζα των δένδρων∙ παν λοιπόν δένδρον μη κάμνον καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται.» Ιδού και τα λόγια του ίδιου του Ιησού πάνω στο θέμα: «Διότι δεν είναι δένδρον καλόν το οποίον κάμνει καρπόν σαπρόν, ουδέ δένδρον σαπρόν, το οποίον κάμνει καρπόν καλόν∙ επειδή έκαστον δένδρον εκ του καρπού αυτού γνωρίζεται. Διότι δεν συνάγουσιν εξ ακανθών σύκα, ουδέ τρυγώσιν εκ βάτου σταφύλια.»
Παρομοίως εκφράζονταν και οι Κυνικοί φιλόσοφοι. «Οι ανήθικοι ήταν σαν τις συκιές που φύτρωναν πάνω σ’ ένα βράχο, με φρούτα που κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να γευτεί», έλεγε ο Διογένης. Και ο Σενέκας έγραψε: «Ποιος θα μπορούσε ακόμη και να διανοηθεί να εκπλαγεί επειδή δεν βρήκε μήλα πάνω σε βάτους στο δάσος; Ή να εκπλαγεί επειδή αγκάθια και βάτοι δεν είναι γεμάτα από χρήσιμα φρούτα;»
**Οι Κυνικοί φιλόσοφοι αγωνίζονταν σθεναρά για κοινωνική δικαιοσύνη, και γι’ αυτό το λόγο υφίσταντο διωγμούς, συχνά καταλήγοντας στην εξορία. Οι Κυνικοί θεωρούσαν ότι ο διωγμός τους ήταν κάτι το φυσιολογικό κι ότι αν επαινούνταν και κολακεύονταν αυτό θα σήμαινε πως δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους. «Οι περισσότεροι θεωρούσαν το Διογένη τρελό και άχρηστο. Μερικοί τον περιύβριζαν και πετούσαν στα πόδια του κόκαλα, όπως πετάνε στους σκύλους. Άλλοι πάλι τον πλησίαζαν και του τραβούσαν το χιτώνα. Παρόλα αυτά ο Διογένης έμενε ακλόνητος ανάμεσα στα κουρέλια του όπως ένας κυβερνών μονάρχης ανάμεσα στους σκλάβους και τους υπηρέτες του», γράφει ο Δίων. Τόσο οι διάσημοι όσο και οι λιγότερο γνωστοί Κυνικοί διώχτηκαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Ο Λουκιανός γράφει ότι και ο Δημώναξ συγκρούστηκε με τα πλήθη και μισήθηκε από το λαό για το ειλικρινές του κήρυγμα και την ελεύθερη σκέψη του. Ιδού και τα αντίστοιχα μηνύματα του Ιησού σχετικά με το διωγμό που περιμένει τους υπερασπιστές της δικαιοσύνης:
«Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνη, διότι αυτοί θα χορταστούν.
«Μακάριοι αυτοί που έχουν διωχτεί ένεκεν δικαιοσύνης, διότι σ’ αυτούς ανήκει η βασιλεία των ουρανών.»
Αλλά και απειλές εναντίον όσων θα επαινούνταν από τους ανθρώπους εκτόξευσε ο Ιησούς: «Ουαί εις εσάς όταν πάντες οι άνθρωποι σας επαινούν∙ διότι έτσι έπρατταν εις τους ψευδοπροφήτες οι πατέρες σας.»
**Πώς, όμως, αντιμετώπιζαν οι Κυνικοί τους εχθρούς τους; Κάποιος είπε στο Διογένη ότι οι φίλοι του συνωμοτούσαν εναντίον του. Ο Διογένης απάντησε, «Λοιπόν, τι να κάνει κανείς όταν πρέπει να φέρεται το ίδιο τόσο στους φίλους όσο και στους εχθρούς;» Ένα άλλο απόφθεγμα του Διογένη είναι: «Πώς θα υπερασπιστώ τον εαυτό μου εναντίον του εχθρού μου; Με το να είμαι καλός και επιεικής προς αυτόν.» Ιδού τώρα και οι ανάλογες εντολές του Ιησού προς τους ακροατές του: «Αλλά προς εσάς τους ακούοντας λέγω: Αγαπάτε τους εχθρούς σας, αγαθοποιείτε εκείνους οι οποίοι σας μισούν, ευλογείτε εκείνους οι οποίοι σας καταρώνται, και προσεύχεσθε υπέρ εκείνων οι οποίοι σας βλάπτουν.»
**Και τώρα στο πιο κρίσιμο ερώτημα: Ποιος ήταν εκείνος που απέστειλε τους Κυνικούς να διδάξουν φιλοσοφία; Να τι είπε ο Δίων: «Πιστεύω πως έχω αναλάβει αυτή την αποστολή, όχι με δική μου επιλογή, αλλά με την απόφαση κάποιου θεϊκού όντος.» Σε άλλους είπε: «Δεν πρέπει να αρνηθείτε… να δεχτείτε ότι ένας άνθρωπος που έχει φθάσει ανάμεσά σας όπως εγώ έχω, έτσι ξαφνικά, έχει έλθει με την εντολή κάποιου θεϊκού όντος, για να σας μιλήσει και να σας συμβουλέψει.» Αυτός, όμως, ήταν και ο ισχυρισμός του Ιησού, ότι είχε αποσταλεί από το Θεό, κι ότι μιλούσε για λογαριασμό του. «…Και απ’ εμαυτού δεν κάμνω ουδέν, αλλά καθώς με εδίδαξεν ο Πατήρ μου, ταύτα λαλώ.» «…Διότι εγώ εκ του Θεού εξήλθον και έρχομαι· επειδή δεν ήλθον απ’ εμαυτού, αλλά εκείνος με απέστειλε.»
**Οι Κυνικοί, όπως και οι πρώτοι Χριστιανοί, δεν απέδιδαν καμία αξία σε κληρονομικά προνόμια. Στους Αθηναίους που υπερηφανεύονταν ότι οι πρόγονοί τους είχαν φυτρώσει από τη γη, ο Αντισθένης απαντούσε: «αυτό δεν τους κάνει καλύτερους από τα σαλιγκάρια ή τις ακρίδες.» Να τι έλεγε ο Επίκτητος: «Γιατί υπερηφανεύεσαι που είσαι Αθηναίος; Από το Θεό έρχονται τα σπέρματα ζωής στο κάθε τι που γεννιέται στη γη.» Ο Διογένης συνήθιζε να περιφρονεί την «ευγενή καταγωγή», τη φήμη και τα παρόμοια, ονομάζοντάς τα “διαφημίσεις για φαυλότητα”.
Εξάλλου ο Δίων Χρυσόστομος έλεγε ότι αρχικά ο όρος “ευγενής” ή “καλή καταγωγή” αναφερόταν σ’ εκείνους των οποίων τα υψηλά ηθικά στάνταρτ έδειχναν ότι είχαν ανατραφεί σωστά, και δεν είχε σχέση με την κοινωνική θέση των γονέων τους. «Εάν είσαι δειλός, ή επηρμένος, ή δουλοπρεπής, δεν είσαι συγγενής ούτε των θεών ούτε καλών ανθρώπων», έλεγε ο Δίων. «Εάν υπάρχει ένα συμπτωματικό έξτρα όφελος στη φιλοσοφία είναι ότι ποτέ δεν κοιτάζει τη γενεαλογία κανενός», γράφει ο Σενέκας. Ιδού τώρα τι ανάλογο είπε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής στους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους που έρχονταν να βαπτιστούν απ’ αυτόν: «Κάμετε λοιπόν καρπούς άξιους μετανοίας, και μη φανταστείτε να λέγετε στους εαυτούς σας ότι “Πατέρα έχομε τον Αβραάμ”. Διότι σας λέγω ότι ο Θεός δύναται εκ των λίθων τούτων ν’ αναστήσει τέκνα εις τον Αβραάμ.»
Κάποτε που ο Διογένης αποδοκιμάστηκε διότι σύχναζε σε κακόφημα μέρη, απάντησε, «Και ο ήλιος επίσης μπαίνει σε υπαίθρια αποχωρητήρια χωρίς να μολύνεται.» Και όταν ο Αντισθένης αποδοκιμάστηκε επειδή έκανε παρέα με κακούς ανθρώπους, απάντησε, «Λοιπόν, οι γιατροί παρέχουν τις υπηρεσίες τους στους ασθενείς τους χωρίς να κολλούν τον πυρετό τους.» Παρόμοιο πνεύμα αποκαλύπτουν και τα επόμενα εδάφια της Καινής Διαθήκης: «Και όταν είδαν αυτόν οι Φαρισαίοι ερώτησαν τους μαθητές του, “Γιατί ο διδάσκαλός σας συντρώγει με τελώνες και αμαρτωλούς;” Όταν τους άκουσε ο Ιησούς, απάντησε σ’ αυτούς, “Δεν έχουν ανάγκη ιατρού οι υγιείς αλλά οι άρρωστοι”.»
**Όταν ένας από τους μαθητές του είπε στο Δημώνακτα, «Δημώναξ, ας πάμε στο Ασκληπιείο να προσευχηθούμε για το γιο μου», εκείνος απάντησε: «Πρέπει να νομίζεις ότι ο Ασκληπιός είναι πολύ κουφός για να μη μπορεί ν’ ακούσει τις προσευχές μας από εδώ που είμαστε.» Η απάντηση αυτή αναμφίβολα αποκαλύπτει την πίστη του Δημώνακτα στην πανταχού πνευματική παρουσία του Θεού. Ιδού τώρα και η αντίστοιχη απάντηση του Ιησού σε μια παρόμοια ερώτηση: «Λέγει προς αυτόν η γυναίκα: “Κύριε, θεωρώ ότι εσύ είσαι προφήτης. Οι πατέρες μας προσκυνούσαν σ’ αυτό το όρος, ενώ εσείς λέτε ότι ο τόπος που πρέπει να προσκυνούμε είναι τα Ιεροσόλυμα.” Λέγει προς αυτήν ο Ιησούς: “Γυναίκα, πίστεψέ με ότι έρχεται ώρα που ούτε στο όρος αυτό ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνήσετε τον Πατέρα. (…) Αλλά έρχεται η ώρα, και τώρα είναι, που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνήσουν τον Πατέρα με το πνεύμα και με την αλήθεια· διότι τέτοιους προσκυνητές ζητεί ο Πατέρας. Ο Θεός είναι Πνεύμα, κι εκείνοι που τον προσκυνούν πρέπει να τον προσκυνούν με το πνεύμα και την αλήθεια”.»
**Σχετικά με το θάνατο, όλοι γνωρίζουμε τις Χριστιανικές θέσεις. Αποτελεί όμως έκπληξη το ότι και ο Διογένης είχε πει: «Εάν δεν προετοιμαστούμε προσεκτικά για το θάνατο, ένα πολύ δυσάρεστο τέλος μας περιμένει… με μεγάλη δυσκολία η ψυχή απελευθερώνεται από το σώμα.»
Από αυτά τα λίγα που παρέθεσα, εδραιώνεται πέραν πάσης αμφιβολίας ότι οι ομοιότητες του αρχέγονου Χριστιανισμού με τον Κυνισμό είναι πάρα πολλές για να είναι συμπτωματικές. Είναι προφανές ότι έχουμε να κάνουμε με το ίδιο πνεύμα που ενεργούσε και στις δύο περιπτώσεις. Οι όποιες διαφορές δικαιολογούνται από τη διαφορετική εποχή και το περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτύχθηκαν οι δύο φιλοσοφίες.