Το μακάβριο πρόσωπο της Αθλιότητας : Σύνταξη μετά θάνατον η οποία θα αποστέλλεται στην διεύθυνση : Οδός Αναπαύσεως – Πάροδος Έβδομος Ουρανός, αριθ. 0…
Γράφει ο Βασίλης Δημ. Χασιώτης
«Η πολυτέλεια και η φινέτσα των Αρχόντων της Αναγεννήσεως δεν παραμελεί, φυσικά, τις γαστρονομικές απολαύσεις… Τα πιο μεγαλοπρεπή συμπόσια «αποτελούν είδηση», αναφέρονται στα χρονικά της εποχής και περιγράφονται με κάθε σοβαρότητα. Να, για παράδειγμα, το γαμήλιο συμπόσιο του μαρκήσιου Τζιάν Τζιάκομο Τριβούλτσιο (Μιλάνο 1488), όπως περιγράφεται από τον Φρα Πάολο Μορίτζι στις «Ιστορίες του Λάγκο Ματζόρε, του Τιτσίνο και του Μιλάνου» : «Πρώτα πρώτα, αφού οι συνδαιτυμόνες ξέπλυναν τα χέρια τους με ροδόνερο, ήρθαν οι πάστες από κουκουνάρια και ζάχαρη, αμυγδαλόπιτες και κάθε λογής λεπτότατα και πανάκριβα γλυκίσματα, όλα στολισμένα με χρυσάφι. Έπειτα, προσφέρθηκαν ωραιότατα, τεράστια σπαράγγια, που θαυμάστηκαν γιατί δεν ήταν η εποχή τους. Το τρίτο πιάτο ήταν πολπέτες από συκωτάκια, υψηλής μαγειρικής τέχνης. Το τέταρτο, πέρδικα ψητή, αρτυμένη με μπαχαρικά. Πέμπτο, κεφαλάκι μοσχαρίσιο, κι αυτό χρυσοστόλιστο. Έκτο πιάτο, καπόνια και πιτσούνια, μαζί με σαλάμι και ζαμπόν και λεπτή γαρνιτούρα. Έβδομο, αρνάκι ψητό με σάλτσα από βύσσινα. Όγδοο πιάτο, φασιανοί, πέρδικες, τσίχλες, ορτύκια, ψητά και γαρνιρισμένα με ελιές. Ένατο, κοτόπουλα ψημένα με
ζάχαρη και ραντισμένα με ροδόνερο. Δέκατο, ολόκληρο γουρουνόπουλο, με πικάντικη σάλτσα… Ενδέκατο, ψητό παγόνι με λεπτά αρτύματα. Δωδέκατο, παστίτσιο με αυγά, γάλα, ζάχαρη, αλεύρι και μυριστικά. Δέκατο τρίτο, κυδώνια με ζάχαρη και κουκουνάρια. Δέκατο τέταρτο, γλυκίσματα με ζάχαρη και μέλι, σωστός πειρασμός για το λαρύγγι. Δέκατο πέμπτο, δέκα διαφορετικοί τύποι τούρτας που η ομορφιά τους δε λέγεται. Όλες αυτές οι λιχουδιές έφτασαν στο τραπέζι μέσα σε χρυσά κι ασημένια πιάτα. Δαδοφόροι συνοδεύουν τους σερβιτόρους. Έπειτα, πάλι με συνοδεία πυρσών, παρελάσανε, ζωντανά μέσα σε κλουβιά, όλα τα είδη των πουλιών και των ζώων που είχαν μαγειρευτή. Στη συνέχεια, ήρθαν στη σάλα του συμποσίου κωμικοί και ακροβάτες, και χωριστά οι τρομπετίστες, οι τραγουδιστές και οι μουσικοί, για να προσφέρουν και σπάνια χαρά».»
Rizzatti, MariaLuisa (Επιμέλεια) : Οι μεγάλοι αμφισβητίες – Σαβοναρόλα, εκδ. Ο ΤΥΠΟΣ ΑΕ, Αθήνα, 1973, σελ. 113-114
Το ζήτημα δεν είναι καινούργιο. Το συζητά όλη η Ευρώπη, και φυσικά, το συζητάμε και στην Ελλάδα, μάλιστα δε καθ’ όλη τη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου, επανέρχεται μετ’ επιτάσεως : σύνταξη στα 70, σαράντα χρόνια δουλειάς.
Μόλιςπρόσφατα ο (Γερμανός) Επίτροπος κ. Günther Oettinger επανέφερε το θέμα θέτοντάς το μάλιστα και ως «το ευρωπαϊκό στοίχημα», ενώ δεν έχασαν καθόλου χρόνο να σπεύσουν να συμφωνήσουν μαζί του και περιώνυμα thinktanks(όπως το –ποιο άλλο;- Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών) και όλοι οι ιερείς και πιστοί του νεοφιλελευθερισμού, ο οποίος στη δική μου αντίληψη των πραγμάτων, όπως συχνά το υπογραμμίζω, πρόκειται για ένα νεο-ολοκληρωτισμό, που είναι το νέο μεγάλο φάντασμα που πλανιέται πάνω από τον κόσμο και βεβαίως πάνω από την Ευρώπη και τις χώρες μέλη της, με πιο ευάλωτες στις ορέξεις του όσες βρίσκονται υπό τον πλήρη έλεγχο των δυνάμεων εκείνων που εκφράζουν αυτόν τον νέο-ολοκληρωτισμό.
Η Ελλάδα, η χώρα μας, η πατρίδα μας, σαφώς είναι ο πιο ευάλωτος κρίκος σ’ αυτή την αλυσίδα.
Όταν λοιπόν σταθερά διατείνομαι ότι αυτή η νεοφιλελεύθερη λαίλαπα, είναι η νεκρανάσταση του μεσαίωνα στην πιο άγρια εκδοχή του, που ξαναήρθε στην επιφάνεια ως ένα ιδεολογικό και πολιτικό ζόμπι, δεν το λέγω τυχαία, και φυσικά δεν είμαι ο μόνος που το υποστηρίζει. Αν αυτή η Αθλιότητα, υποθέσουμε ότι παραμείνει στα πράγματα, είναι βέβαιο ότι οι στοχεύσεις της ακριβώς προς τα εκεί θα κατατείνουν : προς τον Μεσαίωνα, προς τους πιο σκοτεινούς από τους Σκοτεινούς Χρόνους. Θα κάνει το παν να αναβιώσει τις οικονομικές, κοινωνικές μα και πολιτικές συνθήκες του Μεσαίωνα στην σημερινή εποχή, με όρους σύγχρονης εποχής, αν και οι ομοιότητες με τις αντίστοιχες συνθήκες του Μεσαίωνα θα είναι εμφανείς. Ήδη, έχουν εγκαθιδρυθεί καταστάσεις που δεν μας πήγαν πίσω 10 ή 20 χρόνια, μα 100 και παραπέρα ακόμα χρόνια, με ταχύτητα τέτοια που σε λίγο θα αποχαιρετήσουμε και τον 19ο αιώνα για να «εισέλθουμε» τον 18ο αιώνα!
Εδώ ο «πυρήνας» του ζητήματος είναι τούτος : η συσσώρευση της οικονομικής και πολιτικής δύναμης σε μια ολιγαρχία μεγαλοσυμφερόντων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο που θα εκπροσωπείται από πλήρως ελεγχόμενες «τοπικές» (πώς λέγαμε παλιά : «εθνικές») ολιγαρχίες με κάποιες περιορισμένες τοπικές εξουσίες, με ταυτόχρονη διάλυση της μικρομεσαίας τάξης, μια μάζα που αποστολή της θα είναι να διατηρεί τον παραγόμενο πλούτο ΤΟΥΣ στα επίπεδα που θα προγραμματίζεται και η οποία μάζα ταυτόχρονα θα βράζει στο ζουμί της, και βεβαίως, με την πλήρη διάλυση κάθε έννοιας «κοινωνικού κράτους». Αυτό είναι το τρίπτυχο, για να μη χανόμαστε στις πολλές αναλύσεις επί του θέματος, που τελικά όμως όλες καταλήγουν σ’ αυτό το «δια ταύτα». Και σε ό,τι αφορά αυτόν τον πλούτο, δεν θα παράγεται για να καλύπτει τις βιοτικές ανάγκες αυτών των ολίγων οικογενειών, διότι αυτός ο πλούτος είναι υπεραρκετός για να τρέφει πλουσιοπάροχα όλα τα δισεκατομμύρια των πινόντων και διψώντων αυτού του πλανήτη για τα επόμενα πολλά χρόνια, θα παράγεται κυρίως για δύο λόγους : το μεν να χρηματοδοτεί τους μηχανισμούς επιβολής αυτής της ολιγαρχίας πάνω στις κοινωνίες, το δε, να εξασφαλίζει την αναγκαία χλιδή διαβίωσης και επίδειξης, διότι κι αυτό το τελευταίο έχει εδώ τη θέση και τη σημασία του.
Ακριβώς αυτού στοχεύουν.
Όταν λένε 40 χρόνια δουλειάς και σύνταξη στα 70, μιλάνε για σύνταξη με 40 χρόνια ΠΛΗΡΟΥΣ απασχόλησης, διότι όποιος δεν θα έχει αυτά τα 40 ΠΛΗΡΗ χρόνια απασχόλησης, θα λαμβάνει κλάσμα της σύνταξης ανάλογα με το τι θα έχει καταφέρει να μαζέψει ίσαμε τότε, ή, πολύ απλά, θα υποχρεωθεί αν δεν θα του αρκεί το «κλάσμα», να δουλεύει και πέραν των 70!
Όμως κι αυτό ακόμα το απάνθρωπο σχέδιο, είναι επίσης μια μεγαλειώδης απάτη, Η απάτη, και δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά, διότι Αθλιότητα και Απάτη είναι πρωτοξάδερφα.
Ποιος είναι ο σχεδιασμός αυτής της απάτης;
Φυσικά, το μέτρο, δεν είναι το μόνο που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως άθλιο, αλλά, ένα άθλιο μέτρο, έχει την ανάγκη να εντάσσεται μέσα σε ένα ευρύτερο πλέγμα άλλων αθλιοτήτων, έτσι ώστε, όλες μαζί οι επιμέρους αθλιότητες, οι αθλιότητες «κατά τομείς», να αλληλοϋποστηρίζονται και να κινούνται στοχευμένα προς ένα κοινό σκοπό.
Έτσι, λοιπόν, το συνολικό πλέγμα αθλιοτήτων, έχει εξασφαλίσει η συνολική πολιτική της Αθλιότητας, μέσα από εργασιακές συνθήκες που θα περιλαμβάνουν «ευέλικτες» μορφές εργασίας των 4, των 3 των 2 ωρών, και προσλήψεις και απολύσεις κατά το δοκούν, ώστε το να συγκεντρώσει κάποιος ένσημα για 40 χρόνια ΠΛΗΡΟΥΣ απασχόλησης να φαντάζει τόσο τυχερή έκβαση των πραγμάτων γι’ αυτόν, όσο το να κερδίσει στο τζόκερ το τζακ ποτ, και επομένως, απλά, η συντριπτική πλειοψηφία δεν θα πληροί αυτές τις προϋποθέσεις.
Το πιο πιθανό είναι κάποιος τα πλέον παραγωγικά του χρόνια, να τα περάσει με τρίωρα και τετράωρα απασχόλησης και αρκετά διαστήματα ανεργίας, ενώ, είναι σχεδόν βέβαιο, ότι από μια ηλικία και πάνω, π.χ. τα 50-55 και πάνω, να τα περάσει έως ότου φτάσει στα 70, ως μακροχρόνιος άνεργος, αφού σ’ αυτές τις ηλικίες, για πολλούς λόγους, οικονομικούς μα και φυσικούς, η «απασχολησιμότητα» θα είναι «απαγορευμένος καρπός. Ένας 60χρονος π.χ. που θα διεκδικεί την ίδια θέση με έναν 30άρη, πάντα θα βρίσκεται σε δυσχερέστερη θέση. Αυτή η «λεπτομέρεια», που δεν είναι βέβαια η μοναδική, αναδεικνύει, όπως το έχω σημειώσει και σε άλλα άρθρα μου, όχι ένα υφέρποντα ρατσισμό, μα ένα ρατσισμό ξεκάθαρο, ένα ρατσισμό διαυγή : όσοι δεν είναι οικονομικά χρήσιμοι, στον κοινωνικό Καιάδα, στα κοινωνικά κρεματόρια. Ό,τι δεν συμβάλει στην παραγωγή, ΔΕΝ έχει καμία χρησιμότητα, ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΩΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΥΠΑΡΞΗ, διότι στην νεοφιλελεύθερη λογική ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ = ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΣ ΧΡΗΣΙΜΟ!
Ο «άνθρωπος» που πλέον δεν έχει οικονομική χρησιμότητα, ή κάποιος άλλος «συντελεστής εργασίας» έχει μεγαλύτερη «χρησιμότητα» απ’ αυτόν, όπως στη περίπτωση του 70χρονου και του 30χρονου παραπάνω, τότε, ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΜΙΑ «ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ», ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΩΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Ακριβώς όπως ΚΑΘΕ συντελεστής παραγωγής. Π.χ. ένα μηχάνημα. Τι γίνεται όταν ένα μηχάνημα, ένας δηλαδή «συντελεστής παραγωγής» απαξιωθεί οικονομικά ή/και λειτουργικά; Το αποσύρουμε, το πετάμε, το πουλάμε για σκραπ. Αυτό ισχύει ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΚΡΙΣΗ, ΣΤΗ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ, ΙΣΧΥΕΙ ΕΠΟΜΕΝΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΝ «ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ».
Μια τέτοια ύπαρξη «λειτουργικώς απαξιωμένη» είναι σκέτη «σπατάλη». Διότι πλέον, «σπατάλη» δεν είναι να ζεις απλώς περισσότερο απ’ όσο αντέχει η τσέπη σου, μα στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού, «σπατάλη» είναι και να ζεις περισσότερο απ’ όσο αντέχουν τα (λεηλατηθέντα) αποθεματικά των ασφαλιστικών σου ταμείων, ή του (ομοίως λεηλατηθέντος) δημοσίου ταμείου, επομένως, «σπατάλη» είναι να ζεις έξω από τα όρια της «αντοχής» των εθνικών λογαριασμών της χώρας σου. «Σπατάλη» είναι ΚΑΘΕ κοινωνική πολιτική, ενώ, «ορθολογισμός» είναι ΚΑΘΕ είδους ελεημοσύνη. Βεβαίως, δεν είναι τόσο εύκολο σήμερα, τουλάχιστον όχι ακόμα, όπως παλιότερα, ΚΑΘΕ ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΥΠΑΡΞΗ ΝΑ ΤΗ ΡΙΧΝΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΚΑΙΑΔΑ ή ΣΕ ΚΑΠΟΙΟ ΦΟΥΡΝΟ, ή ακόμα και να της κάνουμε ευθανασία για να μας αδειάζει ήρεμα – ήρεμα τη γωνιά, όπως στον «Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο» του Άλντους Χάξλεϋ, όμως, όντας πια ο πολιτισμός μας πιο «σύγχρονος» και πιο «ανθρώπινος» σήμερα, απλά, θα τους «επιτρέπουμε» να ζούνε, μονάχα να μη μας ζητάνε τίποτα «κοινωνικές πολιτικές» και άλλα που παραπέμπουν στα «παλιά μοντέλα» των κοινωνικών κρατών, να ζούνε όπως μπορούνε και με ό,τι μπορούνε, απολύτως «κύριοι» του εαυτού τους, και αν δεν το κατορθώσουν, τότε γι΄ αυτό δεν θα έχουν να μεμφθούν παρά τον εαυτό τους, ενώ, οι πιο ψύχραιμοι απ’ αυτούς τους μελλοθάνατους, θα αναγνωρίσουν την Θεία Επιλογή, και αν όχι τούτο, τη Φυσική Επιλογή, και επομένως, τα παράπονά τους στο Θεό ή στη Φύση!
Την ίδια στιγμή, χάρη ακριβώς σ’ αυτό το συνολικό πλέγμα αθλιοτήτων, είναι βέβαιο ότι πολλά άλλα παράλληλα και εξίσου άθλια θα συμβαίνουν εκτός από το να στέλνουμε τον κόσμο στη σύνταξη στα 70 και με 40 χρόνια δουλειάς.
v Όπως, το να θεωρείται επίσης σα να κερδίζεις το πρώτο λαχνό του λαχείου αν στα 50 σου θα σε κρατάνε ακόμα στην όποια δουλειά, πόσο μάλλον στα 60 ή κοντά στα 70! Η νεοφιλελεύθερη πολιτική, δεν είναι τυχαίο πως ένα από τα κύρια, τα πρωταρχικά της μελήματα, είναι η παραγωγή ενός άφθονου εφεδρικού εργατικού / υπαλληλικού στρατού, τέτοιου που να κρατά σταθερά τις αποδοχές και τα εισοδήματα εντός των αποδεκτών ορίων που θέτει η απαίτηση της εξαθλίωσης, και που φυσικά, θα τιθασεύει κάθε αξίωση για «καλύτερες» αποδοχές, των κακομαθημένων εργαζόμενων.
v Όπως, το να αρχίσουμε να ξαναβλέπουμε να ανθεί η παιδική εργασία, αφού πλέον οι εξαθλιωμένες οικογένειες θα αδυνατούν να τρέφουν τα ίδια τους τα παιδιά, τα οποία θα πρέπει να εγκαταλείπουν τα σχολεία τους που πλέον θα είναι υπόθεση, η εκπαίδευση, πόσο μάλλον οι ανώτερες σπουδές, των γόνων των ευπόρων τάξεων, και να βγαίνουν στο κουρμπέτι, ή στα φανάρια, ή όπου θα αλλού μπορούν να μαζέψουν κανένα ευρώ, και θάναι τούτο η ύψιστη ευτυχία τους, εκεί, στα φανάρια, ότι θα έχουν στη τσέπη τους ένα ισχυρό νόμισμα! Έπειτα, την ίδια στιγμή, όταν κι αυτή η εκπαίδευση θα έχει απαξιωθεί ως «προσόν» οικονομικής και κοινωνικής ανόδου, όταν θα βλέπουν ότι άνθρωποι με πτυχία και μεταπτυχιακά «σταδιοδρομούν» ως ντελιβεράδες και ως εργαζόμενοι αμειβόμενοι σχεδόν ΩΣ ΑΝΕΙΔΙΚΕΥΤΟΙ, προς τι ο «χαμένος χρόνος και κόπος» να θυσιαστούν χρήματα προς αυτή τη κατεύθυνση, ακόμα κι αν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα μπορούσε η οικογένεια να τα εξοικονομήσει; Εξ άλλου η δημόσια εκπαίδευση θα στηρίζεται όχι τόσο σε άθλιες υποδομές, δεν εστιάζω τόσο σ’ αυτό, όσο σε άθλια αντιμετωπιζόμενο εκπαιδευτικό προσωπικό, που όντας το ίδιο εξαθλιωμένο όσο και οι μαθητές τους, όντας το ίδιο πεινασμένο, την ώρα της διδασκαλίας, θα πρέπει να καταβάλει κι ο δάσκαλος πια πολύ κόπο να μην λιποθυμήσει από τη πείνα, μαζί με μαθητές του που κι αυτοί θα λιποθυμούν για τον ίδιο λόγο.
v Όπως το ότι έχοντας διαλύσει αυτή η μεγαλειώδης Απάτη το κοινωνικό κράτος, και άρα το δημόσιο σύστημα υγείας, κι αυτό θα συμβάλει απ’ τη πλευρά του όσο θα το μπορεί, και νομίζω ότι θα βγάλει «ασπροπρόσωπους» τους νεοφιλελεύθερους σχεδιαστές του, ώστε όλο και λιγότεροι άνθρωποι απ’ τη τάξη των ΣΥΝΗΘΩΝ ΥΠΟΖΥΓΙΩΝ, να φτάνουν στη «θηριώδη» ηλικία των 70 ετών, με προφανές το όφελος για το σύστημα. Από σήμερα πια είναι σαφές, πως όποιος είναι σε θέση να έχει ιδιωτική ασφάλεια, και μπορούμε να υποθέσουμε ποιοι μπορούν και ποιοι όχι, μπορεί να ελπίζει σε ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ συνθήκες περίθαλψης και κυρίως, σε μια αποτελεσματική αντιμετώπιση ενός προβλήματος υγείας του, πόσο μάλλον, ενός σοβαρού προβλήματος υγείας. Όπως είναι από σήμερα σαφές, πως αλλοίμονό σου, αν σου παρουσιαστεί ένα σοβαρό ή και λιγότερο σοβαρό πρόβλημα υγείας και είσαι, πράγμα καθόλου απίθανο, άνεργος, ή, εξίσου διόλου απίθανο, φτωχός. Η ζωή στη διατίμηση, και πάντως, η ζωή ενός φτωχού είναι κατά κανόνα «φτηνή».
Το κλασικό τρίπτυχο της διαίρεσης της εργάσιμης μέρας σε :
8 ώρες δουλειά,
8 ώρες ανάπαυση,
8 ώρες ελεύθερος χρόνος,
το τρίπτυχο που συνδέθηκε τους τελευταίους τρείς τουλάχιστον αιώνες για όσους δεν το γνωρίζουν ή το λησμονούν, με πρωτόφαντους ρυθμούς οικονομικής αύξησης και οικονομικής ανάπτυξης και της παραγωγικότητας, αποδεικνύοντας ότι η «χρησιμοποίηση» του ανθρώπου ως Άνθρωπο είναι ΚΑΙ από οικονομικής πλευράς πολύ πιο αποδοτικό για την οικονομία, όλα αυτά «λησμονούνται», και πλέον στα πλαίσια της Μεγάλης Πορείας προς τα Πίσω, προς το Μεσαίωνα, που σάλπισε ο νεοφιλελευθερισμός, θα ξαναγίνει κάποια στιγμή : 12 ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ώρες ΣΚΛΗΡΗΣ, ΕΞΟΥΘΕΝΩΤΙΚΗΣ δουλείας, και οι υπόλοιπες ώρες θα αφορούν την αναγκαία ανάπαυση για να είναι σε θέση ο «συντελεστής εργασία» να συνεχίσει τη δουλεία του την επόμενη μέρα, και αν μένουν κάποιες «ελεύθερες» ώρες, αυτές θα είναι αφιερωμένες στη διαχείριση της ατομικής θλίψης ή κατάθλιψης.
Με απλά λόγια, λόγια του καφενείου της γειτονιάς, όλα τα παραπάνω σημαίνουν :
Καλή ψυχή!
Από το σχολείο, όσοι είναι τυχεροί και αντέξουν το κόστος να τελειώνουν στο μέλλον το Λύκειο, διαφορετικά, από ακόμα νωρίτερα, από το Δημοτικό, στο κουρμπέτι και στην επαιτεία, περιμένοντας να φτάσεις στα 70 για να πάρεις τα ψίχουλα που θα τα αποκαλούνε «σύνταξη», ΑΝ ποτέ τα φτάσεις τα 70, διότι με τούτα και με τα άλλα, κι αυτός ο μέσος όρος ζωής ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΞΗ ΤΩΝ ΕΞΑΘΛΙΩΜΕΝΩΝ, των σύγχρονων ΥΠΑΝΘΡΩΠΩΝ, θα έχει μειωθεί κι αυτός, ώστε επί τέλους να ηρεμήσουν και εν τέλει δικαιωθούν όλοι εκείνοι που έλεγαν : «Ζούνε πολύ», αναφερόμενοι στον μέσο πολίτη της χώρας αυτής μα και των άλλων χωρών, όμως, ας αναφερθούμε στη δική μας χώρα : θυμάστε τη φράση : «Ζούνε πολύ»! ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΚΑΘΟΛΟΥ ΤΥΧΑΙΑ, διότι την ίδια στιγμή, οι σχεδιαστές της ΣΥΝΟΛΙΚΗΣ πολιτικής της Αθλιότητας, σχεδίαζαν και προωθούσαν όλα εκείνα τα μέτρα που θα «ρύθμιζαν» κι αυτή την «ανισορροπία». Και ούτως πως θα «εξυγιανθούν» τα ασφαλιστικά ταμεία του κράτους, ούτως πως θα έχουμε και «πλεονάσματα», και βεβαίως, όλα αυτά όχι στο πλαίσιο μιας «εθνικής οικονομίας» που σε λίγο δεν θα αποκαλείται πια έτσι, μα στο πλαίσιο μιας οικονομίας που θα είναι το άθροισμα των ιδιωτικών οικονομιών ολίγων μεγάλων οικογενειών, διότι, πολύ απλά, ό,τι θα εκπροσωπούν όλοι οι υπόλοιποι, θα είναι τόσο μηδαμινό, ώστε να μπορεί και να παραβλέπεται από τους σχετικούς συνολικούς υπολογισμούς.
Όμως, όλα τα παραπάνω, δεν είναι μια ανομολόγητη στόχευση των πραγμάτων, είναι φανερά, γίνονται στο φως της ημέρας, λέγονται και διατυμπανίζονται ευθαρσώς από την Αθλιότητα.
Το άκρως υποτιμητικό για κάθε Άνθρωπο που διεκδικεί το δικαίωμα να αποκαλείται Άνθρωπος, να αποκαλείται «συντελεστής παραγωγής», είναι να αποδέχεται την στόχευση αυτή, πολύ δε περισσότερο, κάτω από διάφορες προφάσεις, να την δικαιολογεί κι όλας!
Πράγματι, σ’ όλο αυτό το σκηνικό που περιέγραψα πρωτύτερα, αυτό που με θλίβει βαθύτατα, είναι τούτο : Το να αγωνίζονται με νύχια και με δόντια όσοι ανήκουν στην ολιγαρχία ή αισθάνονται ότι έχουν την προοπτική να ενταχθούν σ΄ αυτή, όπως και οι παρατρεχάμενοί τους, να εγκαθιδρύσουν μια κατάσταση που να ευνοεί τα συμφέροντά τους, αυτό, δεν είναι κάτι που με ενοχλεί ιδιαίτερα, ούτε και μέμφομαι όσους ανήκοντας σ’ αυτή τη τάξη υποστηρίζουν ό,τι τους εξυπηρετεί, εκτός βέβαια από το να καταγγέλλω τα μέσα που χρησιμοποιούν όταν αυτά τα μέσα, τα θεωρώ παράνομα ή ανήθικα ή αντιδημοκρατικά. Αλλά το να υπάρχουν άνθρωποι που ΗΔΗ ανήκουν στη λαοθάλασσα της μιζέριας, ή βλέπουν αν δεν ανήκουν ακόμα σ’ αυτή, πως και η δική τους πορεία είναι πορεία συνάντησης αυτής της μιζέριας, και να στηρίζουν, πολύ δε περισσότερο να επιλέγουν αυτή τη πολιτική της εξαθλίωσης των πολλών και της εύνοιας προς τους λίγους, ελπίζοντας όπως συμβαίνει συχνότατα με τους οδηγούς, ότι τα θανατηφόρα δυστυχήματα συμβαίνουν μόνο στους άλλους όχι όμως και σ’ αυτούς, αυτό είναι όντως κάτι που δεν μπορώ να το κατανοήσω, ή μάλλον, μπορώ να το κατανοήσω αλλά με όρους πια ψυχολογικούς και ψυχαναλυτικούς, που άλλοι ειδικοί θα μπορούσαν ίσως να μας εξηγήσουν και δικαιολογήσουν.
Αν όσοι ακολουθούν και δικαιολογούν τον νεοφιλελεύθερο «μονόδρομο» της «μονόπλευρης εξαθλίωσης», δηλαδή της εξαθλίωσης των ΣΥΝΗΘΩΝ ΥΠΟΖΥΓΙΩΝ, δεν έχουν διδαχθεί τίποτα για το τι είδους «οικονομικές» και «κοινωνικές» σχέσεις και δομές έχει σχεδιάσει και παράξει όπου εφαρμόστηκε στη πράξη, όπου της γης, είναι ανεπίδεκτοι μαθήσεως, για να το πω όσο πιο ευγενικά γίνεται. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι αυτή η νεοφιλελεύθερη Αθλιότητα, όταν σου προβάλει χώρες – «υποδείγματα» προς τις οποίες «πρέπει» να γίνεις «ανταγωνιστικός», ως οικονομία, ως κοινωνία ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ ΩΣ ΝΟΟΤΡΟΠΙΑ, θα σου δείξουν την Κίνα, την Ινδία, τη Βουλγαρία και άλλες χώρες με τέτοια χαρακτηριστικά που θεωρούνται ανεκτά και αποδεκτά από την Αθλιότητα του νεοφιλελευθερισμού. Δεν θα σου δείξουν ποτέ την Ελβετία, δεν θα σου δείξουν ποτέ τη Σουηδία ή τη Νορβηγία, και το ερώτημα ΠΟΥ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΤΙΘΕΤΑΙ από την δημοσιογραφούσα (παρα)οικονομολογία όσο και την οικονομολογούσα (παρα)δημοσιογραφία, είναι : ΓΙΑΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΥΓΚΛΙΝΩ π.χ. ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ ΚΑΙ ΟΧΙ π.χ. ΠΡΟΣ ΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ; Βεβαίως η ΑΝΟΗΣΙΑ θα σου πει : δεν είναι τα δεδομένα τα ίδια, όπερ σημαίνει πως το επίπεδο της Σουηδίας, που εδώ έφερα σαν παράδειγμα, ΔΕΝ μπορεί να το προσεγγίσει καμία άλλη χώρα, αν δεν έχει τα «ίδια δεδομένα» (που ανάθεμα κι αν γνωρίζουν όσοι χρησιμοποιούν τις λέξεις αν ξέρουν τι πάει να πει π.χ. «ίδια δεδομένα» σε μια αναπτυξιακή πολιτική ή διαδικασία). Δηλαδή, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι πως τελικώς, επειδή ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΓΜΕΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΝΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΧΩΡΕΣ μπορώ να βρω ή να εφεύρω τόσα «ιδιαίτερα και μη κοινά δεδομένα» προς τα δεδομένα οποιασδήποτε άλλης χώρας επιθυμώ να εξαιρέσω ή να μην εξαιρέσω, και επομένως, η κάθε μια τους είναι και μια «μη συγκρίσιμη ιδιαιτερότητα», έπεται, κατά την λογική της ανοησίας αυτής, πως λόγοι «ρεαλισμού» επιβάλουν να στραφώ προς το «υπόδειγμα» της Ινδίας ή της Κίνας ή της Βουλγαρίας! Και αν τώρα τους θέσω το ερώτημα : «Τι ΠΑΡΟΜΟΙΑ δεδομένα υπάρχουν μεταξύ Βουλγάρων και Ελλήνων ή μεταξύ Ελλήνων και Κινέζων και μεταξύ της Ελλάδας και της Κίνας ή της Ινδίας ώστε να δικαιολογείται η σύγκλιση προς αυτούς, ΠΟΥ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ μεταξύ Ελλήνων και Ελλάδας και άλλων χωρών ή λαών της Νότιας ή της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, και γιατί εν πάση περιπτώσει δεν εφαρμόζετε πολιτικές που να οδηγούν στη δημιουργία «δεδομένων» σύγκλισης π.χ. με την Σουηδία, και όχι με τη Βουλγαρία;», είμαι βέβαιος, πως θα πρέπει να οπλιστώ με νέα αποθέματα αντοχής για ν΄ αντέξω την ανοησία των επιχειρημάτων που αναμένω ν’ ακούσω, κι ευτυχώς για μένα, έχοντας καταγράψει εκείνους που παίζουν για λόγους δικούς τους το παιχνίδι της προπαγάνδας, κάπως περιόρισα το κακό. Στην ουσία, οι άνθρωποι αυτοί, υποστηρίζουν κάτι το εξαιρετικά καινοφανές : περιγράφουν μια διαδικασία ΥΠΑΝΑΠΤΥΞΗΣ την οποία για τις ανάγκες της προπαγάνδας τους, τη βαφτίζουν ΑΝΑΠΤΥΞΗ! Ονομάζουν «ανάπτυξη» το να πάμε τόσο πίσω, ώστε να συναντήσουμε άλλες χώρες, πολύ λιγότερο αναπτυγμένες από εμάς, κι εκεί μάλιστα και να παραμείνουμε, διότι ΟΥΤΕ και προοπτικά δεν θέτουν την εκδοχή ΑΠΟ ΕΝΑ ΣΗΜΕΙΟ ΚΑΙ ΠΕΡΑ να συγκλίνεις πια με τη Γερμανία ας πούμε (πώς τολμώ βεβαίως και να σκέπτομαι κάτι τέτοιο)! Αποσιωπά η Αθλιότητα, ότι εκεί που θέλει να συγκλίνουμε είναι μια ζώνη ειδικού οικονομικού σκοπού, από την οποία άπαξ και μπεις, πρέπει και να παραμείνεις.
Η Αθλιότητα, δεν δείχνει έλεος!
Αυτό ας το έχουμε υπόψη μας!
Με την Αθλιότητα δεν παίζεις, διότι αυτή ποτέ δεν παίζει μαζί σου : σε πρώτη ευκαιρία, σε συνθλίβει.
Αν δεν προλάβεις να την αντιμετωπίσεις, θα σε συνθλίψει : χωρίς προσχήματα και χωρίς έλεος.
Η Αθλιότητα δεν είναι μια συγκυριακή κατάσταση στην Ιστορία του Ανθρώπου, δεν είναι μια Ιστορική Εξαίρεση, είναι, πολύ φοβούμαι, ο πολυτροπαιούχος πρωταθλητής στον αγώνα της με την Μη-αθλιότητα, διότι ποτέ δεν αντιμετωπίστηκε αποφασιστικά από την Μη-αθλιότητα. Η Αθλιότητα αντλεί τη δύναμή της ακριβώς από το έλεος και τη μη αποφασιστικότητα της Μη-αθλιότητας να καταφέρει το καίριο πλήγμα στην Αθλιότητα όταν την έχει νικήσει, πιστεύοντας ότι η Αθλιότητα θα αναγνωρίσει, όταν ηττηθεί, τη μεγαλοψυχία της Μη-αθλιότητας που θα της συμπεριφερθεί «ήπια», «με το γάντι», και πάντως με πλήρη σεβασμό των «δικαιωμάτων» που έχει ο κάθε ηττημένος.
Είναι αυτό μια σωστή προσέγγιση;
Ειλικρινά, τα διλήμματά μου είναι πολλά.
Ανήκω σ’ εκείνους που πιστεύουν ότι τον ολοκληρωτισμό δεν τον καταπολεμάς με περισσότερο ολοκληρωτισμό.
Αυτό είναι το ένα.
Όμως, δεν θεωρώ καθόλου κολακευτικό για τη δημοκρατία να ηττάται όχι σπανίως μα συχνά από την Αθλιότητα.
Σίγουρα δεν ανήκω σ’ εκείνους που θα εισηγούνταν ότι στο φούρνο μπορείς να ρίξεις αυτόν που προηγούμενα έριχνε άλλους συνανθρώπους του στη πυρά.
Όμως ανήκω σ’ εκείνους που λένε ότι θα πρέπει κάποια στιγμή να πάψει αυτό που έχω αποκαλέσει ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΣΜΙΚΗ ΑΤΙΜΩΡΗΣΙΑ της μεγάλης διαπλοκής. Και κυρίως να πάψει αυτή η πού και πού θυσία κάποιων Ιφιγενειών, για να απόθερμαίνεται το κοινωνικό καζάνι όταν κοχλάζει επικίνδυνα –κάτι που το θεωρώ εξίσου άθλιο με την ατιμωρησία.
Θα επαναλάβω μια γνωστή φράση του αείμνηστου Κωνσταντίνου Καραμανλή που λέχθηκε για άλλο λόγο : όταν λέμε ισόβια εννοούμε ισόβια.
Και για να το εξειδικεύσω λίγο στη περίπτωσή μας : Η Αθλιότητα αφού δικαστεί με τίμια δίκη για τα έργα και τις ημέρες της, στο πρόσωπο αυτών που την σχεδίασαν, την εγκαθίδρυσαν και την εφάρμοσαν, θα πρέπει να μείνει έγκλειστη στη φυλακή, τόσο όσο θα ορίζει η απόφαση του δικαστηρίου, κι αν αυτή είναι ισόβια, επαναλαμβάνω κι εγώ : όταν λέμε ισόβια εννοούμε ισόβια, και όχι 20 ή 25 χρόνια. Αν είναι 10 χρόνια εννοούμε 10 χρόνια και αν είναι αθωωτική η απόφαση, εννοούμε αθώοι!
Αλλά για να δικαστεί, πρέπει να γίνει η ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ που δεν έγινε : Πώς φτάσαμε στη Κρίση και στα Μνημόνια, πιάνοντας όμως τον μίτο της Αριάδνης από την Αρχή, όσο πίσω και αν πάει. Ούτε από τη μέση, ούτε από το τέλος : ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΉ!