Γράφει ὁ Γιῶργος Νικολακάκος
Παρά τό γεγονός ὄτι στήν Ελλάδα δέν εἴχαμε ἔνα γνήσιο δημοκρατικό πολίτευμα ἡ ἔνα φιλελεύθερο συνταγματικό αστικό πολίτευμα, ὁ λαός πάντα έμφορεῖτο ἀπό ἀπό γνήσιες φιλελεύθερες ἰδέες. Ὅμως, ἠ ἰδεολογία τῶν Ἑλλήνων ποτέ δέν βρῆκε ἕναν διανοητή ἀνωτέρου ἐπιπέδου πού νά μποροῦσε νά συνδέση τά σκόρπια στοιχεῖα τῆς γηγενοῦς ἰδεολογίας πού ἐξέφραζε τόν φιλελευθερισμό του γιά νά τούς δώση θεωρητική ἔκφρασι καί νά δημιουργήση μέ αυτά ἕνα ϊσχυρό οίκοδόμημα. Καί ἔτσι ἤρθαν οί
σοσιαλιστές νά κατηγορήσουν τόν Ἔλληνα
ποὐ καταφάσκει στίς εθνικές του ἀξίες νά τόν κατηγορήσουν ὄτι αὐτός ἀποτελεῖ τήν ενσάρκωσιν τήν πνευματική στασιμότητα καί το ἀντιπνεῦμα τῆς προόδου. Κατηγόρησαν αὐτούς πού
ὑπερασπίστηκαν τήν καθιέρωσιν τῆς καθαρευούσης ὄτι ἔμεναν προσυλώμένοι σέ παρωχυμένες ἀντιλήψεις. Ξεχμᾶμε ὄμως ὄτι τά υλικά στοιχεία πού ἔπαιξαν σημαντικό ρόλο στήν ἐθνοποίησιν τοῦ Ελληνικοῦ πολιτισμοῦ ὑπῆρξαν τά «ιδεαλιστικά» στοιχεῖα. Οί διάφορες ὀμάδες στήν πορεῖα τοῦ Ἑλληνισμοῦ καθώριζαν τόν εαυτόν τους σάν τούς ἀπογόνους τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καί κληρονόμους τού πολιτισμοῦ των. Δήλαδή αὐτή ή ἀντίληψις λειτουργοῦσε σάν ἰδεολογία πού συνένωνε τά διάσπαρτα πολιτιστικά στοιχεῖα τῶν Ἑλλήνων καί
βοήθησε στήν σύνθεσιν ἐνός κοινοῦ πολιτισμοῦ, μιᾶς κοινῆς ιδεολογίας. Η καθαρευούσα, ἄσχετα ποίοι λόγοι ἐπέβαλλαν τήν καθιέρωσι της, ἀναμφίβολα λειτούργησε σάν ἔνα ἰσχυρό «ιδεαλιστικό» στοιχεῖο. Ἡ καταπληκτική της συγγένεια μέν ἀρχαῖα Ἑλληνική γλῶσσα προσέφερε ἔρεισμα στήν ιδέα περί τῆς καταγωγῆς τῶν νεωτέρων Ἑλλήνων.
Ἕτσι ἔχομε φθάσει στό σημεῖο ὄπου «εκπαιδευτικοί» καί «διανοούμενοι» νά ἀποδύωνται σέ έναν αδυσώπητον αγώνα γιά νά γκρεμίσουν τήν εθνική ἰδεολογία. Π.χ.ἐπιστρατεύουν τίς πιό αὐθαίρετες θεωρίες γιά αποδείξουν ὄτι ἠ σύγχρονη γλώσσα δέν ἔχει καμία συγγένεια μέ τήν ἀρχαῖα, ἐνῶ ὀποιοσδήποτε γνωρίζει ἄριστα τήν νέα ελληνική γλῶσσα, ὄχι μόνον δέν ἔχει κανένα πρόβλημα κατανοήσεως τοῦ ἀρχαίου κειμένου, ἀλλά αἰσθάνεται μεγάλη οίκειότητα μέ τήν γλῶσσα τού κειμένου. Ἁμφισβιτοῦν ἰστορικά γεγονότα ποῦ ὑπῆρξαν πηγή
ἐμπνεύσεως γιά τόν ἐλληνικό λαό καί ἀπαξιώνουν ἐθνικές μορφές πού ὑπῆρξαν πρότυπα γία τούς νέους.
Εφ’ όσον δέν ὑπάρχει κάποιος διανοητής νά ἐκφράση τήν ἐθνική ιδεολογία καί νά τῆς δώση ἕνα φιλοσοφικό ὑπόβαθρο, ὁ «εθνικιστής» ἥ ἐκεῖνος πού δέν καταφάσκει στόν σοσιαλισμό ἥ μαρξισμό, καθίσταται ἀνίκανος νά ἀξοιοποιήση καί νά χρησιμοποιήση τά ὑλικά καί πνευματικά του δημιούργηματα καί δέν μπορεῖ νά διαμορφώση ἐκεῖνον τόν τύπον τῆς κοινωνικῆς ζωῆς πού θά μποροῦσε νά αποτρέψη τήν ομοιομορφία;σέ ἐπίπεδο μετριότητος πού ἀποτελεί τό κύριο χαρακτηρηστικό τῆς ἐποχῆς μας.Τά περισσότερα ἄτομα ἔχουν καταντήσει
ἔρμαια τῶν παθῶν τους καί ἀποτελοῦν τήν αίτία ὑποβαθμίσεως τῶν πολιτιστικῶν ἀξιῶν. Απαιτεῖται ἄμυνα κατά τοῦ περιβάλλοντος καί ό ἄριστος τρόπος τοῦ ἀμύνεσθαι εῖναι τό μή ἐξομοιοῦσθαι.
Θά πρέπη νά διαμορφωθῆ μιά ἰδεολογία ποῦ νά θέτη στόχους πού ἐξυπηρετοῦν τά εθνικά συμφέροντα καί πού ἐμπνέουν κοινωνική καί πολιτική δράσι, πού να προβάλλη ἕνα ὄραμα γιά τό μέλλον καί να προδιαγράφη πῶς αύτό το ὄραμα θα το κάνη πράξι. Θά πρέπη νά διαμορφωθοῦν προσανατολισμοί, πού νά εῑναι κυρίως πνευματικοί καί οἱ ὀποίοι δεν θά μποροῦν να νοηθοῦν σάν ἄρνησις τῶν ἐθνικών ἀξιῶν καί τῆς ἐθνικῆς κληρονομιᾶς.
Οί ιδές πού εκπρόσωπησαν τήν υψίστη προσπάθεια γιά τήν οικοδομήσιν μιάς πολιτισμένης καί ελευθέρας κοινωνίας στήν Ελλάδα είναι αυτές πού εκφράζουν τήν εθνική ιδεολογία. Η σκέψις τῶν μεγάλων λογίων, τών ἀρχαίων προγόνων μας καί τῶν ἡρώων μας εῖναι αὐτές πού ἀνήγαγον σέ ἀξίες τῆς ζωῆς τίς ὑψήλότερες ἔννοιες. Αυτοί ἀνακάλυψαν τήν ὀμορφιά στήν πολυμορφία τῆς ζωῆς καί τών ποιλκίλων ἐκφάνσεων τῆς σκέψεως. Πίστευαν στήν καλλίεργεια τῶν εὐγενῶν τάσεων τοῦ ἀτόμου καί στήν χειραγώγησι τῶν μή εὐγενῶν τάσεων. Ἡ
φιλοσςοφία τοῦ Πλάτωνος, τοῦ Αριστοτέλους, τοῦ Περικλέους καί τῶν Σπαρτιατῶν δικαιώθηκε σάν φιλοσοφιά τῆς ζωῆς περισσότερο ἀπό ὀποιαδήποτε ἄλλη φιλοσοφία.Η ἐμπειρία ἔχει δείξει ὄτι ή ἰστορία συντίθεται ἀπό ἄπειρες στιγμές ή κάθε μιά τῆς ὀποῖας εῖναι ἀπροσδιόριστη σέ σχέσι μέ τήν προηγούμενη καί εῖναι αὐτό πού καθιστᾶ τήν κάθε ἀπόφασιν τοῦ ἀνθρώπου ἀβέβαιη καί ρηξικέλευθη τήν ἐπιλογή τῶν δυνατοτήτων. Εἶναι φυσικόν διά τόν ἄνθρωπον νά διστάζη νά δημιουργήση καταστάσεις πού θά ἀποτελοῦν μετάβασιν πρός
κάποια νέα, ἀπαραδειγμάτιστη κοινωνική ἥ πολιτική ὀργάνωσιν. Ὅμως αὐτοί πού ἐκρόσωπησαν τόν «εθνικιστήν» δέν μπόρεσαν νά θεμελιώσουν τήν φιλοσοφική βάσι τῆς ἐθνικῆς ίδεολογίας. Δέν ὑπῆρξαν γνήσιοι φορεῖς τοῦ ἐλληνικοῦ φιλελευθέρου πνεύματος πού θά ἐπηρέαζε τά πολιτικά κόμματα καί τό κοινό πού εἶναι δεκτικό αὐτοῦ τοῦ πνεύματος καί τό οποίον θά μποροῦσε νά παρωτρύνη τούς πολιτικούς νά δώσουν στήν πολιτική τους ἕνα ὑπεύθυνο περιέχομενο. Η σκέψις τοῦ «εθνικιστή» ἥ φιλεύθερου θά μποροῦσε νά συμβάλη τά μέγιστα
στήν ἐξεύρεσιν λύσεων γιά τά οικονομικά καί κοινωνικά προβλήματα διότι είναι ή ιδεολογία πού τονίζει περισσότερο τήν πρακτική πλευρά τῆς ζωῆς καί έλάχιστα τίς δογματικές πεποιθήσεις καί βρίσκεται, καί πού θά πρέπη νά βρίσκεται, περισσότερο σέ συμφωνία μέ τήν ὀρθολογικήν ἐνατένισιν τῆς άνθροπώτητος. Ὅμως, οί διανοούμενοι πού πρόσκεινται στόν ιδιο πολιτικό χῶρο, οί ὀποίοι θά μποροῦσαν νά διαμορφώσουν μιά τεκμηριωμένη ἀντίληψιν τοῦ ἐλληνικοῦ φιλελευθερισμοῦ προβάλλουν τίς ιδέες τους σάν προσωπική κριτική γιά τήν
ὑφιστάμενη κατάστασι καί ἀρνοῦνται νά συνδέσουν τήν δραστηριότητα τους μέ μία θεωρία μέσα στήν ὀποῖαν θά μποροῦσαν νά ἐνταχθοῦν οἱ διάσπαρτες ίδέες αὐτῆς τῆς παρατάξεως τοῦ λαοῦ. Η παιδεία δέν φρόντισε νά αναπτύξη στό άτομο τήν κριτική ικανότητα και τό κριτήριο τής αξιολογήσεως τής πολιτικής νά παύση νά είναι μόνον προσωπική κατάστασις αλλά ή γενική κατάστασις τής κοινωνίας καί τών θεσμών επάνω στούς οποίους στηρίζεται. Νά μπορέση να βγή από τήν πνευματική στειρότητα καί νά μήν θέλη νά τόν εκφράζουν άνθρωποι μέ
λαϊκίστικη λογική καί νά έχει σεβασμό γιά τά ανώτερα ἄτομα καί νά θέλη νά ὑπηρετήση ἀνώτερους σκοπούς. Ο λαίκισμός, ὀ όποῖος ἔχει ὑποκαταστήσει τόν πολιτικόν λόγο. ἀποπροσανατολίζει τήν σκέψι τών πολιτικών καί τῶν πολιτῶν καί τήν καθιστά ανίκανη να εστιάση τήν προσοχή της στά πραγματικά προβληματα καί νά κρίνη ορθολογικά. Επἰσης, ἡ ἔλλειψις μιᾶς συνεπούς ίδεολογικῆς κατευθύνσεως καθιστᾶ τὀν «συντηρητικό», τόν «σοσιαλιστή» ἥ τόν «φιλελευθερο» ἔρμαιο τοῦ κάθε φορά κυρίαρχου διανοητικοῦ ρεύματος
Φυσικά, γιά νά μπορούν νά κάνουν αντικειμενική καί ορθολογική αξιολόγησι τής πολιτικής δραστηριότητος τών κομμάτων καί τών ιδεολογικών τους προγραμμάτων οί πολίτες πρέπει νά κατέχουν τίς απαραίτητες γνωστικές ικανότητες, τήν απαραίτητη πολιτική, φιλοσοφική, ιστορική, κοινωνιολογική καί οικονομική παιδεία, τήν οποίαν τά κόμματα δέν φρόντισαν νά καλλιεργησουν στόν λαό. Απεναντίας, εκπαιδευτικοί καί «διανοούμενοι» έχουν αποδυθή σέ έναν αδυσώπητον αγώνα νά γκρεμίσουν τήν εθνική ιδεολογία καί τήν εθνική παιδεία πού
εξέφραζε αυτήν τήν ιδεολογία.