«Δεν μπορείς να πολεμάς έναν αντίπαλο που δεν υπάρχει», έχει γραφτεί αναφορικά με τις πολιτικές μάχες που δίνονται σήμερα. Γιατί, εφόσον δεν υφίσταται πολιτική, κάθε πολιτικός αγώνας είναι ένα αναποτελεσματικό θέατρο σκιών. Το ίδιο ισχύει αναφορικά με την επίκληση στη «δημοκρατία», που υποτίθεται προσδίδει κύρος στο διάλογο, τη διαβούλευση, την ειρηνική επίλυση των συγκρούσεων. Όταν η δημοκρατία είναι ένα φάντασμα, η επίκλησή του, το μόνο που κάνει είναι να αλλοτριώνει αυτόν που την επικαλείται.
Στη περίπτωση της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ γίνεται φανερό το γεγονός ότι
εφαρμόζεται ένα προμελετημένο σχέδιο εκποίησης και μεταφοράς της πιο κομβικής και σημαντικής κερδοφόρου-παρά των προσπαθειών να καταστεί ελλειμματική- δημόσιας επιχείρησης σε ιδιωτικά συμφέροντα, σύμφωνα με την πολιτική απελευθέρωσης της ενέργεια της ΕΕ –που θα έπρεπε να ονομάζεται Ένωση Επιχειρηματιών Ευρώπης.
Η απουσία πολιτικής και όποιας δημοκρατικής νομιμοποίησης, θα όφειλε να οδηγήσει σε μια ανατροπή του status quo και να επιβληθεί μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης από τον ίδιο τον λαό, που στη περίπτωση αυτή θα μπορούσε να ξεκινήσει από τους ίδιους τους εργαζόμενους της ΔΕΗ.
Το κράτος, όντας υπό την κατοχή ξένων δυνάμεων, εξυπηρετεί πια αλλότρια συμφέροντα σε βάρος του λαού, εκποιώντας το δημόσιο πλούτο και τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας, με την κάλυψη παραπλανητικών ιδεολογημάτων όπως αυτών του ανταγωνισμού, της ανάπτυξης και της ΕΕ. Στο βάθος του ορίζοντα διαφαίνεται η κινεζοποίηση του λαού της χώρας και η εκποίηση του έθνους, στα πλαίσια της αυτοκρατορικής ΕΕ με ηγέτιδα τη Γερμανία και με βάση τα γεωπολιτικά σενάρια των ΗΠΑ.
Το σκάνδαλο ΔΕΗ
Κατέχοντας τη δεύτερη θέση σε παραγωγή λιγνίτη στην ΕΈ και την έκτη παγκόσμια, η Ελλάδα –και ιδιαίτερα η ΔΕΗ-αποτελεί πρόκληση για την ευρωπαϊκή πολιτική ενέργειας.
Στόχος των ευρωπαίων δανειστών-με ιδεολογική κάλυψη από το δόγμα του ανταγωνισμού-που διαπλέκονται με τα μεγάλα ευρωπαϊκά λόμπυ της ενέργειας, δεν είναι τόσο η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ ως εταιρία διανομής ενέργειας-κάτι που έχει ήδη συντελεστεί-αλλά η κατοχή και εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου που κατέχει ιδιοκτησιακά η ΔΕΗ. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΔΕΗ, τα λιγνιτικά αποθέματα που θα παραχωρηθούν στην «μικρή» ΔΕΗ έναντι ευτελούς ποσού, ανέρχονται στο ποσό των 300 δις. ευρώ. Ταυτόχρονα, η μέθοδος διάσπασης της εταιρίας σε «μικρή» και «μεγάλη» ΔΕΗ, παρέχει την δυνατότητα της σταδιακής ιδιωτικοποίησης του συνόλου αυτού του πλούτου, χωρίς να δημιουργηθούν αντιδράσεις. Η μεγάλη ΔΕΗ θα διασπάται σταδιακά σε μικρά κομμάτια, έως ότου να συντελεστεί η πλήρης εκχώρηση του δημόσιου πλούτου- μια μέθοδος που θα εφαρμοσθεί και σε ανάλογες περιπτώσεις (αέριο, πετρέλαιο κτλ.).
Η ΔΕΗ κατέχει λιγνιτικά κοιτάσματα, υδάτινους πόρους και τεράστιες εκτάσεις γης: σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, τα λιγνιτικά αποθέματα ανέρχονται σε 5 δις. τόνους, από αυτά εκμεταλλεύσιμα είναι τα 3,2 δισ. τόνοι, που επαρκούν για τουλάχιστον 50 χρόνια και αντιστοιχούν περίπου σε 500 εκ. τόνους πετρελαίου, ενώ η εγχώρια παραγωγή ενέργειας, αποφέρει εξοικονόμηση συναλλάγματος για τη χώρα 1 δισ. ευρώ ετήσια.
Σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί το κοίτασμα τύρφης της ανατ. Μακεδονίας, που εκτιμάται στα 4 δισ. κυβικά μέτρα, που αντιστοιχούν σε 125 εκ. τόνους πετρελαίου.
Η ΔΕΗ επιπλέον, είναι ο ιδιοκτήτης των περιοχών στις οποίες συντελείται η εξόρυξη του λιγνίτη. Μόνο στη περιοχή της ανατολικής Μακεδονίας, η ΔΕΗ είναι κάτοχος 200.000 στρεμμάτων γης.
Επιπλέον, στις περιοχές που η ΔΕΗ έχει εγκαταστήσει υδροηλεκτρικούς σταθμούς, είναι ιδιοκτήτης των υδάτινων πόρων (λιμνών, ποταμών) και των παράκτιων περιοχών, σε πλάτος 200 μέτρων και μήκος έως τις πηγές του νερού. Κατ’ αυτό τον τρόπο η ΔΕΗ είναι ο αποκλειστικός υδροδότης της τοπικής παραγωγής.
Η παραχώρηση της ΔΕΗ σε ιδιώτες, στα πλαίσια της ευρωπαϊκής πολιτικής ενέργειας, δεν οδηγεί μόνο στην εμπορευματοποίηση της ενέργειας και την εκποίηση του ορυκτού πλούτου, αλλά και στην έμμεση ιδιωτικοποίηση του υδροφόρου ορίζοντα και στον έλεγχο της αγροτικής παραγωγής. Ταυτόχρονα, πέραν του ότι η χώρα-σε μια περίπτωση κεϋνσιανής οικονομικής πολιτικής-θα αδυνατεί να υποστηρίξει ένα σχέδιο εγχώριας ανάπτυξης, υποβαθμίζεται γεωπολιτικά και παραδίδει τη μοίρα της στις ορέξεις της Γερμανίας και των ΗΠΑ.
Σουλτάνης Γρ.