Σήμερα ο Χόρχε Καπιτάνιτς, ο επικεφαλής της κυβέρνησης υπό την πρόεδρο Κριστίνα Φερνάντες δε Κίρσνερ, επέκρινε έντονα την μεροληψία, όπως είπε, της αμερικανικής δικαιοσύνης. «Εάν ο δικαστής ενεργεί
σαν πράκτορας των κερδοσκοπικών ταμείων, εάν ο (δικαστικός) διαμεσολαβητής είναι ένας πράκτορας στην υπηρεσία τους, για ποια δικαιοσύνη συζητάμε; Υπάρχει σε αυτή την υπόθεση μια ευθύνη του κράτους, των Ηνωμένων Πολιτειών (της Αμερικής), που οφείλουν να εγγυώνται. . . το σεβασμό, χωρίς περιορισμούς, στην εθνική κυριαρχία των χωρών».
Η Αργεντινή εξετάζει το ενδεχόμενο να προσφύγει σε διεθνή δικαστήρια για να «υπερασπιστεί τα δικαιώματά της», βεβαίωσε ο Καπιτάνιτς, διότι «όλο αυτό δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ αόριστον».
Στην Αργεντινή —μια χώρα που ήδη πλήττεται από ύφεση, έναν πληθωρισμό που προσεγγίζει το 30% και ένα μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα—, η ανησυχία κλιμακώνεται, αν και η κατάσταση κρίνεται λίγο λιγότερη σοβαρή από ό,τι στην κρίση του 2001.
Το Μπουένος Άιρες καταβάλλει τα οφειλόμενα σε άλλους πιστωτές της, πέραν των ταμείων που είχαν αρνηθεί να αποδεχθούν την απομείωση χρέους.
Η απόφαση της αμερικανικής δικαιοσύνης αναγκάζει την Αργεντινή να πληρώσει το 100% της αξίας των ομολόγων της που διακρατούν τα ταμεία NML και Aurelius.