Γράφει ὁ Γιῶργος Νικολακάκος
H Αριστερά στήν Ελλάδα ἀπετέλεσε μιά μεγάλη πληγή γιά τήν Ελληνική κοινωνία. Πρέπει νά ἀναγνωρίζωμε ὄτι διαδραμάτισε καί διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στήν πολιτική, οίκονομική, κοινωνική και κυρίως στήν πνευματική καί πολιτιστική ζωή τῆς χῶρας. Διεμόρφωσε πολιτικές καί πολιτιστικές ἀξίες καί ἡθικές συμπεριφορές ποῦ τείνουν νά ἐκτροχιάσουν τήν ἑλληνική κοινωνία. Ἡ Ἐλληνικη Αριστερά ποτέ δέν διετύπωσε κάποιες θεωρητικές ἀρχές μέ τίς οποίες θά μποροῦσε νά συγκροτηθή κάποια συνεκτική είκόνα τοῦ κόσμου ποῦ θά
ἤθελαν νά οικοδομήσουν καί ἡ ὀποῖα θά μποροῦσε νά λειτουργήση σάν πυξίδα προσανατολισμοῦ γιά τήν δράσι ποῦ θά ἤθελαν νά ἀναλάβουν.
Ἔτσι ἔμειναν κενοί ἀπό ίδέες καί οράματα καί τῶρα προσπαθοῦν νά δώσουν νόημα σέ ὄτι εῖναι ἀσυνάρτητο καί νά τό ἀναγάγουν σέ κάποια ὑψηλή μορφή πνεύματος. Ἐκεῖνο ποῦ ἀφομοίωσαν ἀπό τόν σοσιαλισμό καί τόν μαρξισμό εῖναι ἡ ἀποστροφή καί η περιφρόνησις γιά τήν ἀστική τάξι, ἡ ἀλαζονεῖα γιά τήν ανωτερότητα τῶν ίδεῶν καί τοῦ πνεύματος των, ἡ ἠλίθια πίστις στίς ίκανότητες τους νά
συλλαμβάνουν τό νόημα τῆς κοινωνίας καί τῆς ίστορίας καί γενικά ἡ πίστις στήν ίκανότητα τους νά ερμηνεύουν σωστά τά πάντα. Ἔτσι ἀναιροῦν μόνοι τους τόν Μαρξιστικό ίσχυρισμό ὄτι ἡ «αστική» σκέψις ἀποτελεῖ ψευδή συνείδησι. Ψευδής εῖναι ἡ Μαρξιστική ἀντίληψις ὄτι ό άνθρωπος ἔχει ἔμφυτες τάσεις γιά συνεργασία καί ἀμοιβαία βοήθεια. Ψευδής εἶναι ή ἰδέα ὄτι εἶναι ἀναποφεκτος ὁ μετασχηματισμός τῆς κοινωνίας ἀπό τό τόν καπιταλισμό στόν σοσιαλισμό. Ψευδής εἶναι ἡ ίδέα ὄτι ἡ κατάργησις τῆς ἀτομικῆς ίδιοκτησίας θά
εἶχε ὧς συνέπεια τήν κατάργησι ὄλων τῶν κοινωνικῶν συγκρούσεων. Ποιές σοσιαλιστικές ίδέες δέν ἀπεδείχθησαν ἀνύποστατες, ἀνεδαφικές, ἀτελέσφορες καί μυθικές. Μολαταύτα αὐτές οί ψευδεῖς ίδέες συνεχίζουν να ζούν στήν σκέψι τῶν σοσιαλιστῶν καί μάλιστα νά ἐκδηλώνωνται «παθολογικά».
Παρ’ ὀλες τίς οἰκτρές ἀποτυχίες τῶν ἰδεολογικῶν συνταγῶν καί περισσότερο ἀπ’ὄλες αύτή τοῦ Μαρξισμοῦ καί γενικώρα τῶν ἀριστερῶν ἰδεολογιῶν, ἕνα μεγάλο τμῆμα τῆς πολιτικῆς κοινότητος ἐξακολουθεῖ νά καταφάσκη σέ αὐτές τίς ἰδεολογίες καί νἀ ὑπονομεύη κᾶθε προσπάθεια τῆς κοινωνίας γιά τήν ἐξεύρεσι λυσεων τῶν προβλημάτων ποῦ μαστίζουν τίς κοινωνίες καί νά καταδυναστεύη τήν σκέψι ἑνός μεγάλου τμήματος τοῦ λαοῦ. Οἱ «ἀριστεροί» φαίνεται ὄτι πάσχουν ἀπό διανοητικόν ἐρμητισμό. Ἔχουν ὀρθώσει ἕνα τοῖχος
γύρω ἀπό τόν ἐγκἐφαλον ποῦ δέν μπορεῖ νά προσπελάση ὄποιο γνωστικό στοιχεῖο ποῦ θά τούς ἐπέτρεπε νά σχηματίσουν μιάν ὀρθολογική ἀντίληψι τῶν πραγμάτων.Οἰ ἀποτυχία τοῦ μαρξισμοῦ καί τοῦ σοσιαλισμού εἴχαν ἔνα ἀποτέλεσμα χειρότερο καί ἀπό αυτό ποῦ ὑπῆρξε ἡ ἄμεση συνέπεια τῆς άποτυχίας τῶν δικῶν τους συνταγῶν. Καί αὐτό εἴναι ἡ μεταλλάξις πού ὑπέστησαν οἱ ἀριστερές ἰδεολογίες. Ἁπό τήν δεκαετία τού 60 ἄρχισαν νά κάνουν τήν ἐμφάνισιν τους νέες ιδεολογίες ὄπως ή ιδεολογία τοῦ πολυπολιτισμοῦ, τοῦ
νεοφιλελεφθερισμοῦ καί τῆς παγκοσμιοποιήσεως, εάν καί δέν ἔχουν προσλάβει μία επεξεργασμένη μορφή. Νέες ίδεολογίες κυοφοροῦνται μέσα ἀπό τήν κρίσι ποῦ προκαλεῖται στήν σκέψιν τῶν ὀπαδῶν τῶν παραδοσιακῶν ίδεολογιῶν λόγω τῆς ἀδυναμίας τους νά πραγματοποιήσουν τά ὄσα εὐαγγελίζοντε, ἀλλά καί λόγω τῆς άδυναμίας τους νά προσφέρουν πειστικές καί τεκμηριωμένες ἐρμηνεῖες γιά τά συγχρονα κοινωνικά καί οίκονομικά φαινόμενα ποῦ ἔχουν ἀνακύψει.
Ο σοσιαλισμός, καί ίδιαίτερα ὁ Μαρξιστικός Σοσιαλισμός ὑπῆρξε τό μεγαλύτερο φιάσκο τῆς ἀνθρωπίνης ἰστορίας. Οί θεωρητικές ἀναλύσεις καί διαγνώσεις του ἀπεδείχθηκαν ἀνυπόστατες, ἀνεδαφικές καί τελείως μυθικές ποῦ χάθηκαν στό σκοτάδι. Οί ὀπαδοί τοῦ Μαρξισμοῦ, ὄμως, ἐξακολουθοῦν νά ζοῦν μέ εικόνες ποῦ δημιούργησε ή ιδεολογία τους. Δέν ζοῦν ἄμμεσα παρά μέσα στόν κόσμον τῶν είκόνων τοῦ Μαρξισμοῦ. Ἔτσι τό περιεχόμενο τῆς σκέψεως των δέν ἀποτελεῖ κατάφασιν ἀντικειμένων τῆς ἐξωτερικής πεῖρας καί, συνεπῶς, δέν
μπορεῖ νά ὑποβληθῆ στήν κριτική τῆς γνώσεως. Ὄλες οί ιδέες του εἶναι ἐπιβιώσεις καί κατάλοιπα ἑνός θλιβεροῦ παρελθόντος, μίας θλιβερῆς πνευματικῆς ἐποχῆς καί ένός ἄθλιου κοινωνικοῦ χώρου. Οί άνθρωποι ποῦ ἐγκολπώθηκαν αὐτές τίς ίδεολογίες ἀπορρίπτουν κᾶθε ρόλον ποῦ μπορεῖ νά τούς ἀναθέσει ή ζωή, ἡ κοινωνία, ή ιστορία. Συνηθισμένοι νά πιστεύουν ὄτι λαμβάνουν μέρος σέ μίαν παράστασιν μέ τίς μεγαλύτερες ἀξιώσεις, μιά παράστασιν ποῦ θά ἀποτελοῦσε τό γεγονός τοῦ αἰῶνος, τό βρίσκουν πολύ ἀνιαρό νά παίζουν
κάποιον μικρόν ρόλον σέ μία παράστασι ποῦ στερεῖται δράματος καί συγκινήσεως. Ἔτσι κατέληξαν νά κινοῦνται στά περιορισμένα ὄρια μιᾶς γνώριμης, τακτικῆς ὑπάρξεως ποῦ προκαθορίζεται σχετικά εὔκολα καί νά καταφάσκουν σέ αξίες ποῦ δέν μποροῦν νά ἐκφρασθοῦν μέ τό μεμωνομένο ἄτομο, Ὄπως παρατηρεῖ ό Μιλλς, σήμερα στίς κοινωνίες κυριαρχεί ή μᾶζα. Οί ἄνθρωποι ἔχουν μιάν ἐπίγνωσι τῶν προβλημάτων ποῦ ἀντιμετωπίζει ή κοινωνία, ἀλλά δέν ἔχουν συνείδησιν τῆς προελεύσεως αὐτῶν τῶν προβλημάτων οὖτε ἔχουν ἐπίγνωσιν
τῆς σημασίας των. Η ζώή σέ ὄλες της τίς ἐκφάνσεις ἔχει προσλάβει μιάν λαϊκίστικη διάστασι ποῦ ἔχει ὀδηγήσει τήν κοινωνία νά ὑποκαταστήση τόν ὀρθολογικόν προσανατολισμόν τῆς δράσεως της μέ τόν μή ὀρθολογικόν προσανατολισμό, ποῦ ἀναγκάζει τά ἄτομα νά ἀφομοιώνουν έκεῖνα τά πολιτιστικά στοιχεῖα ποῦ ὑποβαθμίζουν τήν ποιότητα τῆς ζωῆς καί πού ἔχει μεταρέψει κάθε εὐγενή φιλοδοξία καί ἰδεῶδες τοῦ ἀνθρώπου σέ ὑποσυνείδητες ιδεοληψίες.
Από τήν Αριστερά, ή όποῖα πνευματική δραστηριότητα ποῦ ἀνέπτυξε, ἀνεπτύχθη σέ προκαθωρισμένα καί μή ἀνεκτικά ίδεολογικά πλαίσια καί, συνεπῶς, μέσα σέ ἕναν κλειστόν πνευματικόν ὀρίζοντα. Οί ὀπαδοί τοῦ Μαρξισμοῦ καί τοῦ σοσιαλισμοῦ ὑπῆρξαν σχεδόν παθητικοί δέκτες ἐτοίμων ἀληθειῶν. Δέν ἔμαθαν νά ἐρευνοῦν καί νά ἀμφιβάλλουν καί ὅσοι τῶρα ἔχουν πεισθῆ ὄτι οί ιδέες τοῦ Μαρξισμοῦ καί σοσιαλισμοῦ ἤταν ψευδεῖς ἥ, τουλάχιστον, ἀνέφικτες, βρέθηκαν αίωρούμενοι, ἀνίκανοι νά ἐκφράσουν μιά ἐναλλακτική κριτική μέ
κάποιες οἰκουμενικές, διαστάσεις,μέ κάποια καθολικότητα. Εκείνοι ποῦ ἔχουν θητεύσει στόν Μαρξισμό ἔχουν μεγάλη δυσκολία νά ἀφομοιώσουν τά μηνύματα τῆς ἐποχῆς τά ὀποῖα προβάλλουν ἐπιτακτικά τό αἴτημα τῆς ἀναθεωρήσεως ὄλων τῶν παλαιῶν ἀντιλήψεων καί θεωριῶν. Ἕτσι περιώρίστηκαν νά ἐκφράζουν μέ δηκτικότητα τήν προσωπικήν τους δυσαρέσκεια καί νά ἐπιδιώκουν τήν ίκανοποίησιν τῶν προσωπικῶν τους ἐπιθυμιῶν μέ θεμιτούς καί ἀθέμιτους τρόπους. Ἑπειδή, ὄμως, αίσθάνονται τήν ἀνάγκην νά ὑπηρετοῦν κάποιαν ὑπόθεσιν,
μέσω τῆς ὀποῖας θά ἐκφράζουν καί τίς δυσαρέσκειες τους τοποθετοῦνται σέ ἐκείνον τόν ιδεολογικό χῶρο ποῦ ἔχει ἀναλλάβει τήν ὑπεράσπισιν «τῶν δικαιωμάτων» τους καί τίς ἐπιδιώξεις τους. Ἄλλοι προτιμοῦν νά προσχωρήσουν σέ κάποιο κίνημα πού τούς προσφέρει τήν δυνατότητα νά ἐκφράσουν τήν δυσαρέσκεια τους μέ ἕναν τρόπο πού νά έχη μιά ἐρυτέρα ἀπήχησιν.
Η σκέψις τῶν ὀπαδῶν τῆς ἀριστεράς ἔχει διαμορφωθῆ ἀπό τήν λάϊκιστική ρητορική ποῦ γιά χρόνια ὑπῆρξε ό τρόπος ἐπικοινωνίας τῶν ἠγετῶν τῆς ἀριστεράς μέ τούς ὀπαδούς της, ποῦ καθιστᾶ δύσκολη τήν ἀφομοίωσιν τῆς ὄποιας ὀρθολογικῆς προτάσεως. Δέν θέλει νά ὑποβληθῆ στόν κόπο ποῦ ἀπαιτεῖται γιά νά ἐπεξεργασθῆ λογικά μιάν ιδέα ἥ μιάν πρότασι καί κατόπιν νά ἀποφανθῆ γιά τήν ὀρθότητα της. Στήν κοινωνία σήμερα προβάλλει ἀνάγλυφα ή εικόνα ἐνός ἀτόμου ποῦ εῖναι κενό ἀπό σκοπούς, προσδοκίες καί ίδεώδη καί ἀς
ποζάρει ὧς φορέας ὑψηλών πολιτιστικῶν ἀρχών, σάν προοδευτικός, σάν ἐκρόσωπος τῆς ὑψίστης προσπάθειες
Ο σοσιαλισμός, ποῦ εῖχε ὑποσχεθῆ νά λύση ὄλα τά κοινωνικά προβλήματα, ἔπαψε νά εντρυφή σέ αφηρημένες καί οὐτοπιστικές θεωρίες καί προσπαθεῖ νά δικαιώση τήν ὕπαρξιν του καί τόν ρόλον του στήν πολιτική καί κοινωνική ζωή μέ τό νά διακηρύττη ὄτι συμβάλλει στήν διατήρησιν τοῦ κοινωνικοῦ προσώπου τοῦ κράτους. Απλῶς , κατήντησε νά εῖναι μία ἀνομοιογενής ἔκφρασις μιᾶς ποικιλίας κοινωνικῶν ίδεών καί ἀντιλήψεων πού δέν δύνανται νά προσφέρουν στούς ὀπαδούς τους μιά συγκεκριμένη ἰδέα γιά τό τί σημαίνει «ἀνήκω στήν
ἀριστερά». Μέ όλα ταύτα, ἐκείνοι ποῦ ἐγκολπώνονται τά ἰδεολογήματα τῆς ἁριστερᾶς ὑποστηρίζουν τίς θέσεις τους μέ ἰερόν ζῆλον καί ἀπορρίπτουν κᾶθε ἐπιχείρημα ποῦ ἀναιρεῖ τήν λογική τῶν δικῶν τους ἐπιχειρημάτων. Αὐτό ὀφείλεται κυρίως στήν ἀνάγκην ποῦ αἰσθάνεται νά μήν χάση τήν ταυτότητα του, μιά ταυτότητα ποῦ ἔχει συγκροτηθῆ καί μέ πολλά στοιχεῖα τῆς ιδεολογίας του.
Η ἀπώλεια τῆς ταυτότητος θά ἐντείνη τό αἴσθημα τῆς ἀλλοτριώσεως ποῦ ἔχει προκαλέσει ή διάσπασις τῆς εἰκόνος πού εῖχε δημιουργήσει ή ἰδεολογία του γιά τόν κόσμο. Τό δέ αίσθημα τῆς ταυτότητος ἐξασφαλίζεται μέ τήν συμμετοχή του στήν ίδεολογική του παράταξι, στήν ὀμάδα του ὄπου οί ἰδέες του καί ή λογική του θά βροῦν ἐπιδοκιμασία. Παράλληλα, ὅμως, έπειδή ὑποσυνείδητα δέν μποροῦν νά δικαιολογήσουν ή νά αιτιολογήσουν τούς λόγους τῆς ὑπάρξεως τῆς ίδεολογικῆς τους παρατάξεως καί ἐπειδή ὑποσυνείδητα ἀντιλαμβάνονται
ὄτι δέν ἔχουν λόγους ὑπάρξεως, καταλαμβάνονται ἀπό ένα μῖσος πού μπορεῖ νά τό ἐκφράσουν μέ ποικίλους τρόπους, ἕνα μῖσος ποῦ μπορεῖ νά τό διοχετεύσουν πρός διάφορες κατευθύνσεις.Στήν Ελλάδα αὐτό συμβαίνει μέ τήν κακοποίησιν τῆς γλώσσης , τήν διαστρέβλωσιν τῆς ἰστορίας, τήν ἀποδόμησιν ἐθνικῶν προτύπων καί μέ αλλους τρόπους.
Ἡ ἀριστερά ἰδεολογία, παρ’ὄλες τίς διαψεύσεις τῶν ἐπαγγελιῶν της, δέν ἔχασε τήν ἀπήχησιν της γιατί οἰ ἰδεολογικοί ταγοί τῆς ἀριστεράς εἴχαν ἀναστείλει τήν κριτική ἰκανότητα τῶν ὀπαδῶν της ποῦ θά μποροῦσε νά τούς ἐπιτρέψη νά ἐντάξουν τά πολιτικά καί κοινωνικά φαινόμενα σέ κάποιο ἄλλο πλαίσιο τό ὀποῖον, μέ τήν σειρά του, θά τούς ἐπέτρεπε νά άνακαλύψουν ἐναλλακτικές ἐρμηνεῖες γιά τά κοινωνικά καί πολιτικά φαινόμενα. Μέ τίς ψευδεῖς ἐρμηνεῖες της καί ἐπειδή θά διακυβεύετο ἡ πνευματική διαύγεια τῶν ὀπαδῶν
της ἐαν παραδεχθοῦν τήν οίκτρά ἀποτυχία τῶν ἰδεῶν τους, ἡ ίδεολογία κατόρθωσε νά θέση σέ ἐνέργεια τήν λειτουργία τῆς αἰτιολογήσεως καί ἐκλογικεύσεως καί νά κρατήση τήν σκέψη τῶν ὀπαδῶν της σέ δράσι. Ὑπῆρξε καί μιά ἄλλη ψυχολογική λειτουργία ποῦ συνετέλεσε σέ αύτήν τήν διαδικασία. Ο Fromm τήν ἔχει ὀνομάσει «κοινωνικά μορφοποιημένη ἀνεπάρκεια». Σύμφωνα μέ αύτήν τήν ἄποψιν, τό ἄτομο βιώνει τίς καταστάσεις μέ πολλά ἄλλα ἄτομα καί ἔτσι ἔχει τήν αἰσθησιν ὄτι δέν σφάλει λογικά. Μέ αὐτόν τόν τρόπο οἱ ἐπαγγελίες τῆς
ίδεολογίας ἐξακολουθοῦν νά διατηροῦν ὄλη τους τήν «ἀλήθεια», ἀκόμα καί ὄταν εἶναι ὀφθαλμοφανές ὄτι αύτές οἱ ἐπαγγελίες εῖναι ψευδεῖς.
Τά ἐπιχειρήματα ποῦ ἐπικαλοῦνται γιά νά τεκμηριώσουν τίς ἰδέες τους ἀπλῶς πιστοποιοῦν ὄτι αὐτοί ποῦ τά ἐπικαλοῦνται δέν τρέφουν ἐνδιαφέρον γιά τίς βασικές πολιτιστικές ἀξίες, δέν αισθάνονται ἀλληλέγγυοι μέ αυτούς καί δέν εἶναι πρόθυμοι νά θέσουν τόν εαυτόν τους στήν υπηρεσία τοῦ ἔθνους. Ἐπίσης δείχνουν ὄτι δέν μποροῦν νά επινοήσουν κάτι τό νέο, καί ἔτσι ὑποθάλπουν τήν αντιπάθεια πρός κᾶθε τί τό ἀνώτερο καί, μαζί μέ αὐτήν, τήν μισαλλοδοξία. Η κυρία Φραγγουδάκη μέ ἀρκετούς ἄλλους ἀκαδημαϊκούς καί μή,
ἐξαπολύει μιάν συστηματική ἐκστρατεῖα ποῦ ἀποσκοπεί στήν διάβρωσιν τῶν πολιτιστικῶν ἀξιῶν τῶν Ελληνων καί τήν ἀλλοίωσιν τῆς ἐθνικῆς ταυτότητος τοῦ λαοῦ. Επειδή ή κυρία μπῆκε κατά κάποιον τρόπο στό περιθωρίο, τήν σκυτάλη παρέλαβε Ρεπούση. Ὄλοι αυτοί, ἀντί νά προσπαθοῦν νά δώσουν ἕνα ὑπεύθυνο περιεχόμενο στήν πολιτική καί στίς αξίες τῆς κοινωνίας συμβάλλουν στήν ἀφαίρεσιν κᾶθε περιεχομένου ἀπό τήν πολιτική καί τόν πολιτισμό.Η πομπώδης μικρολογία τους πλασάρεται γιά κοινωνική ἐπιστήμη. Η κυρία Φραγκουδάκη
μέ μιά ἐγκληματική ἐπιπολαιότητα ἐξομοίωνε κάποιες μεμονωμένες καί ἀτομικές καί τελείως ἀκίνδυνες ἐθνικιστικές ἐξάρσεις μέ τό φαινόμενο πού κυοφόρησε τόν Ναζισμό.
Σήμερα, τό μόνον στό ὀποῖον οί ἀριστεροί «διανοούμενοι» φαίνεται νά διαπρέπουν εῖναι νά δίνουν μεγαλύτερες διαστάσεις στίς ὄποιες ἀντιθέσεις ὑπάρχουν στήν κοινωνία, νά τίς ὑποδαυλίζουν, νά τίς συντονίζουν καί νά τίς συστηματοποιοῦν καί νά τίς ἐνσωματώνουν σέ ἔνα πλαίσιο μιᾶς γενικῆς διαμάχης καί ἀντιπαραθέσεως, στήν ὀποῖαν προσδίδουν χαρακτῆρα ἀμφισβητήσεως τῶν άξιῶν πολιτικῶν, πολιτιστικῶν, καί φιλοσοφικῶν θέσεων ὧστε νά δημιουργοῦνται συγκρούσεις μέσα στήν κοινωνία. Οί σοσιαλιστές στήν Ἑλλάδα ἔχουν
ἀναγάγει τόν ἐαυτόν τους σέ θεματοφύλακες τῆς προοδευτικῆς σκέψεως άλλά ὄταν βρίσκονται σε ἀντιπαράθεσι μέ τόν αντίπαλον, ἀντί νά επιχειρηματολογοῦν, τόν λοιδωροῦν, τοῦ προσάπτουν διάφορα ἐπίθετα πού παραπέμπουν σέ άλλες έποχές καί πολιτικές άξίες στίς όποῖες κᾶθε ἄλλο παρά καταφάσκουν.Ὀ προσφιλής τους χαρακτηρισμός εἶναι ὁ «συντηρητικός» καί τόν ταυτίζουν μέ ἐποχές καί καταστάσεις ἐνός μακρυνοῦ καί σκοτεινοῦ παραλθέντος, μιᾶς ἐποχῆς στήν ὀποῖα δέν θά μπορούσαν ποτέ νά κυοφορηθοῦν ἡ νά έκφραστοῦν οἱ
ἰδέες τοῦ συντηρητικοῦ.