Ο θάνατος του Οφέλτη

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

wpid 20140810091135

Μαζωχτήκαν ξανά οι στρατιές στις πεδιάδες του Άργους,
Μισθοφόροι, στη δούλεψη αισχρών βασιλιάδων.
Για τα κάστρα ρωτάνε της επτάπυλης Θήβας,
Κι η Υψιπύλη, αφελής, τον Οφέλτη ακουμπά στο γρασίδι.
Και τότε θρήνος ηκούσθη εν Ραμά, η Ραχήλ να θρηνεί
τα παιδιά της, κι από δω, κι από κει, και να κλαίει.
Τα παιδιά του Ναυή, σαλπίζουν ξανά του θανάτου τον αιμάτινο ήχο.
Κι ο θεός του Ναυή απ΄ τα γκέμια να κρατάει τον ήλιο.
Ένας σωρός η Ιεριχώ, από σάρκες , κραυγές, ω! συμφορά,
Αίμα, πόνο, στα σεντόνια σφαχτάρια-μωρά, προσφορά
Στο θεό του Ναυή, που Μολώχ είν ΄τ΄όνομά του.
Ο Μολώχ που κοιτούσε απαθής κάποια χρόνια πιο πριν
Τα καμένα δικά του παιδιά, στους φούρνους του Νταχάου.
Κάποτε στη γη- Χαναάν, έρρεε μέλι και γάλα,
Πριν θεός φθονερός στο νομάδα λαό την εδώσει σαν τάμα.
Της Νιόβης τα παιδιά που πιο πάνω από θεούς είχαν χάρη,
Τώρα σέρνονται δεμένοι αμνοί, στου ευρώ το βωμό,
Στων τραπεζών το αδηφάγο παγκάρι.
Πως εσβήστει του Φοίβου το φως, η αγνότης της Άρτεμης διεφθάρη.
Η σαΐτα πως κτυπάει γλυκά, αίμα η πληγή να μη βγάνει.
Τα παιδιά της η Νιόβη πετρωμένη, βουβά να θρηνεί,
Προσφορά στων αγορών το θεό, που Μολώχ είν ΄τ΄ όνομά του.
Αδερφοφάγο κακό κατατρώει το ξανθό ομόδοξο γένος,
Αδελφός κατακαίει αδελφό, και τσακίζουν τα φτερά των αγγέλων.
‘’Ω! θεέ του ελέους και της ειρήνης, μην αποστρέφεις το βλέμμα’’
‘’Φαντάζεστε πως ήρθα να δώσω ειρήνη στη γη; Ουχί σας λέγω , αλλά διχόνοια’’
Σ΄ένα σπίτι από πέντε, τρεις εναντίον δυο, δυο εναντίον τριών,
Εκατόμβη στον θεό των πετρελαιοαγωγών, που Μολώχ είν’ τ’ όνομά του.
Της Λυβίας η περήφανη ράτσα ξαναμπαίνει στον χορό του θανάτου.
Διψασμένη η γης, πως αχόρταγα το αίμα ρουφά και το δάκρυ.
Και πετρέλαιο το ξερνάει και θειάφι.
Σπονδές και χοές, στον θεό της ερήμου, που Μολώχ είν΄ τ΄ όνομά του.
Ο θεός της σφαγής τα πράσινα λάβαρα πάλι ανεμίζει
Τα ιερά τα σφαγιάσματα ξεκινούν οι πιστοί του Προφήτη.
Και του θεού του χαλιφάτου, Μολώχ είναι τ΄ όνομά του.
Ω! Αντιόχεια συ, του Λιβάνιου γενέθλια πόλη ,
Και ‘’ω πόλεις, που ποτε αρ εστέ;’’ (καημένες πόλεις! Τι απογίνατε;)
Ο φιλόσοφος βαρύς, ξανά την καταστροφή της πατρίδας θρηνεί.
‘’Πρώτα σκοτάδι ήτανε, και ξανά πάλι σκοτάδι γίνεστε’’
Πόλεις φιλοσόφων κι αγίων. Σαμόσατα και κοίλη Συρία.
Λαμπαδιάζει η Δάφνη και θυμίαμα άλλου θεού παραδίδεται.
Και Δαμασκός, του Δαμάσκιου η πατρίδα.
‘’Το επέκεινα του Ενός πάντη απόρρητον,
Όπερ ούτε γινώσκειν ούτε αγνοείν ομολογούμεν’’*
Έτσι είχε πει, όταν τον έδιωξαν απ΄την Σχολή της Αθήνας.
Τα παιδιά σου Συρία, σταυρώνονται, σ΄ένα ντελίριο θανάτου.
Στο βωμό ενός θεού, που Μολώχ είναι τ΄όνομά του.
Οι στρατιές μαζευτήκαν ξανά στις πεδιάδες του Άργους,
Πως θα πάνε στην Θήβα, οι επτά βασιλιάδες, την Υψιπύλη ρωτάνε.
Η Υψιπύλη το μωρό απ΄τον κόρφο τραβά, στο γρασίδι απάνω αφήνει
Το αρχέγονο ερπετό στο χορτάρι, ύπουλα σέρνει,
Τη ζωή του Οφέλτη, δαγκώνει και παίρνει.
Ο Οφέλτης, αιώνιο αθώο θύμα, το μίασμα των Λαβδακίδων,
Με το δικό του το αίμα στους αιώνες ξεπλένει.
Η Υψιπύλη τον άδειο της κόρφο κτυπάει και κλαίει.
Η Υψιπύλη αιώνιο θύμα και φταίχτρα μαζί,
Στις στρατιές να δείχνει την γην, το ύδωρ να δίνει.
Οι στρατιές κι αν θα πέσουν μπροστά στης Καδμείας τα κάστρα,
Πάλι θα έρθουν ξανά και ξανά, τον Οφέλτη να δώσουν βορά
Στον θεό, που Μολώχ πάντα κι αεί είναι το όνομά του.
*(Είναι ολοκληρωτικά άφατη, η μια Αρχή, η οποία βρίσκεται υπεράνω και πέρα του Ενός, ώστε δεν μπορούμε να πούμε ούτε ότι την γνωρίζουμε, ούτε ότι την αγνοούμε.) Δαμάσκιος,
(Ο Οφέλτης ήταν γιος του βασιλιά της Νεμέας, Λυκούργου και της Ευρυδίκης. Μετά τον θάνατο του τον ονόμασαν Αρχέμορο (αρχή της Μοίρας)
Περισσότερα για την Υψιπύλη, τους Λαβδακίδες, την εκστρατεία κατά της Θήβας, στις τραγωδίες: ΥΨΙΠΥΛΗ του Ευριπίδη, ΕΠΤΑ ΕΠΙ ΘΗΒΑΣ του Αισχύλου. Για τον Λιβάνιο και τον Δαμάσκιο, καθώς και τον εμπρησμό στο προάστιο της Δάφνης, υπάρχει σχετική βιβλιογραφία. Για τα υπόλοιπα, αρκεί μια ματιά στις εφημερίδες της εποχής μας)
Με εκτίμηση,
Αγγελική Π.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ