Ας κρατήσουμε ζωντανή τη μνήμη των ηρώων..

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

λελαΣαν σήμερα, στις 8 Σεπτεμβρίου του 1944, εκτελέστηκε από τους Γερμανούς η ηρωίδα της Αντίστασης Λέλα Καραγιάννη, μαζί με άλλους συγκρατουμένους της, λίγο πριν από την απελευθέρωση της Αθήνας. Ανάμεσα στους αντιστασιακούς που θανατώθηκαν εκείνη τη μέρα, ήταν και ο 18χρονος φοιτητής της Νομικής Γιάννης Χούπης, γιος ιερέα. Τιμώντας τη μνήμη του, ο Πρωτοπρεσβύτερος Ηλίας Δροσινός, σε επιστολή του στην «Κ», μας φέρνει πίσω σ’ εκείνες τις σκληρές μέρες, όταν τόσοι συμπατριώτες μας πλήρωσαν με τη ζωή τους το θάρρος και την αγάπη τους για την ελευθερία.

«Δυστυχισμένη η χώρα που χρειάζεται ήρωες», είπε κάποτε ο Μπρεχτ, και η Ελλάδα είχε μεγάλο μερίδιο τέτοιας «δυστυχίας» στη νεότερη ιστορία της. Οταν όμως χρειάστηκε ήρωες, η ανταπόκριση στο κάλεσμα ήταν μεγάλη. Το αντιστασιακό κίνημα στη χώρα μας τον καιρό της Κατοχής ήταν από τα ισχυρότερα στην Ευρώπη, ο φόρος αίματος τεράστιος. Τελευταία στη σειρά των ζοφερών περιόδων, όταν απαιτήθηκε και πάλι ηρωισμός από τους Ελληνες, ήταν η επτάχρονη δικτατορία. Από το τέλος της πέρασαν ήδη τρεις δεκαετίες, διάστημα αρκετό για να μας δώσει την αίσθηση ότι η ειρήνη και η δημοκρατική τάξη (με τις όποιες ατέλειές της) έχουν πια ριζώσει καλά στον τόπο μας και δύσκολα θα μπορούσαν να απειληθούν. Ο πόλεμος και η τυραννία δεν έχουν πάρει τέλος στον κόσμο, ακόμα και εδώ κοντά, στη γειτονιά μας. Εμείς όμως μοιραζόμαστε με τους εταίρους μας στην Ευρώπη την «πιο μακροχρόνια περίοδο ειρήνης» στην ιστορία μας. Ας ευχηθούμε να μη χρειαστεί ποτέ πια να περάσουμε από δοκιμασίες που απαιτούν πολεμική αρετή. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, όμως, το χρέος τιμής προς εκείνους που, όταν οι περιστάσεις το ζήτησαν, είπαν το μεγάλο «ναι». Και να μην ξεχνάμε επίσης ότι η προάσπιση αξιών όπως η ελευθερία και η δικαιοσύνη, για τις οποίες τόσοι άνθρωποι έχουν δώσει τη ζωή τους, απαιτούν γενναιότητα και ανιδιοτέλεια, δομικά υλικά του ηρωισμού, ακόμα και σε ειρηνικούς καιρούς και τόπους.

«Τόσο στο Επος του 1940-41, όσο και στα χρόνια της γερμανικής κατοχής, όταν η κακία και το μίσος είχαν λάβει μορφή ιδεολογίας και καθημερινής πρακτικής, ο Κλήρος προσέφερε τις υπηρεσίες του και έχυσε το αίμα του για την πατρίδα, συνεπής στην ιστορία του και στην προσφορά στον τόπο μας. Η βίωση της ιστορίας αυτής ήταν φυσικό να εμπνεύσει και να εμψυχώσει και τα μέλη των οικογενειών των εγγάμων κληρικών.

Τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του Γιάννη Χούπη, μονάκριβου γιου του γνωστού στους κύκλους της αθηναϊκής κοινωνίας πρωθιερέως του Ιερού Ναού Αγίας Ειρήνης Αιόλου, πατέρα Βασιλείου Χούπη, του νεαρού φοιτητή που εκτελέστηκε από τους Γερμανούς λίγο πριν ξημερώσει η λευτεριά.

Ο Γιάννης Χούπης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1926 και φοιτούσε στη Νομική Σχολή Αθηνών. Η αγάπη του για την Εκκλησία και την Πατρίδα είχε λιπανθεί πλουσιότατα από τη διδασκαλία και το παράδειγμα του ιερέα πατέρα του.

Οντας πρωτοετής στο πανεπιστήμιο, ο Γιάννης Χούπης αποτελούσε ενεργό και δυναμικό μέλος του Εθνικού Συνδέσμου Ανωτάτων Σχολών. Αργότερα γνωρίστηκε με την ηρωίδα Λέλα Καραγιάννη και έγινε ένα από τα πιο δραστήρια εθελοντικά μέλη της κατασκοπείας κατά των Γερμανών. Χάρη στις προσπάθειές του, τα σχέδια των οχυρώσεων των Γερμανών στην Αττική βρέθηκαν στα χέρια των συμμάχων μας Αγγλων. Στα κατορθώματά του συγκαταλέγεται η επικίνδυνη αποστολή να εισέλθει στο Γερμανικό Φρουραρχείο για να φωτογραφίσει απόρρητα επιτελικά σχέδια και έγγραφα, τα οποία του παρέδωσε Γερμανός αξιωματικός αγγλικής καταγωγής.

Στις 24 Ιουνίου συλλαμβάνεται μαζί με τον Νίκο Μπάρδη, ενώ κρύβονταν στον Πειραιά μέσα σ’ ένα καΐκι, με το οποίο θα διέφευγαν για τη Μέση Ανατολή, μεταφέροντας εμπιστευτικά έγγραφα. Οδηγούνται στις φυλακές Αβέρωφ με την κατηγορία της κατασκοπείας. Η ζωή τους κρέμεται από μια κλωστή.

Μέσα στη φυλακή, ο Γιάννης Χούπης περνάει ώρες δύσκολες, βασανιστικές. Τον ανακρίνουν με απάνθρωπα βασανιστήρια. Ομως η αντοχή, η καρτερία και η δύναμη με τις οποίες τα αντιμετωπίζει, θυμίζουν ήρωες άλλων εποχών.

Στις 3 Σεπτεμβρίου 1944, η γερμανική διοίκηση αποφάσισε την αποφυλάκιση των κρατουμένων, με εξαίρεση όσους βαρύνονταν με καταδικαστικές αποφάσεις. Μετά τις 4 το απόγευμα της 7ης Σεπτεμβρίου, οι υπεύθυνοι των φυλακών Αβέρωφ μοιράζουν αποφυλακιστήρια με σκοπό η έξοδος να γίνει την άλλη μέρα. Δύο ώρες αργότερα τα πράγματα αλλάζουν. Οι κρατούμενοι των φυλακών Αβέρωφ και Χαϊδαρίου οδηγούνται στη Μέρλιν, «για να ολοκληρωθούν οι διατυπώσεις».

Κάτω από την αγωνία αυτή, αρχίζει πλέον η τελευταία πράξη του δράματος. Ο συγκρατούμενός του Νίκος Μπάρδης, που μαζί με τον Δημήτρη Αλεξόπουλο εξαιρέθηκαν την τελευταία στιγμή, διέσωσε σε γραπτή έκθεσή του τις τελευταίες στιγμές του Γιάννη Χούπη. Την έκθεση αυτή δημοσίευσε το 2002 ο καθηγητής και ακαδημαϊκός Κ. Σβολόπουλος στο εξόχως διαφωτιστικό βιβλίο του «Χαϊδάρι, 8 Σεπτεμβρίου 1944. Η αόρατη στρατιά στο απόσπασμα».

Η αφήγηση είναι συγκλονιστική. «Επέστρεψα στο κελλί μας, όπου οι άλλοι ξαγρυπνούσαν κουβεντιάζοντας (…) Ο Λίτινας, ο Χούπης και εγώ καθόμαστε σε μια γωνιά και συζητούσαμε. Σε λίγο ο Χούπης σηκώθηκε και πλησίασε τον Αλεξόπουλο. Οταν ξαναγύρισε στην θέσι του μας είπε πως ο Αλεξόπουλος σκέπτεται την τελευταία στιγμή να ορμήσουμε και να αρπάξουμε τα όπλα των Γερμανών για να προσπαθήσουμε να διαφύγουμε. Κατά τας 3.45 μας πήρε για λίγο ο ύπνος. Εγώ εκοιμώμουν στα πόδια του Χούπη, όταν σε λίγο εκείνος με ένα σκούντημά του με ξύπνησε. «Ξύπνα να κουβεντιάσουμε, μου λέει, όσο για ύπνο, εκεί που θα πάμε σε λίγο θα κοιμηθούμε αιώνια». Στο ρολόγι του Αλεξόπουλου παρακολουθούσαμε την ώρα που αργοπερνά».

Τα χαράματα της 8ης Σεπτεμβρίου φεύγουν από την Μέρλιν δύο φορτηγά για το Χαϊδάρι. Λίγο μετά το ξεκίνημα ένα χέρι γλιστράει μέσα από τα πλαϊνά σκεπάσματα του φορτηγού και ένα μικρό δεματάκι πέφτει στον δρόμο. Είναι το σημείωμα του Γιάννη Χούπη με το οποίο είχε τυλίξει μια μικρή εικόνα της Παναγίας δεμένη με ένα μαντήλι. Κάποιος μικροπωλητής την βρήκε και την παρέδωσε στον πατέρα Βασίλειο. Το σημείωμα, γραμμένο σε χαρτί από κονσέρβα, έγραφε: «Ο ευρών παρακαλείται να πάει το παρόν σημείωμα στον Ιερό Ναό Αγίας Ειρήνης, εις τον ιερέα Βασίλειο Χούπη. Είμαι γιος του και εκτελούμαι σήμερα 8-9-1944. Ζήτω η Πατρίς. Πατέρα, μανούλα μου, Κούλα μου. Να με συγχωρήσετε για την πίκρα που θα σας ποτίσω. Θέλω να ζήσετε, για να εκδικηθήτε και να προσεύχεσθε για την ανάπαυση της ψυχής μου. Θάρρος, συγγνώμη. Σας φιλώ, Ιωάννης Χούπης».

Τη θλιβερή είδηση για την εκτέλεση του παιδιού του πληροφορείται ο π. Βασίλειος από την τρεμάμενη φωνή της πρεσβυτέρας του. Ο τραγικός ρασοφόρος ξεκινά αμέσως για την αναγνώριση του μονάκριβου γιου του, συνοδευόμενος από τον Διάκονο της Αγίας Ειρήνης Μακάριο, τον μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Κύπρου.

Την επόμενη ημέρα, Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου, έγινε η κηδεία του ήρωα Γιάννη Χούπη στο Α΄ Νεκροταφείο. Το 40νθήμερο μνημόσυνο τελέστηκε στην απελευθερωμένη πλέον Αθήνα, στον Ναό της Αγίας Ειρήνης, από τον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό. Την πίκρα του παπα-Βασίλη Χούπη γλύκανε η σκέψη πως ο γιος του είχε περάσει στο πάνθεον των ηρώων της πατρίδας και ως γνήσιος Σπαρτιάτης ετάχθη κι αυτός να φυλάσσει, ως άλλος Λεωνίδας, τις Θερμοπύλες της Χριστιανοσύνης και της Ελλάδας.

Τελειώνοντας τις ανωτέρω σκέψεις, τις οποίες καταθέτουμε σαν άνθη ευλάβειας και τιμής στη μνήμη ενός ήρωα της εποχής μας, με συγκίνηση χαιρετίζουμε παλαιότερη πρόταση του ακαδημαϊκού καθηγητού κ. Κ. Σβολόπουλου, μια από τις αίθουσες της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών να αφιερωθεί στο όνομα και τη μνήμη του Γιάννη Χούπη. Σε μια εποχή όπου αξίες, όπως η Πατρίδα και η Ελευθερία, διέρχονται κρίση, ιδιαίτερα στον χώρο της σπουδάζουσας νεολαίας, η πραγματοποίηση της προτάσεως του διακεκριμένου ιστορικού θα τονίσει τη διαχρονική σημασία των αξιών αυτών και ασφαλώς θα αποτελέσει πυξίδα για τους νέους μας, οι οποίοι αποτελούν την ελπίδα του αύριο για την πατρίδα μας και την εγγύηση συνεχίσεως της μακραίωνης ιστορίας μας μέσα στην οποία λάμπει σαν πολικός αστέρας η θυσία του Γιάννη Χούπη και όλων των επώνυμων και ανώνυμων ηρώων».

Πρωτοπρεσβυτερος Ηλιας Δροσινος

Ιερατικός Προϊστάμενος Ι. Ναού Ζωοδόχου Πηγής Αθηνών

 πηγή ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ