Ήρθε η ώρα να πούμε το δικό μας αντίο, στα αδέρφια μας που έφυγαν. Έτσι όπως οι Πεζοναύτες ξέρουν να αποχαιρετούν Πεζοναύτες.
Για τα αδέρφια που χαθήκανε νωρίς …
Σας ζηλεύουμε!!! Ναι, σας ζηλεύουμε. Γιατί καταφέρατε κάτι, που οι “απέξω” δεν μπορούν να καταλάβουν. Καταφέρατε να φύγετε μέσα στην αγκαλιά της Γαλανόλευκης. Αλήθεια, υπάρχει πιο μεγάλη, πιο ιερή θυσία από το να φύγεις για την Πατρίδα; “Μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματος μου” έλεγε ο Όρκος που δώσαμε κι εσείς το κάνατε πράξη. Την υπηρετήσατε τη Σημαία μας και αυτή σας αγκάλιασε. Μας κάνατε όλους να νιώσουμε “μικροί” μπροστά σας.
Ο κόσμος δεν θα καταλάβει και θα μιλήσει για “άδικο χαμό”. Λογικό είναι. Δεν γνωρίζουν ότι εμείς, το Θάνατο τον κοροϊδεύουμε στα μούτρα.
Μάθαμε να είμαστε το “Πρώτο Κύμα”. Όταν θα ανοίξει η πόρτα του αποβατικού, ακόμα και εάν η σφαίρα έχει το όνομα μας θα βουτήξουμε στη Κόλαση για να υπερασπιστούμε, ότι έχουμε πιο Ιερό. Τα σπίτια μας, τις οικογένειες μας, και τη Θρησκεία μας. Έτσι μάθαμε. Είμαστε Τάγματα “Επιλέκτων”. Όπου οι λίγοι, θα κάνουν τη ζημιά που δεν μπορούν να κάνουν οι πολλοί.
Και αν είναι να πεθάνουμε υπερασπίζοντας αυτά τα υψηλά ιδανικά θα είναι ένας έντιμος θάνατος. Ένας θάνατος που “άξιζε τον κόπο”. Γιατί δεν χαθήκατε σε ένα τροχαίο, δεν σας πήραν οι μάστιγες των χρόνων μας. Επιλέξατε, όπως κι εμείς, να πάτε στα δύσκολα. Να ιδρώσετε, να φορέσετε το μπερέ του Πεζοναύτη. Στη Ζωή και στο Θάνατο. Κανένας δεν μπορεί να σας τον πάρει πια. Εμείς θα φύγουμε σαν Πεζοναύτες, αλλά, σε κόσμο πολιτών. Εσάς όμως σας συνόδευσαν, αδέρφια. Πεζοναύτες!!! Περπάτησαν μαζί σας, δίπλα σας, προς την Αιωνιότητα. Τιμή την οποία εμείς δεν θα έχουμε ποτέ.
Οι γονείς σας θα κλάψουν, θα σπαράξουν. Ξέρουμε, γίναμε γονιοί κι εμείς πια. Και η ιδέα να φύγει το βλαστάρι σου πριν από σένα προκαλεί τρόμο και πανικό. Το αγγελούδι σου, που ανέβαζε έναν απλό πυρετό, και ξενυχτούσες δίπλα του. Που σου έλεγε τους φόβους του, τα όνειρα του αναζητώντας μια αγκαλιά και ήσουν εκεί, δίπλα του, να το βλέπεις να γελάει, να κλαίει, να παίζει, να διαβάζει. Δεν υπάρχουν λόγια να παρηγορήσεις αυτούς τους ανθρώπους. Κανένας μας δεν μπορεί να τους παρηγορήσει. Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι γέννησαν έναν μικρό Θεό. Και οι Θεοί πρέπει να είναι ψηλά. Για αυτό και φύγαν σύντομα από κοντά μας.
Και στις γυναίκες που άφησαν πίσω και στα παιδιά, που έμειναν ορφανά, πριν προλάβουν να καταλάβουν το «γιατί»; Τι μπορείς να πεις σε αυτούς;
Τίποτα. Απλά να τους φροντίσεις σαν να είναι δικοί σου άνθρωποι. Γιατί οι πεζοναύτες είναι οικογένεια. Και τα παιδιά μεγαλώνοντας θα καταλάβουν το μεγαλείο της Θυσίας του πατέρα τους. Ακόμα και αν δεν τον γνώρισαν. Ποιος πατέρας, μπορεί να ζήσει στην ιδέα ότι το παιδί του θα μεγαλώσει και δεν θα τον θυμάται; Κανένας. Και αυτό δεν πρέπει να αφήσουμε να γίνει. Δεν πρέπει να τον ξεχάσει, και με περηφάνια να λέει ότι τον έφερε στον κόσμο ένας Ήρωας.
Γιατί όλοι εσείς είστε Ήρωες στα μάτια μας. Και κάθε φορά που θα κοιτάμε ψηλά θα ξέρουμε ότι θα μας προσέχετε. Και θα είμαστε ακόμα πιο δυνατοί . Γιατί έτσι κάνουν οι Έλληνες Πεζοναύτες. Αντιμετωπίζουν τη ζωή αλλά και το θάνατο με θάρρος. Γιατί έτσι λέει το έμβλημα μας. «Χρειάζεται Θάρρος».
Και δεν θα κλαίμε, αλλά θα τραγουδάμε.
Έτσι κάνουμε εμείς….
“Δεν πεινάμε, δεν διψάμε.
Τρέχουμε και τραγουδάμε.”
Δεν σας αποχαιρετούμε αδέρφια.
Θα τα ξαναπούμε αδέρφια.
Αργά ή σύντομα, θα τα ξαναπούμε.
Και ελπίζουμε η ζωή που θα συνεχίσουμε να κάνουμε εμείς οι κοινοί θνητοί να είναι μια καλή, έντιμη ζωή, άξια της υπέρτατης θυσίας που κάνατε προστατεύοντας τον τρόπο που ζούμε και να μας διασφαλίσει μια θέση δίπλα σας όταν θα ξαναβρεθούμε.