200 χρόνια από τη Φιλική Εταιρεία

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ardin97exofΤο περιοδικό Άρδην, διοργανώνει την Τρίτη 14 Οκτωβρίου στις 19.30 εκδήλωση για τα 200 χρόνια από την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας. Για το θέμα θα μιλήσουν: Γιώργος Καραμπελιάς, εκδότης – συγγραφέας, Απόστολος Διαμαντής, ιστορικός, Μελέτης Μελετόπουλος, ιστορικός, Συντονιστής: Νικόλας Δημητριάδης, ιστορικός. Στο χώρο πολιτικής και πολιτισμού “Ρήγας Βελεστινλής”, Ξενοφώντος 4, 6ος όροφος, πλ. Συντάγματος.
Φιλική Εταιρεία: Διακόσια χρόνια μετά
Eδώ και δυόμισι χιλιάδες χρόνια, ο ελληνισμός ζει και αναπνέει κοιτάζοντας διαρκώς προς τα «έξω»· έφτασε στα πέρατα της Δύσης –τις στήλες του Ηρακλέους– και της Ανατολής, μέχρι τις Ινδίες. Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο λαό διαμόρφωσε τον κόσμο και τον πολιτισμό που ξέρουμε, τον χριστιανισμό, τη φιλοσοφία, τον ορθό λόγο, την τέχνη. Και πάντα φεύγοντας, την στενοχωρία ενός τόπου μικρού, τραβώντας για τους ανοικτούς ορίζοντες. Ακόμα και μέχρι τον 19ο αιώνα, σκλαβωμένοι, συνεχίζαμε να αρδεύουμε την ανατολική Ευρώπη, τα Βαλκάνια, την Εγγύς Ανατολή. Τόσο πολύ που κάποτε εξαντλήσαμε αυτή την αστείρευτη πηγή που έδωσε τον «θαυμαστό ελληνικό κόσμο». Και μείναμε ξέπνοοι, εξαντλημένοι, κουβαλώντας σαν βάρος τρεις ή έξι χιλιάδες χρόνια ιστορία. Η δημογραφική κατάρρευση, η οικονομική κρίση, ο νεο-οθωμανισμός, ο κατακλυσμός από ξένους λαούς και κουλτούρες, η πολιτισμική παρακμή, απειλούν πια με αφανισμό, με τελεσίδικο στέρεμα, την ίδια αυτή πηγή που την πιστεύαμε ανεξάντλητη και γι’ αυτό τόσο γενναιόδωρα την ξοδεύαμε, και σήμερα κινδυνεύουμε να μεταβληθούμε σε ένα απλό σύνορο των κόσμων. Η Φιλική Εταιρεία δοκίμασε να μεταβάλει, και πάλι, αυτό που έγινε σύνορο σε οικουμένη, σε ό,τι δηλαδή υπήρξε για πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια, μέχρι και το Βυζάντιο, ο ελληνικός κόσμος. Γι’ αυτό στοχοθέτησε τη συμπερίληψη όλου του βαλκανικού χώρου, με κέντρο την Κωνσταντινούπολη, τη φυσική του πρωτεύουσα, στο επαναστατικό της σχέδιο. Συχνά έχει υποστηριχτεί, όπως έγινε και για τη Φιλική Εταιρεία, πως οι δύο μεγάλοι ποιητές της παλιγγενεσίας, ο Σολωμός και ο Κάλβος θα μείνουν αποσπασματικοί, ο Σολωμός θα αφήσει ατελείωτους τους Ελεύθερους Πολιορκημένους, ο Κάλβος θα σιωπήσει από τα τριάντα τέσσερα (34) χρόνια του. Ο Νικόλας Κάλας, μάλιστα, θα γράψει για το θέμα αυτό, ίσως σε μια από τις πιο σφαλερές κριτικές τοποθετήσεις του: «Ο Σολωμός είχε μάλλον αδύνατη ποιητική φλέβα –μας έδωσε μόνο κάτι ωραία λυρικά τραγούδια– όσο για τον Κάλβο…, ο πατριωτισμός του είναι πολύ διανοητικός και ατομικιστικός για ένα αίσθημα τόσο μαζικό όπως είναι ο πατριωτικός ενθουσιασμός». (Νικόλας Κάλας, Κείμενα ποιητικής και αισθητικής, Πλέθρον, Αθήνα 1982, σ. 56 ). Για άλλη μια φορά, φαίνεται πως ο Γεώργιος Σεφέρης έλυσε το «μυστήριο» πολύ πιο αποτελεσματικά:
Μπορούμε να στοχαστούμε πολλά για τη μοίρα της φυλής και του ελληνικού λόγου, όταν λογαριάσουμε ότι, σε μια ορισμένη στιγμή που το Γένος αρχίζει να βγαίνει από έναν μεγάλο ύπνο, τα έργα δύο μοναδικών ποιητών είναι σημαδεμένα από κάτι τέτοιες καρβουνοσακούλες. (Γ. Σεφέρης, Δοκιμές, Α΄ (1936-1947), Ίκαρος, Αθήνα 1974, σ. 210). Με τις «καρβουνοσακούλες» –εξηγεί ο Σεφέρης– εννοεί τα μαύρα χάσματα στον Ουρανό, σύμφωνα με μια αρχαία αυστραλιανή παράδοση – δηλαδή τα «μαύρα χάσματα» στη διαμόρφωση του γένους. Ο Σολωμός και ο Κάλβος θα εξοντωθούν από την αδυναμία της Ελλάδας να «αντέξει» μια υψηλή ποίηση, και όχι βέβαια επειδή είχαν «αδύνατη ποιητική φλέβα», όπως υποστηρίζει ο Κάλας, το αντίθετο μάλιστα. Το επαναστατικό όραμα της Φιλικής θα παραμείνει ανολοκλήρωτο και οι ίδιοι οι εμπνευστές του δεν θα προλάβουν έστω να δοκιμάσουν να το θέσουν σε εφαρμογή, όχι γιατί δεν διέθεταν τη συνθετική και αγωνιστική δυνατότητα και διάθεση για κάτι τέτοιο, αλλά διότι η μοίρα μας, για οκτώ αιώνες, έως σήμερα, ορίζεται από αυτή τη συνθήκη του συνόρου δύο κόσμων, ανάμεσα στους οποίους συνθλιβόμαστε. Οι «καρβουνοσακούλες» ήταν πάρα πολλές – μαύρες τρύπες δημογραφικές, οικονομικές, πνευματικές και, προπαντός, ο όγκος δύο μεγάλων κόσμων, αυτό που θα τονίσει ο Διονύσιος Σολωμός στους Ελεύθερους Πολιορκημένους:
τό¬π’ Ἄγ¬γλου,
Γάλ¬λου νοῦς,
βό¬λι Τουρ¬κιάς,
πέ¬λα¬γο μέ¬γα πο¬λε¬μᾶ,
βα¬ρεῖ τὸ κα¬λυ¬βά¬κι.
Γι’ αυτό και ανολοκλήρωτο θα μείνει το όραμα, ανεκπλήρωτο, πριν καν αρχίσει να μπαίνει σε εφαρμογή, το διάβημά της. Ως μια πρόκληση εσαεί για τους Έλληνες –αλλά και τους λοιπούς Βαλκάνιους– όσο συνεχίζουν να υπάρχουν, να απαντήσουν κάποτε θετικά στον «καημό της ρωμιοσύνης», τον καημό των λαών της Βαλκανικής. Εξ άλλου, αυτός ο καημός, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, κάποτε θα λυθεί, είτε αρνητικά, με την εξαφάνιση, την απορρόφησή μας από τους δύο αυτούς κόσμους, που μέχρι σήμερα όρισαν την τραγικότητα, το ανολοκλήρωτο των προσπαθειών μας, είτε επί τέλους θετικά, ως ανασυγκρότηση ενός έστω σμικρυμένου αλλά εν τέλει αυτόνομου συλλογικού υποκειμένου. Τώρα πια το μόνο που μπορεί να μας σώσει είναι μια επιστροφή, μια μεγάλη επιστροφή στον γενέθλιο τόπο, μετά από τόσους και τόσους αιώνες. Αν το μπορέσουμε. Στην Ελλάδα και στην Κύπρο, χρειαζόμαστε μια ελληνική αναγέννηση, μια δική μας πολιτιστική και πολιτική επανάσταση, που θα συνεχίσει και θα ολοκληρώσει επί τέλους αυτό που έμεινε ανολοκλήρωτο τα διακόσια χρόνια που πέρασαν από τη Φιλική Εταιρεία και την Επανάσταση του ’21.
Το βασικό δίλημμα που πρέπει να αντιμετωπίσει ο ελληνικός λαός αυτή την περίοδο συνίσταται στο εάν θα επιτύχουμε τη ρήξη με το παρελθόν ή θα βυθιστούμε στο σκότος της υποταγής. Η Ελλάδα και η Κύπρος αποτελούν έναν χώρο που κείται μεταξύ Δύσης και Ανατολής και αντιμετωπίζει τις αποικιακές αξιώσεις αμφότερων των πλευρών, τόσο από τον δυτικό πόλο όσο και από την νεο-οθωμανική Τουρκία. Άλλωστε, η ευρωπαϊκή αποικιοκρατία αναπτύσσεται, ιστορικά, σε συνέργεια με τον τουρκικό περιφερειακό ηγεμονισμό. Όπως αποδείχτηκε περίτρανα με την τραγική εμπειρία της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας, κατά τη δεκαετία του 1990, τα Βαλκάνια έχουν μεταβληθεί σε πολιτικό εργαστήριο όπου διαμορφώνονται μοντέλα συγκυριαρχίας μεταξύ των αποικιακών δυνάμεων της γερμανικής Ευρώπης και της νεο-οθωμανικής Τουρκίας (βλέπε Κόσοβο-Βοσνία, κατεχόμενη Κύπρος). Ο ελληνισμός, στον αγώνα για την ανεξαρτησία του, θα πρέπει να αναπτύξει στην πραγματικότητα έναν διμέτωπο αγώνα και μάλιστα μέσα σε αρνητικές γεωπολιτικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, όπως κατ’ αναλογία συνέβαινε όταν δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε η Φιλική Εταιρεία. Τότε που η ήττα του Ναπολέοντα και η ιερά Συμμαχία είχαν δημιουργήσει ασφυκτικές συνθήκες για την Ελλάδα. Και έπρεπε να περάσουν τρία ή τέσσερα χρόνια αγώνα, για να αρχίσουν να μεταστρέφονται κάποιες από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Και σήμερα, για να περάσουμε με επιτυχία μέσα από τις συμπληγάδες, για να αποφύγουμε επί τέλους τις «καρβουνοσακούλες», πρέπει να υιοθετήσουμε τη στρατηγική ενός παρατεταμένου αντάρτικου, που σκοπό θα έχει να προκαλέσει ρήγματα στη γεωπολιτική μας περικύκλωση.
Διακόσια χρόνια μετά τη δημιουργία της Φιλικής έχουμε και πάλι απέναντί μας την Τουρκία, που επιστρέφει ως νεο-οθωμανισμός, και πρέπει να διαμορφώσουμε στρατηγικές συμμαχίες με τις υπόλοιπες χώρες των Βαλκανίων που απειλούνται επίσης να υπαχθούν στην τουρκική σφαίρα επιρροής (Σερβία, Βουλγαρία,) αλλά και με τις δυνάμεις, που, τόσο στο εσωτερικό της Τουρκίας όσο και στη Μέση Ανατολή, αντιμάχονται τα τουρκικά αυτοκρατορικά σχέδια (τους Κούρδους, τους αλεβήτες, τους σιίτες του Λιβάνου, το Ιράν, τους χριστιανούς Άραβες κ.ο.κ.), τέλος την ορθόδοξη Ευρώπη, τη Ρωσία. Και πριν απ’ όλα αποφασιστική σημασία έχει η διαμόρφωση βαλκανικής στρατηγικής. Όπως και κατά τον 14ο-15ο αιώνα, η Τουρκία δοκιμάζει την περικύκλωση του ελληνικού χώρου μέσα από την εδραίωση ενός δικού της τόξου επιρροής, που ξεκινάει από τη Μαύρη Θάλασσα και καταλήγει στην Αδριατική – αυτή τη φορά χρησιμοποιώντας μάλιστα αποφασιστικά τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς που ζουν στη Βαλκανική. Οι λαοί των Βαλκανίων θα πρέπει να συμμαχήσουν σε έναν αγώνα για την αυτοδιάθεσή τους, καθώς τα μεγέθη και η γεωγραφική θέση τους έχει αποφασίσει: ο δρόμος των αλληλοσπαραγμών και της διχόνοιας είναι ο δρόμος της εκ νέου πολιτικο-οικονομικής υποδούλωσης στη «νέα Υψηλή Πύλη». Εξάλλου και κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του ’21 αν είχε ευοδωθεί η στρατηγική συμμαχία και η από κοινού δράση με τους Σέρβους κατ’ εξοχήν, τους Ρουμάνους και τους Βουλγάρους, όπως πάσχιζε η Φιλική Εταιρεία, διαφορετική θα ήταν η τύχη της Επανάστασης και της περιοχής. Σήμερα εμείς και οι υπόλοιποι Βαλκάνιοι πληρώνουμε εν πολλοίς τις διαιρέσεις και την έλλειψη συμμαχιών μεταξύ μας.
Επιστέγασμα και προϋπόθεση για την πραγμάτωση της αληθινής επανάστασης που έχει ανάγκη ο ελληνισμός για να επιβιώσει, και οι Έλληνες για να ζήσουν ελεύθεροι, είναι μια επανάσταση στον πολιτισμό. Ο πολιτισμός, δεν συνιστά για μας «υποκατηγορία» αλλά μια καθολικότητα που εμπεριέχει όλα τα άλλα. Ο πολιτισμός είναι το κατ’ εξοχήν ανθρώπινο άθλημα και η ιστορία του πολιτισμού αποτελεί την πραγματική ανθρώπινη ιστορία. Εξάλλου, στον αρχαίο κόσμο, η οικονομία, η πολιτική, η θρησκεία, η φιλοσοφία, ακόμα και ο πόλεμος, αποτελούσαν ενιαία στοιχεία του ελληνικού ήθους και του πολιτισμού, όπως και στο Βυζάντιο και στην Τουρκοκρατία. Οι κοινότητες, το ορθόδοξο ήθος των Ελλήνων πραγματευτών, η κλεφτουριά και οι νεομάρτυρες συγκροτούσαν ένα ενιαίο πολιτισμικό υπόδειγμα.
Η πνευματική μας παράδοση, που για χρόνια ολόκληρα καταπατήθηκε και υποβαθμίστηκε από τον εθνομηδενισμό, τη γλωσσική και πολιτιστική αλλοτρίωση, τον μιμητισμό, τον χυδαίο και ανούσιο καταναλωτισμό, θα πρέπει να ξαναβρεί την επαφή της με το αληθινό και το ωραίο του πολιτισμού μας αλλά και όλων αυτών που έχουν να μας προσφέρουν οι ξένοι πολιτισμοί. Εξάλλου, σε όλη μας την ιστορική διαδρομή, δεν υπήρξαμε ποτέ κλεισμένοι στον εαυτό μας· διαμορφώσαμε έναν πολιτισμό των συνόρων που έπαιρνε από άλλους λαούς και πολιτισμούς και έδινε στο πολλαπλάσιο, έχοντας μετασχηματίσει δημιουργικά τα ξένα στοιχεία. Μόνο στις εποχές της παρακμής, όπου κυριαρχούσαν οι γραικύλοι, το στοιχείο της δημιουργικής αφομοίωσης υποχωρούσε μπροστά σε εκείνο του μιμητισμού, που πάντα τον έλεγαν «εκσυγχρονισμό».
Όπως έλεγε ο ποιητής, «γυρίσαμε διψασμένοι από τη Δύση», δηλαδή, γνωρίσαμε και τη Δύση και την Ανατολή και τα βρήκαμε λειψά. Ονειρευόμαστε και θέλουμε έναν ελληνικό πολιτισμό, ικανό να γονιμοποιήσει το ξένο, το αλλότριο, με τη ζύμη του εγχώριου, ώστε να προσφέρει δημιουργικά στον ανθρώπινο πολιτισμό.
Γι’ αυτό και η Φιλική έθεσε το εμβληματικό και ταυτόχρονα ανολοκλήρωτο πρόταγμα του νεώτερου ελληνισμού. Γι’ αυτό γυρνάμε και ξαναγυρνάμε σ’ αυτήν, γι’ αυτό μας γοητεύει, διότι αποτελεί το πρόσωπο –διαχρονικό και, στις μέρες μας, τραγικό– του ελληνισμού: Έλληνες, Βαλκάνιοι, οικουμενικοί.
Εισαγωγή στο αφιέρωμα στη Φιλική Εταιρεία του περιοδικού Άρδην που κυκλοφορεί.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ