‘’Κατά τους χρόνους λοιπόν εκείνους ενέσκηψε ένας τέτοιος λοιμός, ο οποίος λίγο έλειψε να εξαφανίσει το κάθε ανθρώπινο ίχνος από το πρόσωπο της γης….’’
(Από το ‘’Υπέρ των πολέμων’’ του Βυζαντινού ιστορικού Προκόπιου, για την πανούκλα του 542 στην Κωνσταντινούπολη)
Τα πρώτα κρούσματα της βουβωνικής πανώλους κατά τον Προκόπιο, εμφανίζονται στο Πηλούσιο της Αιγύπτου το 541, ή κατά τον άλλο χρονικογράφο Ευάγριο, στην Αιθιοπία και το Σουδάν. Την άνοιξη του 542 η νόσος μεταφέρεται από την θάλασσα στην Κωνσταντινούπολη, θα λάβει διαστάσεις πανδημίας, ενώ στην συνέχεια θα πλήξει ολόκληρη τη γνωστή τότε Οικουμένη με εκατομμύρια θύματα.
Από το όνομα του Βυζαντινού αυτοκράτορα που βρισκόταν στην εξουσία, του Ιουστινιανού(527-565), πήρε την ονομασία ‘’Ιουστινιάνεια πανούκλα’’. Αφάνιζε και ερήμωνε πόλεις καθώς οι ασθενείς πέθαιναν την τρίτη με τέταρτη μέρα. Οι επιπτώσεις στο δημογραφικό τομέα ήταν καταστροφικές, στη μάστιγα υπέκυψε ο μισός πληθυσμός της Βασιλεύουσας. Το έτος 600 για παράδειγμα, στις παραμεσόγειες επαρχίες, ή μείωση του πληθυσμού, έφτανε το 40%, σε σχέση με έναν αιώνα νωρίτερα. Η μείωση αυτή θα πρέπει να ήταν ακόμη μεγαλύτερη στις ελλαδικές επαρχίες, οι οποίες εκτός από τις βαρβαρικές επιδρομές, δοκιμάστηκαν και από τους καταστροφικούς σεισμούς, του 522 και 552.
Η παρουσία της νόσου παρέμεινε δραστήρια ως το 750, μαστίζοντας όλη την περιοχή της μεσογειακής λεκάνης, σε περίπου δεκαεφτά επιδημικά κύματα. Η κοινωνική και οικονομική ζωή παρέλυσαν εντελώς. Υπήρξε έλλειψης εργατικού και αγροτικού δυναμικού, μείωση της αγροτικής παραγωγής, αύξηση των τιμών, με αποτέλεσμα να ξεσπούν τοπικοί λιμοί, που εν συνεχεία έφερναν κοινωνικές εκρήξεις. Άλλες δραματικές εξελίξεις ήταν η μείωση του στρατιωτικού δυναμικού, η ελάττωση των φορολογικών εσόδων, η αποτυχία του ιουστινιάνειου προγράμματος επανάκτησης των εδαφών της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και η ενδυνάμωση νομαδικών πληθυσμών που οδήγησε στη δημιουργία του Ισλάμ.
Η πανώλης από το Πηλούσιο εξαπλώθηκε στην Αλεξάνδρεια, την Παλαιστίνη, την Γάζα και στην Νεγκέβ. Το χειμώνα του 521 έφτασε στην Ιερουσαλήμ και τη Συρία, έπληξε την Αντιόχεια, τα Μύρα, αποδεκάτισε την βόρεια Αφρική, μεταπήδησε στην Ιταλία, όπου στα τέλη του 543 φτάνει στην Ρώμη. Εν συνεχεία στην Ισπανία, την Γαλατία, το 548 στην Βρετανία και την Ιρλανδία, ως την σκανδιναβική χερσόνησο. Παράλληλα έφτασε στην Υεμένη και τη Νότια Αραβία. Ένας ιστορικός της εποχής, ο Αγαθίας γράφει ότι η νόσος μαινόταν από την εποχή του πρώτου κρούσματός της και έμοιαζε να περιφέρεται από τόπο σε τόπο.
Το 560 ως 562 προσβλήθηκαν η Κιλικία, η Μεσοποταμία, η Ραβέννα και η Ίστρια. Το καλοκαίρι του 597 αποδεκάτισε τον πληθυσμό της Θεσσαλονίκης. Οι Άβαροι που θα επιχειρήσουν να καταλάβουν την πόλη, θα μολυνθούν κι αυτοί και θα φέρουν την νόσο στο εσωτερικό της Τουρκίας. Ακολουθούν η Βιθυνία, η Ραβέννα και η Βερόνα ως το 601. Στις αρχές της βασιλείας του Ηράκλειου, γύρω στο 619, η επιδημία χτύπησε ακόμη μια φορά την Κωνσταντινούπολη και την Αλεξάνδρεια, λίγο πριν την κατάληψή της από τους Πέρσες. Το 626-627 η πανώλης προσβάλλει για πρώτη φορά περιοχές υπό ισλαμική εξουσία, την Παλαιστίνη και την Περσία και μέσω του δρόμου του μεταξιού, έφτασε στην πόλη Χάμι της νοτιοανατολικής Κίνας. Το 639 χτυπά πάλι την Παλαιστίνη, τη Φοινίκη και τη Συρία, το 680 στην Ρώμη και την Παβία που αποδεκάτισε τον πληθυσμό. Το 689 στην Βασόρα και το Ιράν, το 706 στην Αίγυπτο, τη Συρία και το Ιράκ. Το χειμώνα του 715-16 ξανά στην Αίγυπτο και στην Κρήτη, όπως αναφέρεται στο βίο του Αγίου Ανδρέα της Κρήτης. Το 718-19 κτυπά ξανά στο Ιράκ, τη Συρία, το 726 τη Μεσοποταμία, το 734 την Αίγυπτο , Παλαιστίνη, Συρία και Ιράκ .Το 744 Στη Συρία , το Ιράκ και την Αίγυπτο. Τον επόμενο χρόνο μεταφέρθηκε στη Σικελία, Καλαβρία, κεντρική Ελλάδα και Μονεμβασιά. Την άνοιξη του 747 έφτασε στην Κωνσταντινούπολη. Πολυάριθμα θύματα, κατάπτωση της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής και εκδηλώσεις μαζικής υστερίας. Σε μια τελευταία αναλαμπή χτύπησε τις περιοχές της Βασόρας και της Βαγδάτης.
Τα συμπτώματα της νόσου, όπως μας έχουν παραδοθεί από διάφορες πηγές, ήταν στην αρχή παραισθήσεις, έπειτα ξεκινούσε ξαφνικά υψηλός πυρετός που οδηγούσε σε λίγες μέρες σε φλεγμονή και διόγκωση τους αδένες στη βουβωνική χώρα, στις μασχάλες, στον αυχένα και τους μηρούς. Τα οιδήματα εξελίσσονταν σε γάγγραινα και οι ασθενείς πέθαιναν τάχιστα με ανυπόφορους πόνους. Σε άλλους εμφανίζονταν μαύρες φλύκταινες στο μέγεθος φακής σε ολόκληρο το σώμα, ιδίως στα χέρια. Σε άλλους το κυρίαρχο σύμπτωμα ήταν η αιμόπτυση, πάντως σε πέντε μέρες ερχόταν ο θάνατος. Υπήρχαν και περιπτώσεις ίασης, όπως παραδίδει ο Προκόπιος και αναφέρει τον ίδιο τον Ιουστινιανό, ο οποίος ασθένησε το 542, αλλά δεν υπέκυψε.
Η χριστιανική σκέψη τώρα, θεώρησε την πανδημία έκφραση της Θείας Δίκης, που σκοπό είχε τον σωφρονισμό και την τιμωρία της ανθρωπότητας. Στις Νεαρές του Ιουστινιανού, η πανώλης παρουσιάζεται ως ορθή και επιβεβλημένη τιμωρία για τις ανθρώπινες αμαρτίες.
Σύμφωνα με την επιστημονική αντίληψη που θεμελίωσε ο Ιπποκράτης και ανέπτυξε ο Γαληνός, οι επιδημίες οφείλονταν στο μολυσμένο αέρα, στο λεγόμενο μίασμα. Έτσι η ιατρική γραμματεία πρότεινε διάφορα αντίδοτα, βότανα , και έμπλαστρα για τη θεραπεία της πανώλους. Με καπνούς, φωτιές και θυμιάματα προσπαθούσαν να απολυμάνουν τους χώρους. Ενώ τα θεολογικά κείμενα συνιστούσαν στους πιστούς μετάνοια και προσευχή. Ο Ιουστινιανός επιφόρτισε έναν ανώτερο αξιωματούχο με την ευθύνη για την ταφή των πολυάριθμων πτωμάτων που κείτονταν άταφα στους δρόμους. Κατασκευάστηκε μεγάλος αριθμός νεκρικών κλινών για τη μεταφορά των σορών και ανοίχτηκαν τεράστιοι ομαδικοί τάφοι στα περίχωρα της Πόλης.
Η εκκλησία οργάνωνε λιτανείες για τον κατευνασμό της Θείας Οργής. Όπως στην λιτανεία που τελέστηκε στην Ρώμη το 590, με επικεφαλής τον πάπα Γρηγόριο το Μέγα, με παλλαϊκή συμμετοχή. Οι έντρομοι πληθυσμοί επικαλούνταν τους θαυματουργούς αγίους, όπως τον Συμεών τον Στυλίτη, της Αντιόχειας, ή τον Άγιο Δημήτριο της Θεσσαλονίκης.
Το δεύτερο μεγάλο κύμα της πανώλους ξεκίνησε από την Κίνα το 1346, όπου μέσα σε λίγα χρόνια αποδεκάτισε 13 εκατομμύρια ανθρώπων. Από την Κίνα μεταφέρεται στην Ινδία και με τον δρόμο του μεταξιού, στην Κριμαία. Οι Τάταροι πολιορκούσαν τότε (1347) την Φεοδοσία που κατείχαν οι Γενουάτες. Η κατάσταση μέσα στην πόλη όλο και χειροτέρευε. Τότε εμφανίστηκε στο στρατό των Τατάρων η πανούκλα, εκατοντάδες στρατιωτών πέθαιναν καθημερινά. Οι Τάταροι άρχισαν να πετάνε τα μολυσμένα πτώματα με καταπέλτες μέσα στην πόλη, με συνέπεια να εξαπλωθεί και κει η νόσος. Οι Τάταροι λόγω του λοιμού αναχώρησαν. Το ίδιο και οι Γενουάτες που έφτασαν στην Κριμαία. Από την Κριμαία οι Γενουάτες έμποροι και ναυτικοί μεταφέρουν την πανώλη στην Κωνσταντινούπολη . Με δώδεκα πλοία αναχωρούν για την Σικελία, φτάνοντας αρχές Οκτωβρίου 1347 στη Μεσσήνη, μεταφέρουν και το κακό στην πόλη. Οι κάτοικοι έδιωξαν τους Γενουάτες, οι οποίοι συνέχισαν το ταξίδι τους, φέρνοντας παντού το μεγάλο θανατικό (Mortalega grande).
Οι Μεσσήνιοι έφυγαν από την πόλη τους και προσέτρεξαν στην Κατάνη να ζητήσουν βοήθεια από τα λείψανα της Αγίας Αγάθης. Η επιδημία εξαπλώθηκε και κει και έφτασε στο Παλέρμο, όπου πέθαναν 60.000 άτομα. Οι Γενουάτες έφεραν το θανατικό στην Πίζα, τη Γένοβα και το Νοέμβριο στη Μασσαλία. Από κει εξαπλώθηκε στις Δαλματικές ακτές και στη Βενετία.
Ήταν τότε που ο Βοκάκιος (1313-1375) συγγράφει το ‘’Δεκαήμερον’’ στους λόφους της Φλωρεντίας. Στην αρχή περιγράφει την ασθένεια, το ‘’βουβώνα’’ και τους μαύρους και μπλε λεκέδες στο δέρμα. Είναι αυτός που ονομάζει την νόσο ‘’ μαύρο θάνατο’’. Γράφει: ’’Αυτή η συμφορά προξένησε τέτοια τρομάρα στις ψυχές ανδρών και γυναικών, ώστε απαρνήθηκε αδελφός τον αδελφό, θείος τον ανιψιό και αδελφή τον αδελφό. Οι γυναίκες συχνά εγκατέλειπαν τους άνδρες τους. Και το χειρότερο, πατεράδες και μανάδες φέρονταν στα παιδιά τους σαν ξένα, αρνούμενοι να τα δουν και να τα φροντίσουν. Ο κίνδυνος να κολλήσει ο ένας από τον άλλο ήταν τόσο μεγάλος και ο θάνατος κάτω από τραγικές συνθήκες τόσο βέβαιος, ώστε οδήγησε σ΄αυτές τις απάνθρωπες συμπεριφορές’’.
Ο μαύρος θάνατος προκάλεσε τέτοιο φόβο, πανικό και φρίκη, όσο καμιά άλλη επιδημία. Η Ευρώπη θρήνησε πάνω από 25 εκατομμύρια νεκρούς από το 1348 μέχρι το 1420.
Αρχές Ιανουαρίου του 1348 η πανώλης φτάνει στην Αβινιόν, έδρα του πάπα Κλήμη ΣΤ’ . Μέχρι το τέλος Απριλίου είχαν πεθάνει 60.000 άνθρωποι, μαζί και 9 καρδινάλιοι. Τον Ιούνιο φτάνει στο Παρίσι, τον Αύγουστο στο Καλέ, τον Οκτώβριο στο Λονδίνο, που από το 4 εκατομμύρια πληθυσμού, μέσα σε 16 μήνες, έμειναν 2,5. Στην Γερμανία το 1349 πέθαναν 1,2 εκατομμύρια. Τότε ήταν που άρχισε ο διωγμός των Εβραίων κατηγορώντας τους ότι αυτοί είχαν μολύνει τα πηγάδια .Στην Γερμανία το 50% των Εβραίων εξοντώθηκαν πάνω σε πυρές. Οι διωγμοί σαρώνουν όλες τις εβραϊκές κοινότητες, από την Καταλονία και την Προβηγκία, μέχρι την Ελβετία.
Μέσα στην γενικευμένη αυτή σφαγή, ακόμη και ο πάπας Κλήμης ΣΤ΄ με επιστολές ζητούσε να σταματήσει η εξόντωσή τους με το τσεκούρι, το μαχαίρι και την πυρά.
Η επιδημία και οι μαζικοί θάνατοι έφεραν οικονομικό μαρασμό, τα χωράφια έμεναν ακαλλιέργητα. Οι δρόμοι και οι γέφυρες δεν επισκευάζονταν. Το εμπόριο φυτοζωούσε, οι χωρικοί δεν είχαν να φάνε. Το 1358 στη Γαλλία και το 1381 στην Αγγλία οι χωρικοί επαναστατούν. Οι εξεγέρσεις αυτές πνίγονται στο αίμα.
Μέσα στην δυστυχία τους οι άνθρωποι άρχισαν να παίρνουν κάποια μέτρα προφύλαξης, όπως: η απομόνωση των αρρώστων, ο ψεκασμός ή η κάλυψη των νεκρών με ασβέστη, νιτρικό οξύ, θειάφι ή κάμφορα, το πλύσιμο των χεριών και του προσώπου με ξύδι, η υποχρέωση να δηλώνεται κάθε κρούσμα και η απαγόρευση των συναθροίσεων. Τις χωματερές τις σκέπαζαν με ασβέστη, ή τις απαγόρευσαν μέσα στις πόλεις. Επίσης απαγορεύτηκαν τα χοιροστάσια μέσα στις πόλεις.
Το 1374 η Βενετία αποφασίζει να απομονώνεται κάθε πλοίο, πραμάτεια ή ταξιδιώτες για σαράντα μέρες (καραντίνα). Τα πλοία σήκωναν κίτρινη σημαία και αγκυροβολούσαν στα νησάκι του Αγίου Λαζάρου, όπου υπήρχε και μικρό νοσοκομείο, το Lazaretto.
Το 1679 η Βιέννη μετρά 140.516 νεκρούς, έτσι εισάγεται για πρώτη φορά ο θεσμός του διαβατηρίου υγείας για τον καθένα που θα μπει στην πόλη. Σώμα στρατού 10.000 ανδρών ελέγχει τους εισερχομένους, αυτό είναι η γέννηση του θεσμού του διαβατηρίου και του τελωνείου.
Με την πτώση της Πόλης το 1453, αρχίζει να εξαπλώνεται η πανώλης στην Ανατολή. Το Επταπύργιο (Jedi Kule), τόπος καραντίνας στη βυζαντινή εποχή, μετατρέπεται σε φυλακή, καθ΄ότι η θέση του Κορανίου είναι ξεκάθαρη: Οι αρρώστιες στέλνονται από τον Αλλάχ και αυτός αποφασίζει ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει. Έτσι η Πόλη και ολόκληρη η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα δοκιμαστεί από την νόσο μέχρι το 1836, οπότε ο Τούρκος Σεχουνισλάμ, έλαβε θέση λέγοντας ότι όλες οι αρρώστιες δεν είναι από τη μοίρα.
Στη Δύση το 1546 ο Τζιρολάμο Φρακαστόρο (1483-1553), θα γράψει βιβλίο για τις μεταδοτικές λοιμώξεις. Πιστοποιεί ότι είναι επικίνδυνο να πάρεις ρούχο από άρρωστο, χωρίς να ξέρει ότι η αιτία της μόλυνσης ήταν οι ψύλλοι των ποντικών που κρύβονταν στα ρούχα των νεκρών.
Ο Αμβρόσιος Παρέ (1510-1590), πατέρας της χειρουργικής πλησίασε κοντύτερα στα αίτια της μόλυνσης. Επισήμανε το γεγονός του θανάτου των αρουραίων, λίγο πριν την έναρξη της επιδημίας.
Την ίδια εποχή η Γερμανία θρήνησε 13 εκατομμύρια νεκρούς λίγο μετά την Μεταρρύθμιση του Λούθηρου. Οι πόλεμοι που ακολούθησαν χειροτέρεψε τα πράγματα. Όταν οι Σουηδοί κατέλαβαν την Γερμανία στον τριακονταετή πόλεμο, η πανώλης εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα. Ο πληθυσμός του Αουγκσμπουργκ και του Ρέγκενσμππουργκ σχεδόν εξαφανίστηκε. Στο Σβέιντιτς όπου είχε καταφύγει ο πληθυσμός των χωριών, πέθαναν το 1636 σε λιγότερο από 6 μήνες 17.000 άτομα.
Οι δρόμοι είχαν γεμίσει άταφους νεκρούς, που πους μετέφεραν μαζικά με άμαξες και τους πετούσαν στο ποτάμι ή τους έθαβαν σε κοινό τάφο. Στο νεκροταφείο του Αγίου Λεονάρδου, διατηρείται ταφόπλακα που γράφει: ‘’Εδώ είμαστε θαμμένοι 77, που πεθάναμε σε μια μέρα από την πανώλη, έτος 1637’’. Ανάλογα περιστατικά γίνονταν στη Γαλλία, την Αγγλία και την υπόλοιπη Ευρώπη. Στα σπίτια έμεναν μόνο κατοικίδια ζώα, στις πόλεις κατέβαιναν λύκοι και επιτίθεντο στους ανθρώπους. Αγελάδες και πρόβατα μούγκριζαν γιατί δεν υπήρχε κανείς να τα αρμέξει, τα σιτηρά δεν υπήρχε κανείς να τα κόψει. Ο κόσμος στράφηκε για βοήθεια στον Άγιο Ρόκο και τον Άγιο Σεβαστιανό, που είχε μαρτυρήσει με βέλη. Οι ορθόδοξοι προσεύχονταν στον Άγιο Χαράλαμπο.
Εμφανίστηκαν ρεύματα Ζηλωτών , όπως οι αυτομαστιγούμενοι που διέσχιζαν την Ευρώπη μαστιγώνοντας με αλυσίδες το σώμα τους για εξιλέωση, κηρύσσοντας το τέλος του κόσμου.
Χόρευαν διαρκώς, το Μακάβριο Χορό (Danse Macabre), κοιτάζοντας τα ουράνια, μέχρι να πέσουν λιπόθυμοι.
Το 1631 ο ιησουίτης Αθανάσιος Κίρχνερ, θα ανακαλύψει με το μικροσκόπιο μέσα στο πύον από βουβώνες, αλλά και στο αίμα των ασθενών, κάτι μικρά σκουληκάκια που ονόμασε ‘’vermiculi’’, ίσως τα Gram-αρνητικά βακτήρια, και εντόπισε σ΄αυτά την αιτία της πανώλους. Όπως γράφει, το λεγόμενο μίασμα δεν είναι τίποτε άλλο από αυτά τα σκουληκάκια που μπαίνουν στο σώμα με την αναπνοή, ή το δέρμα και κάνουν τους αδένες να γεμίζουν πύον. Οι θεραπευτικές όμως πρακτικές είναι ακόμη ‘’ μεσαιωνικές’’. Οι γιατροί ντύνονταν με βαριά ρούχα ποτισμένα σε κερί, και φορούσαν μια περίεργη κορακόμορφη μάσκα, μέσα στην οποία έβαζαν σφουγγάρι ποτισμένο με ξύδι ή καμφορά, ή άλλα αντισηπτικά, που ονόμαζαν ‘’νερά της πανώλους’’. Ένα από αυτά ανακάλυψαν γύρω στο 1700 στην Κολονία( Cologne),δυο Ιταλοί αδελφοί, ο Ιωάννης Βαπτιστής και ο Ιωάννης Μαρία Φαρίνα. Είναι το λεγόμενο ‘’Eau de Cologne’’, η κολόνια.
Κατά τη διάρκεια του αγγλοολλανδικού πολέμου (1665-67),ξεσπά μια νέα επιδημία και από τους 500.000 κατοίκους , πέθαναν οι 70.000. Στις 2 Σεπτεμβρίου του 1666 ξεσπά και η πυρκαγιά που αποτέφρωσε το μεγαλύτερο μέρος του Λονδίνου. Μαζί κάηκαν και οι ποντικοί με τις φωλιές τους. Έκτοτε το Αγγλικό Κοινοβούλιο απαγορεύει τις ξύλινες κατασκευές και τα σπίτια κτίζονται με πυρότουβλα. Σ΄αυτό το μέρος δεν ξαναεμφανίστηκε η πανούκλα, καθόσον δεν μπορούσαν να φωλιάσουν οι ποντικοί.
Στην Τουρκία οι αρχές δεν παίρνουν καμία προφύλαξη και ο πληθυσμός αφανίζεται. Το 1836 οι θάνατοι αναγκάζουν το σουλτάνο Μαχμούτ Β΄ να ακολουθήσει την εισήγηση των ιατρών Στεφάνου και Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή ( παππού του μαθηματικού), για άμεση μεταφορά των ασθενών στο λοιμοκαθαρτήριο του Πύργου του Λεάνδρου. Το μέτρο βοηθά στην καταστολή της επιδημίας.
Την αποφασιστική ανακάλυψη για την αντιμετώπιση της πανώλους θα κάνει στις 22 Ιουνίου του 1894 ο Ελβετός Αλέξανδρος Γιερσέν, που θα φέρει στο φως το αιτιογόνο βακτήριο, τη Yersinia pestis. Βλέποντας στο Χονγκ Κονγκ τους εκατοντάδες νεκρούς αρουραίους, κατάλαβε ότι οι αρουραίοι ήταν υπεύθυνοι για την μόλυνση.
Τον Απρίλιο του 1895 κλήθηκε από το Ινστιτούτο Παστέρ στο Παρίσι να αναλάβει την έρευνα. Τον Σεπτέμβριο φτιάχνει τους πρώτους αντιτοξικούς ορούς.
Ο Ισπανός Σιμόντ που εργαζόταν με τον Γιερσέν στο Ινστιτούτο Παστέρ , ανακάλυψε με διάφορα πειράματα, ότι οι ψύλλοι των αρουραίων είναι αυτοί που μεταδίδουν την νόσο. Σήμερα η νόσος θεραπεύεται με αντιβιοτικά, όπως στρεπτομυκίνη, χλωραμφενικόλη και τετρακυκλίνες.
Στις παραδόσεις του λαού η πανώλη προσωποποιείται ως γριά μαυροφόρα τυφλή γυναίκα, με φονικό άγγιγμα και φαρμακερά φύσημα, ή ως τρεις άσχημες γριές που γυρίζουν τα χωριά και τα ερημώνουν ,ή ως αράπισσα αμίλητη και απλησίαστη.
Η αντιμετώπιση της νόσου γίνονταν με τρόπους μαγικούς, με μεταφυσική, θεουργική παρέμβαση. Έπαιρναν μια δαμάλα με τα μικρά της, τα έδεναν στο ζυγό και τα έβαζαν να οργώσουν τρεις φορές ένα αλώνι. Έπειτα έθαβαν τη δαμάλα με τα μικρά και το αλέτρι στον τόπο αυτό για να ταφεί μαζί και η πανούκλα. Απάνω έβαζαν ένα κολονάκι, να σηματοδοτείται ο τόπος για να μη ξεθαφτεί η αρρώστια. Στην Γαργαρέτα –σημερινό Γκάζι-, στην επιδημία του 1789, είχαν βάλει την δαμάλα με τα δύο της βόδια να οργώσουν ένα κύκλο, έπειτα τα έθαψαν και έβαλαν το κολονάκι. Το 1835 που ανοιγόταν η οδός Πειραιώς, βγήκε το κολονάκι από τη θέση του και έπεσαν αρρώστιες στην πόλη.
Αντίστοιχο κολονάκι αποτροπής της νόσου είχαν βάλει στην περιοχή που πήρε και το όνομα, στο γνωστό μας Κολονάκι.
Τον Ιούλιο του 1820 για να αντιμετωπιστεί η πανούκλα στο Ηράκλειο, έφεραν στο νησί την Αγία Ζώνη από τη Μονή Βατοπεδίου, μαζί με τον Τίμιο Σταυρό και την κάρα του Αγίου Ανδρέα. Σε άλλα μέρη έκαναν κεροδεσίες , ή λιτανείες, ολονύχτιες λειτουργίες και άλλες τελετές.
Οι εμπειρικοί γιατροί της Λευκάδας χρησιμοποιούσαν διάφορα σκευάσματα-γιατροσόφια, όπως: επιθέματα από μίγμα λαδιού κρίνου, λαδιού άνηθου, λίπος χήνας σε άπλυτο μαλλί προβάτου. Άνθη κολοκυθιάς, σταφίδες, μολόχα, χουρμάδες, σε χοιρινό λίπος. Ρίζα σέλινου με ξύδι, σε επάλειψη και διάφορα άλλα.
Κατά τον Μεσαίωνα, η αδυναμία των γιατρών να καταπολεμήσουν την αρρώστια, συνοψίζεται στον αφορισμό της εποχής: ‘’Fuge, fuge cito, fuge longe, fuge tarde’’.
Δηλαδή: ‘’Φύγε, φύγε μακριά, φύγε για μεγάλο διάστημα’’
Δεν γνωρίζουμε αν αυτό ήταν αποτελεσματικό μέσο εκδίωξης του μιάσματος.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται και όποιος γνωρίζει το παρελθόν, μπορεί να προβλέψει και το μέλλον.
( Τις πληροφορίες τις πήρα από τα ΙΣΤΟΡΙΚΑ της Ελευθεροτυπίας, 20/9/2001)
Με εκτίμηση,
Αγγελική Π.