Μη σκοτώνετε τα παιδιά μας, αλήτες!!!
Γράφει ο Γιώργος Ιεροδιάκονος
Πρόσφατη έκθεση της Unicef για την αλματώδη εκτίναξη της παιδικής φτώχειας στην μνημονιακή Ελλάδα, φέρνει ξανά στο προσκήνιο το αμίληκτο ερώτημα που μας θέτει η ιστορία. Η έκθεση που, παρεμπιπτόντως, εκδόθηκε στις 28 Οκτωβρίου (τι διαβολική σύμπτωση, αλήθεια!), τονίζει πως, καθώς χιλιάδες παιδιά έπαιρναν μέρος στις σχολικές παρελάσεις σε όλη την Ελλάδα, το 40,5% αυτών των παιδιών ζουν σε ακραίες συνθήκες φτώχειας, αφού η χώρας μας κατέχει το υψηλότερο ποσοστό στις 41 «υποτιθέμενες» πλουσιότετες χώρες του κόσμου.
Σε 23 από τις 41 χώρες που αναλύθηκαν, η παιδική φτώχεια έχει αυξηθεί από το 2008, όπου η διαφορά ξεπερνάει το 50% από τα επίπεδα προ κρίσης, με την Ελλάδα να «καταφέρνει» το ακατόρθωτο, δηλαδή τριπλασιασμό!!! του ποσοστού των παιδιών που βρίσκονται πλέον στα χαμηλά εισοδήματα.
Αντίστοιχη έκθεση του ΟΗΕ (UN’s Child Agency), ανεβάζει τα ποσοστά παιδικής φτώχειας σε υπερδιπλάσια νούμερα από το 2008 μέχρι σήμερα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σ’ ολόκληρη την Ευρώπη, επηρεάζοντας δύο στα πέντε παιδιά, υπογραμμίζοντας ιδιαίτερα τις αρνητικές επιπτώσεις των μέτρων λιτότητας για τα παιδιά, κυρίως στην περιοχή της Μεσογείου. Διαπιστώνει δε ότι, ειδικά στην Ελλάδα, τα εισοδήματα των οικογενειών με παιδιά βυθίστηκε στα επίπεδα του 1998. Σε πραγματικούς όρους, αυτό σημαίνει ότι το ποσοστό των νοικοκυριών με παιδιά που δεν μπορούν να πληρώσουν κάθε δεύτερη ημέρα ένα γεύμα με κρέας, κοτόπουλο, ψάρι (ή ένα φυτικό ισοδύναμο), αυξήθηκε ήδη από το 2012 κατά 18%.
Η κρίση στην Ελλάδα μέσα από τα μάτια ενός παιδιού
Ποκειμένου η Unicef να αποκτήσει μια βαθύτερη κατανόηση των προοπτικών των ασκούμενων πολιτικών από τα μάτια ενός παιδιού, ανέθεσε σε μια επιτροπή μια πρώιμη ανάλυση της πιο πρόσφατης συμπεριφοράς υγείας παιδιών σχολικής ηλικίας, σχετικά με τη συμπεριφορά των 11χρονων, 13χρονων και 15χρονων μαθητών στην Ελλάδα.
Τα αποτελέσματα είναι δραματικά! Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των οικογενειών να μονώσουν τα παιδιά τους από τις χειρότερες συνέπειες της ύφεσης, διαπιστώθηκε ότι οι μαθητές στην Ελλάδα έχουν σαφή επίγνωση των προβλημάτων που επηρεάζουν άμεσα την οικογένειά τους. Το 2014, περισσότερα από ένα στα πέντε παιδιά ανέφεραν ότι τουλάχιστον ο ένας γονέας είχε χάσει τη δουλειά του και σχεδόν το 30% δήλωσαν ότι η οικογένειά τους δεν πηγαίνει πλέον καλοκαιρινές διακοπές. Κι αν από το υπόλοιπο 70% υπολογίσουμε τις οικογένειες που βρίσκουν διέξοδο σε ολιγοήμερες επισκέψεις σε συγγενικά σπίτια στα χωριά απ’ όπου προέρχονται (παππούδων, θείων κλπ), αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος της συνολικής ανέχειας. Ένα στα δέκα παιδιά αναγκάστηκαν να διακόψουν την φοίτησή τους ή χρειάστηκε να μετακομίσει σε άλλη περιοχή ή στο σπίτι ενός συγγενή του, ενώ το 3% άλλαξε από ιδιωτική σε δημόσια εκπαίδευση.
Τα παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα είχαν πλήρη επίγνωση για πολλές άλλες συνέπειες της ασκούμενης πολιτικής, όπως το αυξημένο άγχος στους γονείς τους λόγω των περικοπών του εισοδήματός τους ή, ακόμα χειρότερα, την απώλεια της εργασίας τους. Οι επιπτώσεις αυτές επηρεάζουν τις οικογενειακές σχέσεις, όπως καταγράφεται σε μεγάλο ποσοστό (27%), με εντάσεις και καυγάδες μέσα στο σπίτι. Το ποσοστό των παιδιών που δήλωσαν ικανοποιημένα με τις ενδοοικογενειακές σχέσεις μειώθηκε κατά 3% μεταξύ 2006 και 2014. Όσον δε αφορά τη συνολική ικανοποίηση από τη ζωή τους, το ποσοστό των παιδιών που δηλώνουν ικανοποιημένα, μειώθηκε σχεδόν κατά 10% κατά την ίδια περίοδο.
Η πραγματική εικόνα είναι ακόμα πιο σκληρή
Δυστυχώς για εμάς που βιώνουμε την πραγματικότητα ως θύματα αυτής της αδυσώπητης πολιτικής, η εικόνα είναι πολύ πιο σκληρή από τις αναφορές των διεθνών εκθέσεων κι ακόμα χειρότερη από τις οριζόντιες στατιστικές των μέσων όρων. Όταν έστω και ένα παιδί κακοποιείται βάναυσα από μια αχρεία κυβέρνηση, δεν χωράνε μέσοι όροι. Η κακοποίηση τελείται κατά 100%. Πολύ περισσότερο όταν είναι χιλιάδες τα ελληνόπουλα, ειδικά στις περιοχές της πατρίδας μας (τόσο στο Λεκανοπέδιο Αττικής όσο και στην περιφέρεια) όπου η ανεργία και η φτώχεια έχει ξεπεράσει κάθε όριο, που έχουν ήδη εισέλθει στον μαύρο κύκλο της πείνας.
Η εικόνα ενός λιμασμένου παιδιού που λιποθυμάει στο σχολείο, γιατί πήγε εκεί νηστικό από το σπίτι του, παραπέμπει στην Κατοχή και δυστυχώς την τελευταία διετία έχουν καταγραφεί αναρίθμητα τέτοια περιστατικά στη μνημονιακή Ελλάδα. Το χειρότερο δε είναι πως, όπως προκύπτει από τα διαθέσιμα στοιχεία, το 60% των παιδιών από τις κοινωνικά ευπαθείς περιοχές, ζει σε συνθήκες επισιτιστικής ανασφάλειας, λες και έχουμε γυρίσει πίσω στα χρόνια της Κατοχής.
Χαρακτηριστική για την εκδήλωση του φαινομένου είναι η δήλωση της διευθύντριας Παιδικής Προστασίας του Χατζηκυριάκειου Αναστασίας Κατσιλιέρη: «Τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές οικογένειες έρχονται αντιμέτωπες με σοβαρά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και εξαθλιώνονται, με αποτέλεσμα να έχουν αυξηθεί οι αιτήσεις. Οι γονείς είναι άνεργοι, δεν έχουν να αγοράσουν ούτε ένα κουτί γάλα και σε πολλές περιπτώσεις στο σπίτι δεν έχουν ηλεκτρικό ρεύμα ούτε νερό. Οπως καταλαβαίνετε, τα παιδιά δεν μπορούν να μεγαλώσουν σε ένα τέτοιο περιβάλλον κι έτσι οι δικοί τους αναγκάζονται να τα στέλνουν εδώ».
Ας αναλογιστούμε λίγο πόσα παιδιά ζούνε στο σκοτάδι και τη λειψυδρία, επειδή οι γονείς τους αδυνατούν πλέον να ανταποκριθούν στις αξιώσεις της ΔΕΗ και της ΕΥΔΑΠ, οι οποίοι μάλιστα καλούνται να πληρώσουν και ΕΝΦΙΑ από πάνω, από το υστέρημά τους βεβαίως, που δεν διαθέτουν ούτε καν αυτό. Ας αναλογιστούμε τα παιδιά των ανέργων (σχεδόν 30%), των ημιαπασχολούμενων και των χαμηλόμισθων. Τα παιδιά των χιλιάδων επιδευματιών, που δεν έχουν καν δικαίωμα στην ασφάλεια και στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, επειδή οι, ουσιαστικά, πτωχευμένοι γονείς τους αδυνατούν να καλύψουν τις ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις προς τον ΟΑΕΕ.
Το χειρότερο όμως, ας αναλογιστούμε πόσα παιδιά δεν πρόκειται να γεννηθούν ποτέ, κατ’ ακρίβειαν μια ολόκληρη γενιά (η αμέσως επόμενη) δεν θα έρθει ποτέ στο φως, διότι ποιοί νέοι άνθρωποι μπορούν να κάνουν οικογένεια, να τεκνοποιήσουν, σε ένα τέτοιο οικονομικό περιβάλλον; Σε ένα περιβάλλον που τους κλέβει την ελπίδα και την προοπτική. Σε ένα περιβάλλον που τους περιθοριοποιεί και τους συνθλίβει. Που τους κλέβει ακόμα και το χαμόγελο από τα χείλη.
Αποκαλυπτική για την κατάσταση είναι η περιγραφή για το τι συμβαίνει στο νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» από την ιατρό Αικατερίνη Στυψανέλλη: «Η οικονομική κρίση έχει μειώσει τις γεννήσεις κατά 30%». Τέσσερις στις 10 Ελληνίδες θα γεννήσουν ένα παιδί λιγότερο ή δεν θα τεκνοποιήσουν καθόλου, καθώς αδυνατούν να καλύψουν τα έξοδα διαβίωσής τους.
Αντιλαμβάνεστε που μας οδηγούν οι κυβερνώντες με την πολιτική της μεθοδευμένης υπογεννητικότητας; Στον πλήρη αφανισμό μας! Αν δεν είναι αυτό γενοκτονία, τότε τι είναι; Σήμερα μπορεί να υπάχουν σ’ αυτό τον τόπο μερικά παιδιά που μαστίζονται από την πείνα και την καταφρόνια, αύριο θα είναι όλα τα ελληνόπουλα στην ίδια θέση –ας μην αυταπατόμαστε- όμως πολύ σύντομα δεν θα υπάρχουν ούτε αυτά. Διότι, πολύ απλά, δεν πρόκειται να γεννηθούν ποτέ! Δεν θα υπάρχουν παιδιά σ’ αυτό τον τόπο. Κι αν κάποτε στο μέλλον υπάρξουν, δεν θα είναι τα δικά μας παιδιά, αλλά κάποιων άλλων που θα έρθουν να καλύψουν το κενό ανευθυνότητας. Της δικής μας ανευθυνότητας!
Το χρέος και η ευθύνη των ενηλίκων
Αυτή η κρίση, το ‘χουμε πει επανειλημμένως, είναι τελματικού χαρακτήρα. Έρχεται πάντοτε νομοτελιακά σε κρίσιμες ιστορικές περιόδους για όλα τα έθνη, αλλά και για κάθε έθνος ξεχωριστά, και απαιτεί την ανταπόκρισή μας στην ιστορική πρόκληση. Μια πρόκληση, στην οποία απανειλημμένως οι πρόγονοί μας, στην πολυχιλιετή ιστορία μας, κλήθηκαν να απαντήσουν. Το γεγονός ότι εμείς σήμερα εξακολουθούμε και κατοικούμε σ’ αυτό τον τόπο (στον πατρογονικό μας τόπο), δεν οφείλεται στην τύχη, ούτε σε κάποια υποτιθέμενη θεία πρόνοια, αλλά διότι οι πρόγονοί μας (ακόμα και οι δικοί μας γονείς), σ’ εκείνες τις κρίσιμες στιγμές, στάθηκαν στο ύψος της ιστορικής τους ευθύνης.
Σ’ αυτή την φάση βρισκόμαστε κι εμείς σήμερα. Είτε το αντιλαμβάνονται ορισμενοι είτε όχι. Όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότεροι θα αρχίσουν να κατανοούν σε ποια κατάσταση έχουμε περιέλθει. Κι οταν όλα θα καταστούν πλέον ξεκάθαρα, τότε εμείς είμαστε εκείνοι που θα κληθούμε να απαντήσουμε στο αμίληκτο ερώτημα που θα μας θέσει η ιστορία. Εμείς, οι ενήλικες. Όχι τα παιδιά μας. Διότι, αν και το επίμονο δάκτυλο θα δείχνει ακριβώς αυτά τα παιδιά, το ερώτημα θα απευθύνεται σ’ εμάς. Εμείς είμαστε εκείνοι που θα κληθούμε να υπερασπιστούμε την μοναδική ελπίδα αυτού του έθνους.
Να λοιπόν που ήρθαν στο προσκήνιο οι προφητικοί στίχοι από το εμπνευσμένο τραγούδι του Παύλου Σιδηρόπουλου:
«Και όταν θα `ρθουν οι καιροί,
που θα `χει σβήσει το κερί
στην καταιγίδα,
υπερασπίσου το παιδί,
γιατί αν γλιτώσει το παιδί,
υπάρχει ελπίδα».