Βασίλης Δημ. Χασιώτης: Ο ζουρνατζής κι ο χορευτής

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

χασιωτηςΗ δήλωση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα, ότι «εμείς θα παίζουμε το ζουρνά και οι αγορές θα χορεύουν», σχολιάσθηκε ποικιλότροπα.

Βεβαίως, παρατηρώ ότι δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στον ζουρνατζή, παρόλο που είναι μάλλον ρεαλιστικό να υποθέσει κανείς, ότι δεν είναι αναγκαίο σώνει και καλά να είναι ο «ζουρνατζής» το ισχυρό μέρος, μα κι ο χορευτής επίσης, οπότε και η σχετική διατύπωση θα μπορούσε να ήταν κάπως έτσι : «άσ’ τις αγορές να παίζουν το ζουρνά, εμείς θα χορεύουμε όπως θέλουμε».

Επίσης, θα ήταν δυνατό να διατυπωθεί η σχετική φράση με τρόπο που να δηλώνει ότι ένα «ατίθασο» «χορευτή», ο οποίος απλά, αρνείται να υποκύψει στον ρυθμό που ο ζουρνατζής επιβάλει, οπότε, θα λέγαμε : «άσ’ τις αγορές να παίζουν το ζουρνά, εμείς θα χορεύουμε κατά πώς μας συμφέρει και αντέχουμε».

Όπως και να έχει το πράγμα, η δήλωση του κ. Τσίπρα προκάλεσε πολύ κουβέντα, που είχε και τους υποστηρικτές και όσους την πολέμησαν έως και τη λοιδόρησαν («εδώ η Ρωσία και δεν μπορεί να τα βάλει με τις αγορές, θα τα βάλει ο Τσίπρας»; είπαν ανάμεσα σε άλλα).

Θ’ αφήσω κατά μέρος το λεκτικό της ερώτησης, και τα σχόλια που προκάλεσε, και θα πάω στην ουσία που κρύβει, μια ουσία την οποία φυσικά, δεν την ανακάλυψε για να την διατυπώσει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά βρίσκεται στο στόμα όλων, τουλάχιστον ως ερώτημα, όσο κι αν οι απαντήσεις είναι σχεδόν δεδομένες, ανάλογα σε ποιον αναφερόμαστε.

Η ουσία του ερωτήματος, ΔΕΝ είναι αν ο ζουρνατζής είναι οι αγορές και ο χορευτής η Ελλάδα και οι Έλληνες, ή, τούμπαλιν.

Ο χορός θα μπορούσε να ήταν ένας «φυσιολογικός χορός», στον οποίο ούτε ο ζουρνατζής ούτε ο χορευτής θα επιδίωκαν να επιβάλλει ο ένας στον άλλο τον δικό του ρυθμό.

Εδώ το ζήτημα είναι, ότι ο συγκεκριμένος ζουρνατζής στον οποίο αναφερόμαστε, οι «αγορές», μέσω της Τρόϊκα, -και βεβαίως αυτό ισχύει και σε παγκόσμια κλίμακα σε ό,τι αφορά τις επιδιώξεις του νεοφιλελευθερισμού- δεν επιδιώκουν απλά να περάσουν κάποιες θέσεις τους που δεν είναι αρεστές στη κοινωνία, αλλά, αποτελεί πια ουσία της πολιτικής των «αγορών», επιδιώκουν να ελέγξουν και ΠΟΛΙΤΙΚΑ τη χώρα, να πάρουν την πολιτική εξουσία στα χέρια τους με τρόπο θεσμικό πια, με ό,τι αυτό σημαίνει, και το τι σημαίνει να έχεις ένα αγοραίο καθεστώς, είναι τόσο σαφές, όσο σαφές είναι το τι σημαίνει να έχεις ένα θεοκρατικό καθεστώς, ένα στρατιωτικό καθεστώς, ή οποιοδήποτε άλλο «καθεστώς», ώστε να μη χρειάζεται να το εξηγήσουμε περισσότερο.

Εδώ οι αγορές, χωρίς καμία διάθεση να αποκρύψουν το στόχο τους, επιδιώκουν να καταστήσουν ενεργούμενά τους ολόκληρους λαούς και κοινωνίες, τον ελληνικό λαό και την ελληνική κοινωνία εν προκειμένω.

Αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο τίθεται το ερώτημα ποιος θα παίζει το ζουρνά και ποιος θα χορεύει.

Όσοι λοιδορούν αυτή την αξίωση, ένας λαός να μη γίνεται το ενεργούμενο δανειστών, υπεραμυνόμενοι του «δικαιώματος» των δανειστών να ισοπεδώνουν όλες τις διεθνείς συμβάσεις που προστατεύουν και προτάσσουν την αξιοπρεπή επιβίωση ενός οποιουδήποτε λαού, έναντι του οποιουδήποτε ξένου δανειστή, όσοι λοιδορούν ακόμα και το να αγωνιστείς να επιβληθούν αυτές οι δοσμένες διεθνείς συμβάσεις, είναι δικαίωμά τους να το κάνουν, δηλαδή να παραιτηθούν από κάθε αγωνιστική διεκδίκηση, όμως, αυτό, ας το κρατήσουν για τον εαυτό τους : δεν έχουν κανένα δικαίωμα, από πουθενά δεν αντλούν νομιμοποίηση να θέσουν τον τράχηλο ενός λαού στη διακριτική διαστροφή του κάθε αγοραίου χασάπη.

Και για να υπενθυμίσω κάτι που συχνά έχω σημειώσει σε άρθρα μου.

Δεν είναι οι «αγορές» -γενικώς- που παίζουν τον ζουρνά.

Η αναφορά στον πληθυντικό («οι αγορές») είναι μια φοβερή γενίκευση, άκρως αποπροσανατολιστική.

Όταν λέμε «αγορές», π.χ. στην Ευρώπη, δεν εννοούμε πάνω από τέσσερα με πέντε κυρίαρχα ολιγοπώλια σε κάθε κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, από τον τραπεζικό κι ευρύτερα χρηματοοικονομικό τομέα ως τους βιομηχανικούς και εμπορικούς κλάδους, και τις πανίσχυρες οικογένειες που βρίσκονται πίσω απ’ αυτά τα ολιγοπώλια.

Όταν λέμε «αγορές», όπως έχω ξαναγράψει, δεν εννοούμε τα εκατομμύρια των μικρομεσαίων ή και «απλώς μεγάλων» (σε εθνικό ή/και περιφερειακό επίπεδο) επιχειρηματιών (σε όλους τους κλάδους δραστηριότητας) και ελεύθερων επαγγελματιών, στην Ευρώπη συνολικά και σε κάθε μέλος της Ένωσης ειδικότερα.

Αν μαζέψεις όσα συμφέροντα μπορούν να ενταχθούν στον σκληρό πυρήνα των όντως μεγάλων συμφερόντων, το οποίων το ειδικό βάρος καθορίζει και προσδιορίζει το ειδικό βάρος του ευρωπαϊκού αλλά και παγκόσμιου γίγνεσθαι, και κατορθώσει κανείς (πράγμα όχι πάντα εύκολο) να κατανείμει τον πλούτο που εκπροσωπούν στις οικογένειες στις οποίες πράγματι ανήκει, τότε, οι κεφαλές αυτών των οικογενειών, αν προσκαλούνταν σε ένα σπίτι, δεν νομίζω να γέμιζαν τον κήπο ενός μεγαλοαστικού εξοχικού σπιτιού.

Περί αυτού μιλάμε.

Το πραγματικό ερώτημα είναι : τον ζουρνά θα τον παίζουν δέκα, εκατό, χίλιες πανίσχυρες οικογένειες και θα χορεύουν εκατοντάδες εκατομμύρια κόσμος στο ρυθμό που αυτές επιθυμούν, ή, το λογικό είναι αυτό το δικαίωμα, να ανήκει στα εκατομμύρια των πολιτών και όχι των λίγων οικογενειών;

Εγώ προσωπικά, δεν επιθυμώ τέτοιου είδους διελκυστίνδες, ενώ, βεβαίως, σε μια Δημοκρατία, η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι προφανής ποια είναι.

Αλλά, αν οι «αγορές», δηλαδή, οι λίγοι ολιγάρχες, επιθυμούν σώνει και καλά να παίζουν το ζουρνά και απαιτούν οι λαοί να χορεύουν στο ρυθμό τους, προσωπικά, αυτό είναι κάτι που μονάχα αν ήμουν σε κώμα θα ήταν δυνατό να το ανεχτώ -αφού πλέον δεν θα έλεγχα καθόλου τον εαυτό μου.

Βεβαίως, ο καθείς έχει το δικαίωμα να πιστεύει και να υποστηρίζει το αντίθετο.

Αλλά, θα πρέπει να έχει τη τόλμη να πει τι πράγματι εννοεί όταν αναφέρεται στις αγορές.

Οφείλει να δίνει διευθύνσεις και ονόματα.

Όταν η Δημοκρατία εκτρέπεται σε «αγοραίο καθεστώς», το ζήτημα παίρνει άλλη διάσταση, και όσοι βγαίνουν στα κάγκελα, στο άκουσμα και μόνο ότι είναι δυνατό ένας λαός να διεκδικήσει να πάρει τις τύχες στα χέρια του, να διατηρεί το δικαίωμά του να θέτει όρια στον εναντίον του εξευτελισμό, να αρνείται να πεθάνει, διότι αυτό απαιτούν οι όροι των δανειστών, να πεθάνει οικονομικά, να πεθάνει ως κοινωνία, να πεθάνει η ελευθερία και η αξιοπρέπειά του, όταν δεν εξωθείται στο να αυτοκτονήσει, φυσικά, ουδόλως με εκπλήσσει το θέαμα, όταν πρόκειται για τους ίδιους που όλα τα χρόνια των μνημονίων, δεν παύουν να προσπαθούν να μας πουλήσουν τις αρετές της υποταγής μπρος σε κάθε ισχυρό, τις αρετές του να δέχεσαι το τίμημα να σε εξευτελίζουν, όταν δεν αρκούν τα μέτρα που έτσι κι αλλιώς είναι και άδικα και σκληρά, οι ίδιοι που λοιδορούν κάθε άποψη ότι είναι δυνατό να στέκεσαι τουλάχιστον ορθός μπρος στον ισχυρό και όχι πεσμένος φαρδιά πλατιά κατάχαμα μπρος στο νέο ηγεμόνα που αποκαλείται «αγορές».

Η εξέγερση ενάντια στην αυθαιρεσία του καθεστώτος του ζουρνατζή, είναι κάτι που δεν συζητιέται καν.

Καμία έκπληξη.

Ποτέ στην Ιστορία, δεν έλειψαν οι πλασιέ της Υποταγής.

Ποτέ στην Ιστορία δεν έλειψαν οι υμνητές και οι απολογητές της δουλικότητας.

Κι επειδή παραπάνω αναφέρθηκε η περίπτωση της Ρωσίας, μου θυμίζει η τρέχουσα αυτή αναφορά, το τι ακούγαμε στην τελευταία περιπέτεια της Αργεντινής, στην οποία δυστυχώς, ως φαίνεται, οι γύπες δεν μπόρεσαν να «τελειώσουν» μαζί της το παιχνίδι τους όπως θα το ήθελαν, προς μεγάλη λύπη όσων προσδοκούσαν να την δουν να κομματιάζεται on camera, ώστε να προστεθεί στην «ύλη» των περί εθελοδουλίας μαθημάτων τους.

Και σε ό,τι γίνεται στη Ρωσία σήμερα, η οποία βρίσκεται στο στόμα όσων πολεμούν εδώ στην Ελλάδα κάθε τι που μπορεί να απειλήσει την εξουσία των «αγορών», θάλεγα ας περιμένουν λίγο, διότι όλο το «ζουμί» τέτοιων εξελίξεων είναι να δούμε στο τέλος ποιος είναι ο «γαμπρός» που θα «κουρευτεί», ή, αν, εξίσου δυνατό και σημαντικό, να μη κουρευτεί κανένας, και το πράγμα θα λήξει κάπως με «ισοπαλία».

Θάλεγα ακόμα, να ξανασκεφτούν όσοι εκστασιάζονται από τον όγκο και το μέγεθος, ότι η «μικρή» και «αδύναμη» Ελλάδα, εξακολουθεί να «βαραίνει» σημαντικά στις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες εξελίξεις, ακόμα και σήμερα που μιλάμε, κι αυτό, είναι ένα ισχυρό διαπραγματευτικό μας όπλο, ανάλογο μ’ εκείνο που είχαμε στην αρχή της Κρίσης, αλλά, τότε, το «πιστόλι πάνω στο τραπέζι» που είχαμε, πράγματι το χρησιμοποιήσαμε : όχι όμως για να «πυροβολήσουμε» τους εκβιαστές – τοκογλύφους, αλλά για να αυτοπυροβοληθούμε.

Απροσεξία;

Ατύχημα;

Ή κάτι άλλο;

Το ότι η «μικρή» και «αδύναμη» Ελλάδα εξακολουθεί να «βαραίνει» σημαντικά στις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες εξελίξεις, ακόμα και σήμερα που μιλάμε δεν το λέω εγώ.

Το λένε τα πλέον «έγκυρα» ΜΜΕ στην Ευρώπη και όχι μόνο.

Μιλάνε για κίνδυνο αποσταθεροποίησης όλης της ευρωζώνης από τη κρίση στην Ελλάδα.

Τι λένε;

Ότι η ευρωζώνη, που τόσο απρόκλητα κόμπαζαν -ήδη από το 2012 κυρίως- ότι είχε «θωρακιστεί» εναντίον της όποιας -αρνητικής βεβαίως- εξέλιξης στην Ελλάδα, σήμερα, στην ουσία, είναι τόσο αδύναμη και τόσο ευάλωτη, όσο και πριν δύο χρόνια!

Μόλις χθες διάβασα, ότι το «Der Spiegel», μας κάνει τη «τιμή», να μας κατατάσσει, από άποψη «βαρύτητας» στις παγκόσμιες και ευρωπαϊκές εξελίξεις, βεβαίως στην αρνητική τους εκδοχή, μαζί με το ρούβλι και τη τιμή του πετρελαίου!

Η «μικρή» Ελλάδα, δίπλα στο ρούβλι και στις πετρελαιοπαραγωγές χώρες!

Τι «τιμή»!

Όμως, προσωπικά, δεν έπαψα ποτέ, ούτε μια στιγμή, στα 450 κοντά άρθρα μου της περιόδου 2010-2014, που να μην ισχυρίζομαι ότι δεν υπήρχε και δεν υπάρχει τίποτα που να με έπειθε ότι ο αγώνας εναντίον των μνημονίων, είναι ανέλπιδος και κυρίως χωρίς σημασία.

Η Ευρώπη είναι σήμερα τόσο «αθωράκιστη» εναντίον του «ελληνικού προβλήματος», όσο και πριν ένα ή δύο ή τρία χρόνια.

Όχι διότι τα μεγέθη της Ελλάδας είναι σημαντικά, τόσο που θα μπορούσαν να «γονατίσουν» την Ευρώπη.

Είναι διότι η ίδια η ευρωζώνη ισορροπεί κυριολεκτικώς επί ξυρού ακμής, και είναι εξαιρετικά ευάλωτη οικονομικά ΚΑΙ γεωστρατηγικά έναντι των διεθνών της ανταγωνιστών, όπως των ΗΠΑ, την Κίνα, την Ρωσία (παρά τα προβλήματά της), την Ιαπωνία και όχι μόνο.

Σε μια τέτοια κατάσταση, οριακά δυσμενείς εξελίξεις σε ένα «τμήμα» της ευρωζώνης, είναι δυνατό να προκαλέσουν πολύ ισχυρούς κραδασμούς σε όλο το οικοδόμημα.

Αυτό είναι κάτι που αποτελεί ισχυρό όπλο για την Ελλάδα, στον αγώνα της να βγει από την Κρίση, πετυχαίνοντας με τους δανειστές της μια συμφωνία που θα επιτρέψει τον ελληνικό λαό να ξανασταθεί στα πόδια του με αξιοπρέπεια και με ουσιαστική προοπτική οικονομικής ανάκαμψης.

Και δεν μπορώ εδώ να μη σχολιάσω, πως οι «ομολογίες» που κατά καιρούς ακούω ή διαβάζω, ότι το 2010 ίσαμε και το PSI το 2012, ήταν η περίοδος όπου μπορούσαμε πράγματι και κούρεμα του (ιδιωτικού) χρέους να κάνουμε και να διαπραγματευτούμε όρους που δεν θα είχαν καμία σχέση με αυτούς που εξ αρχής δεχτήκαμε και στη πορεία τους επιδεινώσαμε ακόμα περισσότερο σε βάρος μας, είναι αρκετές για να θεμελιώσουν στην (αναμένουσα τις νομικές αποδείξεις μέσω της ομοίως ακόμα αναμενόμενης «μόνης Εξεταστικής Επιτροπής» που θα διερευνούσε πώς φτάσαμε στα μνημόνια και πώς διαχειρίστηκαν τα πράγματα από εκεί και πέρα, όσοι τα διαχειρίστηκαν) δική μου αντίληψη των πραγμάτων, πεποίθηση, ότι ακόμα και η λέξη «έγκλημα» ωχριά μπροστά σ’ αυτό που έγινε και ζούμε, και αναμένει να αποκαλυφθεί από τον Ιστορικό του παρόντος ή του μέλλοντος.

Αλλά, ένα τέτοιου μεγέθους «έγκλημα», όταν «αδυνατεί» να το εντοπίσει και ξεσκεπάσει η Δικαιοσύνη, και απλώς ό,τι θα συμβεί θα είναι η «ιστορική τιμωρία» του, τότε, δεν κάνουμε άλλο, από το να διαφημίζουμε τούτο :

«Σπεύσατε, σπεύσατε! Λεηλατείστε ό,τι μπορείτε, αρκεί, να μην λεηλατήσετε λίγα, διότι τότε θα πέσει βαρύς ο πέλεκυς της Δικαιοσύνης. Μόνο η μεγάλη λεηλασία θα «δικαστεί» από τον Ιστορικό του μέλλοντος. Ψιλικατζήδες αποκλείονται».

Λοιπόν, αυτό ακριβώς είναι που πρέπει να μη συμβεί.

Δηλαδή, το Έγκλημα των Μνημονίων (πώς φτάσαμε σ’ αυτά, τι συνέβη στη συνέχεια), να μη λογοδοτήσει μονάχα στον Ιστορικό του μέλλοντος, μα και στη Δικαιοσύνη του παρόντος.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ