Το τι θα συμβεί το πρώτο τρίμηνο του 2015, σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί η συμφωνία με την τρόικα, περιέγραψε ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης, μιλώντας στην Ολομέλεια της Βουλής.
Ο υπουργός απαρίθμησε μία προς μία τις χρηματοδοτικές υποχρεώσεις της χώρας και εξήγησε πως, εάν δεν υπάρξει
συμφωνία, τότε «αναγκαστικά θα χρησιμοποιηθεί το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, περιορίζοντας την παροχή ρευστότητας στο εσωτερικό της χώρας».
Σε άλλο σημείο, είπε: «Αυτή την περίοδο κρίνεται περισσότερο από κάθε άλλη στιγμή αν η οικονομία θα εισέλθει σε ανοδική πορεία ή θα σκοντάψει και θα επανέλθει σε στασιμότητα».
Υποστηρίζοντας την τροπολογία για τη δίμηνη παράταση του μνημονίου, είπε πως γίνεται, «ώστε να μπορέσουμε να καταλήξουμε συμφωνία με εταίρους μας. Οι διαπραγματεύσεις βρίσκονται σε καλό δρόμο. Τα τεχνικά κλιμάκια επέστρεψαν στην Αθήνα και έχουμε προσέγγιση στα περισσότερα θέματα».
Υποστήριξε ότι με την επίτευξη της συμφωνίας «ανοίγει ο δρόμος της εκταμίευσης της τελευταίας δόσης 1,8 δισ. ευρώ και 3,6 δισ. ευρώ από το ΔΝΤ».
Και συνέχισε: «Οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για το 2015 είναι δεδομένες. Το επόμενο τρίμηνο υπάρχει ανάγκη πληρωμής σωρευτικά 4,5 δισ. ευρώ και η περαιτέρω ανάγκη κάλυψης εντόκων γραμματίων που λήγουν το διάστημα αυτό. Αυτή η ανάγκη καλύπτεται από τα ξένα ταμεία και τους επενδυτές, εφόσον υπάρξει συμφωνία. Αν δεν υπάρξει συμφωνία, οι ανάγκες χρηματοδότησης αυξάνονται. Αναγκαστικά θα χρησιμοποιηθεί το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, περιορίζοντας την παροχή ρευστότητας στο εσωτερικό».
Σημείωσε ότι η συμφωνία θα θέσει σε εφαρμογή και την προληπτική γραμμή στήριξης, επισημαίνοντας ότι «είναι θετικοί οι εταίροι για την προληπτική γραμμή στήριξης, όπως ζήτησε η κυβέρνηση. Αυτό σημαίνει ότι η χώρα βγαίνει με συνετό τρόπο στις αγορές. Θα αλλάξουν οι προσδοκίες των αγορών προς το καλύτερο και αίρεται ο κίνδυνος και οι αβεβαιότητες για τη χώρα».
Ως αποτέλεσμα της συμφωνίας περιέγραψε και την έναρξη της συζήτησης για την αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους.
Τέλος, προανήγγειλε ευνοϊκές ρυθμίσεις για τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ενέργειας, αλλά και για τη φορολόγηση αγροτών, οι οποίοι, αν και πληρώνονται με μεροκάματα, φορολογούνται ως ελεύθεροι επαγγελματίες.