Αιματηρές μάχες στη Λεμεσός Φεβρουάριος 1964

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

wpid 20150211045630

Ο πολιτικός ορίζοντας στην Κύπρο είχε αρχίσει να μαζεύει σύννεφα, από τα τέλη Νοεμβρίου, με την πρόταση του τότε προέδρου, αρχιεπισκόπου Μακαρίου, για τροποποιήσεις στο Σύνταγμα, που αφορούσαν στη διανομή των εξουσιών ανάμεσα στην ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή κοινότητα και θα το καθιστούσαν πιο λειτουργικό και αποτελεσματικό.
Οι τροποποιήσεις, που πρότεινε ο Μακάριος, μεταξύ άλλων, αφαιρούσαν το δικαίωμα βέτο από τον Ελληνοκύπριο πρόεδρο και τον Τουρκοκύπριο αντιπρόεδρο και άλλαζαν το σύστημα των χωριστών πλειοψηφιών, περιορίζοντας τα υπερπρονόμια της τουρκοκυπριακής κοινότητας σε διασφαλισμένα δικαιώματα μειονότητας. Πριν ακόμα εκφράσει την άποψή της η τουρκοκυπριακή ηγεσία, έσπευσε η Τουρκική Κυβέρνηση να επιδώσει έντονο και προσβλητικό υπόμνημα στον Μακάριο, με το οποίο απέρριπτε τα «Δεκατρία Σημεία», θεωρώντας τις προτάσεις,ως προσπάθεια αλλαγής της Συνθήκης Ζυρίχης-Λονδίνου και περιορισμού των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων. Στην Αθήνα η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή είχε εκφράσει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο την αντίθεση της σε αλλαγή των Διεθνών Συμφωνιών,για την Κύπρο ήδη από τον Απρίλιο του 1963. Η Βρετανία αποδείχτηκε ότι εξαπάτησε τον Μακάριο, αφού τον ενθάρρυνε, αλλά δεν βοήθησε να συζητήσει η Αγκυρα τα «Δεκατρία Σημεία». Τη συνταγματική κρίση διαδέχονται αιματηρές διακοινοτικές ταραχές, με αφορμή αστυνομικό έλεγχο Τουρκοκυπρίων από Ελληνοκυπρίους αστυνομικούς. Στις αρχές Δεκεμβρίου 1963, έφθασαν, στον υπουργό Εσωτερικών Πολύκαρπο Γιωρκάτζη, πληροφορίες ότι επίκειται η διανομή 300 αυτόματων όπλων, από τον τουρκοκυπριακό τομέα Λευκωσίας σε Τουρκοκυπρίους, εκτός της πόλης. Οι υποψίες ενισχύθηκαν, όταν οι Τουρκοκύπριοι υπουργοί πρότειναν, ως μέτρο βελτίωσης των διακοινοτικών σχέσεων τη διενέργεια αστυνομικών ελέγχων σε αυτοκίνητα μόνο από αστυνομικούς της ίδιας κοινότητας με τους επιβάτες. Το Υπουργικό Συμβούλιο επέμεινε, ωστόσο, να διατηρηθούν οι μικτές περίπολοι και οι μικτοί έλεγχοι, ενώ ο διοικητής της Τ.Μ.Τ. ( παραστρατιωτική τουρκοκυπριακή οργάνωση), Μποζκούρτ, έδωσε εντολή να μην σταματούν τα τουρκοκυπριακά αυτοκίνητα ή να αρνούνται την έρευνα της Αστυνομίας.
Ετσι , στις 21 Δεκεμβρίου 1963, Τουρκοκύπριοι αρνήθηκαν να υποβληθούν σε έλεγχο από αστυνομική περίπολο, ακολούθησε συμπλοκή , κατά την οποία έχασαν την ζωή τους δύο Τουρκοκύπριοι. Αυτή ήταν η αρχή. Την επόμενη μέρα πλήθος Τουρκοκυπρίων, πολλοί από τους οποίους ένοπλοι, άρχισε να περιφέρεται ανεξέλεγκτα στους δρόμους της παλιάς Λευκωσίας . Οι εκκλήσεις του προέδρου Μακαρίου και του αντιπρόεδρου Κιουτσούκ έπεσαν στο κενό και η σύγκρουση επεκτάθηκε στη Λάρνακα. Την επομένη επεκτάθηκαν και στην Αμμόχωστο. Η κατάσταση κλιμακώθηκε επικίνδυνα με την ΤΟΥΡΔΥΚ, ένα τουρκικό στρατιωτικό απόσπασμα που εγκαταστάθηκε στην Κύπρο με βάση τη Συνθήκη Συμμαχίας- να βγαίνει, την ημέρα των Χριστουγέννων, από το στρατόπεδο της και να συμμετέχει στις συγκρούσεις, υποστηρίζοντας την προσπάθεια των Τουρκοκυπρίων ενόπλων να ενισχύσουν τις οχυρώσεις τους γύρω από το τουρκοκυπριακό χωριό Ορτάκιοϊ. H ΕΛΔΥΚ-(Ελληνική Δύναμη Κύπρου- εγκαταλείπει και αυτή το στρατόπεδο της, προς υποστήριξη των Ελληνοκυπρίων, αλλά επιστρέφει σε αυτό, όταν ο Μακάριος αποδέχτηκε την κοινή παρέμβαση των Εγγυητριών Δυνάμεων, για εκτόνωση της κρίσης. Στις 26 Δεκεμβρίου 1963,η ελληνοκυπριακή πλευρά παραδίδει στον Ερυθρό Σταυρό 800 γυναικόπαιδα από την τουρκοκυπριακή κοινότητα, που είχαν απομακρυνθεί από την περιοχή των μαχών, και η τουρκοκυπριακή πλευρά παραδίδει 26 ελληνοκύπριους.
Στις 30 Δεκεμβρίου 1963 υπογράφηκε η πρώτη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός. Με την ίδια συμφωνία χαράχθηκε και η λεγόμενη «πράσινη γραμμή», κατά μήκος του κέντρου της Λευκωσίας, για να χωρίσει τις βόρειες τουρκοκυπριακές από τις νότιες ελληνοκυπριακές συνοικίες της. Η οριοθέτηση της διαχωριστικής γραμμής ανατέθηκε στον Βρετανό υποστράτηγο, Πίτερ Γιανγκ, ο οποίος τη χάραξε πάνω στο χάρτη με ένα πράσινο μολύβι. Ως ειρηνευτική δύναμη παρεμβλήθηκαν ανάμεσα στους αντιμαχόμενους Βρετανοί στρατιώτες των Βάσεων, αναλαμβάνοντας το ρόλο του μεσολαβητή, που επεδίωκαν εξαρχής.Στις 15 Ιανουαρίου 1964 συνήλθε πενταμερής συνδιάσκεψη στο Λονδίνο για την εξεύρεση λύσης. Η συνδιάσκεψη οδηγήθηκε σε αποτυχία . Ο Κιουτσούκ είχε ήδη διακηρύξει ότι “το Σύνταγμα είναι νεκρό” και ότι δεν υπήρχε πλέον προοπτική συνύπαρξης των δυο κοινοτήτων στην Κύπρο. Σε συνέντευξη του στη Le Monde ήταν πιο ξεκάθαρος για τα τουρκικά σχέδια: “Θέλουμε χωριστό κράτος. Ήδη προχωρούμε προς την κατεύθυνση της δημιουργίας χωριστής διοίκησης, έχουμε δική μας Αστυνομία και τηλεπικοινωνίες», δήλωσε. Το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, με την απόφασή του αρ. 186/4-3-1964, εγκατέστησε για πρώτη φορά στην Κύπρο ειρηνευτική δύναμη 7.000 ανδρών.
Ύστερα απο το ναυάγιο της πενταμερούς συνεχίστηκαν αμείωτες οι ένοπλες συκρούσεις. Η αιματοχυσία εξυπηρετούσε τον βίαιο διαμελισμό της Κύπρου. Στο χωριο Αγιος Σωζομενος προκλήθηκαν εκτεταμένες ένοπλες συκρούσεις στις 6 φεβρουαρίου του 1964.
Η Κυπριακή κυβέρνηση ετοιμάζεται να προσφύγει στα ΗΕ, ενώ οι συγκρούσεις γενικεύοντε. Στη Κόσιη την Κοφίνουν και την Επισκοπή όπου ανακαταλαμβάνετε ο σταθμός της Χωροφιλακής. Ομάδες απο εθελοντές συκροτούν τον κυπριακό στρατό (η Εθνική φρουρά δεν υπήρχεν). Στις 11 Φεβρουαρίου 1964 αιματηρές μάχες ξεσπούν στη Λεμεσό. Οι τούρκοι ταμπουρομένοι στο «τουρκομαχαλά» βάλουν αδιακρύτως εναντίων των άοπλων και ανιποψίαστων ελληνοκυπρίων πολιτών. Η θρασίτητα και η μοχθηρία τους δεν περιγράφεται. Με πολοιβόλα κτυπούν το νοσοκομείο Λεμεσού σκορπόνταν το θάνατο και τον πανικόν. Οι νόμιμες δυνάμεις του κράτους ανταπέδωσαν τα πυρά όπως αναφερόταν σε κυβερνιτηκή ανακοίνωση. Απο την ανταλαγή που κράτησε απο τη 1.30 το μεσημέρι της της Τρίτης 11Φεβρουαρίου μέχρι και το απόγευμα της ίδιας μέρας τραυματήστικαν ορισμένοι άμαχοι. Σποραδικοί πυροβολισμοί δονούν την περιοχή σπαζοντας την νυχτερινή ησυχία. Η περιοχή γύρω απο την εκκλησία Αγίου Αντωνίου έχει αποκλιστεί απο τις τουρκικές δυνάμεις και οι δρόμοι έκλεισαν. Στις 2.00 τα ξημερώματα, σύμφωνα με ρεπορτάζ της εποχής, ομάδα απο αστυνομικούς και εθελοντές καταφέρνουν να εφορμήσου και να ανεβούν στο μεσαιωνικό κάστρο όπου ύψωσαν την Κυπριακή σημαία. Για μερικές ώρες επηκράτησε ησυχία,όμως λίγο αργότερα άρχισε πάλι η ανταλαγή πυροβολισμών. Στις 8.00 το πρωί της 12 Φεβρουαρίου απο φυλάκιο στη οδό Αγκύρας άρχισε κατεγιστικό πύρ με οπλοβολυβόλο εναντίων ελληνοκυπριακών σπιτιών και καταστημάτων στον ποιό εμπορικό δρόμο της Λεμεσού, τη καρδιά του «παζαρκού» την οδό Αγιού Ανδρέου. Σκοπός των τουρκοκυπριακών δυνάμεων η κατάλυψη του λιμανιού. Υπήρξαν θύματα και απο τις δυο πλευρές, τα περισσότερα απο τη πλευρά των τούρκοκυπρίων. Στο χώρο των συγκρούσεων βεβαίως, σπεύδουν σε ρόλο «ειρηνευτή» οι ασπονδοι «φίλοι» μας, βρετανικά στρατεύματα απο τη βάση Ακρωτηρίου. Η Λεμεσός κινδυνεύει με χάραξη «πράσινης γραμμής» όπως συνέβει πριν ενάμισι μήνα στη Λευκωσία. Μροστά σε αυτό τον κίνδυνο οι ελληνοκυπριακές δυνάμεις δρουν ατραπηέα. Επιστρατεύουν ερπηστριωφόρους εσκαφείς, και κατα την διάρκεια της νύχτας τους θορακίζουν με λαμαρίνες, μετατρέποντας τους έτσι σε υποτυπόδες άρμα μάχης, με οπλοποληβόλο στη κορυφή. Οι εργασίες γίνοντε στο γκαράζ όπου ήταν τα «εξώς» Πετράκη και στο εργαστήριο του Πορσεβήκου. Την Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 1964 ένοπλες δυνάμεις αποτελούμενες απο μέλη της αστυνομίας και εθελοντές συνεπικουρούμενες απο τα αυτοσχέδια αρματα εξαπολειουν έφοδο κατά των τουρκοκύπριω στασιαστών. Χαρις στη εξηπνάδα και την παλληκριά μερικών ελληνοκυπρίων τα τουρκοκυπριακά φυλάκια εξουδετερώθηκαν. Στη τουρκοκυπριακή συνοικεία επικρατεί πανδεμώνιο. Οι «χανούμισες» να τρέχουν στους δρόμους πανικόβλητες να ψάχνουν τους δικούς τους. «Αμμαν γιαούρ αμμάν», «κελιορ γιαούρ κελιορ» να εκληπαρούν να σταματήσει το κακό. Γύρω στο μεσημέρι η τουρκοκυπριακή συνοικία τέθηκε υπο τον έλεχο της αστυνομίας. Ο απολογισμός βαρύτατος για τους τουρκοκύπριους, τουλάχιστων 70 έχασαν τη ζωή τους και 150 ήταν οι τραυματίες. Άγγλοι «ειρηνευτές» μαζεύουν πτώματα και τραυματίες. Έξη ασθενοφόρα των βρετανικών βάσεων μεταφέρουν όσους περισυνέλεξαν στο νοσοκομείο Ακρωτηρίου.
Σε συσκεψη που πργαματοποιήθηκε στον αστυνομικό σταθμό Λεμεσού και στην οποία συμετήχαν ο υπουργός Εσωτερικών Πολυκαρπος Γιωρκατζης, ο βρετανός στατηγός Γιανγκ, ο έπαρχος Λεμεσού Χριστόδουλος Βενιαμίν και ο τουρκοκύπριος βουλευτής Ραματάν Τζιεμήλ, συμφωνήθηκε κατάπαυση των εχθρωπραξιών. Έτσι η Λεμεσός δεν διαχωρίστηκε με «πράσινη» γραμμή, αλλά η τουρκοκυπριακή συνοικεία παρέμηνε μέχρι και το 1974 ένας τουρκικός θύλακας, όπου γεννούσε μισός και «ανάγιωναι» την έχθρα την μισαλοδιξία και τον εθνικισμό.
Ντίνος Ορφανός ΤΡιμίκλινη
Email: [email protected]

ΔΗΜΟΦΙΛΗ