Κατάργηση ποινών για όσους δεν πληρώνουν διόδια
Την κατάργηση των ποινών κατά όσων καταλαμβάνουν σταθμούς διοδίων, καθώς και εκείνων που αρνούνται να πληρώσουν διόδια προτείνουν 29 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ με τροπολογία που κατέθεσαν στην βουλή.
Η ομάδα βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ ζητά η τροπολογία να ενταχθεί στο νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης για την κατάργηση των φυλακών υψίστη ασφαλείας.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του κειμένου, «το 2007 κυρώθηκαν με νόμο που ψηφίστηκε στο Ελληνικό Κοινοβούλιο από την Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ οι πέντε συμβάσεις παραχώρησης του εθνικού οδικού δικτύου σε πολυεθνικές κοινοπραξίες τεχνικών εταιρειών (ελληνικές, ισπανικές, γαλλικές και γερμανικές).
Μετά την ψήφισή τους διογκώθηκε ένα κίνημα πολιτών ενάντια στη θέσπιση υπέρογκων διοδίων και στην κατασκευή πολλαπλών σταθμών διοδίων σε όλο το μήκος των αυτοκινητόδρομων».
Ακόμα, σημειώνεται πως «εκατοντάδες συμπολίτες μας σέρνονται στα δικαστήρια κατηγορούμενοι βάσει ειδικών ποινικών νόμων και χιλιάδες συμπολίτες μας επιβαρύνονται με υπέρμετρες ειδικές διοικητικές κυρώσεις. Το γεγονός αυτό προξενεί επιβάρυνση και στα ήδη βεβαρημένα πινάκια των δικαστηρίων.
Οι διατάξεις αυτές πρέπει να καταργηθούν ενόψει και της συνολικής επανεξέτασης των συμβάσεων παραχώρησης και του καθεστώτος επιβολής διοδίων στους αυτοκινητοδρόμους Εξάλλου, η ένταξη στον ΚΟΚ της μη πληρωμής διοδίων δεν συνάδει με το σκοπό του, ο οποίος είναι η εύρυθμη λειτουργία της κίνησης στους δρόμους και η σωστή συμπεριφορά των οδηγών. Η μη πληρωμή των διοδίων ουδεμία σχέση έχει με τα παραπάνω, καθώς ούτε ρυθμίζει την οδηγική συμπεριφορά, ούτε θέτει κανόνες που διασφαλίζουν την ασφάλεια οδηγών και πεζών.
Όπως αναφέρεται και στην αιτιολογική έκθεση στο σχέδιο νόμου “τροποποιήσεις διατάξεων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας” της 5ης Ιανουαρίου 2007 “στόχος είναι ο ΚΟΚ να […] δράσει προληπτικά για την αντιμετώπιση του προβλήματος της οδικής ασφάλειας και της κυκλοφορίας επί των οδών γενικότερα […] οι επιμέρους διατάξεις του νόμου έχουν διττό στόχο αφ’ ενός την αύξηση του επιπέδου της οδικής ασφάλειας και αφ’ ετέρου την εύρυθμη κυκλοφοριακή λειτουργία των οδών”».