Απο το βιβλιο με την επιλογη αφορισμων του Ριβαρολ – συγχρονου και πολεμιου της Γαλλικής Επανάστασης – που επιμελήθηκε ο Κονδύλης. Στην εισαγωγή του ο Π. Κονδύλης επιχειρεί σύνθεση των απόψεων του Ριβαρόλ περί πολιτικής. Δεν υπάρχει ένδειξη ότι ο Κονδύλης δεν συμμερίζεται τις απόψεις αυτές.
«Η πολιτική είναι όπως η Σφιγξ του μύθου: καταβροχθίζει όσους δεν λύνουν τα αινίγματά της» (Ριβαρόλ)
Περίληψη
Από το Ριβαρόλ, τον πνευματώδη αντεπαναστάτη του 18ου αιώνα, έχουμε να μάθουμε πολλά όσον αφορά το ρεαλισμό του ηττημένου. Ο ηττημένος δεν γνωρίζει μονάχα τις αδυναμίες της δικής του παράταξης αλλά και διαβλέπει, με την οξυδέρκεια του μίσους, τι κρύβεται πίσω από τα συνθήματα και τις επαγγελίες του νικητή.
Η πολιτική δεν μπορεί να ρυθμισθεί μόνιμα με βάση την ανταλλαγή θεμελιωμένων επιχειρημάτων μεταξύ έλλογων συνομιλητών. Όταν πρόκειται για μεγάλες μάζες, η κυριαρχία των παθών δεν απαιτεί καν τα περιβλήματα της λογικής. Σε περιόδους ομαλότητας το πλήθος δεν απαιτεί παρά άρτον και θεάματα. Όταν ο άρτος σπανίζει ή κινδυνεύει, τα θεάματα αραιώνουν ή αγριεύουν και καθώς πολώνεται η πολιτική κοινότητα, αντίστοιχα συμπυκνώνεται η ψυχή των μαζών σε μονοδιάστατα κι ευκρινή πάθη που ακολουθούν τη λογική του μαύρου και του άσπρου.
Εφόσον οι μάζες είναι η πρώτη ύλη της πολιτικής και εφόσον οι μάζες κυριαρχούνται από πάθη, η πολιτική δραστηριότητα θα μπορούσε να ορισθεί ως χειραγώγηση ή διαχείριση των μαζικών παθών.
Όποιος διαχειρίζεται τα πάθη των μαζών σε περίοδο ομαλότητας από θέση κυβερνήτη έχει ως κύριο μέλημα τη χαλιναγώγησή τους μέσω ενός συνδυασμού ιδεολογίας και εξαναγκασμού ο οποίος παραλλάσσει ανάλογα με τη συγκυρία: όποτε τα ιδεολογικά μέσα ατονούν, εντείνεται ο εξαναγκασμός και όποτε επαρκούν η υλική βία ασκείται πιο διακριτικά. Στις ιστορικές εκείνες περιπτώσεις όπου η χειραγώγηση γίνεται με ορθή μίξη ιδεολογίας και εξαναγκασμού, ενώ παράλληλα είναι διάχυτη η πεποίθηση ότι η εξουσία γενικά ασκείται με πνεύμα πρόνοιας και δικαιοσύνης, τότε η πολιτική κοινότητα επιτυγχάνει τον περιορισμένο – αλλά διόλου αμελητέο – βαθμό τελειότητας που της επιτρέπει η ατέλεια των ανθρώπων.
Όπως η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να χαλιναγωγήσει πάθη, έτσι και η επανάσταση οφείλει να υποκινήσει και να εξάψει πάθη, τουλάχιστον ώσπου να επικρατήσει. Δίκαια αιτήματα δεν γεννούν καθ’ εαυτά επαναστάσεις, εάν δεν συνδεθούν με μαζικό μίσος εναντίον πράξεων που θεωρούνται ως αδικία και εναντίον εκείνων που τις διαπράττουν. Για να δράσει επαναστατικά, το αίτημα της δικαιοσύνης πρέπει να μεταβληθεί σε σύνθημα με θρησκευτικές και εσχατολογικές συμπαραδηλώσεις και να γίνει τόσο γενικό κι αόριστο ώστε να συμφύρεται με τις εκρήξεις της ηφαιστειώδους συλλογικής ψυχής.
Ο διανοούμενος δίνει στα πάθη (είναι αδιάφορο αν τα πάθη σχετίζονται με «δίκαια» αιτήματα) μορφή ιδεολογίας και μάλιστα αρκετά απλής ώστε να συγκινήσει και να κινήσει μάζες. Η ιδεολογικοποίηση παθών είναι λοιπόν η θεμελιώδης υφή της επαναστατικής διαδικασίας και γι’αυτό δε συνιστά αντίφαση το ότι η μία της όψη είναι η φιλοσοφία και η άλλη η τρομοκρατία.
Η πολιτική ως δραστηριότητα είναι εξ ορισμού υπόθεση κοινωνικών ελίτ, είτε οι πολιτικά ενεργές ομάδες ενστερνίζονται «προοδευτικές» είτε «συντηρητικές» αρχές. Μια επαναστατική κυβέρνηση επιδιώκει το ίδιο όπως και κάθε προηγούμενη κυβέρνηση: να χαλιναγωγήσει τα πάθη των μαζών και πρώτα απ’όλα να χαλιναγωγήσει όσους διανοουμένους είχαν υποκινήσει αυτά τα πάθη για λογαριασμό της επανάστασης.
ΠΗΓΗ: Ριβαρόλ. Επιλογή από το έργο του. Στιγμή, 1994. Τίτλος, περίληψη: σ.μ. Βλ. επίσης ιστολόγιο «Μέσα Ελλάδα«