Προ καιρού όταν η επικίνδυνη απάτη της Πράσινης ανάπτυξης ήταν το κύριο θέμα της πολιτικής διαφοροποίησης είχαμε αποκαλύψει τις συνθήκες και τις σκοπιμότητες που εξυπηρετούσε.
Διαβάστε το πολύ ενδιαφέρον άρθρο για μια πραγματική γεωκεντρική εναλλαγή του Χρύσανθου Λαζαρίδη και τα εισαγωγικά σχόλια του Antinews.
Η «πράσινη ανάπτυξη» είναι ένα σύνθημα. Η Αειφορία είναι μια συνολική στρατηγική, που αλλάζει ολόκληρο το υπόδειγμα των σχέσεων παραγωγής κι όλες τις προοπτικές της ανάπτυξης.
Η «πράσινη ανάπτυξη» δεν είναι ούτε «πράσινη» (γιατί δεν εμπεριέχει ανάταξη της Γεωργίας) ούτε «ανάπτυξη» (γιατί δεν στηρίζεται στην ανταγωνιστικότητα). Η Αειφορία είναι οικολογική γιατί είναι βιώσιμη. Είναι ανάπτυξη γιατί είναι ανταγωνιστική. Είναι στρατηγική γιατί υποκινεί μια αυτοτροφοδοτούμενη διαδικασία. Κι είναι συνολική γιατί περιλαμβάνει τα πάντα, ανατρέπει τα πάντα και ανασυγκροτεί τα πάντα.
Γι’ αυτό το λόγο και η Αειφορία συζητείται σε όλη την Ευρώπη, αλλά δεν απασχολεί κανένα στην Ελλάδα. Γιατί εδώ έχουμε μάθει να μη συζητάμε αυτά που πρωτίστως μας ενδιαφέρουν κι αυτά που περισσότερο έχουμε ανάγκη.
Του Χρύσανθου Λαζαρίδη
Οι ευρωεκλογές πέρασαν, οι «Οικολόγοι πράσινοι» δεν πήγαν και τόσο καλά και η συζήτηση περί οικολογίας σταμάτησε στην Ελλάδα.
Ίσως γιατί δεν άρχισε ποτέ…
Και έτσι, λίγο πριν από τις επόμενες εκλογές, θα ανακοινωθεί η δημιουργία ενός… υπουργείου Περιβάλλοντος, το οποίο, βέβαια, δεν θα κάνει τίποτε απ’ όλα εκείνα που πρέπει να γίνουν. Γιατί δεν είναι υπόθεση ενός «νέου υπουργείου», αλλά μιας συνολικής νέας κατεύθυνσης – που δεν υπάρχει.
Χρειάζεται αλλαγή συνολικού υποδείγματος – όχι, απλώς, να βάλουμε «λίγο παραπάνω περιβάλλον» στη ζωή μας.
Αυτό το νέο υπόδειγμα ονομάζεται «Αειφορία» ή «βιώσιμη ανάπτυξη» ή «διατηρήσιμη ανάπτυξη» και αντιμετωπίζει το περιβάλλον ως πλουτοπαραγωγικό πόρο (resource), όχι ως «περιορισμό» (constraint) της αναπτυξιακής διαδικασίας.
Η Αειφορία συνδέει το αίτημα για τη διατήρηση του περιβάλλοντος με την ανταγωνιστικότητα. Γιατί ό,τι δεν είναι ανταγωνιστικό, δεν είναι διατηρήσιμο. Κι ότι δεν είναι διατηρήσιμο, δεν σώζει το περιβάλλον – το υπονομεύει και το απαξιώνει.
Κι αυτό σημαίνει επτά πράγματα:
Πληθυσμός και Πρωτογενής παραγωγή
Πρώτον, αποκέντρωση, δηλαδή ανακούφιση των αστικών κέντρων και αναγέννηση της υπαίθρου που είναι εγκαταλελειμμένη. Αν δεν αντιστραφεί η συγκέντρωση των πληθυσμών σε τσιμεντόκτιστα κλουβιά, το φυσικό περιβάλλον θα συνεχίσει να καταστρέφεται παντού – και στις πόλεις και στην ύπαιθρο.
Δεύτερον ανάταξη της Πρωτογενούς παραγωγής (Γεωργίας – κτηνοτροφίας-αλιείας- δασοκομίας- ορυχείων). Αν οι κλάδοι που αποτελούν τις βασικές οικονομικές δραστηριότητες της περιφέρειας δεν ανασυγκροτηθούν σε σύγχρονη ανταγωνιστική βάση, δεν πρόκειται οι πληθυσμοί να μετακινηθούν από τα μεγάλα αστικά κέντρα (όπου σήμερα ασφυκτιούν), στην περιφέρεια (που σήμερα ερημώνει).
Μέχρι τώρα όλοι σχεδόν οι τομείς των πρωτογενούς παραγωγής θεωρούνται αντί-οικολογικοί. Έχουμε Γεωργία που λεηλατεί τα υδάτινα αποθέματα, έχουμε Κτηνοτροφία που επεκτείνει συνεχώς τους βοσκοτόπους σε βάρος των δασικών εκτάσεων (πολλές φορές δια της μεθόδου των εμπρησμών), έχουμε Αλιεία που «ξυρίζει» το γόνο από το βυθό, δεν έχουμε καθόλου Δασοκομία, ενώ τα ορυχεία κλείσανε παντού. Αυτή η εκφυλιστική διαδικασία, που τείνει πλέον να εκμηδενίσει την πρωτογενή παραγωγή στην Ελλάδα, οφείλεται στο ότι δεν έγιναν μεταρρυθμίσεις στη διάρθρωση των εκμεταλλεύσεων, ώστε να αποκατασταθούν οικονομίες κλίμακας στις καλλιέργειες, ευελιξία στη λήψη των αποφάσεων, (κάθετη) συμπληρωματικότητα μεταξύ παραγωγικών δραστηριοτήτων και (οριζόντιες) συνέργειες μεταξύ των διαφορετικών κλάδων.
Μεταποίηση, Τεχνολογία, Ενέργεια
Τρίτον, να ανασυγκροτηθεί η Δευτερογενής παραγωγή-Μεταποίηση: Στην Ελλάδα δεν είναι μόνο που μειώθηκε και υποβαθμίστηκε η πρωτογενής παραγωγή.
«Πετύχαμε» επίσης και την αποβιομηχάνισή μας!
Σε άλλες χώρες, στο παρελθόν, η συρρίκνωση του αγροτικού τομέα είχε δύο αποτελέσματα: την αύξηση των παραγωγικότητας της πρωτογενούς παραγωγής και την αύξηση της δευτερογενούς παραγωγής-μεταποίησης, όπου βρήκε απασχόληση το ανθρώπινο δυναμικό που έφευγε από την ύπαιθρο και μετακόμιζε στις πόλεις. Και οι εργάτες γης έγιναν βιομηχανικοί εργάτες. Εμείς στην Ελλάδα καταφέραμε, τα τελευταία τριάντα χρόνια, την ίδια ώρα που διώχναμε κόσμο από το χωράφι, τη στάνη και το ψαροκάικο, να εξαφανίσουμε αι το εργοστάσιο!
Η ανάταξη των Γεωργίας έχει νόημα μόνον αν συνοδευτεί από την ανασυγκρότηση της Μεταποίησης. Η ανταγωνιστική Γεωργία-Κτηνοτροφία θα βρίσκει ζήτηση για τα προϊόντα της από μια ανταγωνιστική Μεταποίηση, που θα μπορεί να πουλάει τα δικά της προϊόντα στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Κι έτσι θα δημιουργηθεί μεγάλη ποικιλία θέσεων εργασίας στην περιφέρεια, πέρα από τις αγροτικές ασχολίες. Μια αναγεννημένη και ανταγωνιστική πρωτογενής παραγωγής και μια ανασυγκροτημένη κι ανταγωνιστική μεταποίηση θα δώσουν ζωή, διέξοδο, προκοπή και ελπίδα σε πληθυσμούς της περιφέρειας, που θα αρχίσουν να πολλαπλασιάζονται λύνοντας και το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας. Γιατί σε μεγάλο βαθμό ο δημογραφικός μαρασμός προκύπτει λόγω έλλειψης διεξόδου και προοπτικής για πληθυσμούς που κάνουν όλο και λιγότερα παιδιά, γιατί δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν στοιχειωδώς το μέλλον τους. Αν αυτό αντιστραφεί, θα αλλάξουν και οι δημογραφικές τάσεις…
Τέταρτον, μείωση του ενεργειακού κόστους. Εδώ είναι απαραίτητη η πλήρης αξιοποίηση των υφιστάμενων υδρογονανθράκων – κυρίως του λιγνίτη και του λιθάνθρακα – με πρόνοιες για την πλήρη παγίδευση του διοξειδίου του άνθρακα. Δεν είναι «οικολογικό» να απορρίπτουμε φτηνές πηγές ενέργειας, εξ αιτίας της περιβαλλοντικής τους επιβάρυνσης. Αληθινά οικολογικό είναι να εξουδετερώσουμε την περιβαλλοντική επιβάρυνση που προκαλούν οι φθηνές πηγές.
Ο λιθάνθρακας είναι πάμφθηνος και άφθονος. Ακόμα κι αν χρησιμοποιήσουμε την πιο προηγμένη τεχνολογία για να παγιδεύσουμε το διοξείδιο του άνθρακα, και πάλι παραμένει ιδιαίτερα φθηνός. Συνεπώς, η Αειφορία επιβάλει να χρησιμοποιήσουμε πλήρως τον λιθάνθρακα, όχι να τον εγκαταλείψουμε.
Η ανασυγκρότηση της μεταποίησης σημαίνει μεγάλη ζήτηση ενεργείας. Για να καλύψουμε αυτή τη ζήτηση πρέπει να χρησιμοποιήσουμε – μεταξύ άλλων και – ανανεώσιμες πηγές. Αλλά για να διατηρήσουμε ανταγωνιστική τη Μεταποίηση, πρέπει η τιμή της ενέργειας να παραμείνει χαμηλή. Κι αυτό επιβάλει συνδυασμούς τεχνολογιών που ελαχιστοποιούν το κόστος τους. Για παράδειγμα, οι Σαουδάραβες χρησιμοποιούν ηλιακούς αφαλατωτές διπλής απόσταξης για να παράγουν πόσιμο νερό: Το «μυστικό» είναι ότι καθώς βράζει μέσα στον πρώτο αντιδραστήρα το θαλασσινό νερό, οι υδρατμοί θερμαίνουν ένα δεύτερο αντιδραστήρα πριν μπουν στη διαδικασία ψύχρανσης. Κι αυτό κατεβάζει το κόστος τόσο, ώστε να συμφέρει ο ηλιακός αφαλατωτής ακόμα και στους Σαουδάραβες που έχουν πάμφθηνο πετρέλαιο!
Το μυστικό στις ανανεώσιμες πηγές είναι η συνδυαστική τους χρήση για τη δραστική μείωση του κόστους τους.
Χρέος και Σκουπίδια
Πέμπτον, ένα άλλο στοιχείο του κόστους είναι οι σχετικά υψηλοί φόροι και οι εργοδοτικές εισφορές, που επηρεάζουν αρνητικά τις νέες επενδύσεις. Ουδείς επενδύει σε μια χώρα υπερχρεωμένη και με ασφαλιστικό σύστημα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Κι αυτό γιατί προεξοφλούν νέα μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση και νέο υψηλότερο εργοδοτικό κόστος στο μέλλον. Πράγμα που θα επιδεινώνει συνεχώς την ανταγωνιστικότητα της παραγωγής τους.
Για να εξαλειφθεί αυτό το αντικίνητρο είναι απαραίτητο να χρησιμοποιηθεί η αναξιοποίητη περιουσία του Δημοσίου, ώστε να εξαλειφθεί ένα μεγάλο μέρος του δημοσίου χρέους και να διογκωθούν τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων.
Αρκεί να αξιοποιηθεί το 10% της ακίνητης δημόσιας περιουσίας, για να πέσουν οι ετήσιες δανειακές δόσεις του κράτους στο μισό και να υπερδιπλασιαστούν σε μια πενταετία τα αποθεματικά των ταμείων. Αυτό είναι ένα απαραίτητο βήμα που θα απελευθερώσει ανταγωνιστικότητα και θα ενθαρρύνει επενδύσεις, δηλαδή θα φέρει πιο κοντά ένα νέο μοντέλο Αειφορίας.
Δεν μπορεί να δημιουργηθεί δυναμική βιώσιμης ανάπτυξης, όταν παλαιά χρέη οδηγούν σε νέα ελλείμματα, κι αυτά σε μεγαλύτερο χρέος σήμερα και μεγαλύτερα ελλείμματα αύριο. Αυτός ο φαύλος κύκλος πρέπει να σπάσει άμεσα…
Έκτον, η Αειφορία απαιτεί επίσης την αξιοποίηση κάθε «παραπροϊόντος» της αναπτυξιακής διαδικασίας, μέχρι και τα σκουπίδια. Διότι αν δεν είμαστε σε θέση να προχωρήσουμε σε θερμική επεξεργασία των αστικών απορριμμάτων για να ανακτήσουμε ενέργεια και πρώτες ύλες, τότε δεν έχει νόημα να μιλάμε ούτε για ανταγωνιστικότητα, ούτε για περιβάλλον. Η θερμική επεξεργασία των σκουπιδιών – και η μετατροπή τους από τεράστιο «πονοκέφαλο» σε πλουτοπαραγωγική πηγή – είναι θεμελιώδης προϋπόθεση Αειφορίας.
Έβδομον, η συνολική διαχείριση υδάτινων πόρων: Από τους βιολογικούς καθαρισμούς ως την εκτεταμένη χρήση αφαλατωτών που σταματούν και αντιστρέφουν την ερημοποίηση αγροτικών περιοχών ή να ξανά-πρασινίζουν καμένα δάση (και εκατοντάδες βραχονησίδες προς εκμετάλλευση).
Όλα αυτά δεν γίνονται από ένα νέο υπουργείο. Γίνονται από μια νέα διακυβέρνηση με στόχο σαρωτικές μεταρρυθμίσεις, από ένα άλλου τύπου κράτος (λιγότερο συγκεντρωτικό, λιγότερο γραφειοκρατικό και περισσότερο επιτελικό), από ένα άλλου τύπου ιδιωτικό τομέα (λιγότερο κρατικοδίαιτο και πιο ανταγωνιστικό), από μια κοινωνία με νέες προτεραιότητες.
Και μόνο ότι μιλάμε για «νέο υπουργείο Περιβάλλοντος» σημαίνει ότι δεν έχουμε στο μυαλό μας τίποτε απ’ όλα αυτά…
Η Αειφορία δεν είναι απλώς μια στρατηγική «πράσινης ανάπτυξης». Είναι μια συνολική στρατηγική που λύνει ταυτόχρονα προβλήματαδιαρθρωτικά, διακλαδικά, κοινωνικά, δημοσιονομικά, ασφαλιστικά, ενεργειακά, αναπτυξιακά – πάντα με έμφαση στην ανταγωνιστικότητα, στη δημιουργία «διατηρήσιμων» θέσεων εργασίας, στην αξιοποίηση του περιβάλλοντος και στην εκμετάλλευση πάσης φύσεως συνεργειών που βελτιώνουν την απόδοση τεχνολογιών και επενδύσεων.