Τα δικαστήρια στην αρχαία Αθήνα
Οι δίκες ολοκληρώνονταν αυθημερόν και οι δικαστές, που λέγονταν Ηλιαστές, κληρώνονταν πριν από την έναρξη της δίκης για να μη μπορούν να δωροδοκηθούν.
Στον χώρο της Αγοράς λειτουργούσαν στην αρχαιότητα τα σημαντικότερα Δικαστήρια της Ηλιαίας. Τέτοια δικαστήρια έχουν εντοπιστεί σε αρκετά σημεία. Ένα από αυτά είναι το κτίριο που προϋπήρχε στη βόρεια πτέρυγα της μεταγενέστερης στοάς του Αττάλου. Στο ίδιο σημείο βρέθηκαν έξι ψήφοι μέσα στην ψηφοδόχο τους, καθώς και μια κλεψύδρα. Η Ηλιαία ήταν το λαϊκό Δικαστήριο το κυρίαρχο σώμα του Δήμου, δηλαδή του λαού στην απονομή της Δικαιοσύνης. Κάθε χρόνο από κάθε φυλή, κληρώνονταν 6.000 Ηλιαστές. Από αυτούς, συνήθως οι 2.000 Ηλιαστές επαρκούσαν για τις καθημερινές ανάγκες δικαστηρίων. Ηλιαστής είχε δικαίωμα να γίνει, κατόπιν κληρώσεως, οποιοσδήποτε Αθηναίος πολίτης είχε συμπληρώσει το 30 έτος της ηλικίας του, εφόσον δεν είχε χρέη προς το Δημόσιο και δεν ήταν άτιμος, δηλαδή εφόσον δεν είχε στερηθεί των πολιτικών του δικαιωμάτων….
Η Ηλιαία χωριζόταν σε δέκα τμήματα που συνήθως δίκαζαν χωριστά, αλλά σε σοβαρές δίκες δίκαζαν τουλάχιστον δύο τμήματα μαζί ή και περισσότερα. Η επιλογή των δικαστών και η διανομή τους γινόταν επίσης με κλήρωση. Οι Ηλιαστές ξεκινούσαν με το φως του φεγγαριού, όπως μας πληροφορεί ο Αριστοφάνης στους Σφήκες, πριν ακόμα ξημερώσει για να δώσουν τα στοιχεία τους. Ο καθένας τους είχε την ταυτότητά του, η οποία συνήθως ήταν μια πινακίδα χάλκινη όπου αναγραφόταν: όνομα, πατρώνυμο και δήμος στον οποίο ανήκε. Επίσης, στην πινακίδα ήταν χαραγμένο ένα από τα δέκα πρώτα γράμματα της αλφαβήτου από το Α έως το Κ που έδειχνε σε ποιο τμήμα της φυλής ανήκε….
Καθημερινά πριν από την έναρξη της δίκης κληρώνονταν οι δικαστές, αλλά και τα δικαστήρια στα οποία θα δίκαζαν. Με αυτόν τον τρόπο οι διάδικοι δεν γνώριζαν τους δικαστές, αλλά ούτε και το δικαστήριο έως την ώρα της εκδίκασης. Επομένως δεν ήταν δυνατό να τους εξαγοράσουν. Το δικαστήριο, ανάλογα με το χρώμα με το οποίο ήταν βαμμένο το υπέρθυρο της εισόδου, έπαιρνε και το όνομά του. Για παράδειγμα, υπήρχε το φοινικιούν δικαστήριο που ξεχώριζε για το κόκκινο υπέρθυρο, το βατραχιούν από το πράσινο κτλ. Οι δικαστές κάθονταν πάνω σε ξύλινους πάγκους σκεπασμένους με ψάθες, ενώ πάνω σε μια ψηλή έδρα στεκόταν ο προεδρεύων του δικαστηρίου, ένας από τους εννέα άρχοντες. Κατά τα άλλα, η ατμόσφαιρα θύμιζε τα σημερινά δικαστήρια. Μόνο που οι αγορεύσεις διαρκούσαν έξι λεπτά και υπήρχε κλεψύδρα ώστε να υπολογίζεται αυστηρά ο χρόνος. Η κλεψύδρα ήταν ένα πήλινο δοχείο με νερό που άφηνε λίγο, λίγο να τρέχει σε ένα άλλο χαμηλότερα τοποθετημένο αγγείο….
Η διάρκεια ροής του νερού από το ένα δοχείο στο άλλο διαρκούσε έξι λεπτά, όσο μια αγόρευση. Η απόφαση του δικαστηρίου έβγαινε αυθημερόν, ύστερα από ψηφοφορία των δικαστών. Κάθε δικαστής κρατούσε στα χέρια του δύο μικρούς χάλκινους δίσκους, τις ψήφους. Η διάτρητη ψήφος ήταν καταδικαστική, ενώ η συμπαγής, αθωωτική. Έριχνε προσεκτικά την ψήφο της αρεσκείας του σε μι ψηφοδόχο κάλπη και τη δεύτερη σε μια άλλη υδρία. Τέλος γινόταν καταμέτρηση των ψήφων και ανακοίνωναν την απόφαση, η οποία ήταν τελεσίδικη και δεν εφεσιβάλλετο. Σε περίπτωση ισοψηφίας, ο κατηγορούμενος αθωωνόταν. Σε περίπτωση που ο κατήγορος (ο ενάγων) δεν έπαιρνε το 1/5 των ψήφων πλήρωνε πρόστιμο 1000 νομισμάτων και κηρυσσόταν άτιμος. Αυτό το μέτρο έβαζε «χαλινάρι» στη δικομανία των Αθηναίων και κατά κάποιο τρόπο αντιστάθμιζε τους νόμους που τους ενθάρρυναν να κάνουν καταγγελίες, καθώς δικαιούνταν μέρος της δημευμένης περιουσίας των κατηγορουμένων….
Ο Αριστοφάνης στους Σφήκες σατιρίζει τη δικομανία των Αθηναίων και αναφέρει πως πολλοί αργόσχολοι πολίτες συνωστίζονταν για να κληρωθούν ως δικαστές και να εισπράξουν τον δικαστικό μισθό που δικαιολογούσε το δημόσιο. Η λειτουργία της απονομής δικαιοσύνης ήταν άξια θαυμασμού και οδήγησε στη μεγάλη άνθηση του δικανικού λόγου. Τα ανεπανάληπτα δείγματα δικανικών λόγων που σώζονται, είναι πηγή έμπνευσης για τις σύγχρονες αγορεύσεις. Το πνεύμα της αρχαίας Αθήνας εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να διδάσκει….