Ευρυδίκη Λειβαδά: Σκέψεις μετά την μελέτη του «Ενίσταμαι» του κ. Αντώνη Αργυρού

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

20160131081301
Ιστορικό χρονικό της πικρής μας εποχής, αντικειμενική και απόλυτα τεκμηριωμένη ανασκόπηση των δεινών δοκιμασιών της σύγχρονης πολιτικής και κοινωνίας μας, κείμενα, άλλοτε σε λόγο δοκιμιακό, άλλοτε σε φιλοσοφικο-λογοτεχνικό, τολμούν και προτείνουν λύση για ανάκαμψη αποκαλύπτοντας την υψηλοφροσύνη και τις επί του θέματος γνώσεις του ελληνόψυχου νομικού και συγγραφέα του «Ενίσταμαι. Λόγια ελπίδας για μια νέα μεταπολίτευση» κ. Αντώνη Αργυρού.
Ολιγόφυλλο πνευματικό δημιούργημα, μεστό, διαφωτιστικό, -που, καλό θα είναι να διδάσκεται στο τμήμα των Πολιτικών Επιστημών-, ακολουθεί πορεία κλιμακωτή, με εξαιρετική ανάλυση κι επιτυχημένες επιλογές –ή παραπομπές- αποσπασμάτων Αρχαίων (Ισοκράτης, Θουκυδίδης, Πλάτων, Δημοσθένης), έως μεταγενέστερων μεγάλων της ελληνικής γραμματείας (Σολωμός, Παλαμάς, Καζαντζάκης, Ελύτης), αλλά και σύγχρονη βιβλιογραφία («Μελέτες επί το μνημονίου», έργο συλλογικό Ελλήνων νομικών, «Stress Test: Reflections on Financial Crisis» του Τίμοθι Γκάιτνερ) και αρθρογραφία («Καθημερινή» «Το Βήμα») όπου παρουσιάζει την ιστορική πορεία των πτωχεύσεων και την διαδρομή προς το σύγχρονο βάραθρο.
Καταγράφει την προδοσία, την ανικανότητα, την πολιτική φαυλότητα («ζούμε το πλήρες ναυάγιο της ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ»), τις πολιτικές χαμαιλεοντοειδείς αλλαγές των λαϊκιστών («…το τέλος της σκοπιμοθηρικής διαχείρισης, της ευτέλειας, του αριβισμού και της αναξιοκρατίας»). Βάζει απέναντί του τη διαφθορά («Το πάρτι της ανομίας συνεχίζεται. Η μεγάλη ληστεία της Ελλάδας»), την αποκαλεί «ντροπή» και την αποδομεί, ενώ παράλληλα φωτογραφίζει με τη πέννα του εκείνους που έγιναν μέρος του Κακού. Αναφέρεται σε λαμπρές προσωπικότητες που φώτισαν σκοτεινές ιστορικές πτυχές όπως ο Λεύκιος Κουίνκτιος Κιγκινάτος. Συγκρίνει με τρόπο «λεπτό» την πνευματική παρακμή την υποστηρικτική της σημερινής συγκάλυψης, με την Διαμαρτυρία Ελλήνων διανοούμενων τον Νοέμβριο του 1940. Αναφέρει την αλήθεια, τον νόμο και τον δικαστικό λειτουργό, τον αδέκαστο «κριτή» του Αρμενόπουλου. Καταγγέλλει προσπάθεια χειραγώγησης της δικαιοσύνης. Τιμά τους «απείθαρχους» δικαστές Τερτσέτη και Πολυζωίδη. Καταθέτει προσωπική μαρτυρία για σκεπασμένο με πέπλο ανωνυμίας χρηστό κι αμερόληπτο δικαστή που πλήρωσε πρόστιμο το οποίο ίδιος επέβαλε σε οικονομικά αδύναμο συμπολίτη. Προβαίνει σε ιστορική αναδρομή δικαίου, επικεντρώνεται στο Δίκαιο της Ανάγκης και το αναλύει. «Δεινής ανάγκης ουδέν ισχυρότερον» κατά τον Θαλή τον Μιλήσιο και η Ελλάδα της κρίσης «από το 2009 μέχρι σήμερα τελεί επί μακρόν σε κατάσταση έκτακτων συνθηκών» κατά τον κ. Αργυρό.
Μιλά για Θεό («προφανώς κάποιοι δεν πιστεύουν ότι υπάρχει Θεός, γιατί αν πίστευαν θα έτρεμαν τη σκληρή τιμωρία Του, υπάρχει όμως η λύτρωση»), Παιδεία («μεθοδεύουν την ολοσχερή απαξίωση του δημόσιου πανεπιστημίου μέσω της έμμεσης κατάργησης της ‘δωρεάν παιδείας’ με την περαιτέρω υποχρηματοδότησή της»), Πολιτισμό («γέννημα γενναίων και άγρυπνων συνειδήσεων έντιμων ανθρώπων που θέλουν να ζουν με Ελευθερία και Αξιοπρέπεια… »), Ανθρώπινα Δικαιώματα («Καμμιά δύναμη δεν μπορεί να στερήσει, διαμορφώσει ή να μειώσει τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα»), Πόλεμο «Η Τουρκία θέτει μετ’ επιτάσεως και με στρατιωτικά μέσα θέμα αμφισβήτησης του μισού και πλέον Αιγαίου… έρχονται δύσκολες μέρες στο Αιγαίο, την Κύπρο και τη Θράκη μας»), Ελπίδα («Η Ελλάς μπορεί και πρέπει να ζήσει και θα ζήσει»).
Η Ελλάδα είναι για τον κ. Αργυρό «ο ευλογημένος και μαρτυρικός συνάμα τόπος μας», ενώ οι έννοιες του Ελληνισμού και της Εθνότητας απαντούν σε πολλά κεφάλαια. Άλλοτε ως διαπιστώσεις, κι άλλοτε ντυμένες με λογοτεχνία. «Εθνικά συμφέροντα … εθνική κυριαρχία … εθνική ανεξαρτησία… εθνική άμυνα… εθνική ζωή… εθνική αξιοπρέπεια… εθνικό χρέος… εθνική αισιοδοξία» λέξεις που οι τελευταίες κυβερνήσεις, υπακούοντας στους Διεθνιστές και στην Ε.Ε. έχουν ολοσχερώς καταργήσει από τα δημόσια έγγραφα και του δημόσιους τίτλους, σαν να είναι λέξεις ΟΝΕΙΔΟΣ! Διαβάζουμε όμως και για «εθνικά προβλήματα… εθνική κρίση… εθνική καταστροφή… εθνική ταπείνωση…», αλλά και για «εθνικό συναγερμό» που προοιωνίζεται την έλευση της μεγάλης αλήθειας: («θα υπογράψει η εξουσία το τέλος της κατάχρησης της εξουσίας»).
Στις αρχικές σελίδες ο συγγραφέας «Ενίσταται» και στις τελευταίες «Ελπίζει», «Εύχεται», «Προσδοκεί», «Επιθυμεί», «Αναμένει», «Ευελπιστεί», «Ονειρεύεται», «Θεωρεί», «Παρακαλεί». Εν ολίγοις, στο «Ενίσταμαι» τοποθετείται το πρόβλημα, και στα άλλα ρήματα δίδεται η λύση του όχι μόνον με γενικότητες, αλλά με απαρίθμηση δεκατεσσάρων σημείων με πρακτικό τρόπο.
«Το πρόβλημα του τόπου είναι πρόβλημα κατ’ αρχήν εθνικό και αφορά στην ‘πνευματική συρρίκνωση’ του ελληνισμού, δευτερευόντως αφορά στη δημοσιονομική κρίση που είναι προϊόν της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης». Σε άλλο σημείο: «Το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι το Σύνταγμα, είναι κυρίως η στρεβλή εφαρμογή του». Αλλού επαναλαμβάνει τον Γέρο του Μωριά: «ήρχισε η διχόνοια και εχάθει η ομόνοια… ίσως όλοι θέλαμε το καλό, πλην καθ’ ενας κατά την γνώμη του».
Και μετά από το πρόβλημα, έρχεται η λύση: «Προέχει η προσπάθεια να ξεπεράσει ο τόπος πρώτα την ηθική κρίση μέσα στα όρια που διαγράφει ο νόμος, η δημοκρατία, η ζωή, η αρμονία της πόλης και η ευτυχία των πολιτών. Ο τόπος χρειάζεται ΝΕΑ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ σε όλα τα κρίσιμα θέματα. Ο λαός μας ποθεί την Ανάσταση». «…ΝΕΑ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ μέσα στο πλαίσιο του δημοκρατικού κοινοβουλευτικού πολιτεύματος και με άμεση αναθεώρηση του Συντάγματος». «Ας σταματήσει άμεσα κάθε διχαστική προσπάθεια. … Όλοι μας ας πούμε όχι στη βία. Η εθνική ομοψυχία και η συναίνεση είναι αναγκαίες συνθήκες για να ζήσουμε. Κανένας Έλληνας δεν περισσεύει». Και σε άλλο σημείο: «Το κλειδί της λύσης των προβλημάτων μας είναι κυρίως γεωπολιτικό και βρίσκεται μεταξύ Ουάσινγκτον, Βερολίνου και Μόσχας» (ως προς τα γεωστρατηγικά γεωπολιτικά προβλήματα).
Αναφέρεται με ευγνωμοσύνη στον δάσκαλό του κ. Αριστομένη Γεωργάτο – ο οποίος συνέταξε τον πρόλογο του έργου-, αλλά χρησιμοποιεί και τον Παλαμά για να αποδώσει τιμές σε αυτόν: «Σμίλεψε πάλι, δάσκαλε ψυχές! … Χτίζε, σοφέ, της κοινωνίας το παλάτι». Η πράξη δε αυτή του συγγραφέα προδηλοί τα μέγιστα για τον χαρακτήρα του. Και φυσικά ο ίδιος φροντίζει να κλείσει όποια στόματα σπεύσουν να τοποθετηθούν: «… δεν είμαι πολιτικός, ούτε προτίθεμαι να γίνω».
Σε αυτήν την τελευταία θέση του ο κ. Αργυρός, ας μου επιτρέψει να μην συμφωνήσω. Κι αυτό γιατί είθε, φωτισμένοι άνθρωποι, να παραγκωνίσουν το πολύχρωμο συνονθύλευμα των ουτοπικών λαϊκιστών που έχουν εδραιωθεί στο ναό των Ελλήνων αγωνιζόμενοι απειλητικά να τον μετατρέψουν σε οχετό, πολλαπλασιαζόμενοι επικίνδυνα όπως η Λερναία Ύδρα, ενώ τα μηνίγγια τους δεν πάλλονται με Πλάτωνα, Αισχύλο, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Θουκυδίδη κι ούτε στις φλέβες τους ρέει ο θρίαμβος της Ρωμηοσύνης, το πεπρωμένο του Ελληνισμού κι η μεγαλοσύνη της Ορθοδοξίας.
Eυρυδίκη Λειβαδά
30/1/2016

ΔΗΜΟΦΙΛΗ