Η αναφορά της εισαγγελέως Εφετών, Γεωργίας Τσατάνη προς τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Παπαγγελόπουλο, αποτέλεσε το έναυσμα για να στηθεί από τα ΜΜΕ ένα σενάριο εκβιασμού και μιας προσπάθειας παρέμβασης στο έργο της Δικαιοσύνης. Η Γεωργία Τσατάνη αν και παρουσιάζεται ως μια απλή εισαγγελέας Εφετών, στην πραγματικότητα δεν είναι καθόλου τυχαία.
Πρόκειται για μια εισαγγελέα το όνομα της οποίας εμπλέκεται σε αρκετές σοβαρές υποθέσεις τις οποίες φρόντιζε να χειρίζεται με… ιδιαίτερο τρόπο. Τα μίντια προσπαθούν να της χτίσουν ένα απλό προφίλ. Ένα προφίλ μιας Εισαγγελέως που υπέστη «εκβιασμό» στο έργο της χωρίς η ίδια να έχει στρέψει στο παρελθόν την προσοχή των ΜΜΕ πάνω της, όσον αφορά τη δουλειά της. Αυτό δεν συνάδει στην πραγματικότητα με την ίδια και τα όσα έχει πράξει σε μεγάλες υποθέσεις της Δικαιοσύνης.
Η κυρία Τσατάνη, όπως έχει αποκαλύψει το HOT DOC, είναι σύζυγος του Αντώνη Γρηγοράκη, πρώην νομάρχη και πολιτευτή της ΝΔ. Η κόρη της, Ελένη Γρηγοράκη, ήταν υποψήφια με τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη στις τελευταίες εκλογές. Αν και τα συγκεκριμένα στοιχεία εξηγούν πράγματα για εκείνη, δεν είναι τα μόνα.
Υποθέσεις τις οποίες χειρίστηκε στο παρελθόν με αποκορύφωμα αυτήν του Ανδρέα Βγενόπουλου, αποκαλύπτονται στο HOT DOC που κυκλοφορεί. Αρκετές από αυτές, διαθέτουν σκοτεινά σημεία ενώ σε πολλές, η κυρία Τσατάνη θα έπρεπε να είχε αυτοεξαιρεθεί, κάτι το οποίο φυσικά δεν έπραξε.
Η υπόθεση Βγενόπουλου
Ο χειρισμός της εισαγγελέως στην υπόθεση Βγενόπουλου είναι γνωστή σε όλους όσοι διαβάζουν HOT DOC και koutipandoras.gr. Ενώ η έρευνα για την υπόθεση Βγενόπουλου ήταν στο στάδιο της δίωξης, η εισαγγελέας Γεωργία Τσατάνη αφαίρεσε τη δικογραφία από τους εισαγγελείς Διαφθοράς με το επιχείρημα ότι έπρεπε να τη συσχετίσει με δική της υπόθεση. Η δική της υπόθεση, την οποία προφασίστηκε, ήταν η αναφορά του εισαγγελέα Αγγελή για την υπόθεση Βγενόπουλου.
Όπως αποκαλύπτει το HOT DOC που κυκλοφορεί, πρόκειται αναμφίβολα για ένα νομικό κόλπο, που μπορεί να οδηγήσει μια υπόθεση σε συγκεκριμένη κατεύθυνση. Η υπόθεση της Τσατάνη ήταν μεταγενέστερη της έρευνας των εισαγγελέων Διαφθοράς και, επιπλέον, η δικογραφία ήταν στο στάδιο της δίωξης. Το σημαντικότερο όμως ήταν πως η αφαίρεση δικογραφίας ήταν παράνομη.
Όπως έγραψε το HOT DOC, στις 17 Σεπτεμβρίου 2015, με βάση τη διάταξη με αριθμό 1360/22-4-2015 του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Νίκου Παντελή, ο οποίος εποπτεύει τις εισαγγελίες Διαφθοράς και Οικονομικού Εγκλήματος, μόνο οι εισαγγελείς Διαφθοράς έχουν δικαίωμα για έρευνα που αφορά σε διαφθορά. Σε κάθε άλλη περίπτωση ακόμη και η άσκηση δίωξης είναι παράνομη. Με την κάλυψη του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Νίκου Παντελή, ο οποίος, παρότι είχε εκδώσει τη διάταξη, είπε πως η Τσατάνη πήρε την υπόθεση λόγω αρχαιότητας (ο ίδιος στη διάταξη που εξέδωσε δεν βάζει θέμα αρχαιότητας αλλά αν ο εισαγγελέας είναι Διαφθοράς ή όχι), δόθηκε νομικό έρεισμα για να παραμείνει η υπόθεση στην Τσατάνη. Από την πληθώρα των εγγράφων, των οποίων η ανάγνωση και η έρευνα κράτησε σχεδόν δύο χρόνια, η εισαγγελέας Τσατάνη κατάφερε να κλείσει την υπόθεση σε τρεις μήνες χωρίς να βρει ούτε αποχρώσες ενδείξεις, που ήταν αναγκαίες για τη δίωξη.
Παρέβλεψε τα στοιχεία και ανέθεσε σε πραγματογνώμονα, πρώην συνεργάτη του Προβόπουλου, να βγάλει το πόρισμά του. Το πόρισμα, για το οποίο βρέθηκαν άμεσα χρήματα πληρωμής, παραβλέπει εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου και της ίδιας της εταιρίας ελέγχου της Λαϊκής Τράπεζας, της PWC.
Υπόθεση Μεϊμαράκη και εξοπλιστικών
Η εισαγγελέας Γεωργία Τσατάνη χειρίστηκε σε στάδιο δικογραφίας την υπόθεση των εξοπλιστικών προγραμμάτων SONAC, με προμηθευτή τον Θωμά Λιακουνάκο. Από τα εξοπλιστικά αυτά, όπως αποκάλυψε το koutipandoras.gr, το Δημόσιο φέρεται να ζημιώθηκε με 43 εκατ. ευρώ, ενώ κατά τη διάρκεια της εξέλιξης του προγράμματος φαίνεται πως συνέβησαν πολλά παράξενα, π.χ. εξαφάνιση φύλλων ενημέρωσης εισηγήσεων.
Ο Μεϊμαράκης, σύμφωνα με τις καταθέσεις, φέρεται να έκρυψε στο συρτάρι του – όντας υπουργός Εθνικής Άμυνας – δύο εισηγήσεις για τη μη παραλαβή εξοπλιστικού συστήματος ηλεκτρονικού πολέμου, για το οποίο ήδη είχαν δοθεί περισσότερα από 34 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που εξετάζει η Δικαιοσύνη, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, ως υπουργός Άμυνας, φαίνεται πως «εξαφάνισε» τα έγγραφα που εισηγούνταν να κηρυχτεί η εταιρία SONAC έκπτωτη,
Η εισαγγελέας Τσατάνη (σ.σ θυμίζουμε ότι η κόρη της ήταν υποψήφια με τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη στις πρόσφατες εκλογές, ενώ ο σύζυγός της, Αντώνης Γρηγοράκης, στέλεχος της ΝΔ και επίσης υποψήφιος βουλευτής) όχι μόνο δεν αυτοεξαιρέθηκε από το χειρισμό της υπόθεσης αλλά δεν έστειλε τη δικογραφία τον Μεϊμαράκη στη Βούλη, ως όφειλε.
Υπόθεση Βατοπεδίου και η μη εξαίρεση
Η Γεωργία Τσατάνη ήταν εποπτεύουσα εισαγγελέας στην υπόθεση του Βατοπεδίου. Βασικός κατηγορούμενος στην υπόθεση ήταν ο Γιάννης Αγγέλου, συνεργάτης του Κώστα Καραμανλή. Παρότι ο σύζυγος της κυρίας Τσατάνη, Αντώνης Γρηγοράκης, πολιτευόταν με τη ΝΔ, η κυρία Τσατάνη δεν ζήτησε για ακόμη μια φορά εξαίρεση από την υπόθεση. Σε αυτήν την υπόθεση όμως, έπρεπε να είχε αυτοεξαιρεθεί και για άλλο λόγο.
Κατηγορούμενη στην υπόθεση του Βατοπεδίου, ήταν και η συμβολαιογράφος Αικατερίνη Πελέκη-Βουλγαράκη, η σύζυγος του υπουργού Ναυτιλίας, Γιώργου Βουλγαράκη. Ο Αντώνης Γρηγοράκης, σύζυγος της Τσατάνη, είχε αποπεμφθεί (είχε εμφανιστεί ως οικειοθελής αποχώρηση) από το Δ.Σ. του ΝΑΤ, όταν ανέλαβε το ΥΕΝ. Σε δημοσιεύματα της εποχής διαφαίνεται η αντιπαράθεση των δύο αντρών για την απομάκρυνση του Γρηγοράκη. Παρά τους προσωπικούς λογαριασμούς των δύο οικογενειών, η σύζυγος Γρηγοράκη δεν ζήτησε ποτέ την εξαίρεσή της.
Η αναφορά της Τσατάνη στον Παπαγγελόπουλο και τα ερωτήματα
Από την «αντιπαράθεση» των τελευταίων ημέρων που επιχειρείται να περάσει από τα ΜΜΕ ως «εκβιασμός» της ηγεσίας του υπουργείου Δικαιοσύνης και ειδικότερα του αναπληρωτή υπουργού, υπεύθυνου για θέματα Διαφθοράς, Δημήτρη Παπαγγελόπουλου εις βάρος της Γεωργίας Τσατάνη, προκύπτουν σημαντικά ερωτήματα, οι απαντήσεις των οποίων ίσως έχουν και ποινικές επιπτώσεις.
Η αναφορά της Εισαγγελέως Εφετών Γεωργίας Τσατάνη, όπως έγραψε το koutipandoras.gr διαθέτει κενά.
Από αυτήν προκύπτουν τα εξής λογικά ερωτήματα:
1. Η κυρία Τσατάνη ομολογεί πως ζήτησε η ίδια να συναντήσει τον Αναπληρωτή Υπουργό Διαφθοράς Δ. Παπαγγελόπουλο με αντικείμενο την υπόθεση Βγενόπουλου που χειριζόταν. Είναι νόμιμο να συναντά Εισαγγελέας, Υπουργό, με αντικείμενο δικογραφία σε εξέλιξη;
2. Η συνάντησή της με τον Παπαγγελόπουλο, αφού διέκρινε πως είχε στοιχεία πίεσης γι αυτή την υπόθεση γιατί δεν καταγγέλθηκε αλλά χρειάστηκε να περάσουν 4 μήνες για να το κάνει και μάλιστα αφού ξεκίνησε έρευνα εναντίον της;
3. Στην αναφορά της δεν περιγράφει πίεση για συγκεκριμένη έκβαση της υπόθεσης, αλλά τοποθέτηση του Παπαγγελόπουλου πως κατέχει παράνομα τη δικογραφία και πρέπει να την επιστρέψει στην Εισαγγελία Διαφθοράς. Γιατί η υποστήριξη της νομιμότητας από τον Υπουργό συνιστά αδίκημα; Πόσο μάλλον όταν η ίδια του απευθύνθηκε ζητώντας την άποψή του;
4. Το κυριότερο απ’ όλα είναι πως γράφει ότι αναγκάστηκε να απευθυνθεί στον Υπουργό γιατί είχε κάνει δηλώσεις για “δικαστικό πραξικόπημα”. Πώς του απευθύνθηκε για αυτό στα μέσα Νοέμβρη όπως λέει, ενώ οι δηλώσεις του υπουργού έγιναν 15 μέρες μετά, δηλαδή στις 27 Νοεμβρίου στη Βουλή;
Και ένα ερώτημα εκτός αναφοράς για την κυρία Τσατάνη.
Ισχύει αυτό που περιγράφει ο Γενικός Εισαγγελέας της Κύπρου στην επιστολή διαμαρτυρίας του στην Πρόεδρο του Αρείου Πάγου Βασιλική Θάνου για την αρχειοθέτηση της δικογραφίας Βγενόπουλου, πως ο Βγενόπουλος είπε στους Κύπριους ανακριτές που έφτασαν για να τον ανακρίνουν πως ζητά αναβολή γιατί θα βγει αθωωτική γι’ αυτόν απόφαση; Πού το γνώριζε αυτό ο Βγενόπουλος πριν ανακοινώσει την αρχειοθέτηση η ίδια;