Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Στα τέλη του 19ου αιώνα είχαμε δύο τάξεις του υποκόσμου, που αποτελούνταν από ένοπλους. Οι πρώτοι, οι τραμπούκοι, ήταν κατάλοιπα της πλέον σκοτεινής περιόδου πολιτικής τρομοκρατίας στην πόλη των Αθηνών, της εποχής του Δημ. Βούλγαρη, του περίφημου «Τζουμπέ». Οι δεύτεροι, οι κουτσαβάκηδες απομεινάρια των «ηρωϊκών» χρόνων της ληστοκρατίας.
Οι τραμπούκοι ασκούσαν εκβιασμούς σε βάρος των δημοσίων λειτουργών και όσων είχαν δοσοληψίες με το δημόσιο, όταν το κόμμα τους κυβερνούσε. Οι κουτσαβάκηδες, ή κούτσαβοι παρίσταναν τους γενναίους και παρουσίαζαν συγκεκριμένη κοινωνική συμπεριφορά και ενδυματολογικές συνήθειες: Μαλλιά λιγδωμένα, ακούρευτα, με κρεμασμένες αφέλειες, μαύρη φορεσιά και με το σακάκι φορεμένο μόνο στο ένα μανίκι ώστε να το πετούν αμέσως σε περίπτωση καβγά. Φορούσαν ρεπούμπλικα με διαρκές βαρύ πένθος, χλίψη όπως το αποκαλούσαν, δηλαδή θλίψη, που σήμαινε ότι κάποιος δικός τους είχε χαθεί σε καβγά. Το παντελόνι τους ήταν στενό κάτω και πλούσια ζαρωμένο επάνω στα παππούτσια, επειδή ήταν πολύ μακρύτερο από την κνήμη. Στο χέρι τους κρατούσαν κομπολόϊ και μαγκούρα, και στο ζωνάρι τους έφεραν κάμες και πιστόλες.
Συστηματικοί ταραξίες δρούσαν μεμονωμένοι ή αδελφωμένοι σε ολιγομελείς ομάδες. Περιφέρονταν στους δρόμους της παλιάς πόλης και της Αγοράς με βάδισμα ρυθμικό ή κάπως ανώμαλο, γεγονός που παρέπεμπε σε κάποιο παλιό τραύμα. Αναστάτωναν συχνά την πρωτεύουσα, ενώ η Αστυνομία αδυνατούσε να τους επιβληθεί. Έαν συλλαμβάνονταν και φυλακίζονταν το κόμμα στο οποίο ανήκαν φρόντιζε για την απελευθέρωσή τους. Δραστηριοποιούνταν στου Ψυρρή, σε μερικά τμήματα που ήταν απροσπέλαστα στους φιλήσυχους πολίτες μετά τη δύση του ηλίου.
Δημιουργήματα του συστήματος και απομεινάρια συνηθειών των ύστερων χρόνων της Τουρκοκρατίας, αποτελούσαν «εργαλεία» των πολιτικών για την οργάνωση των προεκλογικών συγκεντρώσεων, τις φασαρίες, τους ξυλοδαρμούς και την τρομοκρατία στις γειτονιές. Οι δραστηριότητές τους χρηματοδοτούνταν και οι παρανομίες τους υποθάλπονταν.
Στα τέλη του 19ου αιώνα είχαμε δύο τάξεις του υποκόσμου, που αποτελούνταν από ένοπλους. Οι πρώτοι, οι τραμπούκοι, ήταν κατάλοιπα της πλέον σκοτεινής περιόδου πολιτικής τρομοκρατίας στην πόλη των Αθηνών, της εποχής του Δημ. Βούλγαρη, του περίφημου «Τζουμπέ». Οι δεύτεροι, οι κουτσαβάκηδες απομεινάρια των «ηρωϊκών» χρόνων της ληστοκρατίας.
Οι τραμπούκοι ασκούσαν εκβιασμούς σε βάρος των δημοσίων λειτουργών και όσων είχαν δοσοληψίες με το δημόσιο, όταν το κόμμα τους κυβερνούσε. Οι κουτσαβάκηδες, ή κούτσαβοι παρίσταναν τους γενναίους και παρουσίαζαν συγκεκριμένη κοινωνική συμπεριφορά και ενδυματολογικές συνήθειες: Μαλλιά λιγδωμένα, ακούρευτα, με κρεμασμένες αφέλειες, μαύρη φορεσιά και με το σακάκι φορεμένο μόνο στο ένα μανίκι ώστε να το πετούν αμέσως σε περίπτωση καβγά. Φορούσαν ρεπούμπλικα με διαρκές βαρύ πένθος, χλίψη όπως το αποκαλούσαν, δηλαδή θλίψη, που σήμαινε ότι κάποιος δικός τους είχε χαθεί σε καβγά. Το παντελόνι τους ήταν στενό κάτω και πλούσια ζαρωμένο επάνω στα παππούτσια, επειδή ήταν πολύ μακρύτερο από την κνήμη. Στο χέρι τους κρατούσαν κομπολόϊ και μαγκούρα, και στο ζωνάρι τους έφεραν κάμες και πιστόλες.
Συστηματικοί ταραξίες δρούσαν μεμονωμένοι ή αδελφωμένοι σε ολιγομελείς ομάδες. Περιφέρονταν στους δρόμους της παλιάς πόλης και της Αγοράς με βάδισμα ρυθμικό ή κάπως ανώμαλο, γεγονός που παρέπεμπε σε κάποιο παλιό τραύμα. Αναστάτωναν συχνά την πρωτεύουσα, ενώ η Αστυνομία αδυνατούσε να τους επιβληθεί. Έαν συλλαμβάνονταν και φυλακίζονταν το κόμμα στο οποίο ανήκαν φρόντιζε για την απελευθέρωσή τους. Δραστηριοποιούνταν στου Ψυρρή, σε μερικά τμήματα που ήταν απροσπέλαστα στους φιλήσυχους πολίτες μετά τη δύση του ηλίου.
Δημιουργήματα του συστήματος και απομεινάρια συνηθειών των ύστερων χρόνων της Τουρκοκρατίας, αποτελούσαν «εργαλεία» των πολιτικών για την οργάνωση των προεκλογικών συγκεντρώσεων, τις φασαρίες, τους ξυλοδαρμούς και την τρομοκρατία στις γειτονιές. Οι δραστηριότητές τους χρηματοδοτούνταν και οι παρανομίες τους υποθάλπονταν.
ΠΗΓΕΣ – ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ