Ο καταρράκτης είναι η θόλωση του φυσικού φακού του ματιού. Η θόλωση αυτή, έχει ως αποτέλεσμα την προοδευτική μείωση της όρασης. Δηλαδή, αρχικά μειώνεται η όραση τη νύχτα, υπάρχει ενόχληση από τα φώτα και σιγά-σιγά μειώνεται η όραση.
Σε ορισμένες περιπτώσεις ανάλογα τον τύπο του καταρράκτη, μπορεί να εμφανιστεί παράλληλα και μυωπία. Παλαιότερα νομίζαμε ότι ο καταρράκτης αφορά τους ηλικιωμένους, τα τελευταία χρόνια όμως εμφανίζεται σε όλο και νεότερες ηλικίες.
Κι ενώ δεν υπάρχουν τεκμηριωμένες μελέτες γιατί έχει συμβεί αυτό, πιστεύουμε ότι πιθανότα οφείλεται στην ηλιακή ακτινοβολία. Βέβαια, να σημειώσουμε ότι καταρράκτης μπορεί να προκληθεί μετά από τραυματισμό, από ορισμένες ασθένειες ή λήψη φαρμάκων.
Τέλος, σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να παρουσιαστεί στη νεογνική, βρεφική ή παιδική ηλικία, οπότε μιλάμε για συγγενή καταρράκτη.
Η αντιμετώπιση του καταρράκτη πως γίνεται;
Η αντιμετώπιση είναι χειρουργική. Τα τελευταία 30 χρόνια σημειώθηκαν μεγάλες εξελίξεις στον τομέα αυτό, κι ενώ παλιά αφαιρούσαμε όλο τον καταρράκτη μαζί με την κάψα του μέσα από μια μεγάλη τομή, στις μέρες μας η επέμβαση πραγματοποιείται με την χρήση του Femtosecond Laser και υπερήχων και γίνεται μέσα από μία πολύ μικρή τομή 2 χιλιοστών, περίπου. Η μικροσκοπική τομή παρέχει μεγάλη ασφάλεια κατά την επέμβαση. Επιπλέον, λόγω της μικρής τομής η επούλωση και η μετεγχειρητική αποκατάσταση της όρασης είναι ταχύτατη και δεν προκαλείται μετεγχειρητικός αστιγματισμός. Οι τομές μπορούν να γίνουν με το Laser ή με ειδικά μαχαιρίδια. Το Femto laser προσθέτει μεγαλύτερη ακρίβεια στα πρώτα στάδια της επέμβασης και διενεργεί με ακρίβεια ενός χιλιοστού του χιλιοστού. Το περιεχόμενο του καταρρακτικού φακού αφού κατακερματιστεί αρχικά με το Femto Laser και στη συνέχεια με τη βοήθεια ειδικού μηχανήματος υπερήχων, αναρροφάται μέσα από την ίδια μικρή παρακέντηση. Το περίβλημα (ή σάκος) του καταρράκτη καθαρίζεται και διατηρείται χωρίς να αφαιρεθεί. Μέσα στο σάκο αυτό, τοποθετείται ένας νέος τεχνητός φακός, ο ενδοφακός, αφού πρώτα διπλωθεί με ειδικό εργαλείο έτσι ώστε να μπορεί να χωρέσει μέσα από την μικρή τομή. Η εγχείρηση γίνεται με τοπική αναισθησία με ειδικές αναισθητικές σταγόνες, χωρίς ενέσεις στο μάτι και ο ασθενής μπορεί να επιστρέψει αμέσως μετά στο σπίτι του. Η όλη επέμβαση είναι ανώδυνη και αναίμακτη. Τις περισσότερες φορές δεν χρειάζονται καν ράμματα. Η διάρκεια της είναι 8-12 λεπτά, περίπου. Και το σημαντικό είναι ότι πλέον με τους νέους πολυεστιακούς ενδοφακούς μπορούμε σε μια επέμβαση να διορθώσουμε περισσότερα του ενός προβλήματα, όπως μυωπία, αστιγματισμό, πρεσβυωπία.
Πόσος χρόνος αποθεραπείας απαιτείται;
Όπως προανέφερα, ο ασθενής αμέσως μετά την επέμβαση πηγαίνει σπίτι του. Το μάτι δεν είναι καλυμμένο και όταν δεν εργάζεται σε περιβάλλον που να εγκυμονεί κίνδυνο λοιμώξεων, όπως σκόνη, μπορεί και την επόμενη ημέρα από το χειρουργείο να επιστρέψει στην εργασία του. Η αποκατάσταση, λοιπόν, σε καταρράκτες που δεν είναι πολύ προχωρημένου σταδίου είναι άμεση.
Ο ασθενής ακολουθεί κάποια θεραπευτική αγωγή;
Πρώτα απ’ όλα να πούμε ότι παίρνουμε προφυλάξεις κατά τη διάρκεια του χειρουργείου. Δίνουμε δηλαδή αντιβιοτικά κατά τη διάρκεια της επέμβασης και στη συνέχεια για έναν μήνα περίπου πρέπει ο ασθενής να ακολουθήσει ειδική αγωγή με αντιβιοτικά και αντιφλεγμονώδη, την οποία χορηγεί μόνος του στον εαυτό του αφού είναι σε μορφή σταγονών.
Μακροπρόθεσμα, υπάρχει κίνδυνος ξηροφθαλμίας;
Από την ίδια την επέμβαση του καταρράκτη, όχι. Αλλά αν προϋπάρχει ξηροφθαλμία θα πρέπει να αντιμετωπίζεται, διότι χαλάει την ποιότητα της όρασης. Κάποιος που έχει ξηρούς οφθαλμούς δεν έχει τόσο καλή όραση. Ο κερατοειδής χιτώνας μας πρέπει να είναι πάντα ενυδατωμένος. Και ειδικά στα άτομα που βάζουμε πολυεστιακούς φακούς παίζει πολύ μεγάλο ρόλο η επιφάνεια του ματιού να είναι καλά ενυδατωμένη, για να έχει ο φακός την καλύτερη δυνατή απόδοση.
Πότε είναι η κατάλληλη στιγμή για να υποβληθεί ο ασθενής σε επέμβαση για καταρράκτη;
Ενώ παλιά υπήρχε η νοοτροπία «αφήστε τον να ωριμάσει», δηλαδή να φτάσει το άτομο να μην βλέπει σχεδόν καθόλου, αυτό πλέον θεωρείται λάθος. Σήμερα, έχουν αλλάξει οι τεχνικές και αντί να θέλουμε έναν «διαλυμένο» φακό για να αφαιρεθεί ευκολότερα, τώρα θέλουμε τον φακό σε καλή κατάσταση, με γερά στηρίγματα ώστε να μπορέσει να στηριχθεί σωστά και ο τεχνητός φακός. Βέβαια, σε περίπτωση προβλημάτων στήριξης, έχουμε στη διάθεσή μας διάφορες άλλες μεθόδους και τρόπους να στηρίξουμε τον ενθοφακό σε άλλες θέσεις.
Συνεπώς, με ποια κριτήρια αποφασίζετε πότε θα αντιμετωπίσετε τον καταρράκτη;
Το πρώτο κριτήριο είναι να μην έχει σκληρύνει πολύ ο φυσικός φακός. Γιατί αυτό δημιουργεί προβλήματα κατά τη διάρκεια της επέμβασης, το μάτι ταλαιπωρείται και ο χρόνος αποκατάτασης είναι μεγαλύτερος. Άρα δεν αφήνουμε τον φακό να σκληρύνει. Οι περισσότερες επιπλοκές δημιουργούνται όταν είναι προχωρημένος ο καταρράκτης. Το δεύτερο κριτήριο, που είναι υποκειμενικό, καθώς έχει να κάνει με τον ασθενή και τις ανάγκες του, είναι το πόσο η μείωση της όρασης επηρεάζει την καθημερινότητά του. Δηλαδή, αν κάποιος βλέπει καλά την ημέρα, αλλά τη νύχτα στην οδήγηση έχει πρόβλημα, τότε θα μας ζητήσει να τον χειρουργήσουμε.
Ποιοι ασθενείς, λόγω άλλων προβλημάτων υγείας, δεν είναι κατάλληλοι για μια τέτοια επέμβαση;
Δεν υπάρχει καμιά κατηγορία ασθενών που να αντενδείκνυεται η χειρουργική αντιμετώπιση του καταρράκτη και αυτό γιατί ο τρόπος που γίνεται η επέμβαση, με τοπική αναισθησία, δεν επηρεάζεται κανένα άλλο σύστημα του οργανισμού. Συνεπώς, ακόμα και διαβητικοί, καρδιοπαθείς, ή υπερήλικες μπορούν να διορθώσουν τον καταρράκτη τους.