ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΛΑΜΠΡΑΚΗΣ Ο ¨ΜΕΓΑΣ ΔΡΥΣ¨

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

img 9506Στις 27 Μαΐου 1963, ο Γρηγόρης Λαμπράκης έχασε τη μάχη με το θάνατο. Πάλεψε σκληρά, είναι αλήθεια. Ήταν δυνατός και αθλητικός οργανισμός. Ήταν και πνεύμα αδάμαστο. Όλα αυτά τον κρατούσαν, πιστεύω, παρά το θανατηφόρο χτύπημα που είχε δεχτεί στις 22 Μαΐου.

Με την ανακοίνωση του θανάτου του, πλήθος νεολαίων συγκεντρώθηκαν έξω από το Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ. Ο αριθμός όσων συγκεντρώνονταν συνεχώς αυξανόταν. Μεγάλος ήταν ο παλμός και το πάθος, αλλά και η οργή του κόσμου. Τα κυρίαρχα συνθήματα ξεπετάχτηκαν από φοιτητές και απλούς νεολαίους της Θεσσαλονίκης, σχεδόν αυτόματα, μόλις κυκλοφόρησε η είδηση για το θάνατο του Λαμπράκη. Βρέθηκαν μπροστά στο νοσοκομείο και κραύγαζαν «Ο Λαμπράκης Ζει – Κάθε Νέος και Λαμπράκης». Έγραφαν στο οδόστρωμα, με τεράστια γράμματα, το γράμμα «Ζ». Η προσέλευση του κόσμου ήταν εκατό τοις εκατό αυθόρμητη.
Τα κόμματα, τόσο η Ε.Δ.Α. και η Νεολαία της αλλά και η Ένωση Κέντρου, χαμπάρι δεν είχαν για τις κοσμοϊστορικές αλλαγές που συντελούνταν στους Νεολαίους μας. Τα έζησα από κοντά, γιατί είχα ανέβει στη Θεσσαλονίκη, όπως και ο Μίκης, ο Ρίτσος και ο Ηλιόπουλος, και άλλοι, αν θυμάμαι καλά.

Αποφασίστηκε – από την Ε.Δ.Α. – να γίνει η κηδεία την επομένη, 28 Μαΐου, στην Αθήνα, και η σορός να «κατέβει» με το τρένο. Στη διαδρομή με το τρένο, από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, αυθόρμητη ήταν η προσέλευση εκατοντάδων πολιτών στους Σιδηροδρομικούς Σταθμούς, όπου υποχρεωτικά υπήρχαν στάσεις. Ακόμα και από τα γύρω χωριά κατέφθαναν στους Σταθμούς, μέχρι και το Σταθμό Λαρίσης, στην Αθήνα, όπου «έγινε το σώσε». Αναρίθμητο το πλήθος, στην πλειοψηφία τους ήταν νέοι αλλά και εκπρόσωποι του πνευματικού κόσμου.
Ο όγκος ήταν τεράστιος, ο κρατικός μηχανισμός ανύπαρκτος, τόσο που, πολλοί από μας, θέλαμε να στρέψουμε την ορμητική αυτή Λαοθάλασσα προς τη Βουλή και να καταλάβουμε την εξουσία!…

Μέσα από αυτή τη Λαοθάλασσα, πρώτος ο Μίκης συνέλαβε την ιδέα της δημιουργίας ενός κινήματος νεολαίας «Την Δημοκρατική Κίνηση Νέων Γρηγόρης Λαμπράκης». Ο Μίκης Θεοδωράκης θα γράψει στην εφημερίδα “Αθηναϊκή”: «Χάνοντας τον Λαμπράκη, κερδίσαμε χιλιάδες νέους Λαμπράκηδες, χιλιάδες ήλιους που θα θερμαίνουν και θα φωτίζουν τη μνήμη του».
Μετά από ένα χρόνο, περίπου, γεννήθηκε η ΝΕΟΛΑΙΑ ΛΑΜΠΡΑΚΗ, κάτω από την ασφυκτική πίεση της Ε.Δ.Α. και της ηγεσίας του Κ.Κ.Ε. που βρισκόταν στο εξωτερικό. Ήταν μια μέθοδος «άλωσης» της ανεξαρτησίας και της αυτονομίας μας – σαν αυτόν που χρησιμοποίησε ο Οδυσσέας με τον Δούρειο ίππο – ώστε να γίνουμε και εμείς κομματική Νεολαία. Γι’ αυτό και διέλυσαν την Νεολαία της Ε.Δ.Α. με εντολή να ενωθεί με μας. Παρόμοια εντολή δόθηκε και στα μέλη της παράνομης Κ.Ν.Ε., να περάσουν, δηλαδή, κρυφά στις γραμμές μας. Έτσι, άρχισε η συρρίκνωσή μας, πρώτα από το όνομα, μετά από τη σύνθεση του κεντρικού Συμβουλίου και, τέλος, με την περίφημη δήλωση του Ηλία Ηλιού στη Βουλή, ότι είμαστε η νεολαία της Ε.Δ.Α., κι όλα αυτά χωρίς να ζητήσουν καν τη γνώμη μας.

Παρασύρθηκα και πάλι κάνοντας αναδρομή στα λάθη των ηγεσιών μας, ενώ το θέμα μου, σήμερα, είναι η πάνδημη κηδεία του Γρηγόρη Λαμπράκη από το Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας.
Τα έζησα και τα ζω ακόμα στα όνειρά μου, ακριβέστερα στους εφιάλτες μου, γιατί σαν εφιάλτη ζω, συχνά, τα όσα ακολούθησαν.

Και επιστρέφω στο γεγονός του θανάτου και της κηδείας, που συγκίνησε βαθιά απλούς ανθρώπους αλλά και γνωστούς διανοουμένους και καλλιτέχνες της εποχής. Η απήχηση δεν περιορίστηκε μόνο στον ελλαδικό χώρο. Υπήρξαν κινητοποιήσεις φιλειρηνικών οργανώσεων από τη μακρινή Ζηλανδία, την Αυστραλία και το Ισραήλ, μέχρι το Μαρόκο και τη M. Βρετανία και, όπως ήταν φυσικό, υπήρξε στο επίκεντρο ενδιαφέροντος του διεθνούς Τύπου, τουλάχιστον για ένα πεντάμηνο, από το Μάιο ως το Σεπτέμβριο του 1963, οπότε ολοκληρώθηκε η διαδικασία ανάκρισης και παραπομπής των υπευθύνων για τη δολοφονική εναντίον του επίθεση.

Με τη στάση ζωής και το θάνατό του, το “γελαστό παιδί” της Ελλάδας περνάει στην Ιστορία και γίνεται σύμβολο και παράδειγμα προς μίμηση για τις επόμενες γενιές.

Στην κηδεία που ακολουθεί, χιλιάδες άνθρωποι συνοδεύουν τη σορό του Λαμπράκη, φωνάζοντας «Ο Λαμπράκης ζει».
Όπως αναφέρει ο ΘΕΜΗΣ ΑΛΕΞΙΟΥ:

«(…) Ήταν μια κηδεία διαφορετική από τις άλλες. Ο κόσμος συγκλονισμένος. Ο κόσμος αγανακτισμένος. Ο κόσμος πνιγμένος σε μια βουβή οργή. Το παρακράτος είχε σκοτώσει αυτόν που τόλμησε να πάει ενάντια στο κατεστημένο της εποχής. Είχε σκοτώσει το παλληκάρι. Είχε σκοτώσει την ελπίδα. Ο Γρηγόρης Λαμπράκης, ήταν ο άνθρωπος του απλού κόσμου. Ήταν παιδί πολύτεκνης οικογένειας. Γιατρός, υφηγητής στο Πανεπιστήμιο, είχε βοηθήσει πολλές γυναίκες να φέρουν στον κόσμο τα παιδιά τους. Αθλητής, Βαλκανιονίκης στο άλμα σε μήκος. Την ικανότητά του αυτή και τη συμμετοχή του στην Αντίσταση, χρησιμοποίησε για να βοηθήσει τους ανθρώπους στην Κατοχή διοργανώνοντας δήθεν αθλητικούς αγώνες, αλλά μέσα από αυτούς οργάνωνε συσσίτια και μοίραζε φαγητό στον πεινασμένο κόσμο. (…)

Ο θάνατός του, θα είχε μείνει ανεξιχνίαστος, αν δε βρισκόταν ένας απλός άνθρωπος του λαού, ο “Τίγρης” Μανώλης Χατζηαποστόλου, να πηδήξει πάνω στο δολοφονικό τρίκυκλο και να εξουδετερώσει τους δυο δολοφόνους, τον Γκοτζαμάνη και τον Εμμανουηλίδη. Η δολοφονία του θα έμενε κρυφή, αν δεν υπήρχε ο τότε ανακριτής Χρήστος Σαρτζετάκης (μετέπειτα Πρόεδρος Δημοκρατίας) και ο Παύλος Δελαπόρτας, Πρόεδρος του Δικαστηρίου, που δίκασε τους συνωμότες. Η δολοφονία του έγινε γνωστή σε όλους από το Βασίλη Βασιλικό, με το βιβλίο “Ζ” που έγραψε, και τον Κώστα Γαβρά, με την ανεπανάληπτη κινηματογραφική ταινία, που άφησε παρακαταθήκη στη Δημοκρατία μας.»

Αυτά τα λίγα από απλούς ανθρώπους, αλλά και από κάποιους Λαμπράκηδες, που πιστεύουν ακόμα – ίσως ματαιοπονούν – ότι μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, ότι ο άνθρωπος διαθέτει αυτή τη δύναμη της αλλαγής μέσα του.

Περιμέναμε να έχουμε συμπαραστάτες από τον πνευματικό κόσμο σ’ αυτή μας την προσπάθεια, να τιμήσουμε τη μνήμη και τη θυσία του Γρηγόρη Λαμπράκη.

Αν όχι τίποτε άλλο, περιμέναμε τα σχόλια -θετικά ή αρνητικά- οπωσδήποτε, όμως, θα ήταν «τονωτική ένεση» για μας, για να συνεχίσουμε. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι θα σταματήσουμε.

Κι αυτό, γιατί πιστεύουμε ότι – στη δύσκολη περίοδο που διανύει η Ελλάδα, και η οποία έχει επιταθεί από το 2009 – έχουμε ανάγκη από φωτεινά παραδείγματα και φωτεινές μορφές, όπως υπήρξε ο Λαμπράκης και ο Άρης Βελουχιώτης στα νεότερα χρόνια, ή ο Κολοκοτρώνης, ο Μακρυγιάννης και άλλοι, σε ένα πιο μακρινό παρελθόν.
Ακολουθεί ένα σύντομο αφιέρωμα από το αρχείο της ΕΤ1, για τη ζωή, τη δράση και το θάνατο του Γρηγόρη Λαμπράκη. Θεωρούμε πως έχουν γραφτεί πάρα πολλά, έχουν δοθεί συνεντεύξεις επί συνεντεύξεων, έχουν γίνει πολλά και ποικίλα αφιερώματα για το ίδιο θέμα. Για μας είναι κομμάτι της ζωής μας, και γι’ αυτό θεωρούμε ότι ποτέ – όσα κι αν πούμε – δεν είναι αρκετά. Κι αυτό, γιατί – όπως υποστηρίζουμε – είμαστε μια Σισύφεια γενιά, που δεν έχει αισθανθεί δικαιωμένη, αντίθετα αισθάνεται προδομένη. Όπως, άλλωστε, το σύνολο του Ελληνικού Λαού. Γι’ αυτό, επιμένουμε στα αφιερώματα. Και αφιερωνόμαστε και οι ίδιοι σ’ αυτό το σκοπό και σ’ αυτή την ιδέα, που ακόμη μας κινητοποιεί και δίνει νόημα στη ζωή μας.

Παληοτάκης

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ