Τι θα πει ο κόσμος για μένα;
Η εντύπωση που προκαλούμε στους άλλους μας επηρεάζει όλους είτε λίγο είτε περισσότερο. Άλλοι είμαστε περισσότερο και άλλοι λιγότερο ευαίσθητοι στην εικόνα που σχηματίζουν οι άλλοι (ή που νομίζουμε ότι σχηματίζουν οι άλλοι!) για εμάς. Από τι εξαρτάται αυτή η ευαισθησία; Καταρχήν, από πολιτισμικούς παράγοντες: σε κάποιες κουλτούρες η εντύπωση και η φήμη που έχουμε στον κοινωνικό μας περίγυρο είναι πιο σημαντικές απ’ ό,τι σε άλλες. Μπορεί όμως να μεγαλώσαμε και σε μια οικογένεια στην οποία να ακούγονται συχνά φράσεις όπως:
«Πρόσεξε τι εικόνα θα δώσεις!»
«Μη σε δούνε να κάνεις έτσι!»
«Τι θα πει ο…που θα σε δει έτσι!»
«Ρεζίλι θα γίνουμε!»
«Έτσι θα βγεις έξω;»
«Θα σε περάσουνε για…»
«Μη σου ξεφύγει σε κανέναν αυτό και νομίσει ο κόσμος ότι…»
«Δεν θέλω να μας ττιάσει στο στόμα του ο………..»
«Μη δώσουμε δικαίωμα στον κόσμο να σχολιάζει» «Καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα»
Ποιος λοιπόν είναι αυτός ο «κόσμος», ώστε η σκέψη του τι θα πει αυτός να είναι ικανή να μας γεμίσει με ανασφάλειες και να επηρεάσει την αυτοεκτίμησή μας; Εκτός από τους «σημαντικούς άλλους», συχνά νοιαζόμαστε -χωρίς μάλιστα να το καταλαβαίνουμε- και για τη γενικότερη εντύπωση που αφήνουμε στον κόσμο. Επιφανειακά δηλαδή μπορεί να λέμε ότι δεν μας ενδιαφέρει η άποψη ενός αγνώστου για το άτομό μας, αλλά κατά βάθος τελικά να είμαστε ευαίσθητοι απέναντι στο τι θα πει ακόμα και κάποιος άγνωστος. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Όταν δεν έχουμε αποκτήσει ένα δίκτυο ανθρώπων που να μας έχουν τροφοδοτήσει με θετικά στοιχεία για τον εαυτό μας, δύσκολα μπορούμε να φτιάξουμε από μόνοι μας μια θετική αυτοεικόνα. Έτσι, όταν απουσιάζει αυτή η γερή βάση από κοντινούς ανθρώπους που να μας τονώνουν την αυτοεκτίμηση όταν το χρειαζόμαστε, οι μέχρι πρότινος λιγότερο «σημαντικοί άλλοι» παίρνουν άλλη διάσταση και αποκτούν σημασία στα μάτια μας. Ας δούμε ένα παράδειγμα:
«Έχω μεγαλώσει με τον φόβο των άλλων. Πάντα σε ό,τι κάναμε σαν οικογένεια υπήρχε διάχυτη η αίσθηση ότι πρέπει να προσέχουμε τι κάνουμε και τι λέμε προς τα έξω, για να μη χαλάσει η εικόνα που δείχναμε στους άλλους ανθρώπους. Ταυτόχρονα όμως, ακόμα και όταν τα έκανα όλα σωστά, δεν λάμβανα ιδιαίτερη επιβράβευση παρά μόνο μια ανακούφιση που για άλλη μια φορά δεν εκτεθήκαμε “προς τα έξω”.Έχει γιγαντωθεί στο μυαλό μου το πόσο σημαντικός είναι ο “κόσμος”. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να με ενδιαφέρει τι θα σκεφτεί για μένα ακόμα και ο περιπτεράς, ο περαστικός στον δρόμο, ο θυρωρός, άνθρωποι που δεν γνωρίζω δηλαδή προσωπικά και που δεν με επηρεάζει άμεσα η γνώμη τους».
Έτσι σε πολλούς ανθρώπους δημιουργείται ένα είδος κοινωνικής φοβίας, μια έντονη δηλαδή ενασχόληση με το τι θα πει γι’αυτούς ο κόσμος. Η ανασφάλεια αυτή μειώνεται -ή και εξαφανίζεται- όταν νιώθουμε εμείς καλά με τον εαυτό μας. Σε τέτοιες στιγμές σιγουριάς και αυτοπεποίθησης οι φωνές των άλλων γίνονται ψίθυροι και τα βλέμματά τους ασήμαντα.
(…) Η βελτίωση των κοινωνικών δεξιοτήτων είναι μια διαδικασία μακρόπνοη, διαρκής και προϋποθέτει μεγάλη διάθεση για αυτοανάπτυξη. Τι μπορείτε να κάνετε, λοιπόν, αν θέλετε να βελτιώσετε τις κοινωνικές σας δεξιότητες;
* Να αποδεχτείτε ότι ούτε οι άλλοι άνθρωποι είναι τέλειοι. Δεν είστε μόνοι σας μέσα σε μια αρένα με κοινό τέλειους ανθρώπους που θα σας κακοχαρακτηρίσουν με το πρώτο σας λάθος. Όπως κι εσείς, έτσι και οι άλλοι δεν είναι τέλειοι, οπότε δεν έχει κανείς δικαίωμα να σας μειώσει. Όταν κατανοούμε ότι οι φανταστικοί επικριτές μας είναι και αυτοί άνθρωποι με τις δικές τους αδυναμίες, ατέλειες και ελαττώματα, τότε νιώθουμε πιο άνετα με τα δικά μας μειονεκτήματα.
* Να προσπαθείτε να εκμεταλλεύεστε κάθε νέα ευκαιρία για κοινωνική αλληλεπίδραση: πηγαίνετε σε ένα νέο κατάστημα που δεν έχετε ξαναπάει, δεχτείτε μια πρόσκληση για επίσκεψη σε ένα φιλικό πρόσωπο, επισκεφτείτε ένα μέρος στο οποίο δεν έχετε ξαναβρεθεί, μιλήστε με κάποιον άνθρωπο πολύ διαφορετικό από εσάς. Κάθε νέα κοινωνική εμπειρία αποτελεί ένα λιθαράκι στην κοινωνική σας αυτοεκτίμηση.