Η Μαλβίνα Κάραλη όπου το πραγματικό όνομα ήταν Μαρία-Ελένη Σακκά γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου 1952.
Ήταν Ελληνίδα συγγραφέας, σεναριογράφος, δημοσιογράφος και παρουσιάστρια στην τηλεόραση. Γεννήθηκε στον Πειραιά και καταγόταν από τα Ψαρά και τη Θράκη.
Απόφοιτη του Αρσακείου. Σπούδασε κυβερνητική στο Παρίσι. Εργάστηκε επί χρόνια ως δημοσιογράφος σε εφημερίδες όπως η Απογευματινή και η Ελευθεροτυπία και ως αρθρογράφος στα περιοδικά Φαντάζιο,
[wpvideo BvhOBpVt]
Επίκαιρα, Γυναίκα, Κλίκ, 01, με στήλες που άφησαν εποχή όπως το Επ’ αυτοφόρω (Γυναίκα) και “Σαββατογεννημένη” (στο περιοδικό Symbol της εφημερίδας Επενδυτής, άρθρα που κυκλοφόρησαν μετά το θάνατό της στην ομώνυμη συλλογή).
Η τηλεοπτική της καριέρα ξεκίνησε στην ΕΡΤ και συνέχισε στους τηλεοπτικούς σταθμούς Seven X, ANT1, ΣΚΑΪ, Mega Channel, Star Channel κ.α.
Οι πιο δημοφιλείς εκπομπές της ήταν το Mea Culpa (Seven X), Malvina Live (ΣΚΑΪ), Μalvina Hostess (Mega Channel), Malvina Rixten (Star Channel). Ο χαρακτήρας αυτών των τηλεοπτικών σόου, που συνήθως προβάλλονταν πριν ή μετά το κεντρικό δελτίο ειδήσεων, ήταν επιθεωρησιακός.
Η κριτική και η διακωμώδηση της πολιτικής και των προσώπων της, τελικά τη μετέτρεψαν σε χρυσό αουτσάιντερ των τηλεοπτικών καναλιών: όλοι αγαπούσαν τις τηλεθεάσεις της, αλλά κανείς δεν είχε την (πολιτική) πολυτέλεια να την φιλοξενήσει στις συχνότητές του.
Παράλληλα, ως σεναριογράφος, τιμήθηκε με δύο κρατικά βραβεία σεναρίου για τις ταινίες «Ξένια» (1989) του Πατρίς Βιβάνκος και «Κρυστάλλινες Νύχτες» (1992) της Τώνιας Μαρκετάκη. Συνυπέγραψε επίσης τα σενάρια στις ταινίες «Αρχάγγελος του Πάθους» (1987) του Νίκου Βεργίτση και «Ζωή Χαρισάμενη» (1993) του Πατρίς Βιβάνκος.
Έγραψε τα βιβλία «Αθώος σαν αγαπημένος» (εκδ. Καστανιώτη), «Τα κορίτσια της Σαβάνα» (εκδ. Νεφέλη), «Πιο πολύ, πιο πολλοί» (εκδ. Αστάρτη), τη συλλογή δημοσιευμάτων «Ο έρωτας και άλλες πολεμικές τέχνες» από την περίοδο 1989-1996 (εκδ. Κάκτος) και σειρά πέντε βιβλίων μαγειρικής υπό τον γενικό τίτλο «Η κουζίνα της Μαλβίνας-Μαλβινέζικα» (εκδ. Αστάρτη). Επίσης, έγραψε την μυθιστορηματική βιογραφία της Αλίκης Βουγιουκλάκη («Γλυκό κορίτσι»).
Έκανε τρεις γάμους και απέκτησε τρία παιδιά. Ο δεύτερος γάμος της ήταν με τον σκηνογράφο Γιώργο Πάτσα και ο τελευταίος με τον συγγραφέα Διονύση Χαριτόπουλο.
Πέθανε στην Αθήνα τον Ιούνιο του 2002 ύστερα από πολύμηνη μάχη με τον καρκίνο. Κηδεύτηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.
Η Μαλβίνα Κάραλη ήταν ένα αερικό που ήρθε πατώντας στις μύτες σʾ αυτόν τον κόσμο. Κούνησε το χέρι της και πέταξε λίγη αστερόσκονη απʾ αυτή που έσφιγγε στη χούφτα της κι έφυγε αθόρυβα, χωρίς να τη νοιάζει αν κέρδισε τις εντυπώσεις.
Άφησε, όμως, πίσω της κάμποσα βιβλία με ξόρκια. Έτσι για να βρίσκουν ένα καταφύγιο οι άνθρωποι, κάθε φορά που νιώθουν πως ξεγλιστράει η μαγεία απʾ την αγκαλιά τους.
Παρακάτω παραθέτονται λίγες απ’ τις μυστικές συνταγές της που κλείδωνε καλά μέσα στις σελίδες των γραπτών της:
Εγώ τον έρωτα τον αντιλαμβάνομαι σαν την πιο φοβερή χειραψία προς τη ζωή.
Πρώτη απ’ όλους εγώ το ξέρω πως κάνω την έξυπνη και πως είμαι τσάμπα μάγκας και πάντα θα είμαι τσάμπα μάγκας.
Αν είναι κακό να σκοτώνεις τον πλησίον σου δίχως λόγο, είναι χίλιες φορές πιο κακό να ερωτεύεσαι και να αγαπάς τον πλησίον σου δίχως λόγο.
Κάθε θηλυκό πλάσμα έχει τη μοιραία σφραγίδα της μάνας του. Και καμιά δεν γλιτώνει τον κανόνα.
Άνδρας που δεν είναι τώρα, δεν ήταν ποτέ.
«..Για τι θες να μιλήσουμε; Για τσάντες ή για άντρες; Μην απαντάς: Άντρες. Εσένα τι συνειρμό σού κάνει το λήμμα άντρας; Άντρας είναι ένας, ο άντρας μου, λέω. Ενδιάμεση κατάσταση δεν υπάρχει.
Τον άντρα δεν τον πιάνουν κότσο εκεί που πιάνουν εσένα. Σου λέει: «Άσε θα πάω εγώ να τους μιλήσω». Ακόμα και αν είναι ενάμιση μέτρο άντρας, πρέπει να σου δημιουργεί τη βεβαιότητα πως μπορεί και να τους δείρει για σένα στην εφορία.
Ή είμαι ερωτευμένη και δυστυχώ με τρόπο αστείο, ή είμαι λογική και πλήττω θανάσιμα.
Σπάστηκα με την ατάκα σου: «Κοίτα να διασκεδάσεις». Δε γουστάρω να περνάω καλά χωρίς εσένα. Θέλω να λες από μέσα σου να είναι όλα μαύρα εκεί που πάει χωρίς εμένα. Γιατί έτσι λέω κι εγώ. Τι να σου κάνω ανωτερότητες; Γιατί είμαστε έτσι φτιαγμένοι να μη μας αρέσει να περνάει καλά ο άλλος χωρίς εμάς.
Στον έρωτα όταν έχεις σταθερές βάσεις, καλή ανατροφή, σωστές χαρακτηρολογικές δομές την χάνεις την αξιοπρέπειά σου απέναντι στον άλλον διαφορετικά είσαι βλάκας.
Είμαι πάνω από όλους και κάτω από αυτόν.
Αυτό που επιζητεί μία γυναίκα από τη σχέση με έναν άντρα είναι η άλωση. Το να χαθεί μέσα σε άλλον. Που σημαίνει ότι αν μία γυναίκα πάει με άλλον άντρα έχει χαθεί ο προηγούμενος.
«Εμένα κάνε με κύκλο ομόκεντρο, να νιώθω τη συγγένεια. Και τότε η καλύτερή σου είναι η καλύτερή μου. Αλλά ομόκεντρο. Αλλιώς ζηλεύω. Κι όταν ζηλεύω γίνομαι έξυπνη. Και όταν γίνομαι έξυπνη, τα καταστρέφω όλα».
Γιατί τα κάνεις αυτά; Γιατί είμαι αδύναμη, κακομαθημένη και σ’ αγαπάω.
Άντρας είναι ένας, ο άντρας μου. Ενδιάμεση κατάσταση δεν υπάρχει.
Θα ευχηθώ αυτό που εύχομαι πάντα. Να γίνει το καλύτερο για σένα και να είμαι κι εγώ εκεί κοντά. Και πιο κοντά να μη γίνεται.
Μόνο αυτούς που με τρόμαζαν αγάπησα. Ίσχυε για μένα το αρχαιοελληνικό «είναι τρομερό να πέσεις στα χέρια ζωντανού Θεού’». Από την άλλη μεριά, ήταν και οι μόνοι που με ενδιέφεραν.
Όταν φεύγεις, ακόμη κι αν φύγεις με ξύλο, το πρώτο πράγμα που κερδίζεις είναι η απάλειψη της ντροπής σου.
Έχω έμμονες ιδέες. Που για μένα δεν είναι άλλο παρά αβλαβή τσιμπούρια της σκέψης.
Οι άνθρωποι όταν είναι να ξεπεραστούν, ξεπερνιούνται όπως οι μόδες.
Τα μαύρα μαλλιά υποδηλώνουν ανδρισμό, θάρρος, ευθύτητα και δραστηριότητα. Αν τα μαύρα μαλλιά γίνουν μόδα ο κόσμος θα ζήσει καλύτερα.
«Η ένταση ενός καινούργιου έρωτα εξαρτάται από τη μοναξιά που προηγήθηκε από αυτόν. Το ίδιο συμβαίνει και με τη γραφή. Ξαναγράφω, λοιπόν, με την έξαψη που ζεις έναν αργοπορημένο έρωτα.
Άπειρη, μετά από μίλια γραμμένης ύλης που έχω υπογράψει, κάθε φορά πιο άπειρη, σαν τους βετεράνους των ερώτων που, προς το φινάλε της ερωτικής τους ζωής, διαπιστώνουν πως οι ευάριθμες
εναλλαγές των εραστών, αντί να τους ξανοίξουν στον πλούτο της πολυφωνίας, τους περιόρισαν σε μια φτωχή μονογραμμική σύνθεση.
Όποιος αναγνωρίζει εξαρχής το λάθος πρόσωπο και όμως τσαλαβουτάει -αυτός φταίει. Το βλέπεις, βλάκα μου, το λάθος. Και το αποσιωπάς. Γιατί το έχεις ανάγκη. Και το αξιώνεις μόνο σε μια περίπτωση το λάθος πρόσωπο: για να το απαξιώσεις σύντομα. Για να μη δεσμευτείς. Για να μείνεις μόνος. Γιατί από το λάθος πρόσωπο έχεις πάντα τη δυνατότητα να το σκάσεις με όσο το δυνατόν λιγότερη οδύνη. Με απώλειες μηδαμινές. Επιλέγω «ανάξιο εραστή» σημαίνει επίσης: αναβάλλω τον έρωτα, αλλά συγχρόνως δεν κλείνω την πόρτα στην ελπίδα θα φύγει ο πρόσκαιρος και λίγος, και κάποια μέρα θα έρθει ο ανάξιος. Αλλά όχι ακόμα. Δεν είναι η ώρα μου. Τώρα φοβάμαι οτιδήποτε μπορεί να πάρει μορφή αμετάκλητου».
«Χίλιοι άνθρωποι μέσα στο μπαρ και είναι άδειο. Κανένας. Μπαίνει ο έρωτάς σου, τότε μόνο χίλιοι ένας. Οι χίλιοι απλώς κομπάρσοι»
«Ακραία, απόλυτη βία ο έρωτας. Έρωτας είναι, φίλη, τι νόμιζες;»
«Ο ταλαντούχος άνθρωπος, ότι κι αν κάνει, το κάνει εμπνευσμένα. Και η Κόλαση να σε περιμένει μαζί του, θα είναι μια παραδεισένια Κόλαση. Ενώ από τον ατάλαντο άνθρωπο να μην περιμένεις τίποτα καλό. Και ο Παράδεισός του ανούσιος»
«Εγώ γλίτωσα και δεν είμαι πλέον σαν κι εσάς. Και χόρτασα. Και λεφτά. Και οικογένεια κι αγάπη. Κυρίως αγάπη. Εγώ, που μέχρι πέρυσι, αν με άγγιζες ακόμα και εξ αποστάσεως, ούρλιαζα «πίσω μου σʾ έχω σατανά». Εγώ χόρτασα. Ένα χειμώνα αγάπη. Μια άνοιξη ελπίδα. Κι ένα καλοκαίρι προοπτική. Ολόκληρο προοπτικές. Εγώ, η ξεγραμμένη. Χρειάστηκε να ξεγραφτώ για να μπορέσω και να συμμορφωθώ και να αγαπήσω και να αγγίξω και να ανταποδώσω και τα πάντα».