Σχολεία απογυμνωμένα από κάθε έννοια Παιδείας
της Ελευθερίας Σιώπη
Δασκάλας
Κάθε χρόνο τέτοια εποχή, των πανελληνίων εξετάσεων, προκύπτουν συζητήσεις γύρω από το επίπεδο απόδοσης και την πτώση της γλωσσικής και κριτικής ικανότητας των μαθητών. Οι προβληματισμοί ωστόσο παραμερίζονται σύντομα και ξαναρχίζουμε κάθε Σεπτέμβριο τη νέα σχολική χρονιά στο ίδιο μοτίβο, με την ίδια λάθος συνταγή και δίχως καμία ουσιαστική ελπίδα να αλλάξει το παραμικρό. Κι όλα αυτά, ενώ συμπληρώνονται ήδη 10 χρόνια από την εισαγωγή-εισβολή των νέων σχολικών εγχειριδίων, των εργαλείων δηλαδή που έχουν στα χέρια τους οι εκπαιδευτικοί (και όχι πλέον παιδαγωγοί, αφού έχει «ποινικοποιηθεί» ιδεολογικά ο τίτλος) για να χρησιμοποιήσουν, ώστε να πετύχουν τον ποθούμενο στόχο της βελτίωσης του μορφωτικού (;) επιπέδου των «πελατών» τους…
Η συζήτηση γύρω από το περιεχόμενο των σχολικών εγχειριδίων έχει ανοίξει εδώ και χρόνια, χάρη κυρίως στον επίμονο αγώνα του Δασκάλου Δημήτρη Νατσιού. Δυστυχώς όμως διαπιστώνεται ότι η συντριπτική πλειονότητα δασκάλων και γονέων παραμένει ανυποψίαστη, μη έχοντας συνειδητοποιήσει ακόμη την έκταση του ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ, που έχει περάσει πια σε τελικό στάδιο την τελευταία δεκαετία (ενώ η εφαρμογή του έχει βέβαια αρχίσει πολύ νωρίτερα). Η αλλαγή του προσανατολισμού της παιδείας στην πατρίδα μας και η καθήλωση – πνευματική, διανοητική, συμπεριφορική – στα κατώτερα επίπεδα δυναμικότητας, συζητιούνται μόνο σποραδικά και με αφορμή μεμονωμένες διαπιστώσεις δασκάλων ή γονέων. Υποσκελίζονται δε σύντομα από τις ανησυχίες για το οικονομικό ή το όποιο μέλλον της χώρας, χωρίς να έχει συνειδητοποιηθεί ότι η ολοκληρωτική καταστροφή έχει ήδη υπογραφεί μέσα στις σχολικές τάξεις εδώ και δεκαετίες. Το ύπουλο έγκλημα έχει συντελεστεί κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη μας…
Τα όμορφα μυαλά όμορφα καίγονται στα σχολικά ιδρύματα της χώρας μας. Ας αναλογιστούν αρχικά γονείς και δάσκαλοι την αμηχανία που προξενεί το επίπεδο α-νοησίας που χρωματίζει κάθε έκφραση κοινωνικής συμπεριφοράς των νέων μας. Στέρηση παντού. (Και δεν πρόκειται απλώς για το διαχρονικό χάσμα των γενεών). Ας επιχειρήσουμε μία απλή επίκληση στη λογική, για ν’ αντιληφθούμε τη μετάλλαξη που έχουν υποστεί τα παιδιά μας. Όσοι έχουν έστω φυλλομετρήσει τα σχολικά βιβλία, ας αναλογιστούν τι καλύτερο περιμέναμε να συμβεί, όταν ανεχτήκαμε τον παραγκωνισμό του Αισώπου από τη …Χωχαρούπα (βλ. Γλώσσα Β΄Δημοτικού), της Ορθοδοξίας από φλύαρες αγαπολογίες και θρησκειολογικούς συγκρητισμούς, του Πυθαγόρα από τα κινέζικα τάγκραμ! Ας αναπτύξουμε όμως εξ αρχής τους προβληματισμούς μας, ως προς τους εξής άξονες:
Α) Θεματολογία
Σε όλες τις τάξεις επαναλαμβάνονται μονότονα οι ίδιες θεματικές ενότητες: διατροφή και συνταγές μαγειρικής, οδηγίες χρήσης συσκευών, πολυπολιτισμικότητα, ρατσισμός, ειρήνη στον κόσμο, κυκλοφοριακή αγωγή, διαφήμιση και καταναλωτισμός, το αττικό μετρό (!!!), το νερό, το περιβάλλον, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, και λοιπά υψίστου ενδιαφέροντος θέματα. Το σχολείο γίνεται προέκταση του κόσμου της τηλεόρασης και του διαδικτύου. Ενώ θα έπρεπε να αποθαρρύνουμε τα παιδιά από την κατάχρηση αυτών των μέσων, στην πράξη τα αποθεώνουμε, προσδίδοντάς τους κύρος. Και μάλιστα με θέματα που κάθε άλλο παρά συγκινούν τις παιδικές ψυχές. Υποτιμούμε την αισθαντικότητά τους και μας επιστρέφουν την ανία με ποικίλες παρεκτροπές συμπεριφοράς. Στο «Σκολειό του κόσμου» – όπως τιτλοφορείται το Ανθολόγιο – εκπαιδεύονται οι αυριανοί φρόνιμοι πολίτες του παγκοσμιοποιημένου χυλού, εξ ου και ο περιορισμός στην εν λόγω θεματική ατζέντα. Ούτε λόγος βέβαια για καλλιέργεια της ιδιαίτερης πολιτισμικής ταυτότητας. Τα παιδιά μας – λένε – πρέπει να προετοιμαστούν για τον σύγχρονο κόσμο. Χωρίς όμως να γνωρίσει πρώτα τον κόσμο της δικής του κοινότητας, της δικής του πατρίδας;
Β) Μεθοδολογία
Δεν είναι τυχαίο ότι όλα τα σεμινάρια των εκπαιδευτικών δίνουν βαρύτητα αποκλειστικά στις μεθόδους διδασκαλίας και ποτέ στο περιεχόμενο της διδασκαλίας. Όποτε εκδηλώνουμε ενδιαφέρον για το περιεχόμενο, μάς αποκαλούν σχεδόν…εμμονικούς (προφανώς όμως δεν είναι εμμονή το να επιμένουμε να χτυπάμε το κεφάλι μας στον τοίχο, υποστηρίζοντας συστηματικά αποτυχημένες διδακτικές μεθόδους).
Η επικοινωνιακή χρήση της γλώσσας προτάθηκε ήδη από τη δεκαετία του ’70 ως μία προσέγγιση στη διδασκαλία της αγγλικής ως δεύτερης γλώσσας. Προβλήθηκε λοιπόν από τους εγχώριους θιασώτες της ως μέθοδος διδασκαλίας και της μητρικής! Διανθίστηκε συν τω χρόνω και με άλλες βαρύγδουπες θεωρίες περί κριτικού ή ψηφιακού γραμματισμού και κειμενοκεντρικές προσεγγίσεις στη βάση πάντα της διαθεματικότητας, της ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας και της καινοτομίας. Πραγματικές προφάσεις εν αμαρτίαις, σε μια απόπειρα κάποιων να δικαιολογήσουν τις ιδεοληψίες τους και να τις καλύψουν κάτω από μανδύες επιστημονικοφανείς.
Αλήθεια, ως πότε οι δάσκαλοι θ’ ανεχόμαστε αυτή την άκρως φασιστική επιβολή στη δουλειά μας δοκιμασμένων προ πολλού στο εξωτερικό και αποδεδειγμένα πλέον αποτυχημένων ψευδοεπιστημονικών θεωριών, που στην πραγματικότητα δεν είναι παρά κακέκτυπες αντιγραφές και πειραματισμοί της Ψυχολογίας ή της Κοινωνιογλωσσολογίας; Ως Παιδαγωγοί είμαστε οι μόνοι αρμόδιοι να κρίνουμε ποια από τα πορίσματα των άλλων επιστημών είναι κατάλληλα για τη διδακτική πράξη. Δυστυχώς ο φόβος και τα συμπλέγματα λόγω έλλειψης … επιστημοσύνης, μάς έχουν μετατρέψει από λειτουργούς σε πειθήνιους υπαλλήλους, χωρίς αναφορές σε στοιχειώδη κριτική σκέψη. Κι έπειτα αναρωτιόμαστε γιατί οι μαθητές μας πάσχουν εκείνοι από έλλειψη κριτικής σκέψης.
Ας δούμε όμως κάποιους βασικούς όρους που χρησιμοποιούν οι ινστρούχτορες των εκπαιδευτικών μας ζητημάτων και ας αρχίσουμε να τους απομυθοποιούμε σιγά-σιγά:
1. Επικοινωνιακή χρήση της γλώσσας: οι μαθητές να μπορούν να διαβάζουν χάρτες, συνταγές, σχεδιαγράμματα, αγγελίες, γραμματόσημα κλπ. Πρόκειται για τα λεγόμενα πολυτροπικά κείμενα (ή πώς μπορεί κανείς ν’ αναγάγει το απολύτως αν-άξιο σε βαρύγδουπη επιστημονική ορολογία, βαφτίζοντας είδος κειμένου μέχρι και το…γραμματόσημο)! Κι αν τελοσπάντων η ανάγνωση τέτοιων «κειμενικών ειδών» έχει κάποια σημασία για τον αλλοδαπό μαθητή που μαθαίνει τα ελληνικά ως ξένη γλώσσα, πώς κατεβάσαμε τόσο χαμηλά τον πήχυ για τους Έλληνες μαθητές; Πόσο δύσκολο είναι δηλαδή για ένα παιδί, που έχει διδαχτεί την μητρική του γλώσσα μέσα από αξιόλογα λογοτεχνικά κείμενα, να διαβάσει…μικρές αγγελίες; Ή τι ενδιαφέρον μπορεί να έχει για το παιδάκι της Γ΄ Δημοτικού ο χάρτης των γραμμών του αττικού μετρό; Ποια πραγματική ανάγκη επικοινωνίας καλύπτουν αυτές οι ασκήσεις για έναν μαθητή π.χ. της Ροδόπης;
2. Κριτικός εγγραμματισμός: αλληλένδετος με την επικοινωνιακή χρήση της γλώσσας, αλλά αξίζει να δούμε ορισμένα ακόμη παραδείγματα, χαρακτηριστικά του οργουελικού τρόπου με τον οποίο οι λέξεις μεταβάλλουν τη σημασία τους και οι ορολογίες συγκαλύπτουν την αμορφωσιά. Βασικός άξονας λοιπόν της θεωρίας είναι η αναγνώριση του κειμενικού είδους. Εν ολίγοις, από το Δημοτικό μέχρι και το Λύκειο, ο μαθητής εκπαιδεύεται, ως γνήσιος Γλωσσολόγος, στην αναγνώριση της μορφής και του είδους των «κειμένων». Αν δηλαδή ο μαθητής είναι σε θέση να αναγνωρίζει ως κατευθυντικό κείμενο μια συνταγή μαγειρικής, ως κείμενο αλληλεπίδρασης μια πρόσκληση σε πάρτυ γενεθλίων, ως κείμενο επιχειρημάτων μια κριτική του Χάρυ Πότερ και ούτω καθεξής, τότε θα κατακτήσει αυτόματα και τη δεξιότητα του γραπτού λόγου! Οι δε γονείς και δάσκαλοί του οφείλουν τότε να είναι ευτυχείς για τη μόρφωσή του!
3. Διαθεματικότητα: για να έχει κάποια αποτελέσματα, απαιτεί σοβαρή κατάρτιση και κατοχή πολύπλευρων γνώσεων από τον εκπαιδευτικό, αλλιώς καταλήγουμε σε ευτελή προγράμματα ή σχέδια εργασίας που ξεστρατίζουν το μάθημα και δεν προσθέτουν καμία απολύτως αξία στην παρεχόμενη εκπαίδευση. Έχει αναχθεί σε μέθοδο-πανάκεια, ενώ στην πράξη χάνεται η λογική συνάφεια μέσω του κατακερματισμού της ύλης, με σύνηθες αποτέλεσμα την απώλεια της ικανότητας των παιδιών για ιεράρχηση του σημαντικού και του ασήμαντου. Παραδοσιακά πάντως ο καταρτισμένος δάσκαλος ήξερε πότε και μέχρι ποιο σημείο να διδάξει και διαθεματικά.
4. Καινοτομία: επιτέλους πρέπει να μπει ένα φρένο στους άκριτους και μαζικούς πειραματισμούς. Ποιος και με ποιους τρόπους αξιολογεί τα καινοτόμα πειράματα; Ή μήπως έχει κανείς την ψευδαίσθηση ότι καινοτομούν οι μαθητές; Εκπονούνται σωρηδόν τα τελευταία χρόνια, υπό το κράτος του φόβου της αξιολόγησης, «καινοτόμα» προγράμματα Ευέλικτης Ζώνης. Τα περισσότερα αμφίβολης παιδαγωγικής αξίας, αλλά ποιος νοιάζεται; Αρκεί που είναι γεμάτα…δράσεις! Δράσεις αντί για μάθημα, πληροφορίες αντί για γνώσεις, εκπαιδευτικές εκδρομές αντί για τάξη.
5. Παιγνιώδης μορφή διδασκαλίας, αστείο: σίγουρα αποτελεί θεμιτό μέσο κι εργαλείο κατά την κρίση του δασκάλου. Το πρόβλημα είναι ότι έχει επικρατήσει κατά κράτος και σε βαθμό απώλειας κάθε σοβαρότητας, με το αστείο να ολισθαίνει σε επίπεδο ευτελούς χιούμορ, όχι έξυπνου αλλά εξυπναδίστικου. «Διασκεδάζουμε» τους μαθητές με ευφυολογήματα και λογοπαίγνια χαμηλής υποστάθμης (βλ. πολυάριθμα κείμενα Τριβιζά στο Δημοτικό και βιβλία Γλώσσας Α΄ Δημοτικού με απερίγραπτα ποιηματάκια για γαρίδες και γορίλες, χελώνες που κουβαλούν ελέφαντες στην πλάτη τους, μπισκότα για τιμόνια και πάμπολλες ακόμη παρεμφερείς ανοησίες). Αντί να διδάσκουμε συστηματικά τον Αίσωπο (αλλά, βλέπετε, περνάει ιδανικά και αξίες ο εν λόγω…παρωχημένος!), εκπαιδεύουμε τα πρωτάκια μας μάλλον στον…ντανταϊσμό!
Γ) Περιεχόμενο διδασκαλίας
Υπάρχει η αίσθηση ότι το πρόβλημα εντοπίζεται στα βιβλία Γλώσσας, Ιστορίας και Θρησκευτικών, δηλαδή τα τρία μαθήματα μέσω των οποίων τα παιδιά μας χτίζουν ταυτότητα και διαμορφώνουν ελληνορθόδοξη συνείδηση. Αυτό ισχύει μεν απολύτως, ωστόσο εξίσου προβληματική είναι και η προσέγγιση των Μαθηματικών. Ιδού ορισμένα παραδείγματα από τα «Μαθηματικά της Φύσης και της Ζωής» της Γ΄ Δημοτικού, τα οποία θεωρούνται και από τα καλύτερα – καλύτερα απλώς γιατί τελειώνει εύκολα η ύλη (η αβάσταχτη ελαφρότητα της ευκολίας!). Εδώ λοιπόν, όπως και στη Γραμματική, η διδακτέα ύλη παρουσιάζεται κατακερματισμένη, χωρίς τάξη και λογική συνάφεια. Έτσι, στην ίδια ενότητα ο μαθητής συναντά π.χ. πολλαπλασιασμούς, διαιρέσεις, δεκαδικούς, λίγο από Γεωμετρία και λίγο από μοτίβα. Μοτίβα και τάγκραμ συναντώνται άφθονα σε όλες τις τάξεις, προφανώς…γιατί οι συγγραφείς κρίνουν ότι είναι πολύ αξιόλογη και χρήσιμη γνώση. Ενώ η Γεωμετρία, που θα έπρεπε να διδάσκεται οργανωμένα (καθώς πρόκειται για σπουδαία νοητική άσκηση, που προάγει μεταξύ άλλων και τη δημιουργική σκέψη), δίνεται αποσπασματικά, με διάσπαρτες ασκήσεις, κάτι σαν σφήνα προκειμένου να γεμίσουμε σελίδες στα Τετράδια Εργασιών. Για τη διδασκαλία των κλασμάτων υπάρχουν ασκήσεις «ευφυούς» σύλληψης, όπου οι μαθητές καλούνται να τα κάνουν «όπως ο λογοτέχνης, ο ζωγράφος και ο μαθηματικός», εννοώντας πολύ απλά να γράψουν ολογράφως, να χρωματίσουν το κλάσμα της πίτας και να γράψουν με ψηφία το κλάσμα αντίστοιχα! Οποία εκτίμηση για τη Λογοτεχνία και τη Ζωγραφική! (Αλλά είναι η διαθεματικότητα, ανόητε!). Όμως, αρκεί να δει κανείς τα πρώτα και τα τελευταία κεφάλαια του βιβλίου, για να αντιληφθεί το επίπεδο «άσκησης» στη μαθηματική-λογική σκέψη, στο οποίο καθηλώνονται τα παιδιά. Με ανησυχητική συχνότητα συναντούμε ασκήσεις, στις οποίες οι μαθητές παραπέμπονται στη χρήση υπολογιστικής μηχανής. Πρόκειται για ένα ακόμα δείγμα μιμητισμού κακών πρακτικών του αμερικάνικου σχολείου, όπου η χρήση κομπιούτερ έχει αντικαταστήσει τη χρήση του μυαλού, ακόμη και στις απλές προσθαφαιρέσεις με κρατούμενο. Κορυφαία άσκηση για…δυνατούς λύτες: τα παιδιά καλούνται να συμπληρώσουν σε κουτάκια τα ψηφία που θα πληκτρολογήσουν στο κομπιουτεράκι, ώστε να σχηματίσουν τον αριθμό 37: όπως ορθά σχολίασε εξοργισμένος γονέας, αυτή είναι άσκηση για εκπαίδευση σκύλων κι όχι παιδιών!
Στα δε βιβλία Γλώσσας και το Ανθολόγιο των Γ΄- Δ΄ τάξεων, με το σταγονόμετρο βρίσκει ο ταλαίπωρος δάσκαλος κείμενο άξιο λόγου να διδάξει. Πνευματικός υποσιτισμός μέσα σ’ ένα συνονθύλευμα από ατυχείς επιλογές αποσπασμάτων κι άρθρων από εφημερίδες (του γνωστού πάντα εκδοτικού συγκροτήματος). Μηδενικής λογοτεχνικής αξίας κείμενα και με περιεχόμενο επιλεγμένο, θαρρείς, για να κάψει ό, τι έχει μείνει υγιές στο μυαλό των παιδιών μας: ονειροφαντασίες, Αόρατοι, Άντζελμαν, εξωγήινοι, μαύροι Ήλιοι, αθάνατοι γαϊδαράκοι, νανουρίσματα για χταπόδια. Και πάνω που αναθαρρεύει ο δάσκαλος, βρίσκοντας κι ένα ποίημα του Γκάτσου, ο…«Εφιάλτης της Περσεφόνης» γίνεται στην πραγματικότητα δικός του, αν τολμήσει ν’ απαγγείλει ενώπιον οκτάχρονων ή εννιάχρονων μαθητών ότι «εκεί που σμίγανε τα χέρια τους οι μύστες / ευλαβικά πριν μπουν στο τελεστήριο / τώρα πετάνε τ’ αποτσίγαρα οι τουρίστες / και το καινούριο παν να δουν διυλιστήριο» ή ότι «τώρα καμιόνια κουβαλάν στα ναυπηγεία / άδεια κορμιά σιδερικά παιδιά κι ελάσματα»!
Ναι, ο σεβασμός στην ψυχή των παιδιών μας χάθηκε μαζί με τον σεβασμό σε ό,τι ιερό και όσιο. Ο Επιτάφιος τη Μ. Παρασκευή πάει…βόλτα, οι Άγιοί μας περιγράφονται ως «άσκημοι γέροι», οι Αγίες μας ως «χανούμ χωρίς φερετζέ» κι ο παππούς «με τον τορβά τίγκα στα χόρτα» να τι μαθαίνει στην εγγονή του: «Κουκ, κοκονέλιμ, ήρθα…Η Μελτέμ αγαπιότανε με τον Αχμέτ. Κρυφά έφευγε από τη μάνα της τα βράδια από την πίσω σκάλα του σπιτιού τους την καφασωτή, και τα λέγανε κρυφά μέσα στο σκοτεινό μπαξέ τους». Για μετάφραση κι εμπέδωση της…πολυσημίας των κειμένων, ας ανατρέξουν οι ενδιαφερόμενοι στο εν λόγω Ανθολόγιο.
Η Λογοτεχνία περιορισμένη, με τις ευλογίες του Αναλυτικού Προγράμματος Σπουδών (Α.Π.Σ.) ο προφορικός λόγος υπερτιμάται έναντι του γραπτού, μέσα σ’ έναν κατήφορο συνθηματολογίας, λεκτικής πενίας, ελλειπτικών προτάσεων επιπέδου αφίσας. Σπανίως γράφονται εκθέσεις στις τέσσερις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, και σκοντάφτουμε «ξαφνικά» στην Ε΄ τάξη, όταν καλούνται οι μαθητές να γράψουν κείμενα (και μάλιστα με θέματα για…πλούσια έμπνευση, όπως ο ανεμόμυλος, η Ντίσνευλαντ κλπ). Πώς ν’ ανταποκριθεί ένα παιδί ή πώς να μη βρίσκει τότε απωθητική την γραπτή έκφραση; Κανείς δεν μαθαίνει να γράφει αυτόματα, όπως μαθαίνει να μιλάει (άλλο σοβαρό επιστημονικό επιχείρημα!). Ο γραπτός λόγος απαιτεί ά-σκη-ση. Όπως ο αθλητής βελτιώνει επιδόσεις μετά από επίμονη, επίπονη και μακροχρόνια άσκηση, κι όχι επειδή μικρός έμαθε να περπατά και να τρέχει. Γλώσσα και Σκέψη είναι οι δύο όψεις ενός νομίσματος. Περιορισμός της μιας σημαίνει αυτόματα περιορισμό και της άλλης. Απλές αλήθειες, αλλά τόσο εύκολα ξεχασμένες υπό το κράτος της ψευτοπροοδευτικότητας.
Δ) Προσανατολισμός σχολείου
Τι σχολείο θέλουμε τελικά; Το όραμά μας είναι εκείνο που θα υπαγορεύσει και το περιεχόμενο, αλλά και τα εργαλεία.
– Θέλουμε σχολείο όπως ορίζει το Σύνταγμα; Για ελεύθερα σκεπτόμενους, καλλιεργημένους πολίτες με κριτική σκέψη, ικανούς να αλληλεπιδρούν δημιουργικά και με αλληλεγγύη ως συνειδητά μέλη της συλλογικής οντότητας που λέγεται πατρίδα; Ή μήπως
– Όπως επιτάσσουν οι ανάγκες του παγκοσμιοποιημένου μοντέλου ζωής (πράγμα που επικαλούνται εξάλλου οι αποδομητές της παιδείας): εξειδικευμένους εργάτες της αγοράς εργασίας, με χρησιμοθηρική προσέγγιση της εκπαίδευσης, με δεξιότητες (και όχι γνώσεις ουσιαστικές) που θα τους εξασφαλίζουν, υποτίθεται, ευκολότερη πρόσβαση σε θέσεις εργασίας, αλλά τελικά αναλώσιμους. Ας μην γκρινιάζουμε έπειτα για τις ανολοκλήρωτες προσωπικότητες των παιδιών μας, την έλλειψη δημιουργικότητας, τον διανοητικό και συναισθηματικό ακρωτηριασμό τους.
Αντί επιλόγου
Οι δάσκαλοι παραπονιούνται για την απαξίωσή τους από την κοινωνία. Έχουν συνειδητοποιήσει ότι χρεώνονται και τα αρνητικά αποτελέσματα της χρήσης τέτοιων εγχειριδίων; Και όχι μόνο των νυν, αφού Κύριος οίδε τι καινούρια πειράματα θα κληθούν να υπηρετήσουν από Σεπτέμβριο! Ιδού η ευκαιρία να αποκαταστήσουν τη χαμένη αξιοπρέπεια του κλάδου. Ας καταργήσουν στην πράξη, δυναμικά και μαζικά, τη χρήση αυτών των «βασανιστηρίων», ας απαξιώσουν έμπρακτα τη δικτατορία των αποδομητών της παιδείας στην πατρίδα μας. Ας θυμηθούν τον ρόλο τους ως παιδαγωγοί κι ας ξαναβρούν τη χαρά της διδασκαλίας, αξιοποιώντας όπλα από τη φαρέτρα της εκσυγχρονισμένης παράδοσης. Αρκετά!
Τι πρέπει να γίνει; Ριζική αναθεώρηση των Α.Π.Σ. Να αρθρώσουμε επιτέλους τη δική μας ελληνική πρόταση παιδείας, να δώσουμε τέλος στις κακές αντιγραφές προγραμμάτων του εξωτερικού. Βάση, η ελληνορθόδοξη πνευματική κληρονομιά, που προσφέρει όλα τα εφόδια για αξιόλογη δημιουργική παραγωγή των νέων γενεών. Μια «εκσυγχρονισμένη παράδοση» – η καλύτερη επένδυση για το μέλλον της χώρας…
Εφημ. «Αντιφωνητής» της Θράκης, Ιούνιος 2016
4