Η Ρένα Βλαχοπούλου είναι από τις λίγες περιπτώσεις πολυτάλαντων καλλιτεχνών. Αξεπέραστη κωμικός, εξαιρετική τραγουδίστρια και απολαυστική «show woman», αγαπήθηκε από τον κόσμο όσο λίγοι συμπατριώτες μας.
Τα πρώτα χρόνια
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα, όπου και σπούδασε στο Ωδείο του Δραματικού Συλλόγου. Το 1938 πρώτοτραγούδησε σε κάποιο ζαχαροπλαστείο της Κέρκυρας, αλλά το 1939 έκανε τα πρώτα καλλιτεχνικά της βήματα στην Αθήνα, τραγουδώντας σε αναψυκτήρια και καφενεία. Εκεί την ανακάλυψε ο Μίμης Τραϊφόρος και την παρουσίασε ως νέο ταλέντο σε ένα πρόγραμμα βαριετέ που είχε ανεβάσει στο κέντρο «Όαση» του Ζαππείου. Την ίδια χρονιά, ο θεατράρχης Μακέδος την προώθησε στο θέατρο, όπου και εμφανίστηκε στην σκηνή του «Μουντιάλ», τραγουδώντας ντουέτο με τη Σοφία Βέμπο. Το 1942 γνώρισε τον μεγάλο Έλληνα πιανίστα της τζαζ, Γιάννη Σπάρτακο, με τον οποίο συνεργάστηκε στο «Πάνθεον». Το 1946, αφού είχε ήδη αναδειχθεί σε «βασίλισσα της Τζαζ», ακολούθησε τον Σπάρτακο σε περιοδεία που ξεκίνησε από την Κύπρο, και κατέληξε στην Αμερική. Κατά την περιοδεία της, προσκλήθηκε από την αυλή του Σάχη της Περσίας, όπου και τραγούδησε, ενθουσιάζοντας το κοινό.
Το 1953, ενώ έχει ήδη παρουσιαστεί σε πολλές επιθεωρήσεις των καλύτερων θιάσων σαν τραγουδίστρια, συνεργάζεται με τον Αλ. Λειβαδίτη, την Μαρίκα Κρεββατά, τη Ρένα Ντορ και τον Γιώργο Γαβριηλίδη, συγκροτώντας δικό τους θίασο, και περιοδεύουν στην Ελλάδα, την Κύπρο και την Κωνσταντινούπολη.
Το «βάπτισμα του πυρός» σαν ηθοποιός, το πήρε δίπλα στον Νίκο Σταυρίδη το 1954 στην επιθεώρηση «Σουσουράδα». Από τότε καθιερώνεται σαν ηθοποιός, και κάνει λαμπρή καριέρα, συμμετέχοντας τα επόμενα χρόνια σε πάνω από 160 θεατρικές παραστάσεις.
Ο κινηματογράφος και η επιτυχία
Το κινηματογραφικό ντεμπούτο της γίνεται στην πρώτη έγχρωμη ελληνική ταινία που γυρίστηκε στην Ελλάδα, «Πρωτευουσιάνικες Περιπέτειες» του Γιάννη Πετρουλάκη. Ο Γιάννης Δανιαλίδης εντυπωσιάζεται το 1962, από την παρουσία της στη θεατρική παράσταση, «Οδός Ονείρων» του Μάνου Χατζηδάκη, και της δίνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία «Μερικοί το Προτιμούν Κρύο» – πρώτο μιούζικαλ που σκηνοθέτησε στη Φίνος Φιλμ. Από τότε καθιερώνεται και σαν σταρ του κινηματογράφου, πρωταγωνιστώντας στα επόμενα μιούζικαλ που γυρίζει ο Δαλιανίδης στη Φίνος Φιλμ, που σπάνε κυριολεκτικά τα ταμεία: «Κάτι να Καίει», «Κορίτσια για Φίλημα», και «Ραντεβού στον Αέρα».
Το 1962 σταμάτησε τη συνεργασία της με τη Φίνος Φιλμ και άρχισε να συνεργάζεται με την εταιρεία Καραγιάννης-Καρατζόπουλος. Συνολικά έπαιξε σε 25 ταινίες, εκ των οποίων οι 14 της Φίνος Φιλμ. Για την ερμηνεία της στη θεατρική παράσταση «Η Χαρτοπαίχτρα», βραβεύτηκε το 1995 με το αναμνηστικό μετάλλιο «Δημήτρης Ψαθάς», ενώ η μεταφορά του ίδιου έργου στον κινηματογράφο το 1964, από τη Φίνος Φιλμ, είχε κάνει κυριολεκτικά πάταγο, παραμένοντας διαχρονική επιτυχία. Έπαιξε επίσης και σε πέντε τηλεοπτικές σειρές, σε κάποιες βιντεοταινίες και στη ραδιοφωνική μεταφορά του έργου «Τρίτο Στεφάνι» του Ταχτσή.
Το 2003 τιμήθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωστή Στεφανόπουλο, με τον Χρυσό Σταυρό του Φοίνικος, για την προσφορά της στις τέχνες.
Μια άλλη πλευρά της Ρένας
Στον κινηματογραφικό της βίο, δεν ήταν η μοιραία γυναίκα, που άλλαζε τους άντρες σαν τα πουκάμισα. Στην πραγματική ζωή όμως, η Ρένα Βλαχοπούλου διέπρεπε στο σπορ της καρδιοκατάκτησης, αφήνοντας πίσω της ραγισμένες καρδιές. Η εικόνα που σχημάτισε το κοινό γι’ αυτήν, ταιριάζει στο στερεότυπο της τρελής σαραντάρας. Όμως η Ρένα Βλαχοπούλου είχε διατελέσει εικοσάρα με εκρηκτικό ταμπεραμέντο. Σε μια εποχή που τα ερωτικά ήθη ήταν κάθε άλλο παρά χαλαρά, η όμορφη Κερκυραία αψηφούσε τα κοινωνικά «πρέπει».
Οι σχέσεις της πολλές και θυελλώδεις, τροφοδότησαν με σκανδαλιστικούς τίτλους τα έντυπα της εποχής: από τον Βασιλείου της ΑΕΚ, στον Κωστόπουλο του Παναθηναϊκού κι από εκεί σε μια διεθνή ερωτική καριέρα, με εντυπωσιακότερο σταθμό τον Σάχη της Περσίας.
Ήταν το πιο δυνατό χτύπημα της μοίρας στη ζωή της, ένα χτύπημα που τη σημάδεψε μέχρι το τέλος. Ατίθαση και ορμητική, αποφασίζει να ζήσει τη ζωή της χωρίς περιορισμούς. «Αξίζουν αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα πάθους, που θα σε απογειώσουν και θα σου δώσουν δύναμη, να ζήσεις τη ζωή σε βάθος –κι ας γκρεμοτσακιστείς μετά», συνήθιζε να λέει. Τέσσερα χρόνια μετά τον γάμο της με τον ποδοσφαιριστή, απασχολεί τις εφημερίδες, όχι με κάποια καλλιτεχνική δραστηριότητα, αλλά με ένα σκανδαλώδες ειδύλλιο. «Απήχθη εκουσίως η κα Ρένα Βλαχοπούλου», γράφει λογοκριμένη, κατοχική εφημερίδα του ’43. «Ο σύζυγος μηνύει. Πράγματι, κατά τας βεβαιώσεις και τας ανακρίσεις του απαρηγορήτου, όπως εμφανίζεται τώρα συζύγου, όστις απειλεί να υποβάλει και μήνυσιν επί μοιχείαν, η άφαντος υπήκουσεν εις νέας υποδείξεις της καρδιάς της, ακολουθήσασα έναν νεαρόν υιόν αποθανόντος τραπεζίτου, όστις από καιρού εφέρετο ως ο φανατικότερος θαυμαστής της».
Το επεισόδιο προκάλεσε αίσθηση, όχι μόνο στον καλλιτεχνικό χώρο, αλλά και στον χώρο του ποδοσφαίρου, αφού ο «υιός τραπεζίτου» ήταν ο γενικός αρχηγός του Παναθηναϊκού, Γιάννης Κωστόπουλος! Ο γοητευτικός, ευειδής και ευκατάστατος bon viveur ενθουσίασε τη νεαρή Ρένα, που δεν δίστασε να αφήσει τον σύζυγό της για χάρη του. Χωρισμός, δεύτερος γάμος, ωστόσο η Ρένα, μαγνητισμένη από τη γλύκα της μποέμ ζωής, που μόλις είχε αρχίσει να ζει, δεν θα μπορούσε να μείνει για πολύ καιρό στο πλευρό ενός άντρα. Μόλις τρία χρόνια μετά τη σκανδαλώδη απαγωγή και ενώ βρίσκεται σε περιοδεία στη Μέση Ανατολή, διαμηνύει στον νέο σύζυγό της, Κωστόπουλο, ότι για εκείνη ο γάμος τους έχει λήξει. Απελευθερωμένη από κάθε μορφής «πρέπει», έκανε τα «θέλω» της πυξίδα, έζησε έντονους έρωτες και γοήτευσε αμέτρητους άντρες. Ανάμεσα στις κατακτήσεις της, συγκαταλέγεται ακόμη και ο Σάχης της Περσίας, Ρεζά Παχλεβί, ο οποίος παντρεύτηκε αργότερα την όμορφη, θλιμμένη πριγκίπισσα Σοράγια.
Με τον Γιώργο Λαφαζάνη
Ωστόσο, η μοίρα είχε άλλα σχέδια για την Κερκυραία. Έπειτα από σχεδόν είκοσι χρόνια εργένικης ζωής, κι ενώ βρισκόταν στο απόγειο της κινηματογραφικής καριέρας της, η Βλαχοπούλου γνώρισε τον άντρα που έμελλε να την τιθασεύσει. Ήταν ο Γιώργος Λαφαζάνης, ο οποίος τη συντρόφευσε μέχρι το τέλος της πολυκύμαντης και λαμπερής ζωής της. Ακόμα κι εκεί όμως, η Βλαχοπούλου βρήκε τρόπο να πάει κόντρα στο ρεύμα και σε πείσμα όσων λένε ότι οι μεγάλοι έρωτες έχουν άσχημο τέλος, έζησε δίπλα του τον πιο βαθύ και ουσιαστικό έρωτα της ζωής της.
Το τέλος
Η Ρένα Βλαχοπούλου κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη, ενώ την προηγούμενη μέρα, η σορός της εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα. Την ημέρα της κηδείας της όλα τα καταστήματα στην Κέρκυρα ήταν κλειστά, λόγω πένθους. Η γενέτειρά της την τίμησε ονομάζοντας το παλιό θέατρο «Μον Ρεπό» σε θέατρο «Ρένα Βλαχοπούλου».
Αυτό που είναι σίγουρο σήμερα, είναι ότι πολύ δύσκολα θα εμφανιστεί ξανά στην Ελλάδα, τόσο πληθωρική προσωπικότητα στην υποκριτική τέχνη και στο τραγούδι, όσο η πολυαγαπημένη Ρένα Βλαχοπούλου. Είχε εξαιρετικό υποκριτικό ταλέντο, χόρευε, τραγουδούσε, στηριζόμενη κυρίως στον αυθoρμητισμό της. Διέθετε εξαιρετική εκφραστικότητα και ως πρόσωπο και ως σώμα. Δεν είχε άλλωστε κάνει ειδικές σπουδές, ήταν αυτοδίδακτη. Ποτέ δεν τυποποιήθηκε. Η παρακαταθήκη της μέσα σε 55 χρόνια δράσης είναι 105 παραστάσεις στο θέατρο από το 1939 έως το 1994 και 26 ταινίες από το 1951 έως το 1985.