Αν και το ερώτημα θα μπορούσε εύκολα να χαρακτηριστεί ρητορικό έχει στην πραγματικότητα ηθική υπόσταση. Από ηθική άποψη λοιπόν το ερώτημα υπάρχει.Έχει δικαίωμα ο τέως πρωθυπουργός να παρεμβαίνει στα δημόσια πράγματα;
Ήταν στο τιμόνι της χώρας 8 χρόνια, διαδεχόμενος μάλιστα μια διετή διαχείριση της εξουσίας από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. με πρωθυπουργό τον Ανδρέα. Το γεγονός αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί ο κρατικός μηχανισμός ήταν ήδη στελεχωμένος σε απόλυτο βαθμό από το «κίνημα» και ο πρώτος προϋπολογισμός που εκτέλεσε (του 1996) είχε καταρτιστεί και ψηφιστεί από το κόμμα του.
Διαδεχόμενος έναν χαρισματικό (αν και καταστροφικό) ηγέτη κέρδισε οριακά τον Άκη στην κούρσα της διαδοχής με το προσωνύμιο του «λογιστή» – δώρο από τους «άσπονδους» εσωκομματικούς του φίλους – να τον συνοδεύει. Κυβερνώντας τη χώρα σε μια ιδιαίτερα ευνοϊκή διεθνή οικονομική συγκυρία και ενισχυμένος με τα Ευρωπαϊκά κονδύλια είχε, σε σκανδαλώδη βαθμό, την αμέριστη στήριξη – με το αζημίωτο – των Μ.Μ.Ε..
Ακόμα και αν παραβλέψουμε τα σκάνδαλα και το πάρτι με τις μίζες που οργίαζαν κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του – οι Άκης, Μαντέλης, Τσουκάτος, Σμπώκος, Παπαντωνίου, οι εξοπλισμοί, τα Δημόσια έργα, οι προμήθειες, το C4I κ.λπ. είναι απλά η κορυφή του παγόβουνου – το ερώτημα που ανακύπτει είναι τι έκανε για την οικονομία ο κ. Σημίτης;
19 95
2003
2004
Διαφορά
1995-2004
Βέλγιο
130.2
98.4
94
-36,2
Ιρλανδία
80.1
31
29.4
-50,7
Ελλάδα
108,7
109,9
112.2
+3,5
Ισπανία
63.3
48.8
46.3
-17
Ιταλία
120.9
104
103.7
-17,2
Ολλανδία
76.1
52
52.4
-23,7
Ξεκινώντας από το βασικότερο πρόβλημα, δηλαδή την υπερχρέωση, θα περίμενε εύλογα ο πολίτης να έχει θετικές επιδόσεις. Αντί γι’ αυτό το χρέος αυξήθηκε κατά 3,5% όταν την ίδια περίοδο όλες οι άλλες χώρες της Ε.Ε. με χρέος μεγαλύτερο του 60% του Α.Ε.Π. το μείωσαν από 17% ή Ισπανία μέχρι 50,7% η Ιρλανδία (στοιχεία Eurostat 2012a). Επομένως παρέλαβε από τον Ανδρέα μια υπερχρεωμένη χώρα και την παρέδωσε με μεγαλύτερο χρέος.
Το χρηματιστήριο από μοχλός ανάπτυξης της πραγματικής οικονομίας μετατράπηκε, με τη βοήθεια της κυβέρνησης και των φίλων της, στο μεγαλύτερο οικονομικό σκάνδαλο με αποτέλεσμα την εξαΰλωση των καταθέσεων των πολιτών και την καταλήστευση των αποθεματικών των ασφαλιστικών τους ταμείων. Αλήθεια οι «εισαγγελείς» των Μ.Μ.Ε. που εκτενώς ασχολήθηκαν, καλώς, με τα «Δομημένα» (έστω και αν τελικά αυτά αποδείχτηκαν πιο αξιόπιστα από τα κρατικά) γιατί δεν ασχολήθηκαν με το μηδενισμό των «επενδύσεων» της Δ.Ε.Κ.Α. σε μετοχές (τραπεζικές και άλλες);
Αλλά ας έρθουμε στην ένταξη της χώρας στην Ο.Ν.Ε.. Παραβλέποντας και πάλι τη «δημιουργική» λογιστική που χρησιμοποιήθηκε, τα αλλοιωμένα στοιχεία (ομόλογο Goldman Sacs κ.λπ.), θα θέσουμε το ουσιαστικό ερώτημα. Με δεδομένη την μεταπρατική και παρασιτική δομή της Ελληνικής οικονομίας και το αντιπαραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης που με προϊούσα δυναμική διόγκωνε το εμπορικό ισοζύγιο, ήταν προς όφελος της χώρας ή ένταξη; Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι τις προηγούμενες 2 δεκαετίες το δολάριο από τις 40 δραχμές εκτινάχθηκε στις 365 με αποτέλεσμα σε κάποιο βαθμό να μειώνεται το χάσμα του εμπορικού ισοζυγίου. Το ποιες επιπτώσεις θα είχε η υιοθέτηση από τη χώρα ενός σταθερού και μάλιστα ανατιμώμενου (έναντι του δολαρίου) νομίσματος αναλύεται εξαιρετικά από τον Dirk Muller («ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ», Λιβάνης 2013). Το «φθηνό» χρήμα και στον Δημόσιο αλλά ιδιαίτερα στον Ιδιωτικό τομέα το πληρώσαμε ακριβά και θα το πληρώνουμε για πολλές δεκαετίες ακόμα. Η διοχέτευση ρευστότητας στην αγορά χρηματοδότησε τη δημιουργία θέσεων εργασίας στην Γερμανία και την Άπω Ανατολή υποθηκεύοντας το μέλλον μας.
Η διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων δημιούργησε μια προσωρινή ευωχία, αυξάνοντας όμως το χρέος και τη διαφθορά και αφήνοντας τη χώρα με υποδομές που σαπίζουν και άλυτα προβλήματα. Το «Ελληνικό» ασφαλώς δεν είναι πρόβλημα των τελευταίων 2 χρόνων, ούτε το «Παραλιακό Μέτωπο», ούτε το Ο.Α.Κ.Α. για να θυμηθούμε μόνο μερικά έργα που σε λίγο το Κ.Α.Σ. θα τα χαρακτηρίζει ιστορικά μνημεία.
Έγιναν βεβαίως Δημόσια Έργα, σε αντίθεση με την ακινησία της δεκαετίας του 80, αυτό πρέπει να το αναγνωρίσουμε. Όμως είναι αμφίβολο αν θα γινόταν οτιδήποτε αν δεν υπήρχαν τα κοινοτικά πακέτα στο πλαίσιο των οποίων η εκτέλεση των έργων ήταν υποχρεωτική. Ακόμα και έτσι όμως δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι τα πληρώσαμε πολλαπλάσια από το κόστος τους και ότι έγιναν – μαζί με τα διάφορα άλλα Ευρωπαϊκά Προγράμματα – το βασικό όχημα με το οποίο η «διαπλοκή» έγινε επικυρίαρχη της πολιτικής εξουσίας στη χώρα.
Έτσι ο τέως πρωθυπουργός άφησε τη χώρα ανοχύρωτη απέναντι στην καταιγίδα που δημιούργησαν οι «αυτορυθμιζόμενες» αγορές, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, στην παγκόσμια οικονομία. Μάλιστα μη αντέχοντας την σίγουρη εκλογική ήττα το 2004 παρέδωσε το «δαχτυλίδι» στο πλέον ακατάλληλο πρόσωπο του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Τον Γ.Α.Π.. Μήπως γιατί δεν άντεχε το ενδεχόμενο ο διάδοχος του να αποδειχθεί καλύτερος; Ή ήταν έτσι κανονισμένο;
Σε κάθε περίπτωση όμως όταν τώρα παρεμβαίνει – προφανώς ευνοώντας κάποιον συγκεκριμένο υποψήφιο για την ηγεσία της Κεντροαριστεράς, που θέλει να κρατά «δύο καρπούζια στην ίδια μασχάλη» – δηλώνοντας ότι «Οι αρχηγοί ανήκουν στο παρελθόν», δικαιούμαστε να αναρωτηθούμε. Γιατί οι αρχηγοί είναι παρελθόν; Μήπως γιατί όπως – αναλύει και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας («Το λυκόφως των πολιτικών ηγεσιών») – τα οικονομικά συμφέροντα διεθνή και Εθνικά αγωνίζονται λυσσαλέα να παροπλίσουν την εξουσία που πηγάζει από το λαό; Και σε τελική ανάλυση όταν επί των ημερών του γιγαντώθηκε η «διαπλοκή» με ποιο (ηθικό) δικαίωμα μιλάει;